Ταξιδια

Η Λέσβος του Παναγιώτη Δουδωνή

Ο δρόμος από τη –ζωγραφισμένη από τον Παπαλουκά– Άγρα ως τον Μεσότοπο κι από εκεί ως την Ερεσό είναι ένα τοπίο από εικόνα του Φώτη Κόντογλου

A.V. Guest
ΤΕΥΧΟΣ 880
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο Παναγιώτης Δουδώνης, βουλευτής Επικρατείας ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής, γράφει για τη δικής του Λέσβο.

Η Λέσβος, η πατρίδα του πατέρα μου, υπήρξε για μένα το νησί των παιδικών μου χρόνων. Τι είναι όμως οι παιδικές καλοκαιρινές αναμνήσεις; Ένα παλίμψηστο, που κάθε καλοκαίρι γράφεται πάνω στο προηγούμενο. Ή ίσως ένα μουσικό κομμάτι, με το leitmotif του να επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά, με εμάς όμως σιγά σιγά να αλλάζουμε. Κι έτσι, γυρνώντας ύστερα ο ενήλικος εαυτός, έχοντας γνωρίσει και ζήσει σε ξένους τόπους να μονολογεί: «τα δέντρα μού έρχουνται ως τη μέση κι οι λόφοι μοιάζουν με πεζούλια», όπως για τη δική του –χαμένη ολοκληρωτικά– πατρίδα, στην απέναντιακτή της Ιωνίας, έγραψε ο Νομπελίστας ποιητής.

Τι είναι όμως ένα νησί; Είναι ένα ολόκληρος, ένας πλήρης κόσμος που περιβάλλεται απ’ τη θάλασσα. Ακούω ανθρώπους να λένε πως επισκέπτονται πολλά, ίσως δεκάδες, νησιά κάθε καλοκαίρι. Μου αρέσει, αλλά πάλι σκέφτομαι: πόση προσπάθεια άραγε πρέπει να καταβάλεις για να αφομοιώσεις τη δύναμη τόσων διαφορετικών κόσμων; 

Η Λέσβος όμως δεν είναι ένα νησί. Είναι πολλά νησιά: αλλού κατάφυτη, αλλού, όπως στα μέρη μου, σχεδόν κυκλαδίτικη στο τοπίο· στη Μυτιλήνη αστική, με έναν τρόπο άγνωστο στην ηπειρωτική Ελλάδα, στο χωριό μου, τον Μεσότοπο, συνταυτισμένη με έναν τρόπο σχεδόν βιβλικό με την πρωτογενή παραγωγή. Κι είναι αυτή η σύνθεση τόσο πλούσια, τόσο ποικιλόμορφη, που λες πως εδώ αρχίζει και τελειώνει η οικουμένη.

Ο δρόμος από τη –ζωγραφισμένη από τον Παπαλουκά– Άγρα ως τον Μεσότοπο κι από εκεί ως την Ερεσό είναι ένα τοπίο από εικόνα του Φώτη Κόντογλου. Κι η ερημιά πολλές φορές του τοπίου, με τη θάλασσα στο βάθος, σε σπρώχνει να θες να πεις, όπως ο κουρσάρος Πέδρο Καζάς που γέννησε η φαντασία του κυρ-Φώτη: «Εδώ, στο νησάκι μου, είμαι βασιλιάς. Περπατώ με μεγάλα βήματα, είμαι στο κέφι και καταλαβαίνω τον Θεό και τους προγόνους μου να μου κρατάν σιωπηλή συντροφιά». 

Το 1922, αμέσως μετά την Καταστροφή, ο Κόντογλου καταφεύγει με ένα καΐκι από την πατρίδα του, το Αϊβαλί, στη Λέσβο. Εκεί εξάλλου θα βρεθεί τυχαία και ο μαθητής του, Γιάννης Τσαρούχης, όταν σαράντα τρία χρόνια μετά, μαθαίνει τον θάνατο του δασκάλου του, την ώρα που ζωγραφίζει έναν άγγελο. Φαίνεται πως το νησί μου δέθηκε στενά με τη μοίρα της γενιάς του ’30, με έναν τρόπο που δεν εξαντλείται, αλλά αποκαλύπτεται από την ποίηση του Ελύτη ή τα γραπτά του Μυριβήλη και τις ζωγραφιές του Προδρόμου της, του Θεόφιλου. Κι ο τρόπος αυτός είναι η ίδια η αισθητική του τοπίου, είναι ο τρόπος που το φως σκορπίζεται μέσα στους βράχους και τη θάλασσα.

Τι να σημαίνουν όλα αυτά για ένα μικρό παιδί που περνά μερικές εβδομάδες κάθε καλοκαίρι στη Λέσβο, μαζί με τη φιλόλογο μάνα του και τον Μυτιληνιό πατέρα του; Πρώτα πρώτα, σημαίνουν τη γένεση δεκάδων αποριών, αφού η απορία είναι η υψηλότερη μορφή έκφρασης της παιδικότητας και η διατήρηση του φιλέρευνου, μη βέβαιου εαυτού, το πολυτιμότερο δώρο του παιδιού που ήμασταν και που μπορούμε να πάρουμε μαζί στην ενήλικη ζωή μας. Κι όταν οι απορίες γεννούν καινούργιες απορίες, όλα αυτά σηματοδοτούν μια σύνδεση, όχι απλώς με έναν τόπο, μα με ένα νησί που είναι πολλά νησιά, που αντέχει τόσο στον χρόνο, που κάνει τα μάτια να βουρκώνουν όταν χρόνια μετά προσγειώνεσαι στο αεροδρόμιο Οδυσσέας Ελύτης την τελευταία μέρα μιας προεκλογικής εκστρατείας, φορώντας τα ακουστικά του κινητού και ακούγοντας τα μελοποιημένα λόγια του ποιητή που λεν πως «ο Ιούλιος με το φωτεινό πουκάμισο» έχει φύγει. Ή ίσως είναι πάντα εδώ και λάμπει μέσα στο φως  που χαϊδεύει την άμμο και το κρύο νερό της παραλίας του Χρούσου. 

Παναγιώτης Δουδωνής είναι βουλευτής Επικρατείας ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής, Δρ Συνταγματικού Δικαίου Παν/μίου Οξφόρδης.