Πολεις

Νά ποιο είναι το πιο τέλειο ρεβεγιόν

Όψεις της πόλης, αναμνήσεις, πράγματα που συνέβησαν παλιά, και πράγματα που συμβαίνουν σήμερα γύρω μας

Κυριάκος Αθανασιάδης
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ημερολογιακές καταχωρίσεις για κάθε χρήση

Yippee-ki-yay!

Λατρεύω τα Χριστούγεννα. Δηλαδή, τα λατρεύω πραγματικά. Με τον τρόπο, π.χ., που το βλέπουμε σε κάτι αμερικάνικες ταινίες: δεν έχει περισσότερο. Μάλιστα, είναι τόσο πολύς ο ενθουσιασμός μου κάθε χρονιά, που όταν φεύγουν, εκεί την Πρωτοχρονιά εννοώ (γενικά, Χριστούγεννα λέω τις Γιορτές), με πιάνει μεγάλη θλίψη, όχι μόνο που πέρασαν, αλλά γιατί δεν ήταν τόσο καλά όσο ήθελα, όσο τα περίμενα. Πάντα θέλεις κάτι παραπάνω από αυτό που σου αρέσει. Εκτός κι αν είναι μελομακάρονα και έχεις ξεπεράσει το κιλό. Χα.

Τα λατρεύω μεν, δεν έχω πάει ποτέ μου σε ρεβεγιόν δε. Και το λέω επειδή στο μυαλό πολλών αυτά τα δυο πάνε μαζί, από τον καιρό τής Φίνος Φιλμς. Δηλαδή, και μόνο που σκέφτομαι τη λέξη «ρεβεγιόν», μου έρχεται να ουρλιάξω, πονάνε τα πλευρά μου. Θα προτιμούσα να παλέψω με τον Μεγαλοπόδαρο, ή να φάω κάτι απ’ αυτές τις ωμές αηδίες που και καλά τρώνε οι Εσκιμώοι, ξέρω γω, όπως έδειχναν εκείνες οι φρικτές ταξιδιωτικές εκπομπές που έβλεπε έναν καιρό όλο το τένις.

Ρεβεγιόν. Δεν ξέρω τι γίνεται εκεί, δεν ξέρω τι κάνουν και πού τα κάνουν —σε σπίτια, σε μαγαζιά, σε κλαμπ, στα μπουζούκια—, αν ακούνε σκυλάδικα, αν ακούνε Πάριο και τραπ εναλλάξ, αν λατρεύουν τον Σατανά και του προσφέρουν παρθένες σε θυσία, αν αλείβονται με σαντιγές και τρέχουν γύρω-γύρω τραγουδώντας την Άγια Νύχτα και το «Τζίγκλι μπελς» που λέει και η Θώδη. Δεν ξέρω, και ούτε θέλω να μάθω. Και ΔΕΝ θα μάθω.

Αρκεί που ξέρει κανείς ΕΝΑ πράγμα: είναι πολύς κόσμος μαζεμένος κάπου, και θέλει να περάσει «καλά», να διασκεδάσει, να περάσει αξέχαστα, να Μύκονοοος.

Είτε συγγενείς, είτε συγγενείς και φίλοι, είτε φίλοι σκέτοι, είτε ΖΕΥΓΑΡΙΑ (εδώ γονάτισα), είτε συνάδελφοι από ΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟ που φοράνε κωνικά καπελάκια, είτε σίριαλ κίλερς και τα θύματά τους — δεν ξέρω. Και ούτε θέλω να μάθω. Μη μου μιλάτε για ρεβεγιόν.

Γιατί να πω και κάτι; Δεν μπορείς να εμπιστευτείς ανθρώπους που αγαπάνε τα πυροτεχνήματα. Τους βάζεις χι, τους κρατάς μακριά, βάζεις φόρμες και κάλτσες με κοάλα και άλλα ζώα, φτιάχνεις ένα πλατό με σαλάμια και κασέρια που λέμε κι εμείς εδώ στον άπω Βορρά, δίνεις από μια χούφτα τριτς σε γατιά και σκυλιά, ανοίγεις ένα κρασί με δυνατό σώμα και φουλ ταννίνες, κι όσο αναπνέει (γιατί δεν είσαι κι από τον Γράμμο), νοικιάζεις ονλάιν το Die fucking Hard και το βάζεις να παίζει δυνατά. Yippee-ki-yay, motherfucker!

