Πολεις

Τι σου ζητώ; Δώσ’ μου μόνο τον χρόνο σου

Όψεις της πόλης, αναμνήσεις, πράγματα που συνέβησαν παλιά, και πράγματα που συμβαίνουν σήμερα γύρω μας

Κυριάκος Αθανασιάδης
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ημερολογιακές καταχωρίσεις για κάθε χρήση

Ακολουθώ σταθερά δυο-τρεις σελίδες από αυτές που μαζεύουν χαζούς και αμόρφωτους, ένα κοπάδι, και τους έχουν εκεί μαντρωμένους για να τους χρησιμοποιήσουν σαν πολφό αντιδραστικών ηλιθίων όποτε τους χρειαστούν, σελίδες από αυτές με τις καλημέρες, τα γατάκια, τα σκυλάκια, τα δελφινάκια, τους αγίους, τις Παναγίες και τους άγιους Παΐσιους, τα αποτμήματα κάρας, τα πασούμια και τις μαγικές σαγιονάρες, από αυτές που στάζουν ομοφοβία, μίσος απέναντι στις γυναίκες, στους ξένους κλπ. κλπ., και κάποια στιγμή θα (ξανα)γράψω για δαύτες και για τον ύπουλο, πρόστυχο ρόλο που παίζουν: εδώ και καμιά δεκαριά χρόνια, είναι ο κύριος εκφραστής του αντιευρωπαϊσμού στην Ελλάδα, χωρίς αυτές κάτι Νίκες και κάτι Βελόπουλοι θα μέναν με την αλοιφή υπέρ της καράφλας στο χέρι. Απλά σήμερα κάτι άσχετο.

Είδα λοιπόν το εξής απίθανο σε μια απ’ αυτές τις υπερκιτσάτες χαβούζες ακροδεξιάς-φιλορωσικής προπαγάνδας:

Ναι, μα φυσικά — θα μας λείψει ο Χάνιμπαλ Λέκτερ. «Τον χρόνο σου και το ενδιαφέρον σου». Ο Χριστός και ο απόστολος, μιλάμε κανονικά για τον κόμη Δράκουλα δηλαδή. Ναι, πέρα από γαλαξιακά κακόγουστοι, οι τύποι που τρέχουν αυτές τις σελίδες είναι και ΤΟΣΟ ηλίθιοι.

* * *

Με ζήλια, διάβασα την ανάρτηση μίας πολύ καλής συγγραφέως που καμάρωνε (δικαίως) για το τρομερά επιτυχημένο βιβλίο της. Έλεγε λοιπόν πόσα βραβεία κέρδισε, σε ποιες βραχείες λίστες άλλων βραβείων συμπεριλήφθηκε, σε ποιες γλώσσες μεταφράστηκε, σε πόσα φεστιβάλ και λέσχες ανάγνωσης ήταν καλεσμένη, στις βιβλιοκριτικές που πήρε και τις συνεντεύξεις που έδωσε, στις συγκινητικές και όλο αγάπη συναντήσεις της με τους αναγνώστες.

Για ένα πράγμα μόνο δεν μίλησε: για τις πωλήσεις. Όχι με αριθμούς, ασφαλώς, αντιτύπων, ή έστω ανατυπώσεων. Απλώς δεν αναφέρθηκε καθόλου στις πωλήσεις, από συστολή. (Υποθέτω ότι θα είναι πολύ υψηλές). Παρά ταύτα, το βιβλίο —το βιβλίο εν γένει, εννοώ— μόνο μέσω των πωλήσεων μπορεί να επιβιώσει. Όλα τα άλλα, που βέβαια είναι πολύ όμορφα και, ξαναλέω, ζηλευτά, έπονται.

Ή, αλλιώς: το σημαντικότερο σε ένα βιβλίο, εκτός —προφανώς— από το κείμενο καθαυτό, είναι ο πελάτης του βιβλιοπωλείου που θα βάλει το χέρι στην τσέπη για να το αγοράσει. Και οι πολλές πωλήσεις, οι πολλοί πελάτες, οι πολλοί αναγνώστες, δεν είναι κάτι κακό. Βασικά, είναι πάντα το #1 ζητούμενο.

* * *

Αυτός ο λογαριασμός είναι τόσο αστείος και τόσο έξυπνος και τόσο ειρωνικός και σύγχρονος, που θα σας αποζημιώσει για όση ώρα φάτε στη σελίδα του. Εκπληκτικά σκετς κινουμένων σχεδίων. Ευχαριστίες στη Σαπφώ που μου τον έμαθε.

