- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Βιωματικά ποστ: Ναι μωρέ, γιατί όχι, δε βαριέσαι…
Όψεις της πόλης, αναμνήσεις, πράγματα που συνέβησαν παλιά, και πράγματα που συμβαίνουν σήμερα γύρω μας
Ημερολογιακές καταχωρίσεις για κάθε χρήση
Λοιπόν είναι αλήθεια: μετά από μία περίοδο σχετικής σιγής και οικειοθελούς αγρανάπαυσης, τα βιωματικά ποστ επανήλθαν — και είναι καλύτερα από ποτέ. Πλέον, δεν έχουμε να κάνουμε (μόνο) με φανταστικές πολιτικές συζητήσεις αγανακτισμένων, ή με συγκινητικές πράξεις συνεργατικής φιλανθρωπίας στο ταμείο του σούπερ-μάρκετ. Τους ευφάνταστους χρονογράφους μας απασχολούν κυρίως συναντήσεις με αξιοπρόσεκτους και όλως σπάνιους τύπους ανθρώπων που έχουν εκείνο ή το άλλο χάρισμα, ή εξέχον χαρακτηριστικό. Μιλάμε για το τσάμπιονς λιγκ των βιωματικών ποστ.
Χωρίς βεβαίως να λείπουν οι παραδοσιακές ιστορίες με ζευγαράκια υπερηλίκων που προχωρούν αγκαλιασμένοι και φιλιόνται τρυφερά στο στόμα, ή τα ανορθόγραφα σημειώματα που γλιστρούν κάτω από πόρτες για να εκφράσουν την ευγνωμοσύνη του άγνωστου αποστολέα προς τον αναρτήσαντα παραλήπτη, μπορεί να είναι, φέρ’ ειπείν, ένας άστεγος που διαβάζει Ουελμπέκ αντιπαραβάλλοντας τη μετάφραση με το πρωτότυπο, ή ένα κοριτσάκι στο φάσμα που αντιλαμβάνεται ότι μια κοπέλα στο μετρό έχει αυτοκτονικό ιδεασμό, πηγαίνει κοντά της και της μιλά στο αυτί —αχ, ποτέ δεν θα μάθουμε τι της ψιθύρισε…— κάνοντάς τη να κλάψει από συγκίνηση και να ξεχάσει διά παντός τις μαύρες της σκέψεις κλπ. κλπ.
Όπως είπε και μία φίλη:
Ανέβηκε επίπεδο ο ανταγωνισμός στο βιωματικό ποστ
Νομίζω πως πρέπει να θεσπιστεί ένα σχετικό βραβείο. Που, τιμής ένεκεν, θα το δίνουμε στον νικητή, δίπλα στα τυριά του Σκλαβενίτη.
* * *
Δεν μπορώ να εμπιστευτώ άνθρωπο που λέει δημόσια ότι δεν του αρέσει, βαρέθηκε, μπάφιασε κλπ. με το «All I Want for Christmas Is You» της Μαράια Κάρεϊ, τον σκέφτομαι σπίτι του με τις μπιτζάμες να τρώει μια ολόκληρη συσκευασία μπισκότα Lotus μπροστά από την τηλεόραση που παίζει ΟΡΕΝ γλείφοντας και τα ψίχουλα από το πιγούνι του με μια μακριά γλώσσα, και να μιλάει μωρουδίστικα στη γάτα του. Ακόμη κι αν δεν έχει γάτα.