* * *

Οι Λίστες του Δημήτρη

Ο πολύ καλός φίλος Δημήτρης Ψυχούλας, πολιτικός μηχανικός, βέρος Θεσσαλονικιός, άνθρωπος με χιούμορ, άποψη και πολύ καλή πένα, αλλά και ισχυρή, ακμαία μνήμη, εκτός των άλλων που κάνει αναρτά πού και πού και λίστες. Διάφορες λίστες, με αναπάντεχα πράγματα. Τώρα, όπως όλοι ξέρουμε, η ανθρωπότητα χωρίζεται στα δύο: σ’ αυτούς που αγαπούν τις λίστες, και στους φουκαράδες τούς υπόλοιπους. Πήραμε λοιπόν την άδειά του, και θα αναδημοσιεύουμε εδώ στο Ημερολόγιο, κάθε Κυριακή, μερικές από τις πιο χαρακτηριστικές του λίστες. Δημήτρη, ευχαριστώ!

Λίστα #1: Σαράντα σημάδια που δείχνουν ότι τα χρόνια περνούν

  1. Συγκινούμαι εύκολα.
  2. Ξυπνάω πολύ νωρίς.
  3. Βαριέμαι το οδήγημα.
  4. Αυτά που με ενοχλούσαν παλιότερα, τώρα με ενοχλούν περισσότερο. Και όσα στο παρελθόν παράβλεπα, τώρα ορθώνονται και με χωρίζουν από ανθρώπους.
  5. Απέκτησα θήκη για τα καθημερινά φάρμακα
  6. Γράφω σε χαρτάκι τα ψώνια του σούπερ μάρκετ, ακόμη κι αν είναι δυο-τρία όλα κι όλα, γιατί αλλιώς θα τα ξεχάσω.
  7. Παραδόξως, έγινα πιο ανυπόμονος.
  8. Σηκώνομαι πιασμένος από το κρεβάτι.
  9. Σπάνια πετάγομαι πάνω όταν βάζει γκολ η ομάδα μου. Συνήθως πανηγυρίζω καθισμένος.
  10. Αθλούμαι —όσο αθλούμαι— από ανάγκη και όχι για ευχαρίστηση.
  11. Ο σκληρός δίσκος έχει γεμίσει αναμνήσεις, αλλά φαίνεται ότι η χωρητικότητά του είναι απεριόριστη.
  12. Βάζω την καλοσύνη και την ευγένεια πάνω από την εξυπνάδα και τις γνώσεις.
  13. Μου λένε ότι κρατιέμαι καλά, ότι δείχνω νεότερος και αλλά τέτοια παρηγορητικά.
  14. Δεν ξέρω τον Σαμπάνη, τον Βέρτη, τη Ματούλα Ζαμάνη, τον Snik, τον Light.
  15. Ξέρω όμως όλους τους Τώνηδες. Τον Μαρούδα, τον Βαβάτσικο, τον Στρατή, τον Πινέλι.
  16. Πανικοβάλλομαι όταν πρέπει να κάνω δύσκολα πράγματα με τον υπολογιστή.
  17. Προτιμώ να συνεννοούμαι μιλώντας στο τηλέφωνο, παρά να στέλνω μηνύματα και μέιλ.
  18. Θέλω κάτι γλυκό με τον απογευματινό καφέ.
  19. Αναρωτιέμαι για πόσο καιρό ακόμη θα με ανέχεται η κόρη μου για παρέα.
  20. Υποσχέθηκα στον εαυτό μου ότι θα προσπαθήσω να φάω μπάμιες.
  21. Η πρεσβυωπία ξεπέρασε τη μυωπία.
  22. Δεν κρύβω τα χρόνια μου. Καμαρώνω γι’ αυτά.
  23. Όλο και περισσότεροι άνθρωποι μου μιλάνε στον πληθυντικό.
  24. Στα «αγαπημένα» του κινητού, έβαλα και το τηλέφωνο του φαρμακείου.
  25. Άρχισα να ξεχνάω ονόματα. Αλλά ποτέ γεγονότα.
  26. Δεν χαλιέμαι όταν οι αργίες πέφτουν μέσα στο Σαββατοκύριακο.
  27. Η μοναξιά έπαψε να με φοβίζει.
  28. Δεν αναβάλλω σχεδόν τίποτα.
  29. Μου αρέσει που τα μαλλιά ασπρίζουν. Στεναχωριέμαι όμως που αραιώνουν.
  30. Άρχισα να συρρικνώνομαι. Κατέβηκα ένα νούμερο.
  31. Οι δικαιολογίες για τα λάθη του παρελθόντος ολοένα και λιγοστεύουν.
  32. Ο επανέλεγχος των πεπραγμένων βγάζει και άλλα λάθη. Κυρίως λάθος εκτιμήσεις ανθρώπων.
  33. Γεγονότα που έχω ζήσει, για τους νεότερους είναι «ιστορία».
  34. Στο Google μού βγαίνουν πάνω-πάνω οι ειδήσεις για τις συντάξεις.
  35. Τώρα μου φτάνει μόνο ένα —ενισχυμένο— πιτόγυρο για να χορτάσω.
  36. Αν για κάποιο λόγο ξυπνήσω μέσα στη νύχτα, δύσκολα θα ξανακοιμηθώ.
  37. Μου αρέσει το Facebook. Instagram και TikTok μού είναι αδιάφορα. Απεχθάνομαι το X.
  38. Κάθε φορά που θυμάμαι με πόση ψυχραιμία και θάρρος αντιμετώπιζα παλιότερα τα προβλήματα στη δουλειά, ρίχνω μια αποθέωση στον εαυτό μου. Μπορεί να ήταν η τότε άγνοια κινδύνου. Μπορεί να είναι η τωρινή δειλία.
  39. Η τιμή του κλάσματος πείρα/γνώσεις διαρκώς αυξάνεται.
  40. Οι περισσότεροι γύρω μου είναι μικρότεροι από μένα.

