Ταξιδια

Πάσχα στη Μονεμβασιά

Είναι ίσως το ωραιότερο μέρος του κόσμου. Και μπορούμε να κάνουμε Πάσχα εκεί, αν είμαστε Μονεμβασίτες ή τυχεροί άνθρωποι…

Μανίνα Ζουμπουλάκη
ΤΕΥΧΟΣ 567
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

«Ετούτο το τοπίο είναι σκληρό σαν τη σιωπή. Δεν υπάρχει νερό. Μονάχα φως».

«Η θέα σου κόβει την ανάσα». «Ο βράχος σε μαγεύει». (με ρήματα) «Η ωραιότερη καστροπολιτεία πάνω στη θάλασσα». «Το Αιγαίο στα πόδια σου». «Το τοπίο των θεών» (χωρίς ρήματα).

Όλα αυτά και πολύ περισσότερα τα έχετε ακούσει ή διαβάσει για τη Μονεμβασιά, και όταν τη βλέπετε με σάρκα και οστά συνειδητοποιείτε πως ό,τι κι αν έχετε ακούσει/διαβάσει, είναι λίγο: πρόκειται για απίστευτο μέρος, τοπίο, σκηνικό, τόσο σαν εικόνα που την κάνεις ωραίο κάντρο μέσα στο μυαλό σου, αλλά κυρίως σαν ατμόσφαιρα. Το μεσαιωνικό φρούριο πάνω στο θεαματικότερο βράχο του κόσμου, που τον 15ο αιώνα είχε 30.000 κατοίκους και δικό του στόλο, αντέχει στο χρόνο, στον τουρισμό και στην πολιτική catastrophe σαν να επιπλέει στο Αιγαίο… Όπως πλησιάζεις από τον κεντρικό δρόμο και βλέπεις τη Μονεμβασιά να μεγαλώνει μπροστά στα μάτια σου, σου κόβεται όντως η ανάσα. Κοιτάζεις με λαιμαργία, επειδή δεν βλέπεις τέτοια αριστουργήματα κάθε μέρα. Και… χωρίς να το καταλάβεις, χωρίς να είσαι fake/φιγουρατζίδικο άτομο, σου έρχεται σα σφεντόνα στο κεφάλι ο στίχος του Γιάννη Ρίτσου: «Ετούτο το τοπίο είναι σκληρό σαν τη σιωπή. Δεν υπάρχει νερό. Μονάχα φως». Τουλάχιστον σε μένα έρχεται, όσο απλώνει μπλε-άσπρο φως προχωρημένης άνοιξης γύρω από το βράχο. Όσο μυρίζει τσουένι, θάλασσα και κάτι ακόμα απροσδιόριστο, πολύ αλμυρό και στεγνό που θυμίζει Κυκλάδες.

Είχα πάει πριν πολλά χρόνια – είχαμε στήσει αντίσκηνα (εκεί που είναι το σημερινό «απέναντι» χωριό, η Γέφυρα) ως 20χρονοι προ-φρίκουλες. Ξαναπήγα τώρα για βιβλιοπαρουσίαση καλεσμένη από τον Σύλλογο Γονέων-Δασκάλων και… πρώτη φορά παρατήρησα τόσο μεγάλη βελτίωση (στη συντήρηση) ενός κομματιού της Ελλάδας: μέσα στο Κάστρο, πάνω στο βράχο της Μονεμβασιάς τα σπίτια ανακαινίζονται και αναστηλώνονται. Μετατρέπονται σε ξενοδοχεία, ξενώνες, καφέ, κρεπερί, ταβερνάκια και μπαρ με μεγάλη επιτυχία. Η Μονεμβασιά έχει πια τον στάνταρ νησιώτικο «δρόμο με μαγαζιά», το στενό που σε βγάζει από την Πύλη μέχρι το Κανόνι και συνεχίζει ακάθεκτο μέχρι το Επάνω Κάστρο, μέχρι να λαχανιάσεις ανεπανάληπτα.

