Πολεις

Το τέρας κάτω από το κρεβάτι

Όψεις της πόλης, αναμνήσεις, πράγματα που συνέβησαν παλιά, και πράγματα που συμβαίνουν σήμερα γύρω μας

Κυριάκος Αθανασιάδης
8’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ημερολογιακές καταχωρίσεις για κάθε χρήση

Ένα από τα κοινά θέματα των συζητήσεων που κρυφακούω στο σιντριβάνι είναι οι βρισιές. Αυτές τις συζητήσεις τις κάνουν συνήθως ζευγαράκια, νεαρά παιδιά που κάθονται εκεί για να τα βρουν. (Δεν τα βρίσκουν πάντα). Οπότε, ο ένας λέει στον άλλο πόσο τον πείραξε που τον έβρισε. Επαναλαμβάνει τα ίδια λόγια, με άνεση —εκτός συγκειμένου τέλος πάντων μια χυδαία βρισιά χάνει μεγάλο μέρος από τη βαρύτητά της—, και ο άλλος προσπαθεί να δικαιολογηθεί με μια ποικιλία από τρόπους: το αρνείται (σπάνιο, αλλά συμβαίνει: «Όχι, δεν άκουσες καλά», «Δεν εννοούσα εσένα» κλπ.), λέει πως είχε πιει ή ότι ήταν νευριασμένος, αποδίδει το περιστατικό στην κακιά στιγμή κ.ά., ή απλώς ζητά συντετριμμένος συγγνώμη, λέει πως προφανώς και δεν το εννοούσε, και υπόσχεται βέβαια πως δεν θα το ξανακάνει.

Το ίδιο γίνεται και με φίλους ή φίλες, που συζητούν για τον σύντροφο ενός εκ των παρόντων: «Μου είπε αυτό, το διανοείσαι;» Και οι φίλοι και οι φίλες κουνάνε το κεφάλι με κατανόηση και προσφέρουν αφιλοκερδώς τις συμβουλές τους.

Δεν έχω κάποια διαπίστωση να κάνω. Παλιά, οπωσδήποτε, τα πράγματα ήταν πολύ χειρότερα: όλη η κοινωνία ήταν σε φάση τραπ, και κανείς —ή μάλλον καμιά— δεν διαμαρτυρόταν. Στις μέρες μας —εννοώ την τελευταία εικοσαετία ή κάτι τέτοιο—, μάλλον τα κορίτσια άρχισαν να βρίζουν κι αυτά, και να μη δέχονται μόνο εκείνα βρισιές όπως παλιά. Πράγμα καλό, πράγμα θετικό.

* * *

Εχθές διάβασα αυτό από τη φίλη μου Σαπφώ Καρδιακού. Διαβάστε το και εσείς:

Ακριβώς ένα χρόνο πριν τούτες τις ώρες βρισκόμουν ναρκωμένη σε μία αίθουσα χειρουργείου, «κάτω από το νυστέρι». Ακολούθησαν κάποια από τα πιο επώδυνα και τρομακτικά εικοσιτετράωρα της μέχρι τώρα ζωής μου, διασκορπισμένα σε εύρος αρκετών μηνών. Οι επέτειοι δεν πρέπει να μνημονεύονται μόνο για την αξία της ανάμνησης, παρόλα αυτά, αλλά να χρησιμοποιούνται σε περισσότερο contextual αναφορές και παραλληλισμούς με ευρύτερα κοινωνικά συμβάντα: τη δική μου θα την αξιοποιήσω στην ενημέρωση σχετικά με την αναπαραγωγική υγεία των γυναικών, δεδομένης της κατάστασης σε οπισθοδρομικές χώρες όπως το Αφγανιστάν και οι ΗΠΑ.

