Πολεις

All I want for Christmas is me: Ο απόλυτος οδηγός επιβίωσης

Όψεις της πόλης, αναμνήσεις, πράγματα που συνέβησαν παλιά, και πράγματα που συμβαίνουν σήμερα γύρω μας

Κυριάκος Αθανασιάδης
12’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ημερολογιακές καταχωρίσεις για κάθε χρήση

Χριστουγεννιάτικα πάρτι: Ενας οδηγός επιβίωσης

Συμβουλές και τιπ για να τη βγάλετε καθαρή. Γιατί είναι ζόρικα θέματα αυτά, δεν είναι παίξε-γέλασε. Και καλό είναι να τα αποφεύγουμε. Πάρτι; Ρεβεγιόν; ΜΑΖΩΞΕΙΣ; Δεν είμαστε καλά… Πάμε να δούμε μερικά βασικά πραγματάκια:

  • Καταρχάς μην πάτε. Δεν είναι υποχρεωτικό. Ίσα-ίσα. Έρευνες απέδειξαν πως το 86% όσων μαζεύονται σε ομάδες μεγαλύτερες των τεσσάρων ατόμων την περίοδο των Εορτών δεν τα πάνε και πολύ καλά στη ζωή τους ακριβώς επειδή έχουν τέτοιες και παρόμοιες άσχημες συνήθειες. Μην κάνετε κακό στον εαυτό σας. Μην πάτε. Κάντε μια βόλτα. Μείνετε σπίτι. Κάντε πρώτα μια βόλτα, πιείτε ένα αναθεματισμένο γκλουβάιν στο πόδι (ακόμα καλύτερα: σαλέπι σκέτο, ή σαλέπι με κονιάκ), και επιστρέψτε σπίτι σας, τοίχο-τοίχο. Ζήστε ειρηνικά, ζήστε πολιτισμένα. Ζήστε σαν άνθρωπος. Επιτέλους, δείτε κάνα έργο στην τηλεόραση.
  • Υπάρχουν πολλοί τρόποι να αποφύγετε μία πρόσκληση σε πάρτι. Αλλά ο #1 είναι φυσικά ο Covid. Διάολε, ζούμε ακόμη υπό καθεστώς πανδημίας — μόνο στην Ελλάδα, πεθαίνουν τρεις-τέσσερις άνθρωποι ΤΗ ΜΕΡΑ μολονότι κανείς δεν μιλάει πια για τον κορονοϊό. Τι να λέμε τώρα; Αν και μισείτε (και πολύ λογικά) τα τηλέφωνα, κάντε τους ένα τηλεφωνηματάκι: «Νιώθω κάπως, ρε συ…» πείτε τους. «Ξέρεις πόσο θέλω να έρθω, αλλά έχω αυτό τον πονοκέφαλο, και λίγο πυρετό, και ο λαιμός μου είναι σαν να έχω καταπιεί ξυραφάκια. Ή μάλλον σαν να μου στάθηκαν εδώ, ρε γαμώτο, στο μήλο του Αδάμ. Αλήθεια, γιατί το λέμε μήλο του Αδάμ;… Εν πάση περιπτώσει, λες να έχω τίποτα; Ή να είναι απλό κρύωμα; Άσε μωρέ, θα το διακινδυνεύσω, θα έρθω κι ό,τι γίνει — μια ζωή την έχομε, κι αν δεν τη γλεντήσομε». Μπα, ο σατανικός τύπος που σας κάλεσε έχει ήδη κλείσει το τηλέφωνο. Ίσως δεν σας ξαναπεί καν καλημέρα. Οπόταν όλα καλά. \m/
  • Προφανώς μπορείτε να χρησιμοποιήσετε οποιαδήποτε άλλη δοκιμασμένη στον χρόνο δικαιολογία. Δεν σας συστήνουμε το «Πέθανε η μητέρα μου», γιατί πρώτον μπορεί να έχει πεθάνει προ ετών, δεύτερον μπορεί να είναι κατάγερη και να μας θάψει όλους, και τρίτον γιατί μπορεί κάποια στιγμή στο μέλλον να αποκτήσετε ακόμη μεγαλύτερη οικειότητα με το άτομο που σας κάλεσε —συμβαίνουν αυτά, δυστυχώς— και να τη γνωρίσει από κοντά: «Μα δεν έχετε πεθάνει, κυρία Νάνσυ;» «Όχι, απλώς ο γιος μου / η κόρη μου / το non binary παιδί μου σιχαίνεται τα πάρτι. Και μάλλον και εσάς. Δεν μπορείτε να φανταστείτε πόσες φορές με έχει πεθάνει. Λοιπόν, να φτιάξω ένα εσπρεσάκι;»
