- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Εκείνο το καλοκαίρι χορεύαμε lambada. Παντού! Ακόμα και στη γιορτή για το τέλος της σχολικής χρονιάς, φορέσαμε τις lambada φούστες μας και χορέψαμε για να μας καμαρώσουν οι γονείς μας. Χορεύαμε όπως εκείνο το ξανθό κοριτσάκι στο βιντεοκλίπ των KAOMA και περιμέναμε, κι εμείς, ένα μελαχρινό αγόρι, να μας πάρει από το χέρι και να μας οδηγήσει στην πίστα του παραθαλάσσιου μπαρ.
Η φούστα «lambada» ήταν κόκκινη με μαύρο λάστιχο στη μέση. Κάτω αριστερά έγραφε «lambada»με κίτρινα γράμματα. Τέτοιες φούστες μπορούσε κανείς να βρει σε κάποια τοπική εμποροπανήγυρη ή ακόμα και παζάρι της Τετάρτης. Γυναικεία χέρια βουτούσαν στα καλάθια και έψαχναν μανιωδώς το σωστό νούμερο. Έπειτα, οι φούστες έμπαιναν στη βαλίτσα μαζί με τις «καλοκαιρινές διακοπές».
Οι «καλοκαιρινές διακοπές» ήταν εκείνο κίτρινο βιβλίο… Tο απαράδεκτο δώρο που συνήθιζαν να μας κάνουν οι γονείς μας στο τέλος της σχολικής χρονιάς για να κάνουμε καλοκαιρινή επανάληψη στην ύλη της χρονιάς που πέρασε.
Διακοπές πηγαίναμε μόνο στην Χαλκιδική. Κατά το γνωστό… «Σαν τη Χαλκιδική δεν έχει». Το μικροσκοπικό ford fiesta γέμιζε βαλίτσες, κουβαδάκια, μπάλες, μπρατσάκια, ψυγειάκια, πτυσσόμενα σκαμνάκια και μια μωβ φουσκωτή φώκια. Στην οροφή, βάζαμε τη σχάρα, για να πάρουμε μαζί μας και τα ποδήλατα.
Το φορντάκι αποδεικνύονταν όλο και πιο μικρό για μία πολύτεκνη οικογένεια με τέσσερα παιδιά στην ανάπτυξη… «Τι κάνει η οικογένεια χωραφά;», ρωτούσαν από το παράθυρο οι φίλοι που συναντούσαμε στα φανάρια. Άλλωστε όλοι πήγαιναν Χαλκιδική ! Ήμασταν στριμωγμένοι και ιδρωμένοι. Air condition δεν υπήρχε, οι στροφές ήταν πολλές και ο καβγάς στο πίσω κάθισμα καθιερωμένος. Όλοι εναντίον όλων!
Η θάλασσα, όμως, ήταν μαγεία. Κατασκευές στην άμμο, παιχνίδια στην θάλασσα, κολύμπι με μπρατσάκια. Και, δυστυχώς, πολλά, μα πολλά «πρέπει!»... «Βάλε το καπέλο σου», «έλα να σου αλείψω αντηλιακό στην πλάτη», «μην πας βαθιά», «μην μπεις τώρα που έφαγες», «μην κάθεσαι στον ήλιο»... Και οι Ελληνίδες μάνες να ωρύονται διαδοχικά. «Μόνο εκεί που πατάς!».
Τέσσερις εμείς, δύο τα ξαδέρφια μου. Ανάσα για γονείς και παιδιά ένα παραθαλάσσιο μπαράκι. Οι γονείς έπιναν φραπέ και τα παιδιά έπαιζαν ηλεκτρονικά. Τα 20δραχμα έπεφταν βροχή και το παραλιακό καφέ είχε γεμίσει -και θησαυρίσει- από εθισμένα πιτσιρίκια, που έβαζαν το ένα κέρμα μετά το άλλο και υπόσχονταν πάντα ότι θα είναι το τελευταίο... Μέχρι που μπήκε και αυτό στην λίστα των «πρέπει»! «Ηλεκτρονικά τέλος. Πάμε για μεσημεριανό ύπνο...».
Ο μεσημεριανός ύπνος, όμως, δεν αρέσει στα παιδιά…
Έτσι, όταν οι «μεγάλοι» κοιμήθηκαν τα δύο μεγαλύτερα ξαδέρφια, ο Βασίλης κι εγώ δηλαδή, αποφασίσαμε να κάνουμε το δικό μας πρόγραμμα. Η σκέψη ήταν απλή. Όσο οι υπόλοιποι ξεκουράζονταν, εμείς, θα πηγαίναμε, κρυφά, στο μπαρ και θα παίζαμε το χαρτζιλίκι της γιαγιάς στα ηλεκτρονικά.
Η κατηφόρα θα μας έβγαζε κατευθείαν στη θάλασσα! Έτσι κι έγινε..
Για έναν, όμως, περίεργο λόγο κι ενώ η θάλασσα ήταν εκεί… το μπαράκι έλειπε! Κανονικά θα έπρεπε να είναι ακριβώς πίσω από τις ομπρέλες. Δεν ήταν όμως! Το μυστήριο λύθηκε μετά από αρκετή σκέψη. Η παιδική μας πυξίδα μας είχε οδηγήσει στο λάθος σημείο!
Το μπαράκι ήταν διαγώνια απέναντι... Δίπλα στη θάλασσα, πίσω από τις ομπρέλες… αλλά απέναντι! Μία λύση υπήρχε. Έπρεπε να διασχίσουμε τη θάλασσα…
Πήραμε, λοιπόν, τις σαγιονάρες στο χέρι και αρχίσαμε να διασχίζουμε το νερό... μέχρι που η φούστα «λαμπάντα» βράχηκε ως το μαύρο λάστιχο της μέσης. Και τότε, ο Μιτς, η Πάμελα, ο Κόντι και η Καρολάιν, ο μπαμπάς μου, δηλαδή, η μαμά μου, ο θείος μου και η θεία μου, άρχισαν να φωνάζουν από μακριά και να τρέχουν προς το μέρος μας. Για κάποιον λόγο δεν τους άρεσε καθόλου η ιδέα μας να διασχίσουμε τη θάλασσα!
Γυρίσαμε στο δωμάτιο με φωνές και ξυλιές στον πισινό! Θυμάμαι πως όσο μας έβγαζαν τα βρεγμένα ρούχα και η θεία μου φώναζε «Μπούζι!». Κι εγώ, αναρωτιόμουν από μέσα μου «Τι σημαίνει μπούζι;»… Ήταν άραγε τόσο σοβαρό το ατόπημά μας; Θα χάναμε άραγε το απογευματινό παγωτό πατούσα του ροζ πάνθηρα;
Από τότε έχουν περάσει χρόνια, κι όμως, κανείς δεν ξεχνάει ότι κάποτε επιχειρήσαμε να διασχίσουμε τη θάλασσα. Μόνο που ήμασταν δεν μπορούν να θυμηθούν… Νέα πλάγια ή Μαρμαρά; Πάντως ήμασταν σίγουρα στη Χαλκιδική! Στην Χαλκιδική των παιδικών μας χρόνων!