* * *

Συνεντεύξεις συγγραφέων

Παλιά βλέπαμε Ερωτοδικείο για να γουστάρουμε με το τρας, τώρα αρκεί να ακολουθείς δυο-τρεις λογαριασμούς συγγραφέων από τον δυστοπικό χώρο τής καθ’ ημάς μπασκλασαρίας για να πάρεις τη δόση σου.

  • «Αποτελώ γραφιά, όχι συγγραφέα». Αποτέλα ό,τι θέλεις, θηρίο!
  • «Έχω πολυβραβευθεί και εγώ και το έργο μου, πράγμα που μου επισείει πολλαπλές ευθύνες». Είσαι μεγάλος, είσαι ο πρώτος.
  • «Εισχώρησα στα γράμματα από αρκετά μικρή ηλικία με πληθώρες δημοσιεύσεων». Εύγε! Εύγε και φεύγε.

Πληροφορίες inbox.

* * *

Ένας Τσελεμεντές εν προόδω

Στην πιο νόστιμη στήλη μας, σήμερα έχουμε ένα πολύ εύκολο μπισκοτογλυκό! Τη συνταγή μάς στέλνει ο καλός φίλος Σπύρος Αντωνιάδης από την Πάτρα. Τον ευχαριστούμε πολύ! Περιμένουμε και τις δικές σας συνταγές, θυμίζουμε. Στείλτε μας μέιλ!

Γλυκάκι με πτι-μπερ και μπανάνες

Πανεύκολο στην παρασκευή του: χρειάζεται το πολύ 10 λεπτά. Αλλά θέλει πολύ περισσότερη ώρα για να κρυώσει… Οπότε φτιάξτε το από νωρίς, για να είναι έτοιμο όταν θα το χρειαστείτε. Και να είστε σίγουροι ότι θα το χρειαστείτε!

