Πολεις

Οι τρεις κόρες του: Κάρι Κουν, Ελίζαμπεθ Όλσεν και Νατάσα Λιόν για Όσκαρ

Όψεις της πόλης, αναμνήσεις, πράγματα που συνέβησαν παλιά, και πράγματα που συμβαίνουν σήμερα γύρω μας

Κυριάκος Αθανασιάδης
8’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ημερολογιακές καταχωρίσεις για κάθε χρήση

Πόσο όμορφη ταινία είναι οι «Τρεις κόρες του» στο Netflix! Με ένα κεντημένο σενάριο, προσεγμένο ώς την παραμικρή του λεπτομέρεια, με μια ήσυχη, διακριτική κάμερα που όποτε πρέπει πλησιάζει τα αντικείμενά της δείχνοντάς τα ολότελα γυμνά μπροστά μας και σχεδόν παγώνοντας τον χρόνο επάνω τους, με μια οικιακή χορογραφία που σε παρασύρει, με τις φευγαλέες της ματιές στον έξω κόσμο σαν μικρά ιντερλούδια, και με τρεις ερμηνείες που θα μας κάνει πολύ μεγάλη εντύπωση αν δεν μπουν, πόσο μάλλον αν δεν συζητηθούν, για το Όσκαρ: δεν ξέρουμε ποια από τις τρεις παίζει καλύτερα, αλλά καθώς η μια συναγωνίζεται την άλλη, το αποτέλεσμα είναι απίστευτο.

Η Κάρι Κουν, η Ελίζαμπεθ Όλσεν και η Νατάσα Λιόν, οι τρεις κόρες, και αδελφές, του τίτλου, είναι στ’ αλήθεια εκπληκτικές. Και οι σκηνές, από τη μία, με τα ξεσπάσματά τους και, από την άλλη, με τις μεγάλες σιωπές και τα βλέμματα, παγωμένα, ζεστά, δακρυσμένα, άδεια, ή πλημμυρισμένα συναισθήματα, είναι αυτές που σου μένουν πρωτίστως από αυτό το οικογενειακό δράμα (αλλά και με στοιχεία κωμωδίας βέβαια — πώς αλλιώς) που είναι σχεδόν εξ ολοκλήρου γυρισμένο μέσα σε ένα διαμέρισμα. Λόγια, βλέμματα, συναισθήματα, κινήσεις, μικροί βηματισμοί. Φαίνεται απλό, δεν είναι καθόλου απλό — αλλά το αποτέλεσμα είναι έξοχο.

Το θέμα της ταινίας είναι η αποδοχή του θανάτου, της απώλειας: ο πατέρας των τριών κοριτσιών πεθαίνει από καρκίνο στο διπλανό δωμάτιο —ουσιαστικά, θα πεθάνει από στιγμή σε στιγμή, ή μέσα στις επόμενες μία-δύο ημέρες: είναι πια στο στάδιο της μορφίνης—, και οι τρεις κόρες του, αποξενωμένες ως επί το πλείστον με τα χρόνια, μαζεύονται στο σπίτι του (η μία έμενε ήδη μαζί του) για να τον αποχαιρετήσουν, να τον φροντίσουν, και να είναι εκεί, κοντά του, όταν θα φύγει. Όπως είναι λογικό, δεν θα αργήσουν να υπάρξουν εντάσεις και συγκρούσεις μεταξύ τους, καθώς έχουμε να κάνουμε με τρεις ολότελα διαφορετικούς χαρακτήρες, και με κάποια θέματα που δεν έχουν ποτέ λυθεί απολύτως μεταξύ τους, ή που δεν έχουν καν συζητηθεί.

Ο Αμερικανός Άζαζελ Τζέικομπς γράφει, σκηνοθετεί και αποσπά αυτές τις συγκλονιστικές ερμηνείες από τις τρεις πρωταγωνίστριές του, σε ένα απίστευτα κομψό, και πού και πού κλειστοφοβικό, τσεχοφικό δράμα, μία καλοκουρδισμένη ταινία που, ισορροπώντας ανάμεσα σε τραγωδία και κωμωδία, δεν παύει στιγμή να θυμίζει θεατρική παράσταση, αλλά μια θεατρική παράσταση μεταφερμένη μέσα στο δικό μας διαμέρισμα. Πολλοί από εμάς άλλωστε θα δούμε τον εαυτό μας σε κάποια από τις τρεις αδελφές (ή και σε όλες), πράγμα που είναι το ζητούμενο εδώ. Συνολικά, μια ταινία γεμάτη απλότητα, αποδοχή και αγάπη, μαστορικά φτιαγμένη. Να τη δείτε.

