- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Tου Σεραφείμ Φυντανίδη
Στα 1520 η αρμάδα του Μαγγελάνου, ύστερα από φοβερή τρικυμία και περιπέτειες, παρέπλευσε το νότιο άκρο της αμερικανικής ηπείρου και ανοίχθηκε σ’ έναν άγνωστο ως τότε ωκεανό. Έναν ωκεανό, που, επειδή τον βρήκε ήρεμο, τον ονόμασε Ειρηνικό. Μια μέρα, τέσσερα από τα πέντε καράβια του (το ένα είχε στασιάσει και χάθηκε για πάντα) πλησίασαν σε κάποια πανέμορφα νησιά, αυτά που τώρα τα ονομάζουμε «Πολυνησία».
Ο Μαγγελάνος είχε για γραμματέα του έναν Γενοβέζο που τον έλεγαν Αντόνιο Πικαθέτα. Κάθε μέρα, λοιπόν, αυτός ο άγνωστος κατά τα άλλα Ιταλός τηρούσε το ημερολόγιο του ιστορικού ταξιδιού, του πρώτου γύρω από τη Γη.
Aυτό το ημερολόγιο βρέθηκε μετά από μερικά χρόνια στην Ισπανία και βγήκε σε βιβλίο. Γράφει, λοιπόν, ο Πικαθέτα για αυτά τα νησιά:
«Εδώ οι άνθρωποι είναι εξαιρετικά αμαρτωλοί. Ο ένας παίρνει τα πράγματα του άλλου, οι γυναίκες κυκλοφορούν ημίγυμνες και ανήκουν σε όλους τους άντρες. Κάθε απόγευμα τις βάζουν σε κάτι μακρόστενες βάρκες, λένε αισχρά, προφανώς, τραγούδια και κάνουν βόλτες στον κόλπο, κάνουν άσεμνα πράγματα… Ανάγκη να τους κάνουμε πιστούς χριστιανούς, καθολικούς». Όπως καταλαβαίνετε, οι άνθρωποι σ’ εκείνα τα νησιά ζούσαν σ’ έναν παράδεισο. Δεν ήξεραν την ιδιοκτησία, λάτρευαν τις γυναίκες και αντί να πολεμάνε μεταξύ τους, έκαναν έρωτα. “Make love, not war”, όπως θα τραγουδούσαν μετά από 500 χρόνια οι Μπιτλς…
Πριν από μερικά χρόνια, βρέθηκα σε ένα από αυτά τα νησιά, την Ταϊτή. Το είχα μεράκι από μικρό παιδί, καθώς είχα δει ένα ντοκιμαντέρ στο «Σινεάκ» και μαγεύτηκα. Έδειχνε την ομορφιά αυτού του νησιού, στο οποίο έζησε κάποτε ο Γκογκέν και μας άφησε τους περίφημους πίνακές του. Όπως άφησε και την Ταϊτινή γυναίκα του απαρηγόρητη, καθώς την έκανε για άλλα νησιά της Πολυνησίας…
Oμολογώ πως όταν πάτησα το πόδι μου εκεί, μαζί με τη γυναίκα μου τη Βιργινία, ένα βροχερό πρωινό, ύστερα από ένα τεράστιο αεροπορικό ταξίδι στους αντίποδες της Γης (Αθήνα, Νέα Υόρκη, Σαν Φρανσίσκο, Ταϊτή), κάπως απογοητεύτηκα. Η πρωτεύουσα της, η Παπεετέ, ήταν ένας αχταρμάς από καινούργια σπίτια, παλιά φτωχικά σπιτάκια, πολλά αυτοκίνητα και λίγη ομορφιά.
Oι Γάλλοι αριστοκράτες έφεραν τα δικά τους γούστα, τους έκαναν χριστιανούς (καθολικούς και προτεστάντες) και τους φόρτωσαν με συνήθειες και ανάγκες που δεν είχαν, πριν ανακαλύψει αυτά τα νησιά ένας Άγγλος θαλασσοπόρος, το 1768. Έτσι, οι Ταϊτινοί πατάνε με το ένα πόδι στο γαλλικό σήμερα και με το άλλο στο δικό τους παρελθόν.
«Μας έκαναν χριστιανούς, αλλά εμείς κρατάμε κάποια από τα παλιά μας έθιμα. Εγώ, ας πούμε, έχω παντρευτεί σε εκκλησία, αλλά έχω κι άλλες πέντε γυναίκες στα γύρω χωριά. Και πολλά παιδιά…» μου έλεγε γελώντας ένα Ταϊτινός σερβιτόρος στο ξενοδοχείο.
Το πρώτο απόγευμα που βρεθήκαμε εκεί, κατεβήκαμε στην παραλία για κολύμπι.
«Προσέξτε», μας είπαν. «Εδώ ο τόπος βρίθει από καρχαρίες!».
Μπρρρ… κι εκεί που είχε ήλιο, ξαφνικά συννέφιαζε και σε λίγο έπιανε βροχή. Αυτό κράτησε όλες τις μέρες που περάσαμε και στην Ταϊτή και στη γειτονική Μοορέα και στην Μπόρα-Μπόρα.
Mεταξύ μας. Αυτά τα νησιά είναι πανέμορφες καρτ-ποστάλ. Όμως, όταν τα ζήσεις, αναφωνείς –όπως έκανα κι εγώ– «πού είναι το Αιγαίο, πού είναι οι Κυκλάδες»! Οι θάλασσες αφιλόξενες, ρεύματα που σε παρασέρνουν, κύματα τεράστια, υγρασία με ζέστη. Εκεί, όλα ωριμάζουν πολύ γρήγορα και μαραίνονται επίσης πολύ γρήγορα. «Στους τροπικούς –λένε– τα λουλούδια είναι χωρίς άρωμα, τα φρούτα χωρίς γεύση και οι γυναίκες χωρίς ντροπή». Αλλά, ας μην τα παραλέω. Αν ο Πικαθέτα πήγαινε σήμερα στην Ταϊτή, θα ήταν πολύ ευχαριστημένος που οι Ταϊτινοί έγιναν χριστιανοί, που έχουν φορτηγάκια «Ντάτσουν», σκούτερ ιταλικά και συσκευές τηλεόρασης στα φτωχικά τους σπιτάκια. Αλλά, δεν θα του άρεσε να τους βλέπει να γυρίζουν, στην πρώτη ευκαιρία, στα παλιά τους. Όπως βρεθήκαμε κι εμείς ένα απόγευμα σ’ ένα χωριό, Τίκι το έλεγαν, όπου κάθε τόσο οι Ταϊτινοί αναβιώνουν τα παλιά τους έθιμα. Τότε που ζούσαν στη δική τους χαμένη Εδέμ.
Τραγουδάνε, χορεύουν, ντύνονται –ή μάλλον γδύνονται– όπως τότε, ψήνουν τα ψάρια τους στη θράκα και πίνουν ένα ποτό από καρύδες και από μέσα τους καταριούνται τους πολιτισμένους Ευρωπαίους που τους έκαναν πολιτιστικά ερμαφρόδιτους και, κυρίως, χριστιανούς…