Ταξιδια

Παξοί

Του Χριστόφορου Παπακαλιάτη*

62222-137653.jpg
A.V. Team
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
15389-209227.jpg

1985. Το αυτοκίνητο της μάνας μου με το μικρό μου αδελφό μέσα, στο πίσω κάθισμα, τρέχει προς Πάτρα. Μετά από αρκετές στάσεις για κατούρημα, νερό, φαΐ και λίγο ξύλο (δεδομένου ότι ήμουν αφόρητος), βρισκόμαστε στο πλοίο για Πρίντεζι που την επομένη κάνει στάσεις στους Παξούς… Κατάστρωμα, αστέρια και sleeping bags. Όλα τα απαραίτητα στοιχεία για μια νύχτα στο πλοίο. Εγώ, πάλι, κάπου εκεί ανάμεσα έτρωγα το ξύλο μου. Πλάκωνα το μικρό, μετά ο μικρός έκλαιγε και μετά τις έτρωγα εγώ… Κλασικά πράγματα. Δώδεκα ώρες αργότερα, το πλοίο κάνει στάση Παξούς και ξεφορτώνει. Σπίτι προγιαγιάς, θάλασσα, Μίκι Μάους, παγωτά, κρυφτό, ύπνο με το ζόρι το μεσημέρι, Ιταλίδες (σπάνιο θέαμα για εκείνη την ηλικία) και γενικότερα αυτό που λέμε διακοπές 80s. Εγώ, 10 χρόνων στην αυλή του σπιτιού, έχω στήσει σεντόνι και παίζω Καραγκιόζη. Το εισιτήριο 10 δραχμές. Θεατές, γιαγιάδες, παππούδες, γύρω γείτονες. Βοηθός ο αδελφός μου και διάφορα πιτσιρίκια, κολλητοί από τα γύρω σπίτια. Η αυλαία έπεφτε συνήθως με ξύλο, μιας και πλάκωνα τον αδελφό μου επειδή δεν συμμετείχε ενεργά. Μα είναι δυνατόν; Έχουμε κοινό. Πληρώσανε εισιτήριο.  

Από τότε δεν έχουν αλλάξει και τόσα πολλά. Αν εξαιρέσουμε ότι δεν πλακώνομαι με τον αδελφό μου πια σε κάθε μου ταξίδι προς τους Παξούς κι ότι πλέον ο χρόνος και ο τρόπος για να φτάσεις στο νησί είναι πολύ πιο εύκολος. Είτε οδικώς μέχρι την Ηγουμενίτσα κι από εκεί περνάς απέναντι, είτε αεροπορικώς μέσω Κέρκυρας. Με όλους τους τρόπους και σε όλες τις εποχές παραμένει ένα νησί μαγικό, κινηματογραφικό, διαφορετικό. Ε… κι όπως και να το κάνουμε… είναι το νησί μου.  

12 χιλιόμετρα μήκος επί 6 χιλιόμετρα πλάτος, πνιγμένο στο πράσινο και με διατηρημένη την αισθητική που λίγα νησιά μας κατάφεραν να διατηρήσουν.  Ίσως επειδή στους Παξούς ουδέποτε φτιάχτηκε αεροδρόμιο και ποτέ δεν ήταν ευπρόσδεκτη μία μεγάλη ξενοδοχιακή μονάδα. Άρα, ο μαζικός τουρισμός περίσσευε και ο χαρακτήρας κρατήθηκε. Τρία κεντρικά λιμανάκια (Γάιος - Λάκκα - Λογγός), δεκάδες μικρά χωριά και οικισμοί στην ενδοχώρα, αγροτόσπιτα, ελαιώνες, κυπαρίσσια και πράσινο που από παντού ξεχύνεται στη θάλασσα. Με λίγα λόγια, τύφλα να έχει το Positano και το Capri.