* * *

Αφού πρώτα πω πως όσους λένε διάφορα για τους Αμερικάνους γενικώς τούς θεωρώ κάπως χαζούς (δεν υπάρχει «αμερικανιά» που να μην αξίζει όσο μια γαλλική σχολή σκέψης· νισάφι λίγο με τα πασοκικά 80s), νά κάτι εντελώς αμερικάνικο —πιο αμερικάνικο από το BBQ, την εμμονή με τα όπλα, τον σοβινισμό και τη face yoga—, που θέλετε το κάνετε, δεν θέλετε δεν το κάνετε. Αλλά βέβαια πιάνει. Πάντα πιάνει, χωρίς εξαιρέσεις. Έχει αποτελέσματα. (Αλλά μόνο για όποιον νοιάζεται). Λοιπόν… #drumroll… είναι ένα Ημερολόγιο Ευγνωμοσύνης.

Είναι πολύ απλό, πολύ εύκολο, δεν σας τρώει χρόνο, και, ξαναλέμε, είναι αποτελεσματικό. Πώς δουλεύει; Ως εξής:

Ξυπνάτε· κάνετε τι είναι να κάνετε· και κάθεστε με τον καφέ να δείτε τα μηνύματά σας, το Facebook, το x Twitter, το TikTok, το Gram κλπ. Μπράβο, συγχαρητήρια. Λοιπόν, ΠΡΙΝ ξεκινήσετε αυτή την τόσο εποικοδομητική συνήθεια (που σας τρώει το εν τρίτον της ζωής σας, αλλά οκέι, δεν πειράζει, έτσι κι αλλιώς όλοι θα πεθάνουμε μια μέρα), ανοίξτε το ειδικό μπλοκάκι που έχετε πάρει με ένα ευρώ από το βιβλιοπωλείο της γειτονιάς, γυρίστε το στην πρώτη άδεια σελίδα, γράψτε από πάνω την ημερομηνία, υπογραμμίστε την, και από κάτω σημειώστε τρία πράγματα:

  1. Ένα.
  2. Δύο.
  3. Τρία.

Αυτό ήταν. Κλείνετε το μπλοκάκι, το βάζετε στην άκρη, και αρχίζετε την ημέρα σας.

Τι είναι αυτά τα τρία πράγματα που γράψατε; Δεν ξέρω. Είναι τα τρία δικά σας πράγματα για τα οποία νιώθετε ευγνωμοσύνη. Ο καφές που φτιάξατε, ίσως. Το ότι πέρασε εκείνος ο πονόδοντος που σας ταλαιπώρησε. Το σχέδιό σας να βγείτε το απόγευμα με φίλους. Η σειρά που βλέπετε στο Apple TV. Δεν έχει σημασία τι. Αρκεί να είναι (τουλάχιστον) τρία πράγματα. Κάθε μέρα. Κι ας επαναλαμβάνονται κάποια από αυτά για δύο, τρεις, ή περισσότερες μέρες. Δεν έχει σημασία. Σημασία έχει να κυνηγάμε τη μιζέρια σε κάθε γειτονιά.

Και να πάψουμε να κράζουμε το καθετί επειδή απλώς ανήκει σε άλλη κουλτούρα και όχι στη δικιά μας, την τεμπέλικη και ξερόλικη.

* * *

Ένας τσελεμεντές εν προόδω

Στη μαγειρική μας στήλη σήμερα, δεν έχουμε τίποτε περισσότερο ή τίποτε λιγότερο από τις παλιές, κλασικές, μοναδικές αυγόφετες. Ναι: τα French toast, αλά ελληνικά. Τη συνταγή μάς έστειλε ο φίλος Κωνσταντίνος Κοπανάς. Τον ευχαριστούμε πολύ, και θυμίζουμε πως πάντα περιμένουμε και τις δικές σας συνταγές. Στείλτε μας μέιλ!

Αυγόφετες που πετυχαίνουν πάντα

ΥΛΙΚΑ:

  • 1 ελαφρώς μπαγιάτικη φρατζόλα ψωμί, κομμένη σε φέτες
  • Σπορέλαιο (μπόλικο)
  • 1-1,5 ποτήρι γάλα φρέσκο
  • 3-4 αυγά
  • Ζάχαρη

ΕΚΤΕΛΕΣΗ:

