Πολεις

Θεσσαλονίκη I think I saw an ουφ-ο!

Πού πάνε τα «ουφ» που βγάζουν οι άνθρωποι λόγω ζέστης, καθώς διασχίζουν την πυρακτωμένη Αριστοτέλους;

Στέφανος Τσιτσόπουλος
ΤΕΥΧΟΣ 489
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ήταν ένα από εκείνα τα καλοκαιρινά «ουφ» που ξέφυγε αυθόρμητα από μέσα της. Το λιοπύρι πυρπολούσε τη γωνία Εγνατίας με Δραγούμη – μα τις χίλιες γρανίτες! Στο σημείο αυτό, και με τη σκόνη από τα παρακείμενα έργα του μετρό, η αποφορά δεν αστειεύεται. Καμένα οκτάνια από τις εξατμίσεις των αστικών λεωφορείων με κατεύθυνση προς Τούμπα, Βούλγαρη και Χαριλάου, ανυπόφορη ζέστη, ήταν ένα μικρό «ουφ» που βγήκε από τα στήθια της και πέρασε στην ατμόσφαιρα μέσα από το στόμα της που διψούσε για λίγο νερό. Αλλά τζίφος, το περίπτερο είχε πάψει να παρέχει πρώτες βοήθειες, άλλη τάση κι αυτή στη Θεσσαλονίκη, να παύουν κάποια περίπτερα να πουλούν ψυγειωμένα τσάγια, αναψυκτικά και λοιπά παγωμένα και να μετατρέπονται σε μικρές ορθόδοξες μπουτίκ, πες το και χριστιανική memorabilia, σταυρουδάκια, εικόνες αγίων, κομποσκοίνια, η πίστη σώζει, ΟΚ.

Αλλά το πυρακτωμένο «ουφ» της για νερό έψαχνε κι όχι για θαύμα. Δεν γίνονται θαύματα στην Εγνατία τον Ιούλιο, μια τέντα, φερ’ ειπείν, να απλωθεί ξαφνικά πάνω από τα κεφαλιά των πεζών, πρασίνου χρώματος κατά προτίμηση, και να δροσοσκεπάσει όλη τη λεωφόρο, από Βαρδάρη έως και Καμάρα, να περπατά ο κόσμος προστατευμένος από τον ήλιο, χωρίς να παραμιλά βγάζοντας συνδυασμούς «ουφ, αχ, πω πω ζέστη που κάνει» κι άλλα τέτοια παραισθησιακά επιφωνήματα. Και να δοξάζει τον Άγιο Τέντιο τον Δροσεγνατιάρη, προστάτη των περιπατητών της βόρειας λεωφόρου της κόλασης, αυτό να γίνει, αλλά πού!

Λάβρα πηχτή, σκασμένη, 2 το μεσημέρι, όχι ώρα Ελλάδας, αλλά Αφρικής. «Ουφ!» Πού πάνε τα εκατοντάδες χιλιάδες τέτοια «ουφ» που βγάζουν οι άνθρωποι λόγω ζέστης, καθώς διασχίζουν την πυρακτωμένη Αριστοτέλους, τη φλογοβολούσα Λεωφόρο Νίκης, τη σαν Σαχάρα αναβράζουσα Λαγκαδά; Καθώς ψάχνουν πεζοδρόμια με σκιά ή κάνουν στάση έξω από τα πολυκαταστήματα της Τσιμισκή, μπας και τους πιάσει λίγο, φευγαλέα, προσωρινά, η αύρα του κλιματιζόμενου αέρα, μπουτίκ Nike, H&M, Public, κόλπο: όταν ο ντάλας δεν αντέχεται, μπαίνεις μέσα και κοντοστέκεσαι μπροστά από τις κρεμάστρες κάνοντας πως κάτι ψάχνεις, ένα ρούχο από το Pull and Bear, μια κολόνια από το Shephora, υποκρίνεσαι τον καταναλωτή. Παίρνεις αυτό το ύφος του δήθεν ανέμελου πελάτη, κανείς πως ψάχνεις, μα στην ουσία ξαποσταίνεις, ταΐζεις το «ουφ» σου με ψυκτικό αέρα, επαναφορτίζεις το σώμα σου με τογιοτόμια ενέργεια, ανταλλακτικά Φουτζίτσου, και ύστερα πάλι στο δρόμο για το κάπου σου.

Θεσσαλονίκη, Ιούλιος, του ανταποκριτή μας: «Και ξαφνικά όλα αυτά τα ουφ-φλαμπέ, εκατομμύρια ουφ, του νταλικέρη στον περιφερειακό, του πωλητή πεπονιών με αγροτικό στην Ανδριανουπόλεως, της σερβιτόρας στον πεζόδρομο της Ισαύρων, των υαλοκαθαριστών στα φανάρια του Σιντριβανίου με ΑΠΘ γωνία, ενώνονται, συγκολλούνται, συνταξιδεύουν, υπό μορφή ενός τεράστιου σύννεφου, που όλο ανεβαίνει κι ανεβαίνει, για να ανταμώσει με τα άλλα σύννεφα, τα κανονικά. Τα σαν πούπουλα, τα σαν αερόστατα άγαρμπου κι ό,τι να ’ναι σχήματος, επίκειται σύγκρουση, ω ναι, αυτός είναι ο σκοπός τους.

»Το Υπερσύννεφο Ουφ θέλει να διεμβολίσει τα κανονικά σύννεφα, να ψύξει τον αέρα, ώστε να πάψει να συγκρατεί τους κοχλασμένους υδρατμούς πάνω από το Ντεπό, την Καλαμαριά και τη Θέρμη. Το Υπερσύννεφο Ουφ θέλει να πιέσει ατμοσφαιρικά, να αυξήσει τη συγκέντρωση υγρασίας πάνω από τους Αμπελόκηπους και τον Εύοσμο, ώστε να επέλθει η πολυπόθητη νίκη υπό μορφή μιας ωραίας, μοιραίας, δροσιστικής, μεγαλειώδους βροχής. Και η Θεσσαλονίκη να κλιματιστεί, ο καύσωνας του Ιουλίου πρόσκαιρα να κοπάσει και να πάψουν οι πολίτες να δεινοπαθούν, ειδικά η κυρία στη διασταύρωση Εγνατίας με Δραγούμη. Γιατί από το δικό της “ουφ” ξεκίνησαν όλα. Κι άρχισαν να παράγονται και να πολλαπλασιάζονται τα κάψας “ουφ” με αστρονομική ταχύτητα, με αποτέλεσμα να παραχθεί το πολυπόθητο υπερούφ σύννεφο, κι έτσι ο βορράς να πάψει να φλέγεται ως κάμπος Θεσσαλικός.

»Κι επιτέλους να μπορέσουν να συγκεντρωθούν στο διάβασμα οι φοιτητικές γκαρσονιέρες της Μελενίκου κι ανέμελοι να πεταρίζουν οι αδέσποτοι σκύλοι της Αγίου Δημητρίου στο ταξίδι τους από κάδο σε κάδο κι από Ρακτιβάν προς Άνω Πόλη. Σας ευχαριστούμε, κυρία μου! Θερμότατα!»

Κεντρική φωτό: Γιάκομπ φον Ζάντραρτ, Άποψη της Θεσσαλονίκης, Νυρεμβέργη 1687. Συλλογή Κώστα Σταμάτη. Από την έκθεση του ΜΙΕΤ στη Βίλα Καπαντζή «Μακεδονία. Χαρτογραφία και Ιστορία, 15ος-18ος αιώνας».