  • Για να μην μπερδευόμαστε με γονείς (όχι μάνες, ρε παιδιά), χρησιμοποιήστε ένα κατοικίδιο: «Ο Τζόις δεν είναι καλά, φοβάμαι ότι δεν θα τη βγάλει τη νύχτα. …Τι έπαθε; Έεε… έφαγε ένα πλαστικό πιρούνι / το λούτρινο κουκλάκι του / μπαταρίες / δύο πιστωτικές κάρτες της Πειραιώς, και τώρα δεν κινείται. Πάντα έμοιαζε με λούτρινο, αλλά τουλάχιστον ανέπνεε. Τώρα μετά βίας ανασηκώνεται το στηθάκι του». Αν σας δει αύριο με τον σκύλο σας να κάνετε βόλτα γαβγίζοντας σε όλα τα άλλα σκυλιά που συναντάτε και κατουρώντας σε κάθε γωνία, δέντρο, πατάκι καταστήματος κλπ., μην πτοείστε: «Του κάναμε πλύση στομάχου και τώρα είναι μια χαρά. Ο ήρωάς μου! Το μωρό μου. Αχ θα τον φάω. Δεν είναι τζουτζούκος; Είναι το μελομακαρονάκι μου». Παίξτε θέατρο, και παίξτε το καλά. Γιορτές έχουμε. Ας πάει και το παλιάμπελο.
  • Μπορείτε να πείτε κυριολεκτικά οτιδήποτε. Ότι έχετε ντεντλάιν στη δουλειά, ότι από εσάς εξαρτάται η ευημερία της επιχείρησης / της ελληνικής οικονομίας / του κράτους / της Ευρωπαϊκής Ένωσης / του κόσμου — you name it. Ότι ΦΥΣΙΚΑ και θέλετε να πάτε, μέχρι και την τούρτα μιλφέιγ πήρατε, νά, στο ψυγείο την έχετε, στον σταυρό που τους κάνετε, αλλά λησμονήσατε πως είχατε υποσχεθεί, ταυτόχρονα, να πάτε να βοηθήσετε έναν φίλο που έχει την ανάγκη σας / ένα ζευγάρι μεταναστών που κινδυνεύουν με απέλαση / μία έγκυο γειτόνισσα που περιμένει από στιγμή σε στιγμή να της σπάσουν τα νερά (δεν έχει σύντροφο, θα μεγαλώσει μόνη της το παιδί, ξέρει πόσες μονήρεις μητέρες υπάρχουν;) / μία κοπέλα από την Εσθονία που δεν έχει πού να μείνει / ότι έρχονται συγγενείς σας από το Βίτσι ή από το Μανχάταν — παλιό και τετριμμένο, πολυφορεμένο, αλλά τι να σας πει ο άλλος; Άσ’ τους να βαράνε τα κουδούνια; Άλλωστε, δεν θέλουμε να τον πείσουμε ότι είμαστε στα κόκκινα· θέλουμε να καταλάβει ΠΑΡΑ ΠΟΛΥ ΚΑΛΑ πως πασχίζουμε να βρούμε έναν ψιλοεύσχημο τρόπο για να μην πάμε στο fuckin’ πάρτι του.
  • Τώρα, άπαξ και πάτε, επειδή δεν είστε και πολύ καπάτσος στις δικαιολογίες (δεν σας λυπάμαι), πάτε μεν, αλλά πάτε αργά. «Άργησα γιατί είχαν απεργία τα ταξί». «Μα, δεν μένεις απέναντι;» «Απέναντι; …Α ναι, αλλά ήμουν… είχα πάει… ήταν… έεε, ναι, τέλος πάντων έπρεπε να πάρω ένα ταξί, έχω χτυπήσει το πόδι μου». «Δεν φαίνεται να σε πονάει». «Σφίγγω τα δόντια». Θυμηθείτε ένα πράγμα: όσο λιγότερο μείνετε εκεί, τόσο το καλύτερο για όλους. Τόσο το καλύτερο για τον πλανήτη.
