Πολεις

Σάββατο 10 Αυγούστου 2024: Ημερολόγιο

Όψεις της πόλης, αναμνήσεις, πράγματα που συνέβησαν παλιά, και πράγματα που συμβαίνουν σήμερα γύρω μας

Κυριάκος Αθανασιάδης
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Αυγουστιάτικες ημερολογιακές καταχωρίσεις για κάθε χρήση - Σάββατο 10 Αυγούστου 2024

Τον τελευταίο χρόνο, σε όλες τις ταβέρνες της γειτονιάς έχουν αλλάξει σχεδόν όλα τα γκαρσόνια. Άλλοι βγήκαν στη σύνταξη, άλλοι «έκλεισαν τον κύκλο τους», άλλοι βρήκαν μεροκάματο αλλού καλύτερα — ελπίζω. Στο μεταξύ, τα νέα γκαρσόνια είναι όλα τους νεαροί, πιτσιρικάδες. Έχουν βέβαια τον αέρα του σύγχρονου επαγγελματία σερβιτόρου σε λαϊκό μαγαζί —αυτή την επιτηδευμένη ευγένεια που γαρνίρεται με μια πρέζα ειρωνεία—, αλλά ξέρεις πως είναι επίπλαστος. Μάλλον τα ’χουν κάπως χαμένα, γιατί είναι μια δύσκολη δουλειά αυτή και θέλει καιρό για να τη μάθεις. Σε κάθε περίπτωση, τα ίδια τα μαγαζιά έχουν αλλάξει μ’ αυτά και μ’ αυτά. Δεν είναι το ίδιο με άλλους ανθρώπους. Δεν είναι τα ίδια πια. Εδώ ένα βιβλίο και έχει άλλη γεύση στο βιβλιοπωλείο σου. Όχι μια μερίδα μπιφτέκια.

* * *

Δεν μου αρέσει να μου πιάνουν κουβέντα. Και δεν αρέσει και σε πολύ κόσμο: ουσιαστικά, στον έναν από τους τρεις. Αν το καλοσκεφτείς, δεν είναι μεγάλη η διαφορά. Όμως, όπως αυτές που ακούγονται είναι οι κακές ειδήσεις και όχι οι θετικές, όπως αυτό που βρομίζει τα σόσιαλ μίντια είναι τα βρόμικα σχόλια και όχι τα όμορφα, έτσι και με τον θόρυβο: σκεπάζει πολύ εύκολα την ησυχία, γιατί η ησυχία δεν ακούγεται. Όμως γιατί δεν μου αρέσει να μιλάω, όπως άλλωστε δεν αρέσει και σε οποιονδήποτε εσωστρεφή; [1] Γιατί απλώς σκέφτομαι. Ναι, όλοι οι άνθρωποι έχουν τα δικά τους, αλλά οι εσωστρεφείς τα σκέφτονται διαρκώς. Και, μαζί με αυτά, σκέφτονται και άλλα πράγματα. Μην το παίρνετε προσωπικά. Δεν είμαστε αγενείς. Έστω: όχι πάντα, και ασφαλώς όχι με όλους. [2] Μου αρέσει η ησυχία, μου αρέσει η ενδοσκόπηση, μου αρέσει να μην κάνω τίποτε, ή να φαίνεται ότι δεν κάνω τίποτε. Επίσης, με αναζωογονεί: αν δεν έχω περιόδους ησυχίας μέσα στην ημέρα, θα βγω έξω στους δρόμους με ένα ηλεκτρικό πριόνι. Κι επειδή δεν μου αρέσουν τα ηλεκτρικά πριόνια, απλώς θα καταρρεύσω. [3] Με κουράζουν οι κουβέντες, με καταβάλλουν, μου πίνουν το αίμα. Μπορώ να ανταλλάζω λίγες λέξεις τη φορά. Αν πρόκειται να πάω σε μια ταβέρνα με έναν φίλο, θα κάνω ένα μήνα ψυχοθεραπεία πριν, και βαράκια. Για να αντέξω. Κι ας είναι ο καλύτερός μου φίλος. Πόση ώρα μπορείς να μιλάς με έναν άνθρωπο που κάθεστε μαζί στο ίδιο τραπέζι; Πέντε λεπτά; Δέκα; ΕΙΚΟΣΙ;! Φτάνει… [4] Έχω πολλά μυστικά, και όχι μόνο δικά μου. [5] Δεν περνάω κάποια φάση. Είμαι έτσι φτιαγμένος.

