- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Του άνοιξε την πόρτα και έμεινε εκεί να τον κοιτά σαν να μην συμβαίνουν πολλά. Μόνο που δεν φόραγε τα ρούχα της και τα εσώρουχά της πάλι. Δηλαδή πάλι γενικώς αλλά όχι μαζί του. Μαζί του φορά πρώτη. Του χαμογέλασε και του είπε αθώα και κάπως σαν να μην αναγνωρίζει τη γύμνια της: «Ο καφές μου;»… Εκείνος την άρπαξε απ’ το μαλλί με τρόπο που τα δάχτυλά του πίεζαν κάπως την αυχενική της μοίρα και τη φίλησε τόσο με γλώσσα βαθιά, που το Λιζάκι έλιωσε, μούδιασε, όλα τα έπαθε και ήθελε κι άλλο.
Ο ώμος της χωρίς ραντάκι του σουτιέν, ελεύθερος για τα δόντια του κι εκείνο το οστό της λεκάνης ελεύθερο από το πλαϊνό κάποιου δαντελωτού εσώρουχου. «Κι εγώ; Τι θα βγάλω εγώ με τα δόντια μου;», τη ρώτησε καθώς της δάγκωνε δίχως έλεος την κοιλιά και το πεταχτό οστό στο πλάι… «Την ψυχή μου…», του απάντησε η Λίζα αναστενάζοντας βαθιά, πνιχτά, και κάπως γρήγορα, σπρώχνοντας όλο και πιο κάτω το κεφάλι του ψυχοβγάλτη της.