Πολεις

Κυριακή 11 Αυγούστου 2024: Ημερολόγιο

Όψεις της πόλης, αναμνήσεις, πράγματα που συνέβησαν παλιά, και πράγματα που συμβαίνουν σήμερα γύρω μας

Κυριάκος Αθανασιάδης
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Αυγουστιάτικες ημερολογιακές καταχωρίσεις για κάθε χρήση

Δεν μπορώ να προσανατολιστώ. Καθόλου. Δεν μπορώ να διαβάσω χάρτες. Δεν θα μπορούσα, έτσι, να δουλέψω συνοδηγός σε ράλι. (Ούτε οδηγός σε ράλι, γιατί δεν ξέρω να οδηγώ· και δεν μου αρέσει και η ταχύτητα: φοβάμαι). Δεν μπορώ να αποκτήσω καμία εξοικείωση με το περιβάλλον — και εννοώ ακόμη και το πιο οικείο, αυτό της γειτονιάς μου. Έχω το κουσούρι αυτό από πάντα, δεν το έπαθα τώρα, και δεν είμαι ο μόνος που το έχει: ένας δαιμόνιος φίλος ονομάζει το φαινόμενο «τοπογραφική αμβλύνοια» — ένας έξοχος όρος, σκέτο πανηγύρι. Δεν θυμάμαι το όνομα σχεδόν καμιάς οδού, και δεν υπάρχει καμία περίπτωση να κατευθύνω κάποιον σωστά, ακόμη και αν θέλει να φτάσει στο σπίτι μου από εκατό αστικά μέτρα μακριά. Μάλιστα, δεν έχω προσποιηθεί τον ξένο μόνο μια και δυο φορές όταν άνθρωποι μου ζήτησαν οδηγίες για να πάνε κάπου κοντά στη γειτονιά μου: «Den eimai apo do, sorry». Άλλες φορές όμως, έχω δώσει, αντιθέτως, οδηγίες, απλώς και μόνο από αμηχανία («Ναι, πηγαίνετε ίσια, και στο δεύτερο στενό στρίψτε δεξιά»: καλά πήγε αυτό), ξέροντας βέβαια πολύ καλά πως λέω άλλ’ αντ’ άλλων. Γενικά οι άνθρωποι τείνουν να ριψοκινδυνεύουν στη ζωή τους: άλλοι μπαίνουν στο αμάξι ενός σίριαλ-κίλερ κάνοντας οτοστόπ, άλλοι ρωτούν πώς να φτάσουν στο ξενοδοχείο τους ρωτώντας έναν τύπο που εμ δεν θέλει να του μιλάει κανείς, εμ πάσχει από τοπογραφική αμβλύνοια. Ήθελές τα, έπαθές τα. Sorry.

* * *

Δεν αντέχουν τα μυαλά μας —πονάνε πόνο μεγάλο— την γκρίνια για το υποτιθέμενο Staycation ανθρώπων που δεν μπορούν να κάτσουν στην έδρα τους πάνω από μία ώρα μαξ, ενώ επίσης ταξιδεύουν στα εξωτερικά κάθε δεύτερο μήνα, τρωγοπίνοντας τζάμπα στα lounge της Turkish και της Aegean γιατί έχουν γράψει ένα έτος φωτός μίλια — λυπηθείτε μας. Άπαντες σοσιαλμιντιακοί αριστεροί, απροπό. Οι περισσότεροι βέβαια τέτοιοι αριστεροί είναι πολύ πιο δεξιοί από μένα. Μακράν όμως. Και όλοι έντονα πλουσιότεροι. (Όχι ότι είναι δύσκολο αυτό το τελευταίο· αλλά ας σημειωθεί). Από την κρίση και δώθε, που μας άργαζε το μαλλί ενώ παραδίπλα ανθούσαν και μεγεθύνονταν και εξαπλώνονταν τα ΜΚΔ, η αριστεροσύνη είναι αποκλειστικά και μόνο χόμπι: μια αγορασμένη «ταυτότητα». (Εξαιρώ το ΚΚΕ, που ζει στον ρωσικό κόσμο του).