  • Γλιστρήστε στο Σπίτι του Τρόμου σαν γάτα, και βρείτε μια απόμερη γωνιά. Και μην το κουνήσετε απ’ εκεί. Αν είναι και ο μπουφές παραδίπλα, ακόμη καλύτερα. Τσιμπολογώντας, λένε οι έρευνες, η ώρα περνά γρηγορότερα. Δείτε επίσης αν υπάρχει κάπου κοντά μία οδός διαφυγής, μια έξοδος κινδύνου. Μπορεί να σας χρειαστεί. Να θυμάστε ότι οι γωνίες παρέχουν αφενός μεν κάλυψη από πίσω —δύσκολα θα σας αιφνιδιάσει κάποιος—, αφετέρου δε την ψευδαίσθηση της συμμετοχής. Σε τι; Σε κάτι. Δεν έχει σημασία.
  • Γίνετε Σταχτοπούτα για μία ημέρα: πείτε στον εαυτό σας πως θα είστε τελείως αξιοδάκρυτοι έτσι και δεν φύγετε πριν από τα μεσάνυχτα. Αν δεν είστε τού Just do it, κάντε ότι σάς πήρανε τηλέφωνο από τη δουλειά / το νεκροτομείο / το Σαν Σεμπαστιάν. Και ότι σάς θέλουν εδώ και τώρα. Πείτε, «Διάολε, ΠΡΕΠΕΙ να φύγω, θα τρελαθώ. Και περνούσα τόσο ωραία στο πάρτι σου, Γιάννη». «Δεν με λένε Γιάννη». «Whatever». Τρέξτε, τρέξτε, τρέξτε. Πήγε σχεδόν δώδεκα. ΤΡΕΞΤΕ.
  • Έχετε πάντα έτοιμες μερικές φτηνές δικαιολογίες: «Η μπέιμπι-σίτερ πήρε ναρκωτικά», «Ξέχασα ότι σήμερα συμμετέχω εθελοντικά σε μία δράση με πρώην αστέγους: σερβίρω βελουτέ κολοκυθόσουπα με λιναρόσπορο στα παγκάκια», «Έχω να ξυπνήσω στις πέντε το πρωί γιατί θα γκρεμίσουν τη διπλανή πολυκατοικία, βρήκαν αρχαία». Οτιδήποτε σκεφτείτε είναι καλό. Αρκεί να το σερβίρετε φυσικά. Καθώς θα το λέτε, βγάλτε από την τσέπη το κινητό σας και τείνετέ το προς το μέρος τους, μολονότι δεν θα δείχνει κάτι, όπως οι πράκτορες του FBI δείχνουν στα πεταχτά το σήμα τους. Πιάνει πάντα. Οι άνθρωποι, γενικά, δεν-και-πολύ.
  • Αν πρέπει να φύγετε επειγόντως επειδή είστε έτοιμοι να αρχίσετε τα μουγκρητά ή να πετάτε τα καπέλα του κόσμου στο πάτωμα —γιατί άνθρωπος είστε, δεν είστε πέτρα—, βάλτε τα μεγάλα μέσα: πιάστε την κοιλιά σας και σφίξτε τα δόντια. Γενικώς, σφιχτείτε. Μουρμουρίστε κάτι σαν, «Το πατέ… ο σολομός… η κις-λορέν… δεν ξέρω τι…» και φύγετε τρέχοντας. Κανείς δεν θέλει να ρωτήσει λεπτομέρειες γύρω από μια επικείμενη κρίση διάρροιας.
  • Στην ανάγκη, αρχίστε να βήχετε. Και όχι στον αγκώνα σας: αδιακρίτως. Όλοι θα χαρούν που σας ξεφορτώθηκαν, και αύριο θα κάνουν εκείνο το διπλό τεστ γρίπης-κορονοϊού που είχαν ξεχάσει στο συρτάρι της κουζίνας από το Πάσχα. Σε κάποιους θα βγει θετικό. Δεν φταίτε εσείς — όχι απαραίτητα.
