Ταξιδια

Ρε παιδιά, ας μη χαλιόμαστε και για τις διακοπές

Αλήθεια, αν μπορείς να πας είναι καλό από μόνο του

Ηρώ Παρτσακουλάκη
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Αρχίζει συνήθως αθώα, με την ίδια απλή ερώτηση σε πληθώρα παραλλαγών: «Διακοπές φέτος;»/ «Διακοπούλες έχει/ έκλεισες/ κανόνισες;»/ «Θα φύγεις καθόλου/ πας πουθενά;». Μετά έρχεται η απάντηση και λίγο αργότερα μία υπόνοια αμφιθυμίας, που καταλήγει σε γκρίνια: «Πού να πάμε που δεν συνεννοούμαστε»/ «οι άλλοι ήθελαν εκεί, εγώ εδώ, άντε πάμε να δούμε τι θα καταλάβουν»/ «τόσο αργά που το αφήσαμε, σιγά μη βρούμε»/ «μόνο εγώ ψάχνω, οι άλλοι τα περιμένουν έτοιμα» κ.ο.κ.

Κάθε χρόνο τα ίδια, οι πολυπόθητες διακοπές γίνονται ξαφνικά πρόβλημα, μία επιπλέον απώλεια στη μάχη των απωθημένων που αναζητούν ξανά ικανοποιητική διέξοδο, μόνο που τώρα το φόντο είναι ασπρομπλέ. Πέφτουμε όλοι με τα μούτρα στην ίδια παγίδα, να εκπληρώσουμε διακαείς πόθους ενός ολόκληρου χειμώνα -αν όχι της ζωής μας όλης- σε 7 μέρες άδειας. Να στριμώξουμε έρωτες, ξεκούραση, φίλους, βόλτες, ποτά και καλοπέραση στον ιδανικό προορισμό, με την απόλυτη παρέα και να ναι όλα στα γούστα και τα μέτρα μας. Κι έτσι κάθε καλοκαίρι, η σημασία της ζωής συμπυκνώνεται ξαφνικά σε ένα 10ήμερο με άγχος για το πώς θα προλάβει να χωρέσει όσα ποτέ δεν ζήσαμε χρόνια ολόκληρα;

Κι εκεί αρχίζουν οι τσακωμοί, οι γκρίνιες και τα πισώπλατα μαχαιρώματα. Το όνειρο του απόλυτου καλοκαιριού στην πορεία ξεμακραίνει και στριμώχνεται κι αυτό ιδρωμένο σε ένα πλοίο, ένα τιγκαρισμένο αυτοκίνητο, να αγχώνεται πόσο καλά θα καταφέρει, τελικά, να τα περάσει. Συναντά κι αυτό δηλαδή, το όνειρο του απόλυτου Σαββατοκύριακου, το όνειρο  που ποτέ δεν ζει το παρόν και μονίμως χάνει όσα του συμβαίνουν, σχεδιάζοντας μεγαλεπήβολα τις προϋποθέσεις για ένα μέλλον που ποτέ δεν πάει κατ’ ευχήν.

Κι ενώ συχνά κανονίζουμε διακοπές, μόνο στις καλοκαιρινές συμβαίνει αυτό το πράγμα. Αναρωτιέμαι αν είναι χαρακτηριστικό μας, μήπως κάποιος μας καταράστηκε που ’μαστε έτσι αχάριστοι κι έχουμε τον καιρό, έχουμε τα νησιά, έχουμε επιλογές για φτηνά και λουξ ταξίδια κι εμείς τρωγόμαστε μεταξύ μας αν η Σίφνος έχει το απαραίτητα καλό βάιμπ, αν η Αμοργός και η Ανάφη μετατρέπονται σε εξαρχειώτικη καλοκαιρινή αποικία και μας τη σπάει να βλέπουμε τους ίδιους ανθρώπους και σε τι ποσοστό οι παραλίες τις Μυκόνου είναι ανώτερες από της Μήλου. Και δεν τρωγόμαστε απλώς, θα χαλάσουμε τις καρδιές μας, δεν θα κάνουμε πίσω, θα μαλώσουμε και θα πάμε και με πεσμένα τα μούτρα αν δεν περάσει το δικό μας. Και αναρωτιέμαι, τι μας πιάνει όλους κάθε καλοκαίρι; 

Δηλαδή ξέρω τι μας πιάνει, αυτή η επιθυμία να γίνουν όλα όπως φανταζόμαστε, που στο τέλος χάνουμε την ουσία. Το σκέφτηκα μια μέρα που άκουσα δυο-τρεις περιπτώσεις της γνωστής γκρίνιας για τις διακοπές, για προορισμούς που κλείστηκαν μετά από συμβιβασμό, για παρέες που δεν οργανώνονται και για μένα που χαλιέμαι επειδή ακόμα δεν έχω κλείσει τίποτα για «διακοπούλες». Κατέληξα λοιπόν σε δύο συμπεράσματα, απλά και αυτονόητα, που πρέπει μόνο να τα ανασύρουμε από το ταλαιπωρημένο μας μυαλό όταν κάπου παραπέφτουν και τα χάνουμε:

1.Είμαστε πολύ τυχεροί που μπορούμε και μόνο να συζητάμε για -έστω και ολιγοήμερες- διακοπές, μια εκδρομή κάπου μακριά από την πόλη με τους φίλους μας, τους ανθρώπους μας και την ξεγνοιασιά μας. Άρα ας το χαρούμε, ας το αντιμετωπίσουμε στις διαστάσεις που πρέπει, σαν μια αλλαγή στην καθημερινότητα και όχι σαν ατομική εξέγερση του καταπιεσμένου μας είναι.

2. Και μετά ας προσπαθούμε να κάνουμε όσο το δυνατόν καλύτερη την καθημερινότητα, τόσο ώστε η απόδραση από αυτή να μην είναι το παν. Να μη ζούμε για μία διαφυγή, στην οποία θα εναποθέτουμε όλες μας τις ελπίδες και τα όνειρα, ας έχουμε λίγο μεγαλύτερη συμπάθεια στις παραξενιές των συνοδοιπόρων φίλων, συντρόφων και συγγενών κι ας μη χαλιόμαστε ακόμα και για τις διακοπές...


Φωτογραφία:

freestocks.org