Ταξιδια

Οδοιπορικό στα Βαρώσια: Τα χαλάσματα μιλούν ελληνικά

Κάθε βήμα προς το εσωτερικό της πόλης εδραιώνει το αίσθημα της οικειότητας. Όλα είναι τόσο γνώριμα, τόσο ελληνικά.

Μάκης Μυλωνάς
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Αμμόχωστος - Βαρώσια: Οδοιπορικό στα κατεχόμενα - Η οικειότητα των κουφαριών και το καθρέφτισμα της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία.

Εδώ και καιρό, σε κάποια γωνιά του σκληρού δίσκου, υπάρχει ένα ξεχασμένο αρχείο. Φέρει τον τίτλο «Οδοιπορικό στην Αμμόχωστο», συντίθεται από μερικές χιλιάδες λέξεις και συνοδεύεται από αρκετές φωτογραφίες. Το άρθρο μοιάζει έτοιμο για δημοσίευση - αλλά δεν είναι.

Και δεν είναι γιατί είναι πάντα πιο εύκολο να αφηγείσαι τις τραγωδίες των άλλων. Είναι πιο εύκολο να παρατηρείς και να γράφεις για «ξένα» χαλάσματα. Για τα σημάδια από σφαίρες στις γειτονιές του Σαράγιεβου, για τα ίχνη του τρομοκρατικού μίσους στις ταλαιπωρημένες γειτονιές της Τύνιδας, για τη σιωπηρή μάχη ενάντια στον ολοκληρωτισμό στην καθημερινότητα της Κωνσταντινούπολης.

Όταν όμως στους κατεστραμμένους τοίχους διαβάζεις συνθήματα στα ελληνικά, όταν μέσα στα αποκαΐδια ξεχωρίζεις τις ταμπέλες και τις βιτρίνες ελληνικών επιχειρήσεων, όταν όλα γύρω σου μοιάζουν απόκοσμα αλλά και κάπως γνώριμα, τότε όλα γίνονται πιο δύσκολα. Πιο δύσπεπτα. Πιο συγκλονιστικά.

Το άρθρο θα μπορούσε να παραμείνει για πάντα στην ψηφιακή λήθη αλλά η ουσία του κατέστη αναπάντεχα συναφής με την πικρή επικαιρότητα της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Ίσως γιατί το τελευταίο οδοιπορικό του γράφοντος, πριν τη μεγάλη παύση της πανδημίας, ήταν στην Οδησσό, μια πόλη, που καθώς γράφονται αυτές οι γραμμές, οχυρώνεται. Καλύπτει με αμμόσακους τα μνημεία της και γεμίζει με κάθε λογής και έμπνευσης οδοφράγματα.

Πώς μια κανονική πόλη μετατρέπεται σε πεδίο μαχών; Πώς ερημώνουν οι δρόμοι; Πώς τα σχολικά κτήρια μετατρέπονται σε κουφάρια; Πώς οι εμπορικοί δρόμοι συνδέουν πια μόνο χαλάσματα; Και, κυρίως, πόσο μπορεί να κρατήσει όλο αυτό;

Στη σκυταλοδρομία του τρόμου, η σκυτάλη πέρασε, σχετικά πρόσφατα, κι από τα δικά μας χέρια. Πριν τη Σρεμπρένιτσα, πριν το Χαλέπι, πριν τη Μαριούπολη. Στην Αμμόχωστο. Στα Βαρώσια. Ή κατά την προτιμητέα ντοπιολαλιά που επιλέγει τον ενικό: στο ξακουστό Βαρώσι. Μια ιστορία διδακτική, φρικτά επίκαιρη.

Προορισμός Βαρώσια

Στα τέλη του περασμένου Νοεμβρίου, ένα ταξίδι που για σχεδόν 47 χρόνια ήταν αδύνατο, είχε καταστεί πια εφικτό - αν και για όλους του λάθος λόγους. Τον Ιούλιο του 2021, σε μια κορύφωση του αναθεωρητικού παροξυσμού του, ο Ταγίπ Ερντογάν ανακοίνωσε το μερικό άνοιγμα των Βαρωσίων, του ίσως λαμπρότερου σημείου της κατεχόμενης Αμμοχώστου. Η περιοχή πήρε το όνομα της από την τουρκική λέξη «varos» που σημαίνει προάστιο. Κατά το σουλτανικό φιρμάνι του 1573, εκεί θα έπρεπε να περιοριστούν «οι άπιστοι» αφού πρώτα εκτοπιστούν εκτός των τειχών της πόλης.

© Μάκης Μυλωνάς

Κατά τη στιγμή της τουρκικής εισβολής του 1974, τα Βαρώσια της Αμμοχώστου αποτελούσαν έναν τουριστικό προορισμό παγκόσμιας εμβέλειας, με τους μεγαλύτερους χολιγουντιανούς σταρ της εποχής να προτιμούν τα δεκάδες πολυτελή ξενοδοχεία της περιοχής για τις διακοπές τους. Σχεδόν 50 χρόνια μετά, τα ξενοδοχεία παραμένουν εκεί. Ως κουφάρια. Οι κάτοικοι δεν επέστρεψαν ποτέ - κάποιοι ακόμα καταγράφονται ως «αγνοούμενοι».

