Ταξιδια

Πριν το καλοκαίρι: «Τι χρώμα είναι το Σιντζούκου;»

Είναι το Τόκιο που βλέπουμε στις ταινίες, είναι η πόλη που καταπίνει όλο το Τόκιο, μια οπτική συνεκδοχή

Μενέλαος Γκάρτζιος
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Τόκιο, Μενέλαος Γκάρτζιος, στέλνει ένα φωτογραφικό ημερολόγιο από το Σιντζούκου στο Τόκιο

O χρόνος κυλάει με χρώματα. Μετά τις κερασιές, άνοιξαν κόκκινες, μωβ αζαλέες. Αυτές τις μέρες επισκέφτηκα έναν ναό στη γειτονιά Χάκουσαν («άσπρο βουνό») να δω τις μπλε ορτανσίες, και το καλοκαίρι αναμένω τους ανθισμένους λωτούς στο Ουένο, ζωηρό ροζ. Τα φεστιβάλ γύρω από τις ανθίσεις των λουλουδιών στους ναούς ακυρώνονται, αλλά τίποτα δε σταματά την εξέλιξη, τίποτα δεν σταματά τα χρώματα.

© Μενέλαος Γκάρτζιος

Διπλή μετακόμιση. Στο πανεπιστημιακό κτίριο του 1930 γίνονται αντισεισμικά έργα, το γραφείο μου είναι πλέον σ’ ένα λυόμενο. Το σπίτι σε καινούριο δήμο, στο Σιντζούκου. Αίτηση διαγραφής από τον παλιό και αίτηση εγγραφής στον καινούργιο. Χαμογελάω και τους λέω «Εγκρίθηκε η άδεια να μετακομίσω». Σφραγίδες, χαρτιά, ουρές στο δημαρχείο, «Αν δεν μιλάτε ιαπωνικά, καλό θα είναι να φέρετε κάποιον φίλο μαζί σας που μιλάει». Υπερβολές. Το Σιντζούκου («νέο πανδοχείο») είναι το Τόκιο που βλέπουμε στις ταινίες, είναι η πόλη που καταπίνει όλο το Τόκιο, μια οπτική συνεκδοχή. Πυκνότητα, κίνηση, μόδα, εμπορικά κέντρα, ουρανοξύστες.

© Μενέλαος Γκάρτζιος

Υπάρχουν ωστόσο και σημεία που δεν έχουν αλλάξει. Γύρω από το Γκόλντεν Γκάι («χρυσός δρόμος») υπάρχουν σπιτάκια που δείχνουν πως ήταν το Σιντζούκου πριν τους βομβαρδισμούς στον δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, σπιτάκια που έγιναν η νυχτερινή ζωή. Η πλακόστρωση στον πεζόδρομο μου θυμίζει τα σχέδια του Δημήτρη Πικιώνη στονν λόφο του Φιλοπάππου, αναρωτιέμαι αν κανείς τα παρατηρεί. Ονειρεύομαι ότι περπατάω ξυπόλητος στον χρυσό δρόμο, παίζουμε μπουγέλο στον κήπο με τις καλαμιές πιο δίπλα. Γελάμε και τρέχουμε πάνω σε ένα μωσαϊκό από μάρμαρο, σκυρόδεμα, χώμα. Και χρυσόσκονη. Όλα μου θυμίζουν την Αθήνα, αλλά τα χρώματα του μαρμάρου δεν είναι αναγνωρίσιμα, τα χρώματα μου λένε ότι ο τόπος ή εγώ, ένας από τους δύο, είμαστε ξένοι. Ξυπνάω ιδρωμένος. Και ο χώρος κυλάει με χρώματα.

© Μενέλαος Γκάρτζιος

Ο σταθμός τρένου στο Σιντζούκου είναι μια παγκόσμια μυρμηγκοφωλιά. Κινούμαστε πάνω-κάτω στις γραμμές μας, όλοι ξέρουμε πού πάμε –δεν υπάρχουν τουρίστες–, ακολουθούμε μία νοητή γραμμή που χαράζει την καθημερινότητά μας, χαράζει τη βιογραφία μας. Μερικές φορές σκέφτομαι ότι φτιάχνουμε ένα κινητό ντόμινο από χρωματιστά τουβλάκια, αν κάποιος πέσει, θα πέσουμε όλοι μαζί. Το ντόμινο έχει κυλιόμενες σκάλες, γέφυρες, υπόγειες διαδρομές, ξετυλίγεται σε τέσσερις διαστάσεις. Κάθε τουβλάκι κρατάει την ιδανική απόσταση από τα υπόλοιπα. Υπάρχουν οάσεις που διακοσμούν το ντόμινο, υπέργειοι τροπικοί κήποι στις ταράτσες, υπάρχει μια πλατεία στο σταθμό που βλέπουμε τα τρένα με τις ώρες.