* * *

Νωρίς το πρωί, τριγυρνάνε στη γειτονιά κάτι κρίπι τύποι, κάτι πολύ περίεργες και άκρως ύποπτες φάτσες, και παίρνουν κορίτσια από πίσω, ή τους τη στήνουν σε γωνίες και τις πλησιάζουν στα μουλωχτά και λένε διάφορα: γυναίκες που έχουν σηκωθεί από αξημέρωτα για να πάνε στη δουλειά τους, ή για να προλάβουν να βγάλουν πρώτα τον σκύλο βόλτα και μετά να πάνε στη δουλειά. Δεν είναι ΚΑΘΟΛΟΥ ΚΑΚΗ ΙΔΕΑ να τους ρωτάει πού και πού κανένας αστυνομικός τι στο διάολο κάνουν και γιατί ακριβώς περιφέρονται μες στα σκοτάδια σαν δευτεροκλασάτοι χαρακτήρες από b-movie. Γενικά, οι δυνάμει βιαστές, κακοποιητές κλπ. δεν είναι ΚΑΘΟΛΟΥ ΚΑΚΗ ΙΔΕΑ να συμμορφώνονται. Πριν χρειαστεί να το κάνουν οι ίδιες οι γυναίκες αυτό. Γιατί ο πυρήνας της ευτυχίας του ανθρώπου ήταν, είναι και πάντα θα είναι η ασφάλεια.

* * *

Πενήντα παλιά κλασικά βιβλία για τα παιδιά σας, που πρέπει οπωσδήποτε να τα έχουν διαβάσει πριν δώσουν πανελλήνιες: «Περηφάνια και προκατάληψη», «Τα σταφύλια της οργής», «Ντέιβιντ Κόπερφιλντ», «Πίτερ Παν», «Στον δρόμο», «Ένα δέντρο μεγαλώνει στο Μπρούκλιν», «Μικρές κυρίες», «Το πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέι», «Φαρενάιτ 451», «Φρανκενστάιν», «Δράκουλας», «Το στρίψιμο της βίδας», «Ο άρχοντας των δαχτυλιδιών», «Το Χόμπιτ», «Οι περιπέτειες του Χάκλμπερι Φιν», «Ο άρχοντας των μυγών», «Ο υπέροχος Γκάτσμπι», «1984», «Η φάρμα των ζώων», «Το ημερολόγιο της Άννας Φρανκ», «Το νησί των θησαυρών», «Οι περιπέτειες του Τομ Σόγιερ», «Όταν σκοτώνουν τα κοτσύφια», «Τζέιν Έιρ», «Ανεμοδαρμένα ύψη», «Ο φύλακας στη σίκαλη», «Κουρδιστό πορτοκάλι», «Ο άνθρωπός μας στην Αβάνα», «Οι τρεις σωματοφύλακες», «Τα ταξίδια του Γκιούλιβερ», «Η ιστορία της θεραπαινίδας», «Μια ρωγμή στον χρόνο», «Ζούσαμε πάντα σ’ ένα κάστρο», «Το άλικο γράμμα», «Μεγάλες προσδοκίες», «Η δίκη», «Ο πύργος», «Θαυμαστός καινούργιος κόσμος», «Ο Δρ Τζέκιλ και ο κος Χάιντ», «Τα χρονικά της Νάρνια», «Ιστορία δύο πόλεων», «Όλιβερ Τουίστ», «Άνθρωποι και ποντίκια», «Ο γέρος και η θάλασσα», «Ο Ασπροδόντης», «Το κάλεσμα της άγριας φύσης», «Η μηχανή του χρόνου», «Σπουδή στο κόκκινο», «Είκοσι χιλιάδες λεύγες κάτω από τη θάλασσα», «Μέσα από τον καθρέφτη». Προφανώς υπάρχουν άλλα τόσα κι άλλα τόσα. Και κάμποσα ελληνικά βέβαια. ΥΓ. Εννοείται τα άπαντα του Πόε και του Κινγκ, και καμιά εικοσαριά της Άγκαθα Κρίστι. Αλλά Τολστόι και Ντοστογιέφσκι που διαβάζαμε εμείς, μπα.

