- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Η Γαύδος του Μιχάλη Μπλέτσα (Media Lab του ΜΙΤ)
Πανέμορφη φύση, μοναδικές παραλίες, ιδιαίτεροι άνθρωποι, απομόνωση
Γαύδος: Ο Μιχάλης Μπλέτσας γράφει για το αγαπημένο του νησί στην Athens Voice
Η Γαύδος είχε πάντα ένα στοιχείο περιπέτειας για μένα. Πήγα για πρώτη φορά στις αρχές της δεκαετίας του ’80 για να κάνω παρέα στη μητέρα μου, μηχανικό της νομαρχίας Χανίων, σε υπηρεσιακό ταξίδι για την επέκταση του (ανύπαρκτου εκείνη την εποχή) οδικού δικτύου του νησιού. Συνταξιδιώτες μας σε εκείνο το ταξίδι με το καΐκι που έκανε τη γραμμή από την Παλαιόχωρα, ένα μικρό κοπάδι κατσίκες. Το ρολάρισμα του καϊκιού στα κύματα του Λιβυκού ήταν πολύ έντονο και έτσι για πρώτη (και τελευταία) φορά είδα το κωμικό δρώμενο «κατσίκες με ναυτία» ανυπομονώντας να τελειώσει επιτέλους το τρίωρο ταξίδι και να δω κάτι πιο κοντά σε «κορίτσια στον ήλιο» (επί σταθερού εδάφους). Ο Καραβές, το λιμάνι του νησιού, εκείνη την εποχή είχε τα μόνα ενοικιαζόμενα δωμάτια και την ταβέρνα του Κουτσού. Ο «Κουτσός» με το ξύλινο πόδι, χαρακτήρας από πειρατική ταινία στα μάτια μου, ήταν η πιο χαρακτηριστική φυσιογνωμία του νησιού. Η απορία μου για το πώς έχασε το πόδι του λύθηκε γρήγορα την πρώτη φορά που η μητέρα μου τον ρώτησε, αν είχε καθόλου ψάρι για να παραγγείλουμε. «Ε, λίγη φρέσκια γόπα σίγουρα και βλέπουμε για παραπάνω» ήταν η απάντηση. Μπήκε για λίγο στην κουζίνα του και στη συνέχεια πήγε στην άκρη του μώλου, πέταξε λίγο ψωμί στη θάλασσα και ένα μασούρι δυναμίτη. Από την απόχη του, στο τηγάνι και στη συνέχεια στο πιάτο μας. Νομίζω ότι ήταν η τελευταία φορά που έφαγα γόπες.
Η παραλία στο Σαρακήνικο με τους σπάνιους κέδρους ήταν ό,τι πιο παρθένο είχα δει. Τα μόνα κτίσματα, κάποια μικρά σπιτάκια πάνω από την παραλία όπου έμεναν πολιτικοί εξόριστοι τη δεκαετία του ’30, εξαφανίζονταν στο τοπίο. Η μεγαλύτερη έκπληξη για μένα όμως ήταν το χρώμα του νερού κάτω από την επιφάνεια και η απίστευτη διαύγειά του. Γι’ αυτό και μόνο άξιζε η όποια ταλαιπωρία του ταξιδιού.