© Μενέλαος Γκάρτζιος

Τη νύχτα οι νοητές γραμμές σπάνε, οι αποστάσεις μεταξύ μας αλλάζουν, η πόλη έχει άλλους κανόνες. Τα μπαρ παραμένουν κλειστά το βράδυ, τα εστιατόρια πλέον δεν σερβίρουν αλκοόλ. Η νυχτερινή ζωή μεταφέρεται σε άλλα επίπεδα στην πόλη. Αν ψάχνεις, θα βρεις.

© Μενέλαος Γκάρτζιος

«Τι χρώμα είναι το Τόκιο;» με ρώτησες όταν επέστρεψα την πρώτη φορά από την Ιαπωνία. «Δεν ξέρω», φρύδια ανυψωμένα, οι ρυτίδες της απορίας, «Τι;». Η ερώτηση μου άρεσε τόσο, που μου καρφώθηκε στην καρδιά, επιστρέφω συχνά αναζητώντας την απάντηση. Τι χρώμα έχουν οι μητροπόλεις; Ταξιδεύοντας έξω από το Τόκιο με το τρένο, παρατηρώ το αστικό τοπίο να αλλάζει με την ταχύτητα της σφαίρας και παράλληλα να παραμένει ίδιο για χιλιόμετρα, σχεδόν για ώρες. Θυμάμαι τη φωτογραφία του Andreas Gursky, «Tokyo» (2017). Ένα υπερμέγεθες παζλ σε κίνηση, τα κομμάτια του θα μπορούσαν να εναλλάσσονται μεταξύ τους. Την πρώτη φορά που είδα την φωτογραφία του Gursky σκέφτηκα ότι θα μπορούσε να είναι οπουδήποτε στο Τόκιο, αλλά δε θα μπορούσε να είναι πουθενά αλλού παρά μόνο στο Τόκιο. Μια σπουδή στην έλλειψη ιδιαιτερότητας, ένα τοπίο που προσπαθεί να μην τραβήξει την προσοχή, αποφεύγει να εντυπωσιάζει. Φτιάχνω τα δικά μου «Τόκιο», με το κινητό βγάζω την ίδια φωτογραφία καθώς κινούμαι και εγώ με 300 χιλιόμετρα την ώρα. Χαμηλά σπίτια, ψηλές πολυκατοικίες στο βάθος, ο χώρος της πυκνότητας. Τι χρώμα έχει η πυκνότητα, να, τέτοιο χρώμα είναι το Τόκιο.

© Μενέλαος Γκάρτζιος

© Μενέλαος Γκάρτζιος

© Μενέλαος Γκάρτζιος

Τι χρώμα έχει ο διάδρομος στο σταθμό του Σιντζούκου, τέτοιο χρώμα είναι. Αυτό που τρέχει συνέχεια.

© Μενέλαος Γκάρτζιος

Στο μυαλό μου τα ηλεκτρόνια είναι πορτοκαλί, δηλαδή ό,τι βλέπουμε, ό,τι ακούμε, ό,τι αγγίζουμε είναι πορτοκαλί σπινθήρες που μεταλλάσσονται σε εικόνα, σε ήχο, σε αφή. Οι αισθήσεις είναι πορτοκαλί. Ανάμεσα στις πολυκατοικίες, στις δορυφορικές κεραίες και τις ηλιακές πλάκες του ανατολικού Σιντζούκου, υπάρχει ο Σιντοϊστικός ναός Χαναζόμο. Το Δεκέμβριο μου λένε θα έχει μεγάλη γιορτή, ένα ακόμα φεστιβάλ που μπορεί να ακυρωθεί. Μου εξηγούν τους ειδικούς χώρους για τις ψυχές των θεών που περιφέρονται στην πόλη, σαν επιτάφιοι. Το χρώμα της κύριας εισόδου, των ναών, των κυρτών διαδρόμων από ξύλινες πύλες, είναι το χρώμα των αισθήσεων, το χρώμα των καρπών των λωτών. Είναι φορές που η χώρα είναι ένα δάγκωμα πορτοκαλιού, με τη φλούδα. Το χρώμα της Ιαπωνίας είναι πορτοκαλί.

© Μενέλαος Γκάρτζιος

Περιμένουμε την περίοδο των βροχών. Η υγρασία αυξάνεται. Μαύρα κοράκια παραμονεύουν πάνω από τα κεφάλια μας, εξουσιάζουν τον χώρο. Τα σύνορα παραμένουν κλειστά. Οι φωνές εναντίων των Ολυμπιακών αγώνων πληθαίνουν. Ο μόνος τρόπος ίσως πλέον να ακυρωθούν είναι να μην έρθουν οι ίδιοι οι αθλητές. Θεωρώ πως η Ιαπωνία έχασε ήδη τους Ολυμπιακούς αγώνες, έχασε την ευκαιρία δηλαδή να προσφέρει αυτό που έχουμε πραγματικά ανάγκη, μια γιορτή στις πανανθρώπινες αξίες, σε αυτό που μας ενώνει. Μια γιορτή στο χρώμα.