  • Βάζουμε το γάλα σε ένα μπολ.
  • Χτυπάμε τα αυγά σε ένα βαθύ πιάτο.
  • Βουτάμε μία-μία τις μπαγιάτικες φέτες το ψωμί στο μπολ με το γάλα (όχι πολύ, δεν τις αφήνουμε να παπαριάσουν).
  • Τις περνάμε από το πιάτο με τα χτυπημένα αυγά και τις γυρίζουμε δυο-τρεις φορές εκεί μέσα, να καλυφθούν εξ ολοκλήρου.
  • Έχουμε ανοίξει στο μεταξύ το μάτι, και το λάδι έχει πάρει να καπνίζει.
  • Ανοίγουμε τον απορροφητήρα στο φουλ.
  • Παίρνουμε μία φέτα, τη σηκώνουμε λίγο να στραγγίξει το πολύ αυγό, και την αφήνουμε στο λάδι.
  • Το λάδι τσιτσιρίζει.
  • Επαναλαμβάνουμε και με ακόμα μία ή δύο φέτες, όσες χωράει το τηγάνι.
  • Με ένα πιρούνι, τις γυρίζουμε για να ροδίσουν καλά-καλά και από τις δύο μεριές, ξεκινώντας από εκείνη που βάλαμε πρώτη.
  • Μόλις ετοιμαστούν, τις βγάζουμε και τις αφήνουμε σε ένα πιάτο με λίγο χαρτί κουζίνας στρωμένο επάνω του, να ρουφήξει το πολύ λάδι.
  • Συνεχίζουμε με το υπόλοιπο ψωμί μας.
  • Κάθε φορά, προσθέτουμε και λιγάκι λάδι, γιατί δεν πρέπει να μένει λίγο στο τηγάνι.
  • Επίσης, εάν δούμε ότι χρειάζεται, προσθέτουμε και γάλα στο μπολ.
  • Όταν τελειώσει το ψωμί και τηγανιστούν όλες οι αυγόφετες, τις μεταφέρουμε, ζεστές-ζεστές όπως είναι ακόμα, σε ένα άλλο πιάτο, καθαρό, χωρίς χαρτιά κουζίνας.
  • Κλείνουμε τον απορροφητήρα.
  • Βάζουμε κάτι στην τηλεόραση να παίζει.
  • Φέρνουμε το βάζο με τη λευκή κρυσταλλική ζάχαρη, και ένα κουτάλι.
  • Παίρνουμε μία αυγόφετα και την πασπαλίζουμε με ζάχαρη.
  • Την τρώμε.
  • Επαναλαμβάνουμε μέχρις εξαντλήσεως των αποθεμάτων.

Σημείωση: Αντί για ζάχαρη, που δεν είναι και ό,τι καλύτερο για την υγεία και την προκοπή του ανθρώπου, κάποιοι προτιμούν μέλι, ή και μαρμελάδα. Κάποιοι άλλοι, πάλι, τις κάνουν «αλμυρές», συνοδεύοντάς τες με αλλαντικά, τυρί κλπ. Αλλά οι αυγόφετες τρώγονται πρωτίστως με ζάχαρη. Μετά βέβαια, δεν αισθάνεσαι καλά. Ιδίως αν τις έχεις φάει όλες.

* * *

Το βιβλίο της ημέρας

Νάιαλ Ουίλλιαμς, «Τέσσερα ερωτικά γράμματα» (μετάφραση Δέσποινα Κανελλοπούλου, Εκδόσεις Δώμα)

Όσοι εκτίμησαν το «Αυτό είναι ευτυχία», και είναι πολλοί, θα πρέπει να διαβάσουν και το μυθιστορηματικό ντεμπούτο του Niall Williams, τα «Τέσσερα ερωτικά γράμματα», για να απολαύσουν αυτόν τον χαρακτηριστικό τρόπο γραφής του, που κυλά σαν τον καιρό το φθινόπωρο, τη δεξιοτεχνική του αφήγηση, που σε κρατά μαγεμένο, την πανταχού παρούσα «ιρλανδικότητά» του. Ένα βιβλίο σχεδόν ποιητικό, βαθιά ερωτικό αν και με έναν λοξό τρόπο, που κάνει τον αναγνώστη να νιώθει ένα διαρκές —και όμορφο— μούδιασμα συνενοχής στην καρδιά καθώς γυρνά τις σελίδες του, τη μία μετά την άλλη. Χαρακτήρες ωραίοι και παράξενοι που ταυτίζεσαι εύκολα μαζί τους και τους συμπονάς. Όμορφη, καλοδουλεμένη μετάφραση, και μια, συνολικά, πολύ-πολύ όμορφη έκδοση από το εκλεκτικό και ξεχωριστό Δώμα.

