- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Στο σιντριβάνι: Χειροκροτώντας με το ένα χέρι
Δεν μπορείς να το σκεφτείς, δεν μπορείς να το περιγράψεις, δεν μπορείς να το διδάξεις, δεν μπορείς να το ακούσεις — αλλά μπορείς να το βιώσεις
Σκέψεις και λογισμοί σε μια βόλτα με τον σκύλο μου
Κάθε βραδάκι κατά τις οχτώ πηγαίνω με τον σκυλάκο μου και καθόμαστε σε ένα σιντριβάνι που έχουμε εδώ στη γειτονιά, για μισή ώρα με σαράντα λεπτά τη φορά. Ο Αρσέν δεν περπατάει πολύ πια —τον Νοέμβριο κλείνει τα δέκα και ζορίζεται αρκετά—, και του αρέσει να καθόμαστε οι δυο μας και να χαζεύει τον κόσμο που περνάει, τα άλλα σκυλιά που τρέχουν πίσω από μυρωδιές τραβώντας το λουρί τους, τα αμάξια στον δρόμο ήπιας κυκλοφορίας που τσουλάνε αργά μπροστά από το σιντριβάνι κλπ. Είναι κάτι που φαίνεται να τον ευχαριστεί. Μάλιστα, αν τύχει και κάνω πως σηκώνομαι πριν περάσει γεμάτη μισή ώρα, θυμώνει και δεν το κουνάει μέχρι να ξανακαθίσω. Εγώ πάλι, αφού στείλω ένα ή δύο μηνύματα, είτε χαζεύω στο κινητό (είναι κάτι YouTubers που ακολουθώ δυο-τρία χρόνια τώρα) είτε διαβάζω το βιβλίο μου. Είναι ωραία και για μένα, το ομολογώ.
Εκεί, ανάμεσα στο χαζολόγημα και στο διάβασμα (που από μια αναγνωστική ηλικία και μετά γίνεται κι αυτό χαζολόγημα, μην κοροϊδευόμαστε) έχουμε την ευκαιρία να παρακολουθούμε τον κόσμο που κάθεται δίπλα μας στο πεζούλι, ή που στέκεται και μιλάει στο κινητό —μ’ αυτό τον όμοιο τρόπο που έχουν όλοι οι άνθρωποι όταν μιλούν στον δρόμο στο τηλέφωνο: με δυνατή φωνή και πηγαίνοντας πάνω-κάτω χωρίς να καταλαβαίνουν ότι μιλάνε δυνατά και ότι πηγαίνουν πάνω-κάτω—, ή που περιφέρεται εκεί περιμένοντας κάποιον ή κάτι. Είναι μια ευκαιρία για κοινωνιολογικού τύπου παρατηρήσεις, που λένε, τέτοιες δηλαδή που θα ήταν καλό να κάνω μιας και η δουλειά μου είναι σχετική. Αλλά δεν το κάνω πάντα. Βασικά, δεν το κάνω σχεδόν ποτέ, ή μόνο παρεμπιπτόντως. Και όχι επειδή με απορροφά το βιβλίο μου. Όποτε, πολύ σπάνια, πέφτω πάνω σε κάτι όντως τού γούστου μου, θαμπώνομαι και το κλείνω, για να νιώσω την επίγευσή του. (Ή κάτι τέτοιο, αλλά μού άρεσε όπως κατά τύχη το έθεσα μόλις. Πάντως, επίγευση-ξεεπίγευση, το κλείνω πράγματι όταν μού αρέσει πολύ, και το φυλάω για το κρεβάτι· όπου ίσως ξεχαστεί μαζί με άλλα παρόμοια που φυλάω για το κρεβάτι. Πάντα έχει προτεραιότητα το διάβασμα για τη δουλειά).
Αυτό που κάνω συνήθως λοιπόν είναι να μην κάνω τίποτε. Δεν εννοώ πως ξεκουράζομαι ή ότι κάθομαι και απολαμβάνω απλώς αυτά τα τριάντα με σαράντα λεπτά, που είναι χωρίς υποχρεώσεις, χωρίς δουλειά, χωρίς τίποτε, τριάντα με σαράντα λεπτά μόνο με τον σκύλο μου να ακουμπάει πάνω μου ξαπλωμένος στο πεζούλι και με το σιντριβάνι να γουργουρίζει πίσω μας. Δεν είμαι σίγουρος πως μπορώ να το περιγράψω, γιατί είναι μια τέχνη που δεν ασκώ πολύ καιρό, και δεν την έχω κατανοήσει επαρκώς. Είμαι καινούργιος σ’ αυτό. Είναι κάπως —ίσως— σαν το περίφημο χειροκρότημα με το ένα χέρι: δεν μπορείς να το σκεφτείς, δεν μπορείς να το περιγράψεις, δεν μπορείς να το διδάξεις, δεν μπορείς να το ακούσεις — αλλά μπορείς να το βιώσεις. Μαθαίνω σιγά-σιγά να μην κάνω απολύτως τίποτε. Κι αυτό είναι πιθανότατα το περισσότερο που έχω μάθει στη ζωή μου. Δεν είμαι καλός ακόμη σ’ αυτή την τέχνη (ή σε οποιαδήποτε άλλη). Αλλά κάθε βράδυ, κατά τις οχτώ με εννιά παρά, μαθαίνω.