* * *

Πολύ καλά τα ακουστικά βιβλία, δεν αντιλέγω, αρκεί τα πέντ’-έξι από τα δέκα να τα αφηγούνται μηχανικές, ΑΙ φωνές —μια χαρά τις βρίσκω—, και όχι αυτοί που τα λένε τώρα, διαρκώς ακκιζόμενοι, με μόνιμο στόμφο εκεί όπου απαιτείται απουσία οιουδήποτε στόμφου, παρατονίζοντας, ακολουθώντας ένα αναγνωστικό μοτίβο δικής τους επινοήσεως, και συχνά χωρίς να καταλαβαίνουν γρυ απ’ αυτά που λέει ο ποιητής. Μα, πώς είναι δυνατόν; Σχεδόν πονάει το στομάχι σου προσπαθώντας να ακούσεις το αναθεματισμένο το βιβλίο. Κάλλιο ο HAL, μά τον Θεό. (Σώζουν την κατάσταση οι υπόλοιποι τέσσερις-πέντε αφηγητές, αλλά τι να το κάνεις. Τα audiobooks είναι σπουδαία υπόθεση: τα χρειαζόμαστε. Και τα θέλουμε να είναι όσο το δυνατόν καλύτερα). ΥΓ. Το χειρότερο audiobook βέβαια το αφηγείται ο Άντι Σέρκις, αν μπορεί να το πιστέψει κανείς. Και είναι, φευ, ο «Άρχοντας των Δαχτυλιδιών», μια επετειακή έκδοση. Ο άνθρωπος του Θεού διαβάζει το βιβλίο με το φρύδι μονίμως σηκωμένο και μιμούμενος όλες τις φωνές, σε σημείο που θες να γίνεις Ουρούκ-Χάι και να πας να τον βρεις να του εξηγήσεις μερικά πράγματα. Τραγωδία. Βοήθεια, χριστιανοί!

* * *

Μιας και είπαμε για Τεχνητή Νοημοσύνη: δεν πιστεύω πως τα ΑΙ προγράμματα που παράγουν εικόνες δεν ξέρουν τάχα πώς είναι τα ανθρώπινα χέρια, και ως εκ τούτου μάς παρουσιάζουν αυτά τα εκτρώματα με τα οχτώ και τα δώδεκα δάχτυλα, που αν ήταν αληθινά θα έδιναν δουλειά σε άλλους τόσους μανικιουρίστες όπου γης. Μάλιστα, κόβω τα δικά μου παραπανήσια δάχτυλα αν το κάνουν αυτό και οι επί πληρωμή εκδόσεις: αποκλείεται να το κάνουν. Θα πεις, «Μα εσύ δεν ξέρεις απ’ αυτά. Δεν έχεις ιδέα. Ιδέα!» Ναι, σαφώς. Και ούτε θέλω να έχω. Αλλά αυτό δα το ξέρω. Σιγά μην είναι τόσο δύσκολη πια η σχετική ρύθμιση, ή η εκμάθηση του αριθμού των δαχτύλων ενός ανθρώπου από ένα πρόγραμμα που ξέρει όσα όλος ο πληθυσμός του πλανήτη μαζί, επί χίλια. Τότε λοιπόν γιατί το κάνουν; Για να πουλήσουν τις πιο «εξελιγμένες» εκδόσεις, πρώτον. Αυτές που ξέρουν να μετράνε με τα δάχτυλα. Και, δεύτερον, το κάνουν για να μας δείξουν ότι, οκέι μωρέ, είναι μηχανές, προγραμματάκια, θα κάνουνε και κανένα λαθάκι. Γρηγορείτε!

* * *

Όπως η αριστερά βαφτίζει «φασιστικό» οτιδήποτε δεν της κάθεται καλά, κάνοντας έτσι το μεγαλύτερο δώρο στον φασισμό —που αγαπά το ξέπλυμα περισσότερο και από την εγγενή βρομιά του—, έτσι και η ακροδεξιά βαφτίζει «woke» οτιδήποτε δεν της κάθεται αυτηνής καλά. Μά δικαιώματα; «Woke!» Μά αυτά έχουν λυθεί από προ Χριστού, ρε φίλε; «Woke!» Μά το’να και μά τ’ άλλο; «Woooke!» Ρε τι έχουμε πάθει… Αλλά τι να κάνουμε; Θα περάσει κι αυτό. Όλα περνούν.