ΥΛΙΚΑ:

  • Ένα πακέτο μπισκότα πτι-μπερ
  • Ένα κουτάκι κρέμα γάλακτος (200 ml)
  • Μισό λίτρο γάλα
  • 3 κουταλιές της σούπας φιστικοβούτυρο
  • 3-4 μπανάνες
  • 100 γραμμάρια κουβερτούρα
  • 100 γραμμάρια άχνη ζάχαρη
  • 1 κουταλιά της σούπας βούτυρο
  • 50 γραμμάρια γάλα
  • Μια δόση βανίλια

ΕΚΤΕΛΕΣΗ:

  • Σε ένα ταψί, απλώνουμε πτι-μπερ, καλύπτοντάς το όλο.
  • Χτυπάμε την κρέμα γάλακτος με το γάλα στο μίξερ να γίνει μια ωραία… διαφορετική κρέμα.
  • Προσθέτουμε και το (απαλό, crunchy, ό,τι θέλετε) φιστικοβούτυρο, και χτυπάμε λίγο ακόμα.
  • Παίρνουμε τη μισή κρέμα και την απλώνουμε πάνω στα μπισκότα.
  • Καλύπτουμε από πάνω με ροδέλες μπανάνας.
  • Βάζουμε άλλη μία στρώση μπισκότα, βάζουμε την υπόλοιπη κρέμα από πάνω, ξανά ροδέλες μπανάνας, και ξανά μπισκότα.
  • Τελειώσαμε.
  • Τώρα, σε μια μπεν-μαρί, λιώνουμε την κουβερτούρα.
  • Όταν γίνει, ρίχνουμε μέσα την άχνη, το βούτυρο, το γάλα και τη βανίλια, και τα χτυπάμε καλά-καλά στο μίξερ.
  • Μόλις γίνει, περιχύνουμε το μείγμα στα μπισκότα μας.
  • Βάζουμε το ταψί στο ψυγείο.
  • Όταν κρυώσει καλά-καλά, το τρώμε. Όλο.

* * *

Το βιβλίο της ημέρας

Mariana Leky, «Καθένας με το βάσανό του» (μετάφραση Άγγελος Αγγελίδης & Μαρία Αγγελίδου, Εκδόσεις Gutenberg)

Βιβλίο που, ενώ μιλά για προβλήματα, σου ανοίγει την καρδιά. Στιγμιότυπα που όλοι αναγνωρίζουμε, ή και έχουμε ζήσει, χαρακτήρες που μας θυμίζουν ανθρώπους που ξέρουμε, ή και εμάς τούς ίδιους, αναπάντεχες συναντήσεις, χιούμορ που ξεπηδά απροσδόκητα και πηγαία, συγκίνηση, όμορφα συναισθήματα, και χαμόγελο. Μια συλλογή διηγημάτων που συγκροτούν ένα χαλαρά δεμένο μυθιστόρημα, ματιές στα προβλήματα της καθημερινότητας που ποτέ μα ποτέ δεν συγκρίνονται με το μεγαλείο της ζωής. Ωραίο, feelgood βιβλίο! Στην Aldina, μια από τις κορυφαίες σειρές σύγχρονης ξένης πεζογραφίας στην Ελλάδα. Υπάρχουν πολλοί που παίρνουν όλους τους τίτλους χωρίς καν να δουν όνομα συγγραφέα — και πολύ καλά κάνουν.

