- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Η δημοσιογράφος γεύσης Ελένη Ψυχούλη γράφει για τη δική της Σύμη
Στη Σύμη με έφερε το μελτέμι και... ένα ζακετάκι για το βράδυ. Βαριά δυσανεκτική στους αέρηδες των Κυκλάδων και αντιμετωπίζοντας το ελληνικό θέρος σαν μια αλληλουχία υψηλών βαρομετρικών, έψαχνα τον παράδεισο σε ένα νησί όπου το μεσημέρι και τα μεσάνυχτα να έχουν την ίδια καυτή θερμοκρασία, κοινώς να μην έχει ανάγκη η βαλίτσα μου από ένα ζακετάκι για το βράδυ. Η Σύμη, με άφησε. Να κυκλοφορώ ολημερίς με το μαγιό, να πίνω το μεταμεσονύχτιο κοκτέιλ μου στην προβλήτα αλλά από την πλευρά του «μέσα στο νερό», το σώμα μου να λαμπυρίζει ολόκληρο σαν φεγγαρόπετρα, από κείνο το απόκοσμο φαινόμενο που δημιουργεί η ένωση του πλαγκτόν με το σεληνόφως, μεταμορφώνοντας τα λουόμενα νυχτερινά κορμιά σε φλούο ανταύγειες.
Από την πρώτη κιόλας είσοδο–σαν μύηση σε μια άλλη μετάφραση του όρου «γκρικ άιλαντ»–, αντιλαμβάνεσαι πως εδώ η Ιταλία είναι πιο κοντά από την Ελλάδα. Η νεοκλασική αίσθηση του Αργοσαρωνικού και η λιτή κυβιστική αρχιτεκτονική παρέα, αλλά στο πιο απάτητο, το λιγότερο προσκυνημένο από τις ορδές των –ό,τι να ’ναι– παραθεριστών του Σαββατοκύριακου. Κοινώς εδώ θα νιώσεις ολόγυρα μια άλλη, κοσμοπολίτικη κομψότητα και ένα πολύ σικάτο ιταλικό αξάν ολόγυρά σου. Νησί πλούσιο αλλά που σιχαίνεται να το φωνάζει. Εκτός κι αν πέσεις σε κανένα ξεσάλωμα σκαφάτων τούρκων μεγιστάνων που βάζουν φωτιά στα ευρώ με τα Gucci να σείονται σε επιτραπέζια τσιφτετέλια. Η Σύμη είναι ένα low profile Μονακό και την αναταραχή από τις διασημότητες που δένουν άγκυρα στο μαγικό της κόλπο θα την υποψιαστείς μόνο από την υπερκινητικότητα των λιμενικών.
Εκεί που ο κόσμος της ανθρώπινης βοής σταματά, η πέτρινη, σεληνιακή πεζοπορία ως το Νημποριό, μια μπίρα κάτω από τα αλμυρίκια του καφενέ του με τα καβουράκια να χαρχαλεύουν στα πόδια σου, η κατακόρυφη θέα από τα ψηλά στην ανατομία του χωριού και του κόλπου, τα τιρκουάζ νερά της Νανούς και του Άι Γιώργη, οι δυο πιο απόκοσμα μαγικές παραλίες του Αιγαίου για μένα, ταυτόχρονα μια ωδή, μια μαθητεία στα βράχια αυτουνού του πελάγους, έτσι όπως τα περιέγραψε ο Περικλής Γιαννόπουλος, τα βράχια, πιο μεγάλα κι από τον κόσμο, πιο συναρπαστικά και από το Δέος.
Σύμη είναι να τρως κάθε μέρα όλα τα όστρακα του βυθού, όπως δίδαξαν την οστρακοφαγία στο πιο χαρντ-κορ της οι καλύμνιοι ψαράδες που θα συναντήσεις στο λιμάνι, αλλά πάνω απ’ όλα είναι η άλλη πλευρά. Η αθέατη. Ο άλλος κόσμος του Πανορμίτη. Ο κόλπος που ολόγλυκα αγκαλιάζει το μοναστήρι με τα θαύματα και τους φανατικούς πιστούς, μια ορθοδοξία χτισμένη σε χρώμα καθολικό, μια ορθοδοξία που ολημερίς συνδιαλέγεται με τον παγανισμό και την υπερβατική του μυθολογία, να μείνεις μια νύχτα στα κελιά μόνο για ν’ ακούσεις από τους διπλανούς ιστορίες με θαύματα, το πρωί, πριν ξεκινήσεις πίσω για τον κόσμο του Τώρα, να αρχίσεις με μια μοναδική Δωδεκανίσια τυρόπιτα από τον Φούρνο του Πανορμίτη.
Και να ’σαι εκεί παραμονή της Παναγιάς. Να πάρεις, ως άλλη Μανταλένα, νύχτα το βαρκάκι για τον Νίμο, το ερημονήσι απέναντι, που έχει πανηγύρι. Τα πανηγύρια όπως δεν τα έζησες εσύ που δεν ήσουν εκεί στην Ελλάδα του ’50, χοές από σουβλάκια, μαγεία μιας νύχτας χωρίς ηλεκτρικό, με τις μπίρες να κρυώνουν στο κύμα και τα νησιώτικα να παίζουν τη χαρά α καπέλα και χωρίς μικρόφωνα.
*Η Ελένη Ψυχούλη είναι δημοσιογράφος γεύσης.
Βρείτε τον καλοκαιρινό οδηγό της Σύμης εδώ