* * *
Γιορτές έρχονται, ίσως να θέλετε να κάνετε ένα δώρο στον εαυτό σας. Ή σε έναν φίλο. Γιατί όχι, μια συνδρομή σε ένα ΕΝΤΥΠΟ. Εδώ θα δείτε μερικά από τα πιο γνωστά, και σίγουρα πιο καλά, πιο «εγγυημένα» περιοδικά (και τρεις εφημερίδες ανάμεσά τους) σε όλο τον κόσμο. Υπάρχουν πάρα πολλά άλλα. Αυτά πάντως, ή μάλλον ΕΝΑ ή άντε ΔΥΟ από αυτά, είναι από την άλλη μια πολύ καλή ιδέα: σου ανοίγει η καρδιά όποτε φέρνει τον φάκελο ο ταχυδρόμος, νιώθεις σαν να βγήκες μόλις από το ντους μετά από μια ώρα γυμναστική, νιώθεις πως είναι Παρασκευή απόγευμα — δεν υπάρχει, και βασικά ΔΕΝ ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ να υπάρξει ξανά τέτοια σχέση με τα Μέσα από αυτήν που είχε έναν καιρό ο άνθρωπος με τα χάρτινα περιοδικά. Και που δεν έχει δυστυχώς πια:
- The New Yorker
- New York
- The Atlantic
- The Nation
- Newsweek
- TIME
- The New York Times Book Review
- The New York Review of Books
- The Paris Review
- London Review of Books
- Vanity Fair
- Vogue
- National Geographic
- National Geographic Little Kids
- National Geographic Kids
- Beano
- The Wall Street Journal (αυτή είναι μόνο digital)
- The New York Times (κι αυτή μόνο digital)
- The Books' Journal
- Καθημερινή
* * *
Ένας Τσελεμεντές εν προόδω
Στην πιο νόστιμη στήλη μας σήμερα, έχουμε κεσαντίγιες! Τη συνταγή μάς στέλνει η αγαπημένη μας φίλη (και επαγγελματίας —θυμίζουμε— μαγείρισσα) Ελένη Δοξιάδη. Την ευχαριστούμε πολύ! Και περιμένουμε κι άλλες δικές της συνταγές, τώρα που μας άνοιξε την όρεξη. Όπως βέβαια περιμένουμε και τις δικές σας. Στείλτε μας μέιλ!
Κεσαντίγιας με σπανάκι, μανιτάρια, μπέικον
Οι κεσαντίγιες είναι τορτίγιες γεμισμένες με λιωμένο τυρί και οτιδήποτε άλλο. Για μένα προσωπικά είναι και το γεύμα της μέγιστης απόλαυσης / ελάχιστης προσπάθειας στο σπίτι. Ποσότητες δεν θα δώσω για αυτή τη συνταγή, γιατί δεν χρειάζεται. Βάλτε όσο νομίζετε από το κάθε υλικό. Μπορεί να θέλετε περισσότερα μανιτάρια, ή καθόλου μπέικον… Απλά να έχετε υπόψη σας ότι το σπανάκι όταν ανακατευτεί και τριφτεί με τα υπόλοιπα υλικά και κυρίως όταν ζεσταθεί στο τηγάνι θα μαραθεί και θα πέσει, οπότε μην το φοβηθείτε. Για αυτή τη συνταγή θα χρειαστείτε:
- Τορτίγιες — ένα φτηνό υλικό που δεν χαλάει γρήγορα, οπότε είναι εύκολο να υπάρχει συχνά στην αποθήκη τροφίμων.
- Φύλλα σπανάκι, πλυμένα και στεγνά — αν είναι πολύ μεγάλα, κόψτε τα σε 2 ή 3 κομμάτια.
- Τριμμένα τυριά — ένα μείγμα διάφορων κίτρινων τυριών που λιώνουν εύκολα είναι ιδανικό, αλλά ακόμα και γραβιέρα, ή έστω μοτσαρέλα, κάνει, αν και γενικά είναι αρκετά πιο άγευστη.
- Μανιτάρια ψημένα — ο πιο εύκολος τρόπος είναι λαδωμένα και αλατισμένα, στον φούρνο, στους 180 βαθμούς, για 20 λεπτά περίπου.
- Μπέικον ψημένο — στον φούρνο ή στο τηγάνι.
- Φρεσκοτριμμένο πιπέρι.
Σημείωση: Τα μανιτάρια και το μπέικον μαγειρεμένα αντέχουν στο ψυγείο αρκετές μέρες σε αεροστεγή δοχεία, και είναι υλικά που ανακυκλώνονται εύκολα σε άλλες συνταγές όπως ομελέτες, πίτσες, μακαρονάδες ακόμα και σαλάτες, οπότε ψήστε όλη την ποσότητα της συσκευασίας και φυλάξτε ό,τι δεν χρησιμοποιήσετε.
Σε ένα ξύλο κοπής απλώστε τα μανιτάρια και το μπέικον και περάστε τα με ένα μαχαίρι αρκετές φορές ώστε να έχετε μικρά κομμάτια. Βάλτε τα σε ένα μπολ και ανακατέψτε τα με τα φύλλα σπανάκι, το τυρί, και το πιπέρι.