* * *

Δεν μπορώ τη ζέστη, και όνειρό μου είναι (νομίζω το έχω ξαναπεί εκατό φορές, αν όχι παραπάνω) να μου πέσει το Τζόκερ και να πάω στην Ισλανδία να διαβάζω Λουίς Λ’Αμούρ και παλπ περιοδικά όλη μέρα στο καφενείο. Είναι ήδη δυο μήνες τώρα που κρατάει αυτή η ζέστη, και έχω (έχουμε) διαλυθεί. Και έχω και τους τουρίστες από κάτι περίεργες χώρες, που κουβαλάνε αυτές τις μπαμπουλωμένες γυναίκες μαζί τους για να τους δείξουν τα αξιοθέατα, και δεν το αντέχω. Δεν μας φτάνει η ζέστη δηλαδή. Προχωράνε μπροστά οι άλλοι, μες στη μαγκιά, με την κοιλιά πρώτη-πρώτη, κι από πίσω αυτές, με τη χιτζάμπ, την κελεμπία, την πανταλόνα, και τα αναπόφευκτα τρία-τέσσερα πιτσιρίκια στο χέρι. (Αυτός είναι ο πραγματικός λόγος που τις παίρνουν μαζί τους, αλλιώς θα τις άφηναν στο Κουβέιτ). Όταν ελευθερωθούν όλες οι γυναίκες του κόσμου, τότε και μόνο τότε θα αρχίσει μια νέα, λαμπρή εποχή για την ανθρωπότητα. ΤΙΠΟΤΕ δεν θα έχει γίνει πιο πριν. Το πολύ-πολύ να μας φάει η ΤΝ. It’s okay.

* * *

Λέω για την Ισλανδία, αλλά δεν θα μου κακόπεφτε και ο Καναδάς, εδώ που τα λέμε. Ωραία χώρα, κουλ, κανείς ποτέ δεν μιλάει γι’ αυτήν: μια βαρετή χώρα είναι η καλύτερη που μπορεί να βρει ένας άνθρωπος, για να πάει να ζήσει εκεί πέρα. Ή ακόμη —τώρα που το σκέφτομαι— και η Νέα Ζηλανδία. (Αλλά όχι η Αυστραλία, γιατί έχει κροκόδειλους, καγκουρό και διάφορα άλλα περίεργα πράγματα. Με πρώτες τις ταινίες Wolf Creek, που είναι πραγματικά τρομακτικές). Δεν έχω ιδέα τι καιρό κάνει στη Νέα Ζηλανδία, αλλά διάολε: αν παντελονιάσεις το Τζόκερ έχεις ό,τι καιρό θέλεις, έτσι δεν είναι; Επίσης εκεί είναι λίγος ο κόσμος, απ’ ό,τι μαθαίνω, και μειώνονται αισθητά οι πιθανότητες να σου ΣΤΕΙΛΕΙ ο άλλος για ΚΑΦΕΔΑΚΙ, ή για να πάτε να δείτε καμιά ΧΑΚΑ. Kia ora, mate!

* * *

«Στο αεροδρόμιο του Χισάν είδες την πρώτη σου δημόσια εκτέλεση. Ήσουν μόλις έντεκα χρονών. Φρόντιζαν να την παρακολουθήσουν όλα τα παιδιά από νωρίς. Ήταν η αγαπημένη τους εκπαιδευτική μέθοδος, με σκοπό να εμπνεύσει φόβο και υπακοή. Ήταν παράξενο να παρακολουθείς τον θάνατο κάτω από τον ήλιο. Το φως της ημέρας ήταν δυνατό και διαπεραστικό σαν μεγάφωνο προπαγάνδας. Εκεί περίμεναν δύο νεαροί, καθένας στημένος σε έναν ξύλινο στύλο, δεμένοι στο κεφάλι, στο στήθος και στους αστραγάλους. Τα μάτια τους ήταν καλυμμένα. Ο ένας είχε συλληφθεί επειδή παρακολουθούσε πορνό, αμερικανικής προέλευσης, ο άλλος μια αισθηματική ταινία, φερμένη λαθραία από τη Νότια Κορέα. Και οι δύο θα τιμωρούνταν με θάνατο στο εκτελεστικό απόσπασμα. Πυροβόλησαν τρεις φορές, και κάθε βολή είχε στόχο να κόψει τα σχοινιά που έδεναν τα σώματα στους στύλους. Με τον πρώτο πυροβολισμό εξερράγησαν τα κεφάλια. Ο δεύτερος έκανε τα σώματα να πέσουν στα γόνατα, σαν να ικέτευαν για συγχώρεση. Ο τρίτος έριξε τα πτώματα στο έδαφος. Όλα έγιναν γρήγορα. Ροζ καπνός αιωρούνταν ακόμα γύρω από τους ξύλινους στύλους, από τους οποίους έτρεχε ζεστό αίμα. Σε έναν λογικό κόσμο θα σου είχα καλύψει τα μάτια». Mirinae Lee, «Οι 8 ζωές μιας εκατοντάχρονης χωρίς όνομα» (μετάφραση Ρηγούλα Γεωργιάδου, Εκδόσεις Διόπτρα).

* * *

Τι διαβάζουμε σήμερα | Τι ακούμε σήμερα