  • Νά ένα απόσπασμα από το βιβλίο:

Οι στιγμές είχαν μια αίσθηση γνώριμη, το ίδιο καρδιοχτύπι που την έπιανε όποτε παραβίαζε τους κανόνες. Τούτη τη φορά, όμως, αυτό που αναζητούσε δεν ήταν η ελευθερία, κι όπως περπατούσε στους εμπορικούς δρόμους της παλιάς πόλης, χαμένη στη χρωματιστή πολυκοσμία της Μεγάλης Εβδομάδας, έμπαινε πια για τα καλά στη φυλακή της σχέσης, σφαλίζοντας τις πόρτες πίσω της. Ήταν ανάγκη να του μιλήσει. Τα μάγουλά της ανθοβολούσαν στο ευφορικό απογευματινό αεράκι και τα μάτια της άστραφταν κάτω απ’ τις λοξές γέφυρες της αναπάντεχης λιακάδας που φώτιζε τα κτήρια. Παντού η ατμόσφαιρα ήταν γιορτινή, και στα στενά δρομάκια κυλούσε αδιάκοπα ένα ποτάμι από γυναίκες και παιδιά, και μερικούς άντρες· όλοι ετοιμάζονταν για το Πάσχα. Η Ίζαμπελ πέρασε δυο φορές μπροστά απ’ το μαγαζί όπου δούλευε ο Πέντερ, δυο φορές προσπέρασε τη βιτρίνα του δίχως να ρίξει ούτε μια ματιά στο εσωτερικό, έξι βήματα κρατώντας την ανάσα της, ενώ από μέσα της ευχόταν να το φέρει έτσι η τύχη ώστε να σηκώσει εκείνος το βλέμμα του και να τη δει. Το φέρι είχε ήδη αναχωρήσει, χρήματα να μείνει σε ξενοδοχείο δεν είχε, κι η επίγνωση του ρίσκου που είχε πάρει στεκόταν σαν πελώριος κόμπος χαμηλά στο λαιμό της. Πέρασε άλλη μια φορά μπροστά απ’ το μαγαζί, αργά-αργά, κάθε της βήμα φορτισμένο με την προσμονή και τη λαχτάρα πως όπου νά ’ναι θ’ άκουγε πίσω της τη φωνή του να της λέει να σταθεί. Μα καμία φωνή δεν ακούστηκε.

  • Διαβάζουμε στο οπισθόφυλλο:

Στο Δουβλίνο, ο πατέρας του Νίκολας παρατάει τα πάντα προκειμένου ν’ αφοσιωθεί στη ζωγραφική. Σ’ ένα νησί της δυτικής Ιρλανδίας, η νεαρή Ίζαμπελ φεύγει για τη μεγάλη πόλη, κουβαλώντας μια βουβή ενοχή. Πατώντας στα χνάρια του μαγικού ρεαλισμού, ο Νάιαλ Ουίλλιαμς γράφει για την αμφιβολία και την πίστη, για το πάθος και την παραίτηση, για τη συντριβή και το απρόσμενο θαύμα, καθώς διηγείται την ιστορία δυο ζωών που οδεύουν ανεπίγνωστα μα ακαταμάχητα προς το πεπρωμένο τους.

  • Δυο λόγια για τον συγγραφέα:

Ο Niall Williams (1958) γεννήθηκε στο Δουβλίνο, όπου και σπούδασε γαλλική, αγγλική και αμερικανική φιλολογία. Το 1980 μετακόμισε στη Νέα Υόρκη, απ’ όπου επέστρεψε το 1985 αποφασίζοντας να ζήσει στην ιρλανδική ύπαιθρο, στο δυτικό Κλερ. Έχει γράψει μυθιστορήματα, θεατρικά έργα, σενάρια, και αυτοβιογραφικά βιβλία, μαζί με τη σύζυγό του, για τη ζωή στην εξοχή. Το μυθιστόρημά του «History of the Rain» ήταν υποψήφιο για το βραβείο Μπούκερ 2014. Τα «Τέσσερα ερωτικά γράμματα» έχουν μεταφραστεί σε περισσότερες από 10 γλώσσες. Από το ΔΩΜΑ κυκλοφορεί επίσης το βιβλίο του «Αυτό είναι ευτυχία» (2021).

Βρείτε το εδώ, ή στο βιβλιοπωλείο της γειτονιάς σας, ή όπου αλλού σάς αρέσει να προμηθεύεστε τα βιβλία σας.

* * *

Το Ημερολόγιο κυκλοφορεί τέσσερις φορές την εβδομάδα: κάθε Σάββατο και Κυριακή, και κάθε Τρίτη και Πέμπτη. Θυμίζουμε: όποιος έχει μία πρωτότυπη και ωραία, απλή συνταγή, για την οποία υπερηφανεύεται, μπορεί αν θέλει να μας τη στείλει με μέιλ. Επίσης μπορεί να μας στείλει μέιλ και για οποιοδήποτε άλλο θέμα. Σας ευχαριστούμε πολύ.