Τοποθετήστε περίπου 2 γεμάτες κουταλιές της σούπας στη μισή τορτίγια και διπλώστε την υπόλοιπη μισή από πάνω ώστε να έχετε ένα μισοφέγγαρο. Πιέστε έτσι που η γέμιση να απλωθεί σε ίσο πάχος σε όλη την επιφάνεια, και αφήστε ένα μικρό κενό περιμετρικά στο άνοιγμα για να μη χυθεί στο τηγάνι όταν ζεσταθεί.
Σε ζεστό αλλά όχι καυτό αντικολλητικό τηγάνι, που να χωράει τη μισοφέγγαρη τορτίγια με άνεση, ψήστε για περίπου 5 λεπτά από κάθε μεριά (γυρίστε πλευρά με τη βοήθεια μιας σπάτουλας και των χεριών σας). Αποσύρετε σε ένα ξύλο κοπής και κόψτε τη στα 4.
* * *
Τέτοιες μέρες πριν ακριβώς σαράντα χρόνια (πριν από δυο γενιές, σαν να λέμε) έμενα σε ένα κατειλημμένο συγκρότημα κτιρίων στο Δυτικό Βερολίνο.
Τα χαρακτηριστικά του, κάπως ανάκατα: τάξη σε καθετί, αυστηρή μάλιστα (η απαρασάλευτη «τάξη της αναρχίας»)· κοινόχρηστη ρεφενέ κουζίνα· συνεταιριστικό επιπλοποιείο κύρους με πολύ καλά κέρδη· δυναμική κινηματογραφική λέσχη· πρωτοποριακή θεατρική σκηνή· συναυλιακός χώρος (δεν πήγα)· σεμινάρια (τέχνης, πολιτικής, ψυχανάλυσης κλπ. κλπ.)· απόλυτη ασφάλεια από τις «καθεστωτικές δυνάμεις» (στις δύο εισόδους του, που έδιναν στην κεντρική αυλή, κρέμονταν με περίπλοκα συστήματα αλυσίδων και τροχαλιών παγιδευμένα αυτοκίνητα, που μπορούσαν να επιπέσουν στα κεφάλια όποιων θα ’καναν την αποκοτιά να εισβάλουν — μεταξύ άλλων)· όχι ανεκτός βαθμός βρομιάς.
Κάθε μέρα περίμενα στην ουρά για να ψήσω καφέ, και ΚΑΘΕ μέρα είχα μπροστά μου εκείνον τον πανκ με το τεράστιο λοφίο και τις μακριές αλυσίδες που ήταν ζωσμένος. Είμαι 1,87, αλλά με πέρναγε ένα κεφάλι — χώρια η μοϊκάνα. Καλό παιδί, αλλά δεν ήταν να του πάρεις τη θέση, δεν το σκεφτόσουν. Πολλά, πάρα πολλά όμορφα κορίτσια που μοσχομύριζαν μαριχουάνα και διάβαζαν Ράιχ, Σαρτρ, τέτοια.
Γνώρισα κι έναν Χαριλιώτη, Αρειανάκι, και λέγαμε τα δικά μας, αρκούντως προβληματισμένοι γι’ αυτά που έμελλε να συμβούν.
* * *
Το βιβλίο της ημέρας
Καταρίνα Φόλκμερ, «Wonderfuck» (μετάφραση Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη, Εκδόσεις Στερέωμα)
Νά ένα βιβλίο προκλητικό και αιχμηρό, με καυστικό χιούμορ, που ξεχωρίζει και σας καλεί να του αφιερώσετε δύο ολόδικά σας απογεύματα. Θα χαμογελάτε διαρκώς — ή, θα χαμογελάτε σίγουρα όταν δεν θα είστε λυπημένοι. Το ότι είναι μικρό και διαβάζεται γρήγορα, από την άλλη, δεν σημαίνει ότι είναι επιφανειακό. Κάθε άλλο. Εξ ου και σας το συστήνουμε με μεγάλη σιγουριά. H Καταρίνα Φόλκμερ γεννήθηκε το 1987 στη Γερμανία και εγκαταστάθηκε σε ηλικία 19 ετών στο Λονδίνο όπου και εργάζεται σε ένα λογοτεχνικό πρακτορείο. Το πρώτο της βιβλίο «Jewish cock» (ελληνικός τίτλος «Στον γιατρό, ή: Το εβραϊκό πουλί», μετάφραση Δημήτρης Καρακίτσος, Εκδόσεις Ποταμός 2024) γνώρισε εξαιρετική επιτυχία σε ολόκληρο τον κόσμο.