Ήδη από τη δεκαετία του 1980 η Άγκυρα δεν εφάρμοζε τα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ που έθεταν την περιοχή των Βαρωσίων υπό την αιγίδα του Οργανισμού, με απώτερο στόχο την επανεγκατάσταση των νόμιμων κατοίκων τους - και μόνο. Ο έλεγχος της περιοχής παρέμεινε στα χέρια του τουρκικού στρατού κατοχής, χωρίς όμως να επιτρέπεται η πρόσβαση σε κανέναν άλλο. Ο Ερντογάν προχώρησε ένα βήμα παραπάνω, επιτρέποντας την ελεύθερη πρόσβαση σε ένα τμήμα των Βαρωσίων, το οποίο μάλιστα φρόντισε να ανακαινιστεί ώστε να μπορούν οι επισκέπτες να… απολαμβάνουν τον περίπατό τους στα χαλάσματα που άφησε πίσω της η τουρκική εισβολή.

Προς την Αμμόχωστο

Όσο οδηγούσαμε στη Λεωφόρο Αμμοχώστου της ελεύθερης Δερύνειας, δεν ήταν καθόλου σαφές γιατί στο συγκεκριμένο δρόμο είχε αποδοθεί ο χαρακτηρισμός της «λεωφόρου». Ο δρόμος δεν ήταν δα και τόσο μεγάλος και ο σημερινός πληθυσμός της πόλης δεν ξεπερνά τους 6.000 κατοίκους. Με το που διασχίζεις όμως το οδόφραγμα, αμέσως συνειδητοποιείς ότι κάτι αληθινά τραγικό έχει συμβεί στον τόπο αυτό.

Η Λεωφόρος Αμμοχώστου προοριζόταν να καταλήγει στην καρδιά της πόλης της Αμμοχώστου, της ίσως λαμπρότερης πόλης της Κύπρου κατά τη στιγμή της τουρκικής εισβολής του 1974. Αμέσως μετά το οδόφραγμα, η Λεωφόρος Αμμοχώστου ξεπροβάλει σε όλο της το πλάτος και δεξιά και αριστερά ξεπροβάλλουν τα πρώτα εγκαταλελειμμένα σπίτια Ελληνοκυπρίων. Εδώ οι φωτογραφίες απαγορεύονται και τα κτήρια παραμένουν περικυκλωμένα από τα συρματοπλέγματα των κατοχικών δυνάμεων. Η γρήγορη διέλευση με το αυτοκίνητο δεν επιτρέπει την προσεκτική παρατήρηση της περιοχής, αλλά ήδη έχει κάνει την εμφάνισή του το πρώτο σφίξιμο στο στομάχι.

© Μάκης Μυλωνάς

Αναζητώντας τα Βαρώσια, διαπιστώνουμε ότι οι ψηφιακοί χάρτες πλοήγησης δεν είναι ακριβείς, ίσως ένα ακόμα δείγμα της διεθνούς απομόνωσης των κατεχόμενων. Καταφέρνουμε να χαθούμε στο σύγχρονο κομμάτι της πόλης και διαρκώς συναντάμε μπροστά μας εγκαταλελειμμένες περιουσίες Ελληνοκυπρίων, από κατοικίες μέχρι εκκλησίες. Το αστικό μείγμα της πόλης είναι παράξενο, με τρόπο πικρό. Φοβερά πικρό.

Στη ρωγμή του χρόνου

Λίγα λεπτά μετά, καταφέρνουμε να εντοπίσουμε το σημείο πρόσβασης στο τμήμα των Βαρωσίων που είναι πλέον διαθέσιμο για επίσκεψη. Υπάρχει μια υποτυπώδης ελεγχόμενη είσοδος, κάτι μεταξύ συνοριακού περάσματος και εισόδου σε πάρκο αναψυχής.

© Μάκης Μυλωνάς

Πάρκο αναψυχής. Ο όρος τρομάζει αλλά δύσκολα μπορεί να βρεθεί καταλληλότερος για αυτό που κανείς αντικρίζει εκεί. Η άσφαλτος είναι καινούργια, φιλοξενεί καντίνες και πλατφόρμες ενοικίασης ποδηλάτων. Η γενιά του Instagram γοητεύεται από την «πόλη-φάντασμα» και σπεύδει να φωτογραφηθεί στις εγκαταλελειμμένες γειτονιές της. Όχι τυχαία, οι πιο ξέγνοιαστοι από τους επισκέπτες είναι οι νεότεροι. Κάποιοι από τους μεσήλικες επισκέπτες παρατηρούν τον χώρο με μια μεγαλύτερη συστολή.