Λόγω της μειονοτικής σημασίας που αποδίδεται ακόμα και σήμερα στο γυναικείο φύλο και την ύπαρξή μας στο πλαίσιο της πατριαρχίας, στη συλλογική συνείδηση η αναπαραγωγική υγεία εσφαλμένα σχετίζεται μόνο με την ικανότητα της γυναίκας να τεκνοποιεί. Δυστυχώς, περικλείει πολλά περισσότερα. Περικλείει την ικανότητά μας να υπάρχουμε και να ζούμε χωρίς εμπόδια και χωρίς πόνο, χωρίς κίνδυνο να τερματιστεί η ζωή μας από αιμορραγίες, φλεγμονές και δυσπλασίες. Η αναπαραγωγική υγεία των γυναικών δεν αποτελεί ένα κεφάλαιο της ζωής μας — είναι ολόκληρο βιβλίο. Σε κάθε σελίδα θα βρείτε γραμμένα δεκάδες αδιάγνωστα συμπτώματα, κακές διαγνώσεις, πλημμελή ιατρική έρευνα ως προς την προέλευση και θεραπεία, και πόνο, απομόνωση, χαμένες ευκαιρίες, χαμένες ζωές (κυριολεκτικά).

Κάθε θηλυκό δεν χαρακτηρίζεται και δεν πρέπει να χαρακτηρίζεται αποκλειστικά από την ικανότητα τεκνοποίησης. Κάποτε η ιατρική κοινότητα θα χρειαστεί να ασχοληθεί ουσιαστικά —με κονδύλια, με επισταμένη έρευνα— με τον άλλο μισό πληθυσμό τού πλανήτη και να προσφέρει αποτελεσματικές θεραπείες στην πληθώρα των παθήσεων που αποδίδονται σε αιτίες όπως «άγχος», «συμβαίνουν αυτά», «θα το παρακολουθούμε», «αν μείνεις έγκυος δεν θα έχεις τέτοια θέματα».

Βέβαια, τα παραπάνω προϋποθέτουν να θεωρηθούν οι γυναίκες άνθρωποι.

* * *

Τι μπορεί να κρύβεται κάτω από το κρεβάτι ενός μικρού παιδιού; Πιθανότατα ένα τέρας — σωστά; Γι’ αυτό και το παιδί δεν μπορεί να κοιμηθεί. Κανείς δεν μπορεί να κοιμηθεί όταν κάτω από το κρεβάτι του κρύβεται ένα τέρας! Όμως… Κι αν δεν κρύβεται, τελικά; Κι αν απλώς εκείνο το τέρας ξαπλώνει και προσπαθεί κι εκείνο να κοιμηθεί; Τι γίνεται τότε;

Μπορούν να γίνουν διάφορα πράγματα.

Ας πούμε, μπορεί να φοβάται και το ίδιο πως ένα τέρας κρύβεται κάτω και από το δικό του κρεβάτι. Κι αν το δικό μας τέρας έχει μικρά μάτια, μεγάλα αυτιά, μακριά μουσούδα και είναι τριχωτό σαν τσακάλι και πιτσιλωτό στην κοιλιά σαν γουρούνι, το δικό του τέρας μπορεί να είναι πουά, να έχει προβοσκίδα και αυτιά ελέφαντα, και δυο μικρά θαλασσί φτερά που να βγαίνουν από τους ώμους του. Πολύ τρομακτικό!

Αλλά μπορεί κι αυτό να φοβάται. Τι; Μα, φυσικά, το τέρας που κρύβεται κάτω από το δικό του κρεβάτι. Ένα τέρας όλο αγκάθια στο σώμα του, οχτώ μάτια, και με βεντούζες σε όλα του τα δάχτυλα. Ένα επίσης φοβισμένο τέρας, που είναι σίγουρο πως κάτω και από το δικό του κρεβάτι κρύβεται ένα μοχθηρό τέρας. Ένα ριγέ τέρας με πολλές κεραίες στο κεφάλι που έχουν από ένα μεγάλο στρογγυλό μάτι στην άκρη τους, με ροζ δόντια και με μεμβράνες στις μασχάλες των σαράντα μικροσκοπικών χεριών του. Που βέβαια φοβάται κι αυτό: το δικό του τέρας, κάτω από το δικό του κρεβάτι. Γι’ αυτό δεν μπορεί να κοιμηθεί.