- Νά τι μας έγραψε για το βιβλίο η μεταφράστριά του, και πολύ καλή μας φίλη, Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη — την ευχαριστούμε τρομερά για τον χρόνο της:
Πέρασαν μήνες πολλοί από τότε που παρέδωσα τη μετάφραση του «Wonderfuck» της Καταρίνα Φόλκμερ στις Εκδόσεις Στερέωμα. Αλλά ορισμένα πράγματα έχουν μείνει μέσα μου ριζωμένα με μεγάλη σιγουριά: ο ανατρεπτικός της τρόπος να αναφέρεται στα σώματα των ανθρώπων, να παντρεύει τη λαγνεία με την αποστροφή και την ανάγκη με την τιμωρία, λες κι είμαστε όλοι μεμονωμένες μπάλες του μπιλιάρδου από σάρκα και οστά που συγκρουόμαστε μεταξύ μας παρά τις οδηγίες του εγκεφάλου μας.
Μετά, το χιούμορ της Φόλκμερ, κοφτερό σαν ξυράφι, αυθάδικο, λυτρωτικό και απαλλαγμένο από καθωσπρεπισμούς — όπως σε όλα της τα έργα. Και τέλος, αυτή η αίσθηση των νιάτων που πασχίζουν να τα καταφέρουν να ταιριάξουν, να βρουν τον χώρο τους σ’ ένα τεράστιο χωνευτήρι σαν το Λονδίνο, περιτριγυρισμένα από άλλα σώματα που ψάχνονται εξίσου, ενώ κανένα τους ουσιαστικά δεν ξέρει τι κάνει και πώς να φερθεί.
Η υπόθεση έχει ως εξής: ο Τζίμι, ένας νεαρός Λονδρέζος με αδηφάγα μάνα και αδηφάγα όνειρα, προσπαθεί να ζήσει δουλεύοντας σ’ ένα τηλεφωνικό κέντρο παραπόνων για πελάτες ταξιδιωτικών πακέτων. Οι ιστορίες που ακούει την ώρα της δουλειάς του μπλέκονται με τη δική του επιτακτική ανάγκη να νιώσει ότι χωράει στο σώμα του και στα όνειρά του. Τριγύρω του, εξίσου στερημένα από πραγματική προσοχή κορμιά προσπαθούν να γίνουν αρεστά για μια φλούδα αγάπης.
Ακούγεται μελό, αλλά μόνο μελό δεν είναι: είναι ένα βάναυσο, ζωντανό, αμετανόητο μυθιστόρημα για το τι σημαίνει να είσαι Gen Z σε μια μεγαλούπολη, εγκλωβισμένος ανάμεσα στην εικόνα που θες να έχεις για τον εαυτό του και στην εικόνα που έχουν οι άλλοι για σένα — η οποία συχνά σε ξεγελά πως είναι και δική σου επιθυμία. Κι όλα αυτά ντυμένα πάντα μια αναπάντεχη, σπαραχτική τρυφερότητα διάστικτη με βιτριολικό χιούμορ που δεν χαρίζεται σε κανέναν, πόσο μάλλον στους αναγνώστες. Σαν ένα πλούσιο πιάτο κάρι με αβάσταχτα καυτό τσίλι.