* * *

Χθες στο σιντριβάνι διαβάσαμε ένα πολύ-πολύ όμορφο, συγκινητικό και διδακτικό βιβλίο με τον σκυλάκο μου. Αλλά όχι διδακτικό με την κακή έννοια, ή έστω με μία από τις μπόλικες κακές έννοιες της λέξης. Διδακτικό με έναν τρόπο όμορφο και γλυκό. Ήταν το βιβλίο του David Litchfield, «Ο γείτονάς μου ο δεινόσαυρος» (με σκληρό καπάκι, 40 σελίδες 24 x 29,50 εκατοστά, μετάφραση Αργυρώ Πιπίνη, Εκδόσεις Μάρτης).

Οι κάθε λογής δεινόσαυροι —που έτσι κι αλλιώς έχουμε κάθε λόγο να τους αγαπάμε τρελά— είναι ωραίοι, και απαραίτητοι, και τους θέλουμε δίπλα μας: μαζί μας.

Λέει την ιστορία της μικρούλας Λιζ και του κυρίου Γουίλσον, που δουλεύει σε ένα αρτοζαχαροπλαστείο: φτιάχνει τούρτες. Η Λιζ όμως είναι απολύτως σίγουρη πως ο κύριος Γουίλσον στην πραγματικότητα είναι κάτι άλλο από αυτό που δείχνει: για την ακρίβεια, πάει στοίχημα πως ούτε λίγο ούτε πολύ είναι ένας δεινόσαυρος! Αλλά κανείς δεν την πιστεύει. Μέχρι που την πιστεύουν όλοι… Κι αυτό είναι πολύ-πολύ επικίνδυνο για τον κύριο Γουίλσον.

Το τέλος του βιβλίου είναι απίθανο, και δεν μπορεί παρά να σας συγκινήσει. Και να σας γεμίσει χαρά και αισιοδοξία. Γιατί οι κάθε λογής δεινόσαυροι —που έτσι κι αλλιώς έχουμε κάθε λόγο να τους αγαπάμε τρελά— είναι ωραίοι, και απαραίτητοι, και τους θέλουμε δίπλα μας: μαζί μας.

Μια πανέμορφη ιστορία, και μια χορταστική, πλουμιστή, εκφραστικότατη εικονογράφηση.

***

Στη στήλη μας με τις συνταγές, σήμερα έχουμε σούπα. Αλλά τι σούπα! Θερμές ευχαριστίες στην καλή μας φίλη Μαρίνα Λεωνιδοπούλου που μας την έστειλε. Διαβάστε την, και φτιάξτε την κι εσείς αν θέλετε. Στο μεταξύ, μην ξεχνάτε ότι περιμένουμε και τις δικές σας προτάσεις. Πάμε λοιπόν:

Ροβίτσα Ταϊλανδέζικη

Ανακάλυψα τη ροβίτσα πρόσφατα, όταν το αγαπημένο μου Κτήμα Αρότρια την πρόσθεσε στα είδη που παράγει, κοντά στα φανταστικά ρεβίθια, τις φακές και την κινόα του. Την αγόρασα προφανώς, αλλά τι να την κάνω;… Με τη λογική τού τι είχα τι έχασα, αφού ψάχτηκα λίγο στο διαδίκτυο, αφού έμαθα πως το φασόλι αυτό λέγεται mung bean στα αγγλικά, αποφάσισα να κάνω την Ελληνίδα ροβίτσα πρωταγωνίστρια σε ασιατικού τύπου σούπα. Μια σούπα πλούσια, χορταστική, θρεπτική (αυτά τα λένε οι διατροφολόγοι, όχι εγώ), μια σούπα comfort food για το πρώτο κρυουλάκι της χρονιάς και, κυρίως, μια σούπα πανεύκολη της μιας κατσαρόλας.

ΥΛΙΚΑ (σούπα για 3-4 άτομα, εξαρτάται πόσο τρώει ο καθένας):

  • 1 κούπα του καφέ ροβίτσα
  • 2 μεσαίες πατάτες
  • 1 μεγάλο κρεμμύδι, ή 2 μικρότερα
  • 2 σκελίδες σκόρδο
  • 2 μεγαλούτσικα καρότα
  • 1 κλωνάρι σέλερι
  • 1 κουταλάκι της σούπας κάρι
  • 1 κουταλάκι του γλυκού κουρκουμά
  • Μια πρέζα μπούκοβο (αν θες να τρέξουν τα μάτια σου και να καεί το μέσα σου, περισσότερο)
  • Αλάτι, πιπέρι
  • 2 δαφνόφυλλα
  • Ζωμός λαχανικών (εγώ χρησιμοποιώ αυτά τα ζελεδάκια), 5-6 κούπες (αν μειωθεί πολύ το ζουμί, προσθέτεις καυτό νερό, αλλά θυμάσαι πως στο τέλος θα μπει και μια καλή κούπα γάλα καρύδας)
  • 1 κονσέρβα γάλα καρύδας
  • 1 μοσχολέμονο (lime)