Ιδανικές παραλίες αυτές των Αντιπάξων, που κάθε μισή ώρα φεύγουν ταχύπλοα και σε περνάνε απέναντι, ενώ μοναδική εμπειρία τα ενοικιαζόμενα βαρκάκια που ο καθένας μπορεί να πάρει και να κάνει το γύρο του νησιού. Σπηλιές, χαράδρες, ηλιοβασιλέματα και ενδιάμεσα στάσεις για καφεδάκι και φαΐ στα λιμανάκια της Λάκκας και του Λογγού. Μογγονήσι, Καλτσονήσι, Αντίπαξοι είναι τα μικρά περιφερειακά νησάκια. Εξού και λέμε «πάω στους Παξούς». Το κάθε νησάκι εξυπηρετεί και από κάτι. Σε όλα πας, από όλα περνάς και σε όλα κολλάς. Ο καθένας για τους λόγους του. Όμως, η ομορφιά είναι ο βασικότερος λόγος. Ομορφιά που δεν την πληρώνεις ακριβά, ούτε σιχτιρίζεις μετά. Ομορφιά που την κουβαλάς και δύσκολα τη συγκρίνεις. Κάτι σαν την καψούρα, ένα πράγμα. Ιδανικό μέρος για να καψουρευτείς, να αναθερμάνεις σχέση, να ζήσεις παράνομο έρωτα, να εμπνευστείς, να αποτοξινωθείς ή, αν είσαι πιτσιρικάς, να ζήσεις τη σχιζοφρένεια και το θόρυβο των Ιταλών (που, μεταξύ μας, δεν αντέχονται) τον Αύγουστο. Θυμάμαι εκατοντάδες Ιταλίδες να κρατάνε από ένα στρώμα η καθεμία και να αποβιβάζονται στους Αντίπαξους. Σαν εξωγήινες ήταν, φορούσαν ένα ειδικό μαγιό που στην Ελλάδα δεν είχε έρθει ακόμα: το στρινγκ. Η αλήθεια είναι πως στην εφηβεία τόσο πολλά στρινγκάκια μπορούν να σε οδηγήσουν σε τρέλα. Παίζει παλαμάκια ο νους σου με τη θέα αυτή και μόνη σου επιλογή να μπαίνεις ξανά και ξανά στην παγωμένη θάλασσα για να συνέλθεις, χωρίς να καταλαβαίνεις το λόγο. Κάπως έτσι ήταν τα προεφηβικά καλοκαίρια.  

Flash back, 1988. Βράδυ, όλοι κοιμούνται κι εγώ το έσκαγα από το παράθυρο κι έτρεχα μέχρι την περιβόητη ντίσκο Castello. Μεγαλείο. Επανάσταση. Ουίσκι, Bacardi Cola, Duran-Duran, γκομενιλίκια. Το πρώτο προφυλακτικό από το τότε περιοδικό «ΚΛΙΚ», που το έδινε δώρο… Στους Παξούς το είχα αγοράσει κρυφά. Ατελείωτες αυτόχειρες πρόβες. Αρκετά χρόνια μετά η Πρωτοψάλτη θα τραγουδούσε σε ένα τραγούδι «…Μια εφηβεία επιεικώς που γίνεται 40». Σιγά-σιγά, πλησιάζοντας (με αργά, σταθερά βήματα), αρχίζω να καταλαβαίνω τι εννοούσε… Όσοι είναι 35 άνω θα νιώθουν το ίδιο. Χρωστάω πολλά στο συγκεκριμένο νησάκι. Κυρίως την αφέλεια και την έλλειψη κινδύνου που είχαν εκείνα τα πρώτα καλοκαίρια… Ισορροπία και αρκετή υγεία, εντέλει.