- Διαβάστε ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από το βιβλίο:
Ο Τζίμι έκλεισε τα μάτια του. Όταν τα ξανάνοιξε, είδε μπροστά του το γυαλιστερό, μαύρο πληκτρολόγιο. Ήξερε ότι ο υπάλληλος καθαριότητας δεν το άγγιζε ποτέ, ότι κάτω από κάθε πλήκτρο πιθανόν να κούρνιαζε κι από μία πανδημία – είχε δουλέψει αρκετές βραδινές βάρδιες για να ξέρει την απροκάλυπτη απάτη του. Το προφανές κενό στη λαχτάρα του Σάιμον να έχει τον πλήρη έλεγχο. Το μόνο που έκανε ήταν να αδειάζει τα καλάθια των αχρήστων και να χρησιμοποιεί το ειδικό κλειδί για να πίνει δωρεάν ζεστή σοκολάτα από τον αυτόματο πωλητή. Όλοι οι άλλοι έπρεπε να πληρώνουν τον ιταλικό, και καλά, καφέ τους κάτι ακόμα που τους υπενθύμιζε ότι δεν βρίσκονταν σε κανονικό γραφείο, με δωρεάν τσάι και μπισκότα, αλλά σε κάποια εκδοχή του μέλλοντος που μόνο ως κόλαση θα μπορούσε να περιγραφεί, χωρίς όμως το υπερβολικό δράμα και χωρίς καθόλου βίτσια. Χωρίς όργια με παγωμένα δάκρυα και χωρίς αιωνιότητα, γιατί, σε αντίθεση με άλλους υπαλλήλους, ετούτοι εδώ δεν είχαν λάβει ποτέ την παρηγορητική επιβεβαίωση ότι τα βάσανά τους θα διαρκούσαν για πάντα. Αυτή είναι η ομορφιά των συμβάσεων μηδενικών ωρών: μπορείς να απολυθείς ανά πάσα στιγμή, ακόμα και κατά τη διάρκεια της βάρδιας σου. Σαν τον αδύνατο Γάλλο με το έντονο βλέμμα, που τον έστειλαν σπίτι του τις προάλλες γιατί τον έπιασαν να χαζεύει πορνό εν ώρα εργασίας.
- Νά και το οπισθόφυλλο:
Σ’ ένα τηλεφωνικό κέντρο του Λονδίνου, ο Τζίμι και οι συνάδελφοί του απαντούν στα παράπονα τουριστών απ’ όλο τον κόσμο – προβλήματα κρατήσεων, ακατάλληλα δωμάτια ξενοδοχείων, κρίσεις άγχους. Ωστόσο, αυτός ο ιδιόρρυθμος, σικελικής καταγωγής, νεαρός άντρας δεν είναι ακριβώς πρότυπο υπαλλήλου, με αποτέλεσμα ο προϊστάμενός του να τον επιπλήττει συνεχώς. Ο Τζίμι δεν αρκείται να απαντά στους δυσαρεστημένους πελάτες, αλλά εμπλέκεται ενεργά στις φαντασιώσεις και στις αγωνίες τους – για να μην αναφερθούμε στην παράξενη συμπεριφορά του απέναντι στους συναδέλφους του. Από την ψυχολογία των Ιταλίδων μητέρων έως το τέλειο χρώμα του κραγιόν για τα χείλη, από τον ρόλο των ηθοποιών στις κηδείες έως την τέχνη της ζωγραφικής γεννητικών οργάνων σ’ ένα σημειωματάριο, ποιος μπορεί να φανταστεί ότι είναι δυνατόν ο χώρος της δουλειάς να μας μάθει τόσα πράγματα; Με το «Wonderfuck» η Καταρίνα Φόλκμερ μάς μεταφέρει στα ενδότερα ενός εργασιακού μικρόκοσμου για να μιλήσει για τις πολλαπλές ταυτότητες, για τις καταστροφικές συνέπειες του μαζικού τουρισμού στο περιβάλλον, για τη μοναξιά της σύγχρονης μητρόπολης και τις ανεκπλήρωτες επιθυμίες των απομονωμένων, απογοητευμένων κατοίκων της. Ένα μυθιστόρημα διασκεδαστικό και ταυτόχρονα μελαγχολικό, έντονο όπως μια αισθησιακή φωνή στην άλλη άκρη της γραμμής…
Βρείτε το εδώ, ή στο βιβλιοπωλείο της γειτονιάς σας, ή όπου αλλού σάς αρέσει να προμηθεύεστε τα βιβλία σας.
* * *
Το Ημερολόγιο κυκλοφορεί τρεις φορές την εβδομάδα: κάθε Σάββατο, κάθε Κυριακή, και κάθε Τετάρτη. Θυμίζουμε: όποιος έχει μία πρωτότυπη και ωραία, απλή συνταγή, για την οποία υπερηφανεύεται, μπορεί αν θέλει να μας τη στείλει με μέιλ. Ή να κάνει μία ερώτηση στην ψυχολόγο μας. Επίσης μπορεί να μας στείλει μέιλ και για οποιοδήποτε άλλο θέμα. Σας ευχαριστούμε πολύ.