  • Δεν αντέχετε την ψιλοκουβέντα. Ούτε φυσικά και τη «σοβαρή» κουβέντα. Δεν υπάρχουν σοβαρές κουβέντες που χρειάζονται δύο άτομα. Οι σοβαρές κουβέντες γίνονται μόνο με κείμενα. Οπότε υπενθυμίστε στον εαυτό σας ότι, τι διάολο, μιάμιση-δυο ώρες είναι, πού θα πάει, θα περάσουν. Άλλοι μένουν στη φυλακή ή στα μοναστήρια για δεκαετίες. Άλλοι είναι ακόμη εγκλωβισμένοι οικογενειακώς στο ΚΚΕ, ή για χάρη των φοιτητριών στην Αριστερά. Είναι πρόβλημα, και μεγάλο — φυσικά και είναι: αλλά είναι κάτι προσωρινό. Κάποια στιγμή, το χριστουγεννιάτικο πάρτι θα περάσει. Φορέστε ένα χαμόγελο κούκλας εγγαστρίμυθου και κουνάτε το κεφάλι πάνω-κάτω, σαν εκείνα τα σκυλάκια που βάζανε παλιά στα αμάξια. Απλώς κάντε το μια στάλα πιο αργά, για να μη σας πάρουν στο ψιλό. Λέγετε πού και πού στον συνομιλητή σας, «Καλά, τέλειο» ή: «Αλήθεια; Ποπό, καταπληκτικό». Αν σας πουν τι ζώδιο είστε, πείτε Αιγόκερος. Κανείς δεν ασχολείται με τους Αιγόκερους. Όταν αρχίσει να σας μιλάει ένας ράντομ θείος για κρυπτονομίσματα, ξέρετε πως έφτασεν η ώραν σας. Φύγετε!
  • Αν κάποιος έπαθε εγκεφαλικό ή γενικά είναι κάπως ανώμαλος και θέλει να παίξετε κάποιο «παιχνίδι παρέας» λες και πρωταγωνιστείτε σε αμερικάνικη ταινία με τινέιτζερ ή λες και γεννηθήκατε σε χωριό της Γιούτα, προσποιηθείτε ότι χάσατε το σκουλαρίκι σας. «Μα δεν έχεις τρυπημένα αυτιά, Κώστα». «Γι’ αυτό το ’χασα». Χωθείτε στο μπάνιο, και κλειδώστε την πόρτα. Ή, τέλος πάντων, προσφερθείτε εθελοντικά για να «βοηθήσετε στην κουζίνα» μέχρι να περάσει ο κίνδυνος.
  • Θυμηθείτε πως ο μόνος που φταίει για το γεγονός ότι είστε σε μια επίγεια Κόλαση είστε εσείς. Κανείς δεν σας έβαλε το μαχαίρι στον λαιμό για να πάτε σ’ αυτό το ηλίθιο χριστουγεννιάτικο (έλεος…) «πάρτι». Να είστε διαρκώς κοντά στο μπουφάν σας. Ακόμη καλύτερα, μην το αφήνετε από το χέρι σας. Έτσι κι αλλιώς, όλοι ξέρουν πως είστε weirdo.
  • Όταν γυρίσετε με το καλό στο σπίτι σας, πτώμα, εξουθενωμένοι, χωρίς γραμμάριο ενέργειας μέσα σας, κάντε αυτό που σας ευχαριστεί και σας αποφορτίζει περισσότερο: διαβάστε το βιβλίο σας, για παράδειγμα, ή δείτε τηλεόραση, κάντε ένα καυτό ντους, παίξτε με το ιγκουάνα, κάντε γιόγκα ή διαλογισμό, παρακολουθήστε τους γείτονες με το τηλεσκόπιο, κοιτάξτε τον τοίχο στο καθιστικό για ένα δίωρο, φάτε γλυκές σοκολάτες, τσιρίξτε. Γενικώς, γιορτάστε τη νίκη σας — πήγατε, επιβιώσατε, γυρίσατε.