Σήμερα πίνω καφεδάκι στους Αγίους Αποστόλους και χαζεύω το ηλιοβασίλεμα στις χαράδρες. Πριν 11 χρόνια είχα κάνει γύρισμα σε αυτό ακριβώς το σημείο για το σίριαλ «Να με προσέχεις». Κοίτα να δεις, που σε κάθε φάση της ζωής μου οι Παξοί υπάρχουν. Αποφασίζω ότι από εδώ θα είναι και η αφετηρία της ταινίας μου. Πάω με το βαρκάκι και μπαίνω στη σπηλιά του Παπανικολή. Εκεί, λέει, είχε κρυφτεί το υποβρύχιο σε όλο τον πόλεμο. Το χρώμα του νερού είναι λες και το έχουν φωτίσει οι καλύτεροι διευθυντές φωτογραφίας του κόσμου… Απορείς και αμέσως μετά αγαλλιάζεις και ευγνωμονείς που έχεις την ευκαιρία να το δεις αυτό, χωρίς να είναι φωτισμένο από κανέναν άνθρωπο. Τι στο διάολο; Τόσο μικρό νησί και τόσα πολλά να δεις; Δεν αναλύεις πολύ. Βιώνεις και γουστάρεις. Περπατάω βράδυ στον Γάιο. Άνθρωποι μου χαμογελάνε, γνέφουν θετικά, γλυκά. Ήρεμες φάτσες. Καμία υστερία, καμία νεύρωση.

Μου έρχονται εικόνες από «Il Postino», «Cinema Paradiso», «Malena»... έργα που θα μπορούσαν κάλλιστα να έχουν γυριστεί στους Παξούς. Έτοιμο σκηνικό για γύρισμα. Κάποτε νησί μόνο των σκαφάτων. Τώρα πια νησί που παρέχει φιλοξενία στα πετρόχτιστα αγροτόσπιτά του, κρυμμένα μέσα στους αιωνόβιους ελαιώνες, ή σε μικρά boutique hotels. Στιλ, φινέτσα και τίποτα κοσμικό ή δήθεν ή δεύτερο. Νησί που αν θες να πας για να σε δουν ή να φωνάξεις, μην το επιχειρήσεις. Κανείς δεν θα ασχοληθεί μαζί σου. Νησί που αν θες να πας και να είσαι ο ιδανικός εαυτός σου… τότε, ναι. Πήγαινε τρέχοντας. Χρόνια τώρα αυτό βλέπω να παθαίνουν όσοι πηγαίνουν στο συγκεκριμένο νησί… να είναι ο εαυτός τους. Και τους αρέσει… Σπάνιο στην εποχή μας…

Ζούμε σε μια εποχή μεταβατική, δύσκολη, έως και σιχαμένη. Ο κακός χαρακτήρας όλων έχει βγει στην επιφάνεια και τρυπάει ό,τι στέκεται... Είναι ωραίο να ξέρεις ότι υπάρχουν μέρη που ακόμα μυρίζουν το «ωραίο». Σε ισορροπεί αυτό και σου δίνει δύναμη και υγεία. Αρκεί να το αναζητάς. Στους Παξούς οι άνθρωποι δεν είναι αυτό που λέμε «στον κόσμο τους». Απλά επιλέγουν να απέχουν από τη φαυλότητα και τη μιζέρια (και όχι εις βάρος τρίτων). Και τα καταφέρνουν μια χαρά.

Τώρα πια πάω στους Παξούς μια φορά κάθε καλοκαίρι, συνήθως με τον αδελφό μου, κυρίως για να δούμε τη μάνα μας. Ζει εκεί έξι μήνες το χρόνο, μιας κι έχει φτιάξει ένα από τα ωραιότερα μικρά boutique hotels, το Bay View. Τα παράτησε στην Αθήνα και από το μηδέν το έφτιαξε μόνη της, το τρέχει μόνη της κι εμείς απλά είμαστε περήφανοι. Τραπέζια, βόλτες και φυσικά η σούπερ γιαγιά πάει κι αυτή επισκέψεις. Φέτος της υποσχέθηκα ότι θα την πάω οδικώς στους Παξούς. Αυτή θα μου λέει ιστορίες στο αυτοκίνητο για τους Παξούς κι εγώ θα σκέφτομαι πώς να τις κάνω σενάρια… Καλό καλοκαίρι… έστω κι αν είναι το πιο δύσκολο...

* Ο Χριστόφορος Παπακαλιάτης είναι ηθοποιός, σεναριογράφος και σκηνοθέτης

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.