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ:

  • Κόβεις τα λαχανικά σε κυβάκια για σούπα.
  • Μαλακώνεις το κρεμμύδι σε λίγο ελαιόλαδο μαζί με το σκόρδο, προσθέτεις τα υπόλοιπα λαχανικά, τον κουρκουμά, το κάρι, το καυτερό, τα γυρίζεις μια-δυο φορές και ρίχνεις τον ζωμό και τα δαφνόφυλλα.
  • Αλατοπιπερώνεις, καπακώνεις και τα αφήνεις να βράσουν μέχρι να μαλακώσουν τα λαχανικά (το τελευταίο που μαλακώνει είναι το καρότο), περίπου 40-45 λεπτά.
  • Σβήνεις το μάτι και προσθέτεις το γάλα καρύδας.
  • Στύβεις απευθείας στη σούπα ½ lime (ή όσο τραβάει η όρεξή σου).
  • Τρως.

(Να προσθέσουμε εδώ εμείς ότι στο απίθανο Greb Comics, οι φίλοι της σούπας θα βρεθούν με τη μία στον Παράδεισο).

* * *

«Το Άγιο Πνεύμα αναφερόταν μερικές φορές ως το ξεχασμένο πρόσωπο της Αγίας Τριάδας. Εγώ όχι μόνο δεν το ξέχασα ποτέ, αλλά ήταν μακράν το αγαπημένο από τα τρία θεία πρόσωπα. Όταν ήμουν δέκα χρόνων και φοιτούσα σε ένα σχολείο το οποίο διηύθυνε ένα διαφορετικό τάγμα μοναχών από αυτά που ανέφερα προηγουμένως, δάσκαλός μου ήταν ένας νεαρός λαϊκός, ερωτευμένος με την Παρθένο Μαρία. Ισχυριζόταν ότι δεν τον διακατείχε κάτι παραπάνω από ιδιαίτερη αφοσίωση προς την Αειπάρθενο, όπως κυρίως την αποκαλούσε, αλλά εγώ, που διαρκώς ερωτευόμουν μορφές τις οποίες γνώριζα μόνο από εικονογραφήσεις στις εφημερίδες ή στα περιοδικά ή από κείμενα μυθοπλασίας, στιγμή δεν αμφέβαλα ότι ο δάσκαλός μου ήταν στ’ αλήθεια ερωτευμένος. Περισσότερα από τριάντα χρόνια μετά, ενώ διάβαζα κάποιο απόσπασμα από ένα μυθιστόρημα του Μαρσέλ Προυστ για τα αλλόκοτα φερσίματα του ενός ή του άλλου ερωτευμένου χαρακτήρα, θυμήθηκα ότι ο δάσκαλός μου πριν από πολύ καιρό χρησιμοποιούσε την παραμικρή αφορμή για να φέρει το όνομα της αγαπημένης του στις συζητήσεις της τάξης. Διαισθανόμουν ότι οι συμμαθητές μου ένιωθαν αμηχανία για την ιδιαίτερη αφοσίωση του δασκάλου μας, όπως την αποκαλούσε ο ίδιος, αλλά ένιωσα ένα είδος συμπόνιας για κείνον. Εγώ δεν ήμουν ερωτευμένος με τη Μαρία, αλλά ένιωθα σαν να έπρεπε να ήμουν. Φυσικά, το όνομα Μαρία σε αυτό το πλαίσιο δηλώνει μια νοητική εικόνα. Το πρόβλημά μου ήταν ότι δεν είχα δει ποτέ σε κάποια εικόνα ή άγαλμα της Μαρίας ένα πρόσωπο που να μπορούσα να ερωτευτώ. Πάνω από δέκα χρόνια αργότερα, είδα πολύ αργά ένα τέτοιο ακριβώς πρόσωπο που θα με είχε κερδίσει νωρίτερα. Δεν έχω ξεχάσει ότι αυτή η παράγραφος ξεκίνησε ως μια περιγραφή της συμπάθειάς μου για το Άγιο Πνεύμα». Τζέραλντ Μαρνέιν, «Μεθόριος» (μετάφραση Αλέξης Καλοφωλιάς, Εκδόσεις Καστανιώτη).