* * *

ΩΩΩ, γέροντα, η ευχή

Προς συγγραφείς: Μην παίρνετε τον εαυτό σας στα σοβαρά. Ή, αν η περίπτωσή σας είναι βαριά και τον παίρνετε πράγματι, κάντε μια προσπάθεια να το κρύβετε.

* * *

Οι Λίστες του Δημήτρη

Όπως γράφαμε και την προηγούμενη Κυριακή, ο πολύ καλός μας φίλος Δημήτρης Ψυχούλας, πολιτικός μηχανικός, βέρος Θεσσαλονικιός, άνθρωπος με χιούμορ, άποψη και πολύ καλή πένα, αλλά και ισχυρή, ακμαία μνήμη, φτιάχνει τρομερές λίστες. Με την άδειά του, αναδημοσιεύουμε εδώ στο Ημερολόγιο μερικές από τις πιο χαρακτηριστικές. Νά η δεύτερη, λοιπόν:

Λίστα #2: 30+1 πράγματα που καθόλου δεν μου λείπουν

  1. Τα λασπωμένα μακαρόνια που τρώγαμε μικροί.
  2. Οι εθιμοτυπικές επισκέψεις στις ονομαστικές γιορτές.
  3. Οι μεσημεριανές ώρες κοινής ησυχίας το καλοκαίρι, όταν με το ζόρι μάς βάζανε να κοιμηθούμε.
  4. Το κούρεμα με την ψιλή.
  5. Ο υποχρεωτικός εκκλησιασμός με το σχολείο.
  6. Τα ξενύχτια πάνω από βιβλία και τετράδια.
  7. Το άγχος των εξετάσεων.
  8. Οι γενικές συνελεύσεις, οι ψηφοφορίες, τα αμφιθέατρα.
  9. Η στρατιωτική θητεία.
  10. Που παρακαλούσαμε τους ταμίες να μας βάλουν στα ακατάλληλα.
  11. Που το Σάββατο έπρεπε να γυρίσουμε σπίτι πριν τις δώδεκα.
  12. Που πηγαίναμε τέσσερις ώρες πριν από την έναρξη του ντέρμπι στο γήπεδο για να βρούμε καλή θέση.
  13. Τα αυτοκίνητα χωρίς αιρκοντίσιον.
  14. Τα κόκκινα τηλέφωνα στα περίπτερα.
  15. Το ομαδικό καλοριφέρ στην πολυκατοικία, που άναβε όποτε βόλευε τον διαχειριστή.
  16. Το κάπνισμα στους κλειστούς χώρους. Το κάπνισμα γενικά.
  17. Οι υπόγειες ντισκοτέκ.
  18. Οι μπόμπες που ήπιαμε στα νιάτα μας.
  19. Τα παντελόνια καμπάνα και τα σακάκια με τα φαρδιά πέτα.
  20. Το βαρύ βάψιμο των γυναικών.
  21. Ορισμένοι καθηγητές στο γυμνάσιο, σχεδόν όλοι στο πανεπιστήμιο, και δυο κακόψυχες δασκάλες στο δημοτικό.
  22. Τα ολοκληρώματα, οι μιγαδικοί, οι λογάριθμοι.
  23. Τα αγροτικά του Μπακαλάκου.
  24. Ο πολύγραφος, το τέλεξ, το φαξ.
  25. Οι χρονοβόρες διαδικασίες για έκδοση πιστοποιητικών.
  26. Η ζωή χωρίς διαδίκτυο, χωρίς κινητό, χωρίς υπολογιστή.
  27. Το μαρτύριο στα δημόσια ΚΤΕΟ.
  28. Η διαδρομή Αλεξανδρούπολη-Ηγουμενίτσα χωρίς την Εγνατία.
  29. Το αντίσκηνο και το σλίπινγκ-μπαγκ.
  30. Κάποια καμώματα της νύχτας, που όταν τα είδε η μέρα γέλασε.