Με φιλοξένησαν στο ξενοδοχείο «Βυζαντινό» στο Κάστρο, σε υπέροχο δωμάτιο με μπαλκονάκι κρεμασμένο στην άκρη του βράχου και θέα που, μάλιστα, σου κόβει την ανάσα. Το υπερ-πλούσιο πρωινό του «Βυζαντινού» είναι όλα τα λεφτά – σερβίρεται στο ομώνυμο καφέ στη μικρή πλατεία της εκκλησίας του Ελκόμενου Χριστού, ή αλλιώς στο Κανόνι: ένα μαντεμένιο κανόνι στη μέση της πλατείας σημαδεύει ακόμα τους πειρατές στο ανοιχτό πέλαγος. Όταν βρίσκεσαι στο καφέ, η ανάσα η οποία κόβεται συνεχώς, κατακάθεται επιτέλους λες και ηρεμείς απότομα – μια περίεργη αίσθηση που μοιάζει με αυτοσυγκέντρωση, γιόγκα, διαλογισμό και τέτοια. Έτυχα σε γαλήνια μέρα, ένα από αυτά τα πρωινά που δεν κουνιέται φύλλο και η θάλασσα μοιάζει με μπλε καθρέφτη, υπέροχο, κανονικά «δεν έχω λόγια» και λίγα λέω. Όταν είναι Σοροκάδα (ΝΑ άνεμος) λέει, δεν μπορείς να καθίσεις, ούτε όταν έχει Μελτέμια (Βοριάδες) ή Πουνέντηδες (ΝΔ ανέμους), σε παίρνει και σε σηκώνει ο αέρας.

Αλλά τις δύο μου επισκέψεις στη Μονεμβασιά τις έχω καταγράψει γαλήνιες, στη στάση του λωτού, με θαλασσινή αύρα και αυτό το εκκωφαντικό φως που μελετάει ο Ρίτσος. Ο οποίος γεννήθηκε και μεγάλωσε εδώ – πώς να μη γράφει τεράστια ποίηση, με τέτοιο τοπίο και τέτοια ατμόσφαιρα γύρω του…

Το βράδυ φάγαμε στο «Κανόνι» – μια ντόπια ίσια στρόγγυλη χορτόπιτα που δεν θυμάμαι πως τη λένε αλλά ήταν καταπληκτική, μελιτζάνα ψητή, και νόστιμα μεζεδάκια κάτω από τον ατέλειωτο, αστεράτο ουρανό της Μονεμβασίας. Ωραίο φαγητό έχει και η παραδοσιακή «Ματούλα», μου είπανε, και αγοράζεις ντόπιες σπεσιαλιτέ από το «Εδωδιματοπωλείο» ή το ακριβώς απέναντί του μπακάλικο-ντελικατέσεν (πήρα ζυμαρικά και αστείες καραμέλες με ένα άσπρο-μπλε καραβάκι μέσα…).

Δεν πρόλαβα να κατέβω στις Κροκάλες, στη μικρή παραλία κάτω από το Πορτέλο, ούτε να ανέβω ως απάνω-απάνω στο Κάστρο (ήταν υπό επισκευή έτσι κι αλλιώς, εκτός που θα μου έβγαινε η γλώσσα να σκαρφαλώσω, φθηνά τη γλίτωσα κι ας αξίζει τον κόπο η θέα από την κορυφή του βράχου). Έφτασα ως την πρόσφατα αναστηλωμένη γειτονιά της Άνω Πόλης, και πολύ μου ήταν. Η κεντρική Πύλη έχει γίνει κούκλα, συντηρημένη άψογα – μέσα στη στοά της εισόδου μάλιστα έχει ανοίξει και το κλασικό καθωσπρέπει μαγαζάκι του Υπουργείου Πολιτισμού για τους πιο καχύποπτους τουρίστες.

Στη Γέφυρα, περιμένοντας το (καθυστερημένο) ΚΤΕΛ αγόρασα τρυφερά αμυγδαλωτά καλύτερα από κυκλαδίτικα, από το ζαχαροπλαστείο «Κολώνες». Μπήκα στο λεωφορείο, από το οποίο βγήκα 2 φορές (για να αλλάξω λεωφορείο) και έφτασα στην Αθήνα μετά από 6μισι ώρες, κουρούμπελο, αλλά χάπυ από το ταξίδι, την εμπειρία και τη Μονεμβασιά την ίδια, σαν τόπο και σαν οτιδήποτε. Να πάτε για Πάσχα, που δεν έχει ξένους ακόμα – θα δείτε ένα από τα αριστουργηματικά μέρη της Ελλάδας, και θα ευχηθείτε να μέναμε όλοι στη Μονεμβασιά, φορέβερ εντ έβερ…


Info: Βυζαντινό, ξενοδοχείο, Μονεμβασιά, Λακωνία, 2732061351, www.hotelbyzantino.com

Κανόνι, εστιατόριο, 2732061387

Εδωδιμοπωλείο, παντοπωλείο-ντελικατέσεν, 2732061303.

Malvasia Traditional Hotel, www.malvasiahotel-traditional.gr 

Σπίτι στο Κάστρο, κατοικίες στην Μονεμβασιά, www.spitistokastro.com 

Κολώνες, ζαχαροπλαστείο, Γέφυρα, 273206121