Που όμως, ακόμα κι αυτό —ή ειδικά αυτό— δεν είναι παρά ένα τέρας ίδιο με μωρό αρκουδάκι, με πλακουτσωτή μύτη, στρογγυλά αυτιά, πλατιά ουρά, και δυο δόντια σαν του κάστορα, που του αρέσει να φτιάχνει μεγάλες τρύπες και να σκάβει κυκλικά λαγούμια στη γη. Ένα τέρας τρομαγμένο όσο δεν πάει, γιατί φοβάται πως, όχι πια κάτω, αλλά πάνω από το δικό του κρεβάτι κρύβεται, όχι ένα τέρας, αλλά ένα παιδί. Και όλοι ξέρουν πως τα παιδιά είναι τα πιο τρομακτικά πλάσματα στον κόσμο — σωστά;

Μπορεί —θα έλεγε ίσως κάποιος— να ήταν έξυπνη ιδέα να έβλεπαν το ένα το άλλο, και ίσως να ανέβαιναν όλα αυτά τα τέρατα στο κρεβάτι του παιδιού, ή σε οποιοδήποτε άλλο, και να κοιμόντουσαν όλα μαζί, φυσικά μετά από ένα πάρτι. Ίσως να έφερναν και τα κουκλάκια τους μαζί. Που, για κάποιον λόγο, θα ήταν όλα τους το ίδιο κουκλάκι.

Όλοι φοβόμαστε — ακόμη και τα «τρομακτικά» τέρατα φοβούνται. Αλλά καμιά φορά, αν μιλήσουμε για τους φόβους μας, και ακόμα καλύτερα αν τους αντικρίσουμε και τους αντιμετωπίσουμε, γινόμαστε πολύ γενναιότεροι. Καμιά φορά, αυτό που φοβόμαστε (κάτι κρυμμένο κάτω από το κρεβάτι μας, ή μέσα στην ντουλάπα) μας φοβάται κι εκείνο. Αν όμως τύχει και τα βρούμε μεταξύ μας, αυτός ο κοινός φόβος μπορεί να χαθεί, να λιώσει στον αέρα, να εξαφανιστεί — και να μπορέσουμε επιτέλους να κοιμηθούμε ήσυχοι.

* * *

Περιμένοντας τα μέιλ με τις δικές σας συνταγές, συγκεντρώσαμε εδώ όσες μάς στείλατε ήδη, για όσους τυχόν έχασαν κάποια και θα ήθελαν να τη δουν και, γιατί όχι, να τη φτιάξουν. Άλλωστε όλες τους είναι μία και μία. Να λοιπόν ο μικρός, εν εξελίξει, τσελεμεντές μας:

* * *

Το βιβλίο της ημέρας

Yaa Gyasi, «Υπερβατικό Βασίλειο» (μετάφραση Μαρία Φακίνου, Εκδόσεις Ίκαρος).