Τα επόμενα λίγα χρόνια πέρασα τα καλοκαίρια μου στα παράλια της Κρήτης απέναντι από τη Γαύδο, κάνοντας παράκτιες διαδρομές με το μικρό φουσκωτό της παρέας του πατέρα μου με τη σκέψη στο επόμενο μεγάλο βήμα για έναν εκκολαπτόμενο θαλασσοπόρο, το πέρασμα στη Γαύδο με το μικρό Zodiac των 3.80 μέτρων. Το θρυλικό πέρασμα ενός γνωστού με ένα φουσκωτό ακόμα πιο μικρό από το δικό μας έδειχνε το εφικτό του εγχειρήματος, αν και η πασίγνωστη μικρή αναλογία αίματος προς ουίσκι στις φλέβες του συγκεκριμένου θαλασσοπόρου δρούσε –ευτυχώς– ανασταλτικά. Η ευκαιρία παρουσιάστηκε όταν η τοπική ένωση δήμων και κοινοτήτων της Κρήτης αποφάσισε να κάνει το συνέδριό της στη Γαύδο και το πολεμικό ναυτικό διέθεσε ένα αρματαγωγό για τη μεταφορά των συνέδρων από τα Σφακιά. Φορτώσαμε και το μικρό Zodiac εν πλω στο «Έβρος» και σε δύο ώρες βρέθηκα να το ρίχνω πάλι στο νερό στον Καραβέ. Τα λιγοστά ενοικιαζόμενα δωμάτια του νησιού δεν έφταναν για τις ανάγκες των συνέδρων και έτσι πολλοί κοινοτάρχες, δήμαρχοι και νομάρχες της Κρήτης, διανυκτέρευσαν κάτω από τους θαλασσόκεδρους του Σαρακήνικου παρέα με τον αστυνομικό του νησιού ο οποίος είχε στήσει αντίσκηνο με επιγραφή «Αστυνομικό Τμήμα Γαύδου» και για τη διάρκεια του συνεδρίου είχε αναγκαστεί να φορέσει τη στολή του (αντί της συνηθισμένης του χίπικης κελεμπίας). Εγώ πέρασα τις ημέρες του συνεδρίου εκτελώντας χρέη θαλάσσιου «λεωφορείου» μεταξύ Σαρακήνικου και Καραβέ, έχοντας εκπληρώσει την επιθυμία μου να βρεθώ με το μικρό φουσκωτό στη Γαύδο και απολαμβάνοντας την εκτίμηση των ενηλίκων για τις υπηρεσίες μου που τους γλίτωναν από την ανάγκη πεζοπορίας κάτω από τον καυτό καλοκαιρινό ήλιο.
Τα χρόνια πέρναγαν, τα φουσκωτά μεγάλωναν, το πέρασμα από τα Σφακιά στη Γαύδο έγινε 40λεπτη υπόθεση ρουτίνας για τα μεγαλύτερα και γρηγορότερα πλέον σκάφη, αλλά όσες φορές και να έκανα το πέρασμα, η αίσθηση της περιπέτειας ήταν πάντα εκεί, όσο ήρεμο και να ήταν το Λιβυκό. Μια δεκαετία και πλέον μετά από το πρώτο μου ταξίδι, ξαναπήγα με τη μητέρα μου στη Γαύδο, για την αναστήλωση του γαλλικού φάρου του νησιού, ενός από τα πιο γνωστά του αξιοθέατα σήμερα. Αυτή τη φορά, όμως, το ταξίδι από τα Σφακιά έγινε με ένα σχετικά μεγάλο πλοίο, με πολλούς τουρίστες για συνταξιδιώτες και κανένα σύμπτωμα ναυτίας στους επιβαίνοντες. Σαφής πρόοδος σε όλα τα μέτωπα για το νησί, με εξαίρεση τη σημαντική περιβαντολογική επιβάρυνση με πιο εμφανή θύματα τους κέδρους στο Σαρακήνικο.
Ο κόσμος που πάει πλέον στη Γαύδο είναι πολύ περισσότερος, οι προσφερόμενες υπηρεσίες επίσης. Δεν χρειάζεται όμως ιδιαίτερη προσπάθεια για να δει κανείς ότι όλα τα βασικά στοιχεία της Γαύδου είναι ακόμα εκεί: πανέμορφη φύση, μοναδικές παραλίες, ιδιαίτεροι άνθρωποι, απομόνωση. Το νησί είναι αρκετά μικρό για να μην έχουν ιδιαίτερο νόημα οι συνηθισμένες τουριστικές οδηγίες, αλλά αρκούντως ιδιαίτερο για να αφήσει δυνατές αναμνήσεις.
*Ο Μιχάλης Μπλέτσας είναι διευθυντής Πληροφορικής στο Media Lab του ΜΙΤ της Μασαχουσέτης και ένας από τους εφευρέτες του Υπολογιστή των 100 δολαρίων