- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Η Αμοργός της Άννας Πατάκη
Φεύγοντας από την Αμοργό, υποσχέθηκα στον εαυτό μου πως θα προσπαθήσω να επιστρέψω, ξανά και ξανά. Αυτό και κάνω.
Η εκδότρια Άννα Πατάκη γράφει για τη δική της Αμοργό.
Φτάνοντας στα Κατάπολα, η μπουκαπόρτα του πλοίου σε αδειάζει απαλά σχεδόν κατευθείαν στην άλλη πλευρά του δρόμου, στην ευθεία των χαμηλών μαγαζιών με τα είδη καθημερινής ανάγκης, τα ξύλινα μαχαίρια, τα γυαλικά και τα αγκίστρια, το γραφείο ενοικίασης αυτοκινήτων, πράγμα που σου δίνει ένα αίσθημα οικειότητας ταυτισμένο με πολύ μικρότερα νησιά. Πηγαίνοντας αριστερά συναντάς το παρκάκι με το Ηρώο των πεσόντων για την πατρίδα στα 1912-1922: 30 ονόματα, ανάμεσά τους πρόγονοι σημερινών ποιητών: Φωστιέρης 2, Βλαβιανός 2. Ο δρόμος για την Αιγιάλη, το άλλο λιμάνι, διασχίζει κατά μήκος τη μια πλευρά της Αμοργού ολόκληρη, ανεβαίνει ψηλά και πριν αρχίσει να κατεβαίνει συναντάει τη Χώρα, προστατευμένη.
Ο προορισμός μας, την πρώτη φορά που πήγα στο νησί, τέσσερα χρόνια πριν χάρη στην πρωτοβουλία αγαπημένων φίλων, ήταν ο Άγιος Παύλος, ένας μικρός κόλπος λίγο πριν τον μεγάλο της Αιγιάλης, απέναντι από τη νησίδα Νικουριά, που ορθώνεται σαν πυραμίδα, ασπίδα προστασίας από τους ανέμους και απέναντι όχθη για ατελείωτες κολυμβητικές διαδρομές σε θάλασσα σπαρμένη με ματάκια της Παναγίας και ομάδες μαθητευόμενων καταδυτών.
Για την άλλη πλευρά (έφτασα ως την Αρκεσίνη, με τα αμπέλια πάνω στη θάλασσα και το καλό σπιτικό φαγητό) παίρνουμε τον δρόμο πάνω από τη Χώρα, μετά το πλάτωμα που είναι τα ανεμοδαρμένα ύψη στην κυριολεξία. Γλιστράμε καταρχάς προς τη Χοζοβιώτισσα, που κρέμεται αγκιστρωμένη στον βράχο πάνω από τη βαθιά, αλλά περιέργως πολύ ζεστή θάλασσα της Αγίας Άννας. Στην πορεία οι θέσεις στα αυτοκίνητα γεμίζουν: μια κυρία από τη Γεωργία που δουλεύει σε ταβέρνα και πηγαίνει να προσκυνήσει, μια παρέα πρωτοετών φοιτητών του Πολυτεχνείου. Φεύγοντας από το μοναστήρι, ο καλόγερος ρωτάει καλοσυνάτα τα παιδιά για τη ζωή στην Αθήνα, για το σχολείο, εμείς του ανοίγουμε κουβέντα για τη δική τους ζωή τον χειμώνα κι εγώ του λέω πως τον είδα νωρίς το πρωί έξω από το καφενείο στην Αιγιάλη να διαφωνεί φιλικά για θεολογικά ζητήματα με τον ηλεκτρολόγο.
Στα Θολάρια, το πάνω χωριό, οι ταβέρνες απλώνουν τα τραπέζια στις πεζούλες με τα μεγάλα γεωμετρικά σχέδια από άσπρο ασβέστη (εδώ τα είδε μάλλον η εμπνευσμένη Ιταλίδα σχεδιάστρια Πάολα Ναβόνε, σκέφτομαι) και τα παιδιά μετά το φαγητό συναντιούνται στο γήπεδο για μπάλα. Στη Χώρα με τα ζωόμορφα υπέρθυρα στις αυλόπορτες που μου θυμίζουν τον κόσμο του Νίκου Στεφάνου μάς λένε να πιούμε καφέ το πρωί στον Πάρβα, κι εμείς ψάχνουμε το ωράριο του μικρού αρχαιολογικού μουσείου, τρώμε πίτσα στα σκαλάκια και αγοράζουμε ωραία ασημένια κρεμαστά. Στην κορυφή του λόφου πάνω από τα Κατάπολα, τα σημάδια της αρχαίας Μινώας είναι επιβλητικά, με αποκορύφωμα το κομμένο στη μέση σώμα του μεγαλύτερου από το φυσικό αγάλματος που στέκεται όρθιο στο κέντρο του, πανταχόθεν ελεύθερου, χώρου. Φεύγοντας από την Αμοργό, υποσχέθηκα στον εαυτό μου πως θα προσπαθήσω να επιστρέψω, ξανά και ξανά. Αυτό και κάνω.
Με την πατρίδα τους δεμένη στα πανιά και τα κουπιά στον άνεμο κρεμασμένα.
-Νίκος Γκάτσος, Αμοργός, 1943
*Η Α.Π. είναι εκδότρια.
Βρείτε τον καλοκαιρινό οδηγό της Αμοργού εδώ.