Και το βασικότερο:

  31. Τα λάθη μου.

* * *

Το βιβλίο της ημέρας

Κλαούδια Πινιέιρο, «Μπέτι Μπου» (μετάφραση Ασπασία Καμπύλη, Εκδόσεις Carnívora)

Η «Μπέτι Μπου» της Κλαούδια Πινιέιρο είναι τόσο απολαυστική, που θα σας κάνει να κλείσετε τηλέφωνο, Facebook, TikTok και ό,τι άλλη χαζομάρα κλέβει αδηφάγα τον χρόνο σας, και να ταξιδέψετε στην Αργεντινή. Και να μείνετε εκεί για όσο διαρκεί αυτή η δημοσιογραφική έρευνα. Υψηλού επιπέδου αστυνομική λογοτεχνία, ορμητική και φουριόζα, λοξή και γεμάτη ειρωνεία, σοβαρή και έξω καρδιά μαζί. Τι συγγραφέας!

  • Διαβάστε τι μας είπε για το βιβλίο η εκδότρια, και μεταφράστρια της Πινιέιρο (μεταξύ πολλών άλλων), Ασπασία Καμπύλη. Την ευχαριστούμε θερμά για τον χρόνο της, και για όλα τα ωραία που κάνει — έχει τρομερό κέφι:

Μέσα από το παιχνίδι των αντικατοπτρισμών, η Πινιέιρο, δημιουργεί το λογοτεχνικό της alter ego, τη Νούριτ Ίσκαρ, μεσήλικη συγγραφέα αστυνομικής λογοτεχνίας με την καριέρα της προσωρινά σε φθίση. Με πυκνές λογοτεχνικές αναφορές, αλλά και αυτοαναφορικότητα (μέσα στο εν εξελίξει αστυνομικό μυθιστόρημα η πρωταγωνίστρια σκέφτεται τη συγγραφή ενός αστυνομικού μυθιστορήματος), η Πινιέιρο υπερασπίζεται με όπλο τον σαρκασμό, παραδόξως, την αστυνομική λογοτεχνία, ενώ παράλληλα συνεχίζει το παιχνίδι των αντικατοπτρισμών και στον δημοσιογραφικό χώρο, τον οποίο επίσης γνωρίζει καλά (Pleyade Journalism Award) τόσο για να μιλήσει για τις συναλλαγές του με την εξουσία και το έγκλημα, όσο και για να ηθογραφήσει έναν χώρο δουλειάς, όπου συναντιούνται οι γενιές προ και μετά Ίντερνετ και να αποτυπώσει διαφορές στην αντίληψη, τη δεοντολογία, τον τρόπο έρευνας και σκέψης. Και το σημαντικότερο, όλα αυτά γίνονται με γραφή δεξιοτεχνική, γεμάτη ενέργεια και ρυθμό, σαρκασμό και χιούμορ, ψυχολογική οξυδέρκεια στην απόδοση τόσο των πρωταγωνιστικών χαρακτήρων, όσο και στον χορό των δεύτερων χαρακτήρων, ιδιαιτέρως τις φιλενάδες της Νούριτ, ένα διασκεδαστικό και συγχρόνως βαθιά ανθρώπινο χαρμάνι. Τέλος, θα ήθελα να προσθέσω ότι το εξώφυλλο, το σκίτσο του εξωφύλλου, όχι μόνο είναι από τα πιο ωραία της σειράς, αλλά υπηρετεί επιπλέον την πρόθεση της αυτοαναφορικότητας της συγγραφέα από την πρώτη ματιά. Όσοι διαβάσουν το βιβλίο, θα καταλάβουν.