* * *

Αν αγαπάτε το «Άλιεν» του Ρίντλεϊ Σκοτ (1979), τη μία από τις τρεις καλύτερες ταινίες επιστημονικής φαντασίας που γυρίστηκαν ποτέ (οι άλλες δύο είναι η «Απειλή» του Κάρπεντερ και το «Blade Runner» πάλι του Σκοτ), μη χάσετε με τίποτα το «Memory: Η Προέλευση του Alien», του Αλεξάντρ Ο. Φιλίπ (2019) στο Cinobo. Έξοχο, έξοχο, ένας ύμνος στη δημιουργικότητα, από ανθρώπους που ξέρουν τι λένε (για την επιστημονική φαντασία και τον τρόμο), ξέρουν τι προηγήθηκε (ο Λάβκραφτ, και όχι μόνο) και ξέρουν τι κληρονομιά άφησε αυτό το έργο πίσω του — ή μάλλον: μπροστά του. Κάποιες στιγμές, θα σας έρθουν δάκρυα στα μάτια. Και θα σας κάψουν τα μάγουλα σαν οξύ.

* * *

Αν πάλι σάς αρέσει η λαογραφία, αυτό το σκοτεινό μπαούλο με τα παραμύθια, αν σας αρέσει η λογοτεχνία που δεν μασάει, και η γυναικεία φωνή που επίσης δεν μασάει, και η φεμινιστική πεζογραφία, και η αφηνιασμένη δύναμη της γλώσσας, η Ιρένε Σολά (τη μάθαμε από το πρώτο της βιβλίο, που της έφερε πολλά βραβεία και την έκανε παντού γνωστή, το «Τραγουδώ εγώ και το βουνό χορεύει», μετάφραση Μαρία Παλαιολόγου, πάλι από τον Ίκαρο) είναι για εσάς. Το τελευταίο της μυθιστόρημα τα έχει όλα αυτά και πολλά παραπάνω. Στην από κάτω παράγραφο διαβάστε ένα πολύ μικρό, και ίσως όχι ακριβώς «χαρακτηριστικό», απόσπασμα, καθώς είναι από τα πιο «εύκολα» κομμάτια του μικρού αλλά πυκνότατου αυτού βιβλίου, που από κάθε του λέξη στάζει δύναμη, σωματικά υγρά και πονηρό σκοτάδι. Μιλούν φαντάσματα γυναικών εδώ πέρα —καμιά φορά μιλούν και με τον θάνατο, ή και με τον σατανά τον ίδιο—, και δεν έχουν πολλά καλά πράγματα για να θυμηθούν. Και σίγουρα όχι από τους άντρες που πέρασαν από τη ζωή τους. Εκπληκτική η μετάφραση, κάνει το απαιτητικότατο, και πολύ σκληρό, κείμενο να τρέχει ανατριχιαστικά κάτω από το δέρμα σου.

* * *

«Η Μαργαρίδα όμως είχε τρελαθεί και φώναζε “ζήτησα να σας σκοτώσουν”. Κοίταζε την Ελιζαμπέτ με μάτια σαν σουβλιά. “Και τους δύο ζήτησα να σας σκοτώσουν με φρικτό τρόπο”. Την έδειχνε με το δάχτυλο: “Κι αν σ’ αφήνω να γεννήσεις εδώ αυτό το ξώγαμο, σαν φίδι, το κάνω μόνο για να ευχαριστήσω» -βαριανάσαινε- “να ευχαριστήσω τον Παντοδύναμο γιατί δεν άκουσε τις ικεσίες μου και γιατί βούλωσε με κερί τ’ αυτιά του διαβόλου. Γιατί, αν είσαι ακόμη ζωντανή, αυτό σημαίνει ότι τον Φρανσέσκ δεν τον σκότωσαν εξαιτίας μου”. Η Ελιζαμπέτ όμως δεν την άκουγε, ήταν μόνο ένα κόκκινο και γλιστερό αγκομαχητό, τίποτε άλλο παρά δόντια κι ένα στόμα ανοιχτό, ροζ χείλη ανάμεσα στα πόδια, ένας θάμνος από τρίχες κι από ’κεί μέσα φαινόταν ένα πράσινο κεφάλι που ερχόταν, ερχόταν κι ερχόταν και που, όταν βγήκε, με μαλλιά κιόλας, έκλαιγε. Με μπλαβό στόμα. Ήταν αδύνατον όλες αυτές οι φωνές να προέρχονταν από ένα τόσο μικρό πλάσμα που δεν είχε προλάβει ακόμη να βγει ολόκληρο από τη μητέρα του». Irene Solà, «Μάτια σού έδωσα κι εσύ κοίταξες το σκοτάδι» (μετάφραση Ευριβιάδης Σοφός, Εκδόσεις Ίκαρος).

* * *

Τι διαβάζουμε σήμερα | Τι ακούμε σήμερα