Συστολή. Και αμηχανία. Κάθε βήμα που κάνουμε προς το εσωτερικό της πόλης εδραιώνει το αίσθημα της οικειότητας. Όλα είναι τόσο γνώριμα, τόσο ελληνικά. Περπατάμε σε ένα πανέμορφο παραθαλάσσιο προάστιο κάποιας ελληνόφωνης πόλης που έχει εγκαταλειφθεί. Θα μπορούσε να είναι στην Κρήτη, στην Κέρκυρα, στην Πάργα. Είμαστε όμως στην Αμμόχωστο, στο συνειδητό πουθενά του δυτικού κόσμου.

© Μάκης Μυλωνάς

Τα αστικά κουφάρια μιλούν

Ο αστικός ιστός των Βαρωσίων έχει διατηρηθεί. Παρά την εγκατάλειψη και τη λεηλασία, η μορφή της πόλης είναι ακόμα σαφής, μαζί και η ρυμοτομία που αναδεικνύει τον παραθαλάσσιο χαρακτήρα του σημείου.

© Μάκης Μυλωνάς

© Μάκης Μυλωνάς

Η χαμηλή δόμηση φιλοξενεί μικρά εμπορικά καταστήματα και επιχειρήσεις εστίασης και συνδέεται, με πλατιούς δρόμους με τα θεόρατα ξενοδοχεία που κατέστησαν την Αμμόχωστο ξακουστό μεσογειακό προορισμό.

© Μάκης Μυλωνάς

© Μάκης Μυλωνάς

Η προσεκτική ματιά στα συντρίμμια αποκαλύπτει και τον τρόπο της φυγής των νόμιμων κατοίκων των Βαρωσίων. Όλα έγιναν ξαφνικά. Είναι απολύτως σαφές ότι η ζωή τους άλλαξε μέσα σε μια στιγμή, χρειάστηκε να φύγουν άμεσα, χωρίς καμία προετοιμασία. Κλείδωσαν τα σπίτια και τα καταστήματά τους και έφυγαν.

© Μάκης Μυλωνάς

© Μάκης Μυλωνάς

Δεν γνώριζαν ότι δεν θα γυρίσουν ποτέ. Δεν γνώριζαν ότι ο τόπος που γεννήθηκαν και πρόκοψαν θα μετατρεπόταν σε μια μεγάλη αστική φυλακή για όσα έχτισαν. Αλλά και για όσα θα ήθελαν να χτίσουν. Για όλα όσα δικαιούνταν.

Σε κάθε γωνία, σε κάθε δρόμο, τα κουφάρια μάς μιλούν. Σε άπταιστα ελληνικά. Μας αποκαλύπτουν μικρές λεπτομέρειες για τις δραστηριότητες της περιοχής. Υπονοούν με τρόπο ρητό πόσο προηγμένα και ελκυστικά ήταν τα Βαρώσια για την εποχή τους.

© Μάκης Μυλωνάς

© Μάκης Μυλωνάς

Στις τέχνες, στα γράμματα, στο εμπόριο, στον τουρισμό, στην αρχιτεκτονική. Και τίποτα από όλα αυτά δεν αποδείχθηκε αρκετό ούτε για να σταματήσει το κακό ούτε και για να ανατρέψει τις συνέπειές του στις πέντε δεκαετίες που ακολούθησαν.

© Μάκης Μυλωνάς

© Μάκης Μυλωνάς

Αποφώνηση

Τέσσερις μήνες μετά και η επίσκεψη στην κατεχόμενη Αμμόχωστο παραμένει δύσπεπτη. Το αρχείο ανασύρθηκε από την ψηφιακή λήθη αλλά η έκτασή του μειώθηκε. Αφαιρέθηκαν λέξεις και αναλύσεις. Προστέθηκαν φωτογραφίες. Ειλικρινείς και συνάμα αμείλικτες.

© Μάκης Μυλωνάς

Μια αληθινή δοκιμασία μεταξύ του θυμικού, που πληγώνεται από τα όσα έχουν συμβεί, και της λογικής που επιτάσσει ότι ο τρόπος να αποφευχθεί το κακό είναι να προχωρήσουμε μπροστά. Γιατί υπάρχει ακόμα χρόνος να σωθεί το Βαρώσι – «πάση θυσία», όπως πρόσφατα σημείωσε ο σημαντικός Ιωάννης Κασουλίδης.

Στο μεταξύ, οι εικόνες των εγκλημάτων πολέμου που διαπράττει η Ρωσία στην Ουκρανία κυριαρχούν στις οθόνες μας. Και τότε το ταξίδι στην Αμμόχωστο λειτουργεί ως υπενθύμιση. Για αυτό που προκαλούν οι Ρώσοι και γι' αυτό που προσπαθούν να αποφύγουν οι Ουκρανοί. Και για τη λύση που εμείς δεν βρήκαμε ποτέ. Για το «ποτέ ξανά» της διεθνούς κοινότητας που ελάχιστα τηρήθηκε. Και για το «συνέβη, επομένως μπορεί να ξανασυμβεί» του Primo Levi.