Πολεις

Θεσσαλονίκη, οσφρητικός χάρτης για αρχάριους

Το ψηφιδωτό με τις πιο χαρακτηριστικές μυρωδιές της πόλης

Στέφανος Τσιτσόπουλος
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Ψηφιδωτό «Πόλη» της Γέτης Κρεμμύδα, 1959 (λεπτομέρεια)

Η μυρωδιά από τσουρέκι στη γωνία Αριστοτέλους με Τσιμισκή και άλλες χαρακτηριστικές μυρωδιές σε διάφορες γωνιές της Θεσσαλονίκης

Υπάρχουν περιοχές στη Θεσσαλονίκη που διαθέτουν μια ολόδική τους μυρωδιά. Τρανό παράδειγμα η πλατεία Αριστοτέλους, γωνία με την Τσιμισκή, που η πιο αμετάβλητη στον χρόνο οσφρητική της μνήμη θα είναι εσαεί η ευωδία από τα τσουρέκια του Τερκενλή. Η μέθεξη, όμως, και η ευφορία που νιώθει ο διαβάτης από την τερκενλίλα που του γαργαλά τη μύτη δεν ισχύει για το οσφρητικό προφίλ της πάνω πλευρά της πλατείας, την πίσω από το άγαλμα του Βενιζέλου: Το χαρμάνι από κάτουρο, μπάφο μπολιασμένο με κακά χημικά και φθηνό αλκοόλ που καταναλώνουν οι θαμώνες χτυπάει άσχημα καταργώντας την ευεξία του περιπατητή που λίγα λεπτά πριν οσμιζόταν μεθυστικά μαχλέπια, μαστίχες, ζυμάρια και αυγά ημέρας.

Αυτό είναι ένα σημείωμα για τον οσφρητικό χάρτη της Θεσσαλονίκης και τις εναλλασόμενες διαθέσεις του. Η αποπλανητική θεϊκή cookie-λα του εμβληματικού μπισκοτάδικου Cookieman της Μακένζι Κινγκ (αρωματικές γεύσεις από φράουλα, μπανάνα, λεμόνι, σοκολάτε , πορτοκάλι και βανίλια), μόλις πάρεις τη στροφή και μέσω Αγίας Σοφίας κατηφορίσεις προς τη θάλασσα, δίνει τη θέση της στην εξίσου πασίγνωστη αρνητική θεσσαλονικιώτικη υπερτοξική φυκίλα θερμαϊκίλα, γνωστή σε όλους μυρωδιά παράγωγο μιας θάλασσας που εκδικείται εξαπολύοντας απαίσιες μπόχες εναντίον όσων περπατούν κατά μήκος της Νέας και της Παλιάς Παραλίας.

Οι παραπάνω είναι μερικές από τις πιο αναγνωρίσιμες οσμές του οσφρητικού χάρτη της Θεσσαλονίκης που σε πάει από τον Παράδεισο στην Κόλαση, καθώς δια της περιπατητικής αλλάζεις τετράγωνα και δρόμους. Όλες οι μητροπόλεις χαρτογραφούνται πλην άλλων μεθόδων και διά της διερευνητικής μέσω μύτης. Οι μυρωδιές κάνουν παιχνίδι κυκλοθυμικά και το αυτό συμβαίνει εδώ: Στη διασταύρωση της ΧΑΝΘ με το πάρκο του Ξαρχάκου, τις μέρες που βρέχει, ευωδιάζει πράσινο φυσικό γρασίδι, τα πρωινά που κατεβαίνω από την Άνω Πόλη προς το κέντρο, από τα σπίτια που μαγειρεύουν οι νοικοκυρές εισπράττω πατάτες γιαχνί. Λόγω των φοιτητικών μαγέρικων (Εδεσσαϊκό, Λημέρι, Γιαννούλα, Φισκάρδο, Οδυσσέας), η Κασσάνδρου, η Φιλίππου και η Ολυμπιάδος ώρες ώρες εξακοντίζουν μοσχαράκια γιουβέτσι, μπιφτεκάκι φούρνου και λαχανοντολμάδες σπέσιαλ.

Ακόμα και τώρα, που δεν περπατώ, αλλά χαρτογραφώ τις μυρωδιές της Θεσσαλονίκης από το γραφείο, είναι πανεύκολο να ανακαλέσω τη ρευστότητα μεταξύ της Τσιμισκή και της Ερμού: οι χημικές οσμές των καλλυντικάδικων - αρωματάδικων, όπως και τα ακριβά αποσμητικά χώρου που λούζουν το ίντρο των σινιέ πολυκαταστημάτων της πρώτης, δίνουν τη θέση τους στην ιχθυαγορίλα χασαπίλα που με χτυπάει όταν αλλάξω παράλληλο. Τα δυτικά προάστια είναι κάτι μέρες και νύχτες που διαχρονικά και εφιαλτικά σαρώνονται από μια άρρωστα επικίνδυνη μυρωδιά ντούρας χημικής μόλυνσης ανάμεικτης με άρρωστα χώματα και νερά που ιμπεριαλιστικά κατακτά και το κεντρικό κόρπους. Είναι στιγμές που ακόμα και η πλατεία Ναβαρίνου, που κανονικά θα έπρεπε να μυρίζει πίτσα και τοστ, αδυνατεί να της ξεφύγει.

Τρανό παράδειγμα απόλυτα αναγνωρίσιμης και μπρανταρισμένης 100% θεσσαλονικιώτικης μυρωδιάς είναι η σβουνίλα κοπρίλα που πυρπολεί τη μύτη όταν οι εκδρομείς για τη Χαλκιδική φτάσουν λίγο μετά από τον Τσάνταλη και τα «εκκλησάδικα» (υπαίθριες μάντρες που πωλούν μίνι ξωκλήσια για αυλές ή για βίλες). Δεν είσαι βέρος Θεσσαλονικιός αν πλησιάζοντας δεν πάρεις τα μέτρα σου και κλείνοντας άρον άρον το παράθυρο δεν φωνάξεις «καλυφθείτε!».