Στην ιστορική πλέον σειρά Συγγραφείς απ’ Όλο τον Κόσμο, τη μόνη στην Ελλάδα με σκληρά εξώφυλλα και κουβερτούρα — βιβλία για το κέντρο της βιβλιοθήκης, που όμως είναι ταυτόχρονα τόσο ελαφριά στο χέρι και ευχάριστα, φιλικότατα, στο διάβασμα.

Διαβάζουμε στο οπισθόφυλλο της «Μεθορίου»:

Ένας άνθρωπος, ο αφηγητής του βιβλίου, μετακομίζει από κάποια πρωτεύουσα σε μια απομακρυσμένη πόλη κοντά στα σύνορα, όπου σκοπεύει να περάσει τα τελευταία χρόνια του βίου του. Έχει φτάσει η ώρα, πιστεύει, να αναστοχαστεί πάνω στα λάφυρα μιας ζωής θέασης και παρατήρησης. Ποιες εικόνες, ποια άτομα, ποια κείμενα, ποιοι φανταστικοί χαρακτήρες, ποιες αναπαραστάσεις και ποιοι στίχοι θα επιβιώσουν στο λυκόφως; Μια μαυρομάλλα γυναίκα με μελαγχολική έκφραση; Ένα προγονικό σπίτι στην ύπαιθρο; Τα ποικίλα χρώματα σε ημιδιαφανή τζάμια; Νιώθοντας μια όλο και πιο επιτακτική ανάγκη να χαρτογραφήσει το ίδιο του το μυαλό, ο άντρας αρχίζει να ταξινομεί έναν εσωτερικό θησαυρό, χωρίς ωστόσο να γνωρίζει πού θα τον οδηγήσει αυτή η ιδιότυπη διαδικασία. Η Μεθόριος συνιστά έναν υπνωτιστικό, λεπτομερή, ακριβή και αυτοκριτικό «απολογισμό» στη μεγάλη πορεία ενός μανιώδους αναγνώστη και διστακτικού εραστή, ενός μύστη της «νοητικής εικονογραφίας» και αφοσιωμένου πιστού – όχι όμως πιστού στις κοινοτοπίες της θρησκείας, αλλά μάλλον στις διεργασίες της μνήμης και της σεσημασμένης συντρόφου της, της λογοτεχνίας. Αυτό είναι πιθανώς το ύστατο έργο μυθοπλασίας του Αυστραλού συγγραφέα, ένα κόσμημα αντίληψης, εκτέλεσης και αισθητικής.

* * *

Στα πλαίσια της Παγκόσμιας Εβδομάδας Παιδείας στα Μέσα (Media Literacy Week 2024) της UNESCO, η ομάδα Readersnext.org υπό την αιγίδα της Ένωσης Ελλήνων Βιβλιοθηκονόμων και Επιστημόνων Πληροφόρησης διοργανώνει μια διαδικτυακή συζήτηση στις 31 Οκτωβρίου, στις 11:00, για τις ψηφιακές τεχνολογίες και την επίδρασή τους στην ανάγνωση και την ενημέρωση. Νά κάποιες από τις ερωτήσεις που θα τεθούν:

  • Πώς η ψηφιακή τεχνολογία έχει αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο διαβάζουμε;
  • Πώς τα ψηφιακά μέσα επηρεάζουν την ενημέρωση;
  • Πώς η παιδεία στα μέσα (media literacy) μας εξασφαλίζει ορθή πληροφόρηση;
  • Διαφέρει η πληροφόρησή μας όταν διαβάζουμε από μια οθόνη ή ένα έντυπο;
  • Πώς μαθαίνουμε καλύτερα, από ψηφιακά ή παραδοσιακά μέσα;
  • Πώς διαφοροποιούνται οι νεαροί ψηφιακοί αναγνώστες από προηγούμενες γενιές;

Στο online event παίρνουν μέρος και συζητούν πολύ σοβαροί άνθρωποι, αυτό που λέμε «ειδικοί». Θα το παρακολουθήσουμε.

* * *

Το Ημερολόγιο κυκλοφορεί τέσσερις φορές την εβδομάδα: κάθε Σάββατο και Κυριακή, και κάθε Τρίτη και Πέμπτη. Θυμίζουμε: όποιος έχει μία πρωτότυπη και ωραία, απλή συνταγή, για την οποία υπερηφανεύεται, μπορεί αν θέλει να μας τη στείλει με μέιλ. Επίσης μπορεί να μας στείλει μέιλ και για οποιοδήποτε άλλο θέμα.