  • Διαβάστε ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα:

Μερικοί άνθρωποι έχουν αυτή την ικανότητα: όταν κάποιος τούς μιλήσει άσχημα, αντιδρούν αμέσως, ανταποδίδουν το χτύπημα χωρίς καμιά αργοπορία. Και λίγα λεπτά αργότερα η συμπλοκή έχει ξεχαστεί. Εγώ είμαι ανίκανη να το κάνω αυτό. Όποτε κάποιος μού μιλήσει άσχημα —μια εκνευρισμένη ταμίας, ένας γκρινιάρης οδηγός λεωφορείου, ένας θυμωμένος πελάτης στην ουρά του φούρνου, τα προσβλητικά λόγια μένουν κολλημένα πάνω μου σαν πίσσα. Και συνεχίζω, πληγωμένη και δίκαια αγανακτισμένη, να ψάχνω επί ώρες την πληρωμένη απάντηση, για την οποία είναι πλέον πολύ αργά. Η ανικανότητά μου αυτή έχει και την καλή της πλευρά: το ίδιο κολλημένα πάνω μου μένουν και τα αναπάντεχα καλά κι ευγενικά λόγια. Πρόσφατα κάλεσα τηλεφωνικά ταξί. Η γυναίκα στο τηλεφωνικό κέντρο μού είπε: «Έχετε πολύ ωραία φωνή». Κι εγώ συνέχισα επί ώρες νά σκέφτομαι ευχαριστημένη το κομπλιμέντο της. Δεν είμαι μόνο εγώ έτσι. Πριν από λίγες μέρες προσφέρθηκα να βοηθήσω μια ηλικιωμένη κυρία που περπατούσε φορτωμένη ψώνια. Όταν την άφησα, με κοίταζε λες και δεν είχα κουβαλήσει απλά τις σακούλες της δυο τετράγωνα, αλλά αυτή την ίδια στα δύσβατα κι επικίνδυνα μονοπάτια της ζωής. Οι μικρές κι αναπάντεχες καλοσύνες έχουν δύναμη. Την ίδια δύναμη δυστυχώς έχουν και οι αντίστοιχες κακίες.

  • Νά και το οπισθόφυλλο:

Η κυρία Βίζε δεν μπορεί να κοιμηθεί τις νύχτες. Η νεαρή Λίζα ζει έναν βασανιστικό πρώτο έρωτα. Ο κύριος Πολ υποφέρει από κλειστοφοβία. Ένας νέος γείτονας ταλαιπωρεί τους ενοίκους μιας πολυκατοικίας. Ένας ηλικιωμένος ψυχίατρος πρέπει να αδειάσει το ιατρείο του. Ιστορίες «ανάλαφρες, αλλά με μεγάλο βάθος» (FAZ), με πρωταγωνιστές καθημερινούς ανθρώπους που αντιμετωπίζουν ερωτικές απογοητεύσεις, φοβίες, προβλήματα με γείτονες, παιδιά, φίλους και συγγενείς, άνθρωποι που παλεύουν ο καθένας με το δικό του βάσανο. Ιστορίες που κατανοούν, παρηγορούν, ανακουφίζουν, αλλά και «εκπλήσσουν γιατί κάνουν εικόνες τα συναισθήματα και οδηγούν σ’ έναν κόσμο γεμάτο φαντασία και ενσυναίσθηση» (Die Zeit). Από τη βραβευμένη και δημοφιλή Μαριάνα Λέκι (γενν. Κολωνία,1973), συγγραφέα του μυθιστορήματος «Το όνειρο της Ζέλμα» (Aldina 49).

Βρείτε το εδώ, ή στο βιβλιοπωλείο της γειτονιάς σας, ή όπου αλλού σάς αρέσει να προμηθεύεστε τα βιβλία σας.

* * *

Το Ημερολόγιο κυκλοφορεί τρεις φορές την εβδομάδα: κάθε Σάββατο, κάθε Κυριακή, και κάθε Τετάρτη. Θυμίζουμε: όποιος έχει μία πρωτότυπη και ωραία, απλή συνταγή, για την οποία υπερηφανεύεται, μπορεί αν θέλει να μας τη στείλει με μέιλ. Ή να κάνει μία ερώτηση στην ψυχολόγο μας. Επίσης μπορεί να μας στείλει μέιλ και για οποιοδήποτε άλλο θέμα. Σας ευχαριστούμε πολύ.