Νά μια υπέροχη αφήγηση για ένα πολύ-πολύ δύσκολο θέμα — ή μάλλον, για παραπάνω από ένα. Όσοι απήλαυσαν την «Επιστροφή στην πατρίδα», το ντεμπούτο της Για Τζάσι, και ήταν πολλοί, θα απολαύσουν και με το παραπάνω το «Υπερβατικό βασίλειο», και μάλλον θα τους αρέσει (πολύ) περισσότερο. Κι ας είναι, ξαναλέμε, ένα σκληρό αφήγημα αυτό. Συγκινητικό, δε, όσο δεν πάει. Αλλά έχει και τόσα να κερδίσει κανείς διαβάζοντάς το. Ωραία λογοτεχνία, συναισθηματική, που πατάει γερά με τα πόδια της στην πραγματικότητα, τα λυγίζει, και δίνει μια για να πεταχτεί προς τα πάνω, ψηλά. Η ιστορία μιας οικογένειας που μεταναστεύει από την Γκάνα στην Αλαμπάμα για να βρει μια καλύτερη τύχη, που αντιμετωπίζει χίλιες δυσκολίες, και φυσικά ρατσισμό, και που ξαφνικά θα βρεθεί μπροστά στο απόλυτο τέλμα, και στην καταστροφή. Η αφομοίωση, ο εθισμός, ο θάνατος, η κατάθλιψη, η πίστη, η θρησκεία, η ελπίδα, η επιστήμη — αυτοί είναι κάποιοι από τους άξονες γύρω από τους οποίους περιστρέφεται το δεύτερο, έξοχο μυθιστόρημα της συγγραφέως από την Γκάνα που έχει ξεκινήσει μία πολύ μεγάλη καριέρα. Ένα σπαρακτικό, όλο ειλικρίνεια βιβλίο.

Νά όμως τι μας είπε για το βιβλίο η μεταφράστρια της Τζάσι στα ελληνικά, η Μαρία Φακίνου — την ευχαριστούμε θερμά για τον χρόνο της:

Στο δεύτερο βιβλίο της, η Για Τζάσι εξερευνά το δίπολο επιστήμη-θρησκεία, τη σχέση μάνας-κόρης, τον ρατσισμό, την απουσία του πατέρα και, κυρίως, το τραύμα από έναν θάνατο στην οικογένεια. Ένας θάνατος που αναγκάζει την Γκίφτι να ενηλικιωθεί πρόωρα καθορίζοντας την επιλογή της να μελετήσει τα νευρωνικά κυκλώματα του εθισμού. Κυρίως, είναι η προσπάθειά της να κατανοήσει τον αδερφό που δεν πρόλαβε να ζήσει, την κατάπτωση της μητέρας, τις δικές της μετέπειτα σχέσεις με τους άντρες. Ομολογώ ότι ξαφνιάστηκα όταν άρχισα να το μεταφράζω. Δεν είχε καμία σχέση με το πρώτο της μυθιστόρημα. Η γραφή εδώ είναι πιο κοφτή, άμεση και σύγχρονη, απουσιάζουν οι γλαφυρές λέξεις και περιγραφές διότι το ίδιο το θέμα δεν τις σηκώνει. Είναι δύσκολο από μόνο του, δεν χρειαζόταν να το φορτώσει με έναν πιο περίτεχνο τρόπο αφήγησης, αποδεικνύοντας, έτσι, ότι, παρά την επιτυχία του πρώτου μυθιστορήματος, η Τζάσι δεν ακολουθεί κάποια μανιέρα, η έρευνα που έχει κάνει δένει καίρια με την αφήγηση, οι χαρακτήρες της είναι ολοκληρωμένοι, γήινοι και γνώριμοι. Το βασικότερο ότι, παρά τη θεματολογία του, στο τέλος μένει ένα είδος λύτρωσης και γλυκύτητας σε αυτή τη δύσκολη διαδρομή της Γκίφτι να κατανοήσει, να αποφορτίσει και να φωτίσει σχέσεις που διακόπηκαν αιφνίδια.

  • Νά και ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από το βιβλίο:

Δεν είμαι ψυχολόγος, ούτε ιστορικός ή κοινωνικός επιστήμονας. Μπορώ να εξετάσω τον εγκέφαλο ενός καταθλιπτικού ζώου, αλλά δεν έχω την τάση να σκέφτομαι ποιες συνθήκες, αν μη τι άλλο, οδήγησαν σε αυτή την κατάθλιψη. Όπως όλοι μας, παίζω έναν ρόλο, έχω μία μόνο ατάκα να τη μελετήσω και να την απαγγείλω, να την αποστηθίσω. Όταν ήμουν μικρή, κανείς ποτέ δεν έλεγε τις λέξεις «θεσμοθετημένος ρατσισμός». Μετά βίας λέγαμε τη λέξη «ρατσισμός». Δεν νομίζω ότι παρακολούθησα κάποιο μάθημα στο κολέγιο που να μιλούσε για τις φυσιολογικές συνέπειες του χρόνιου διαπροσωπικού ρατσισμού και εσωτερικευμένου ρατσισμού. Αυτά συνέβαιναν προτού δημοσιευτούν έρευνες που έδειχναν ότι οι μαύρες είχαν τετραπλάσιες πιθανότητες να πεθάνουν στη γέννα, προτού αρχίσουμε να μιλάμε περί επιγενετικής και για το αν ή όχι το τραύμα ήταν κληρονομήσιμο. Αν υπήρχαν δημοσιευμένες αυτές οι έρευνες, ποτέ δεν τις διάβασα. Αν υπήρχαν τέτοια μαθήματα, ποτέ δεν τα παρακολούθησα. Υπήρχε ελάχιστο ενδιαφέρον γι’ αυτές τις απόψεις τότε, επειδή υπήρχε, υπάρχει, ελάχιστο ενδιαφέρον για τις ζωές των μαύρων. Αυτό που λέω είναι ότι μεγάλωσα με μια γλώσσα που δεν μιλάει για το μίσος που ένιωθα για τον εαυτό μου, μεγάλωσα με έναν τρόπο που δεν εξηγεί, δεν εξετάζει αυτό το μίσος. Μεγάλωσα έχοντας μόνο τον ρόλο που μου αναλογούσε, το μικρό παλλόμενο φορτίο του μίσους για τον εαυτό μου που το κουβαλούσα μαζί μου στην εκκλησία, στο σχολείο, σε όλα αυτά τα μέρη στη ζωή μου που κατάφερναν, όπως μου φαινόταν τότε, να επιβεβαιώνουν την άποψη ότι ήμουν ανεπανόρθωτα, μοιραία, λάθος. Ήμουν ένα παιδί που του άρεσε να είναι σωστό.

  • Διαβάζουμε στο οπισθόφυλλο:

Η Γκίφτι σπουδάζει νευροεπιστήμες στην Ιατρική Σχολή του Στάνφορντ μελετώντας τα νευρωνικά κυκλώματα του εθισμού. Ο αδερφός της, ένας προικισμένος αθλητής λυκείου, πέθανε από υπερβολική δόση ηρωίνης μετά από έναν τραυματισμό που τον άφησε εθισμένο στα οπιοειδή. Η καταθλιπτική μητέρα της είναι πλέον κλινήρης. Η Γκίφτι είναι αποφασισμένη να αντιμετωπίσει μέσω της επιστήμης τον πόνο που βλέπει παντού γύρω της. Το πάθος της για την επούλωση των τραυμάτων της την οδηγεί στα άδυτα της επιστήμης, μα δεν την αποτρέπει να αποζητά την παιδική της πίστη στον Θεό. Ένα βαθύτατα συγκινητικό πορτρέτο μιας οικογένειας μεταναστών από την Γκάνα, που δίνει τη δική της μάχη με την κατάθλιψη και τον εθισμό.

Βρείτε το εδώ, ή στο βιβλιοπωλείο της γειτονιάς σας, ή όπου αλλού σάς αρέσει να προμηθεύεστε τα βιβλία σας.

* * *

Το Ημερολόγιο κυκλοφορεί τέσσερις φορές την εβδομάδα: κάθε Σάββατο και Κυριακή, και κάθε Τρίτη και Πέμπτη. Θυμίζουμε: όποιος έχει μία πρωτότυπη και ωραία, απλή συνταγή, για την οποία υπερηφανεύεται, μπορεί αν θέλει να μας τη στείλει με μέιλ. Επίσης μπορεί να μας στείλει μέιλ και για οποιοδήποτε άλλο θέμα. Σας ευχαριστούμε πολύ.