  • Διαβάστε ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από το βιβλίο:

Αργά το ίδιο απόγευμα, ο μικρός απ’ το αστυνομικό ρεπορτάζ λαμβάνει το πρώτο κείμενο που η Νούριτ Ίσκαρ στέλνει από το Λα Μαραβιγιόσα στον Ρινάλδι με κοινοποίηση στον ίδιο. Το διαβάζει. Και νιώθει μίσος. Διάθεση να κλοτσήσει κάτι. Σηκώνει το βλέμμα και ψάχνει τον Χάιμε Μπρένα στο γραφείο του, αλλά δεν είναι εκεί, στέκεται μπροστά στο γραφείο της Καρίνα Βίβες και μιλάει με την κοπέλα. Ο μικρός απ’ το Αστυνομικό πάει προς τα κει. Αλήθεια, δεν έχω τίποτα, λέει εκείνη. Και τότε, γιατί δεν θες να καπνίσεις; ρωτάει ο Μπρένα. Η αλλεργία… δεν μ’ αφήνει να βάλω κι άλλη νικοτίνη μέσα μου, λέει η Καρίνα όταν ο μικρός πλησιάζει. Ο Χάιμε Μπρένα, με την πλάτη του γυρισμένη σ’ αυτόν, απαντάει στη γυναίκα: Μην καπνίζεις, άμα δεν θες, έλα απλώς να μου κάνεις παρέα. Εκείνη κουνάει αρνητικά το κεφάλι, ξέρει ότι, αν βγει να καπνίσει με τον Μπρένα στο πεζοδρόμιο, θα του πει για την εγκυμοσύνη και σήμερα δεν έχει όρεξη να πει ούτε καν σ’ αυτόν, τον καλύτερό της φίλο στην Ελ Τριμπούνο, τα νέα. Μα, γιατί χτες, την ώρα που έκανε μπάνιο, ήταν σίγουρη τι θέλει να κάνει, ενώ σήμερα αμφιβάλλει ξανά; Άθελά του, ο μικρός τη σώζει. Έχεις ένα λεπτό; ρωτάει τον Μπρένα. Έχω, αποκρίνεται εκείνος, ξαναβάζει παραιτημένος τα Marlboro στην τσέπη του πουκαμίσου και κάνει νόημα στον μικρό να τον ακολουθήσει στο γραφείο του. Η τύπισσα έστειλε το κείμενο, του λέει ο μικρός. Ποια τύπισσα; ρωτάει ο Μπρένα. Η συγγραφέας που έβαλε ο Ρινάλδι στο Λα Μαραβιγιόσα. Η Νούριτ Ίσκαρ. Ναι, η Νούριτ Ίσκαρ, επιβεβαιώνει ο μικρός. Κοίτα να μάθεις τ’ όνομά της. Το ξέρω, αλλά είμαι τσαντισμένος. Τι τρέχει; Ότι η τύπισσα σκαρφίστηκε μια θεωρία εντελώς αντίθετη απ’ τη δικιά μου, και δεν γίνεται να δημοσιεύσουμε το άρθρο μου δίπλα στο δικό της, γιατί θα φανούμε σχιζοφρενείς. Και για να λέμε την αλήθεια, λιγάκι είμαστε, πετάει ο Μπρένα. Σοβαρά τώρα, δεν μπορώ να δημοσιεύσω αυτό που έστειλε. Σε τι διαφωνείτε; ρωτάει ο Χάιμε Μπρένα. Αυτή ισχυρίζεται, βασισμένη σε κάτι μαλακίες που άκουσε στο σουπερμάρκετ, ότι ο θάνατος του Τσασαρέτα ήταν δολοφονία, ενώ για μένα είναι ξεκάθαρο ότι ο τύπος αυτοκτόνησε. Γιατί; Είχε το μαχαίρι στο χέρι. Κάποιος μπορεί να το έβαλε εκεί, δεν είναι επαρκής απόδειξη. Δεν υπήρχαν ίχνη πάλης στο σπίτι. Δεν είναι απαραίτητο να υπάρχουν σ’ ένα έγκλημα, ειδικά αν είναι καλά σχεδιασμένο. Και δεν υπάρχουν κοψίματα ή άλλα ίχνη άμυνας στα χέρια του Τσασαρέτα. Μπορεί να του έκοψαν τον λαιμό την ώρα που κοιμόταν στην πολυθρόνα, λιώμα απ’ το πιοτό. Δεν μου ’χεις πει τίποτε αδιάσειστο ακόμα. Λέει στην έκθεση αν το δεξί του χέρι ήταν γεμάτο αίματα; Η ερώτηση αιφνιδιάζει τον μικρό. Όχι, δεν λέει, γιατί; Αν δεν το λέει, σίγουρα δεν υπήρχε αίμα. Είναι δολοφονία, μικρέ.

