- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Το χαμόγελο της Ροτόντας
Η οδός Αγίου Παύλου, στο σφηνωμένο κομμάτι της μεταξύ Αγίου Δημητρίου και πλατείας Ροτόντα, ίσως είναι η πιο άσχημη και καταθλιπτική οδός της Θεσσαλονίκης.
Η οδός Αγίου Παύλου, στο σφηνωμένο κομμάτι της μεταξύ Αγίου Δημητρίου και πλατείας Ροτόντα, ίσως είναι η πιο άσχημη και καταθλιπτική οδός της Θεσσαλονίκης. Φωτοκόπιες της, βέβαια, μπορείς να συναντήσεις πολλές στα πέριξ, δρόμους δηλαδή όπου γέρικα κουφάρια πολυκατοικιών που κοιτάζονται σε ασφυκτική απόσταση αναπνοής μοιάζει σαν να θέλουν να φιληθούν. Η οδός Αγίου Παύλου όμως είναι η αρχηγός τους, τη διασχίζω και με πιάνει δύσπνοια. Ειδικά τις τελευταίες μέρες όπου έβρεχε ανεπανάληπτα, η υγρασία των ντουβαριών, ο λιωμένος αφισοπολτός, τα πανάσχημα γκραφίτι και οι σιδερόφραχτες προσόψεις των υπογείων της με έκαναν να νιώθω σαν πρόεδρος σε επιτροπή αστικών καλλιστείων. Μόνο που αντί να διαλέξει την ομορφότερη οδό, η επιτροπή έπρεπε να στέψει την ασχημότερη. Αυτό είναι το κομμάτι της Αγίου Παύλου, που ξεκινάει από το σούπερ-μάρκετ «Μαρινόπουλος», κάποτε σινέ «Ιντεάλ» και μετέπειτα διάσημο μπουζούκι «Αβαντάζ», και τελειώνει πανηγυρικά στον «Κόκκινο φούρνο». Η πίσω όψη του πρώην αρτοποιείου «Τζιάλα» λόγω των εργαστηρίων είναι το μόνο εξωραϊστικό στοιχείο του δρόμου. Οι φρέσκιες μυρωδιές ζύμης και κουλουριών μοιάζουν σαν αστικό αποσμητικό χώρου, σου τρυπούν τη μύτη, είναι αδύνατον να μην μπεις μέσα. Τραβώντας προς Ροτόντα, το πρωινό παρουσιολόγιο της πλατείας είναι σιγουράκι: φοιτητές που πάνε στις σχολές τους, τσιγγάνες με μωρά στο καρότσι που ζητιανεύουν 50 λεπτά από τουρίστες ή από πιστές που μπαινοβγαίνουν στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, άστεγοι και τζάνκια. Είναι τρομακτικά εγκαταλελειμμένες στην τύχη τους αυτές οι γειτονιές, κανένα μπότοξ δεν τις πιάνει. Πολυκατοικίες του ’60 που μοιάζει να περιμένουν ευθανασία, μέρη σαν καταθλιπτικοί στίχοι από ποίημα του Νίκου Αλέξη Ασλάνογλου, ρημαγμένα σκηνικά ταινίας.
Ω, αδελφέ Συμεών, πού είσαι;
«Κυριακή και Δευτέρα, οι χειρότερες μέρες. Με το ζόρι τη νύχτα τρία-τέσσερα δρομολόγια. Η μόνη πιάτσα που έχει δουλειά είναι αυτή της Συγγρού», μεταδίδει από το ασύρματο σιμπί του ταξιτζής σε συνάδελφο. Να οι ρυθμοί ανάπτυξης της Θεσσαλονίκης: εκτός από τους μπάρμαν, τους djs, τους περιπτεράδες και τους ψήστες, η περιοχή της Βαλαωρίτου είναι η μόνη που τις καθημερινές δίνει μεροκάματα και στους ταξιτζήδες. Επικρατεί πλέον το αδιαχώρητο με τα τόσα μπαρ που φυτρώνουν με business plan μανιταρόδασους. Με αφορμή την παράσταση «Η Οφηλία είναι έγγυος... ξανά», τη νύχτα της προηγούμενης Τρίτης κατέβηκα στο υπόγειο του “Partisan”, που για δεύτερη χρονιά τα δευτερότριτα φιλοξενεί θεατρικές παραστάσεις, ψιλοανεξάρτητων δημιουργών. Το καταδιασκέδασα το έργο, όπως το καταδιασκέδαζαν και οι δύο ηθοποιοί του, Αθηνά Αλεξοπούλου και Χάρης Μπόσινας. Λέω δύο ηθοποιοί, γιατί ο τρίτος, ο Συμεών Τσακίρης, πρωταγωνιστεί εξίσου, αλλά virtual, εφόσον παρεμβαίνει μέσω του προτζέκτορα. Το στόρι: Στα καμαρίνια μιας προχώ θεατρικής παράστασης του «Άμλετ», που ο σκηνοθέτης τον θέλει με φράντζα emo, ενώ στην Οφηλία χαρίζει μια ανορεξία αντίστοιχη της Κέιτ Μος, οι δυο πρωταγωνιστές, πριν βγουν στη σκηνή, κουβεντιάζουν για την πραγματική ζωή, τις φοβίες, τα γκομενικά και τα υπαρξιακά τους άγχη. Ατάκες σε ρυθμό πολυβόλου, ασύστολο name dropping, αφού ως καλλιτέχνες και wannabe σούπερ-σταρ έχουν σημεία αναφοράς τούς Τζόνι Ντεπ, Αμαλία Μουτούση και το «2» του Δημήτρη Παπαϊωάννου, καφέδες, τσιγάρα, σπανακόπιτες, λακ, σεξ και τσιλιμπουρδίσματα. Παιδιά που ψάχνουν τη φήμη και την καλλιτεχνική καταξίωση, που στο τέλος, για να μην αποκαλύψω κι όλη την παράσταση, το κατορθώνουν, μιας και αποθεώνονται μέχρι και από τον Σον Πεν και την Αντζελίνα Τζολί. Η παράσταση «Η Οφηλία είναι έγγυος... ξανά» ανεβαίνει στο “Partisan” κάθε Δευτέρα και Τρίτη για όλο τον Φεβρουάριο, μετά από δύο χρόνια που φιλοξενήθηκε στην Αθήνα, και τα 15 ευρώ του εισιτηρίου σας θα πιάσουν τόπο, θα τα καραγλεντήσετε. Και μακάρι με τον ίδιο τρόπο που το “Partisan” αντιλαμβάνεται τη νύχτα, τέχνη δηλαδή εκτός από τσουγκρίσματα μετά μουσικής Florence and the Machine (μπράβο στον dj που έπαιζε το ρεμίξ από τους XX και στο καπάκι έριξε Four Tet), να ακολουθήσουν κι άλλοι.
Για τον επίλογο σλογκανάρω: Υπάρχει καλύτερη Βαλαωρίτου και χάρη σε αυτό το μπαρ και σε αυτή την παράσταση... την έχουμε.