  • Διαβάζουμε στο σάιτ του καλού εκδοτικού:

[…] Στα περίχωρα του Μπουένος Άιρες, σε ένα πολυτελές ιδιωτικό προάστιο, που προστατεύεται από ψηλά τείχη και φυλάσσεται από ένοπλους φρουρούς, ένας γνωστός επιχειρηματίας βρίσκεται νεκρός στο σαλόνι του σπιτιού του. Η Νούριτ Ίσκαρ, ή αλλιώς Μπέτι Μπου, λόγω τής πάλαι ποτέ χαρακτηριστικής της ομοιότητας με το διάσημο σκίτσο, όπως εξίσου πάλαι ποτέ επιτυχημένη συγγραφέας αστυνομικών μυθιστορημάτων, καλείται από τον διευθυντή της πιο γνωστής εφημερίδας της Αργεντινής –και πρώην εραστή της– να καλύψει ως χρονικογράφος την έρευνα για τη δολοφονία. Για τον σκοπό αυτό, συνεργάζεται με τον νεαρό αστυνομικό συντάκτη της εφημερίδας και με τον πρώην κάτοχο του ίδιου πόστου, Χάιμε Μπρένα. Κουβαλώντας τις δικές τους ελλείψεις και υποκειμενικότητες, οι πρωταγωνιστές του μυθιστορήματος ανοίγουν τον δρόμο για μια διαφορετική προσέγγιση στην αφήγηση της ιστορίας ενός φόνου, αλλά και της ιστορίας μιας γυναίκας στη μέση ηλικία που επανενώνεται με το ταλέντο και τις ικανότητές της, κάνει ειρήνη με τις πληγές της, αναγνωρίζει τις αποτυχίες της και βρίσκει τον δρόμο για ένα καλύτερο μέλλον. Παράλληλα, η Πινιέιρο, που πάντα προσδίδει βάθος στη δουλειά της, σκιαγραφεί με καυστικό και σαρκαστικό ύφος τις τρέχουσες κοινωνικές αξίες και εμβαθύνει στις ηθικές συγκρούσεις που συχνά ταλανίζουν τους πρωταγωνιστές της. […]

Βρείτε το εδώ, ή στο βιβλιοπωλείο της γειτονιάς σας, ή όπου αλλού σάς αρέσει να προμηθεύεστε τα βιβλία σας.

* * *

Το Ημερολόγιο κυκλοφορεί τρεις φορές την εβδομάδα: κάθε Σάββατο, κάθε Κυριακή, και κάθε Τετάρτη. Θυμίζουμε: όποιος έχει μία πρωτότυπη και ωραία, απλή συνταγή, για την οποία υπερηφανεύεται, μπορεί αν θέλει να μας τη στείλει με μέιλ. Ή να κάνει μία ερώτηση στην ψυχολόγο μας. Επίσης μπορεί να μας στείλει μέιλ και για οποιοδήποτε άλλο θέμα. Σας ευχαριστούμε πολύ.