Πολεις

Άνοιξη στη Θεσσαλονίκη

Δεν φτάνει μόνο ένα like!

Στέφανος Τσιτσόπουλος
ΤΕΥΧΟΣ 607
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Φοινικόπτερα ή φλαμίνγκο, δυτικά, πάνω από τα αλμυρά νερά του Θερμαϊκού. Εκεί που ο αέρας μυρίζει βοθρολύματα, μα το τοπίο μοιάζει με λίμνη, could be Τιτικάκα, αν τα διυλιστήρια ή τα μπαζώματα τη βοηθούσαν να ανθίσει. Από εκεί είναι οι εικόνες-πρόλογος, φλαμίνγκο που στέκονται στο ένα πόδι περιβεβλημένα με φωτοχημική καταχνιά. Ροζ που παλεύει να νικήσει το γκρι, περιπολώ τη Θεσσαλονίκη και μαζεύω ίνστα. Έχω κατά νου μια ανταπόκριση γεμάτη σπαρακτικά ανθούσες χλωροφύλλες, υποτροπιάζουσες νεραντζιές στην Αγίου Μηνά, που τρέφονται με ήλιο ανοιξιάτικο και καπνούς από τα δακρυγόνα, καθώς αντιεξουσιαστές, φασίστες και ενδιάμεσοι κρανιοφόροι φρουροί της εννόμου αδυνατούν να νιώσουν τη μαγεία της και απρόσκοπτα ανταλλάσσουν «αβρότητες» στις συνηθισμένες πορείες, χωρίς να δίνουν δεκάρα κι ούτε στο τόσο να νοιαστούν για τη μυστική ζωή και την υγεία των φυτών. 

 Αγάπη Τσομλεκτσόγλου

Φλαμίνγκο στη δυτική πλευρά της πόλης. Φωτογραφία: Αγάπη Τσομλεκτσόγλου

Έχω κατά νου, αλλά και τους τρακαίρνω φόρα παρτίδα επί του αμφιβληστροειδούς μου, ζευγαράκια που τώρα που ο καιρός φτιάχνει ανηφορίζουν τη Δημητρίου Πολιορκητού και οι επτά στους δέκα δεν μπορούν να βρουν τη σωστή στροφή για να βγουν στα Κάστρα και να ρομαντζάρουν με θέα αφ' υψηλού και όλο τον κόλπο στο πιάτο. Να αστράφτει φωτοχημικά και να ιριδίζει σε τόνο πορτοκαλί μαβί, εκεί κατά τις επτά το απόγευμα, που το φως της μέρας ντουμπλάρεται από νύχτα επερχόμενη και ασημένια. 

Άνοιξη στη Θεσσαλονίκη. Τελετουργική. Καθώς η πόλη, άνω και κάτω, αποτινάζει τη βρώμα, τα μπουφάν και τη μιζέρια του χειμώνα, καθώς στο Ναβαρίνο, δίπλα στα αρχαία, η νιότη στήνει τους δικούς της κίονες και δόξες, φτιαγμένες από τραπεζάκια έξω και καφέδες υπαιθριακούς. Ή αργά, στην Ικτίνου, που το κλασικό πλέον ντερμπάκι περίοικων και επιχειρηματιών εναντίον μιλιούνια από παιδιά που με μπίρες στο χέρι και συνεπή άρνηση να μην κάθονται πουθενά πέρα από παγκάκια ή χάμω (ω, σαν φλαμίνγκο) παράγουν βοή και φασαρία νυχτέρι. Που καλούνται πάλι να το λύσουν Δήμος, αστυνόμοι και διαπρύσια άρθρα στο fb. 

Έ-έ-έρχεται! In Edit Film Music Festival

Έ-έ-έρχεται! In Edit Film Music Festival​

Άνοιξη στη Θεσσαλονίκη: εισβάλλει από παντού, συνδυάζει πεζοδρομιακή και υπαίθρια ζωή, αν είσαι νέος και σουρτούκης κι όχι μόνο τυπάκι του fb ή κρυοκώλης γέρος που όλα σου φαίνονται παράταιρα και χωρίς νόημα. Πριτς! Άνοιξη θεάρα, πρώτα πολύχρωμα παγωτά πρασινοφιστικί ή κιτρινολιμοντσελάτα από του Φράνκο στη Σβώλου – μα και στη στρατσιατέλα του να μην πεις όχι. Ετοιμασίες για το In Edit, το φεστιβάλ ντοκιμαντέρ που φέρνει πάλι ταινιάκια μουσικά και σπαρακτικά λυρικά. Σαν τους στίχους του Λεονάρντ Κοέν (Κυριακή 2/4) και τα νωχελικά ακόρντα των Sparklhorse (Σάββατο 1/4), πάντα στο Ολύμπιον. Και μια έκθεση στη Μονή Λαζαριστών αφιερωμένη στα 100 χρόνια από την Οκτωβριανή Επανάσταση, που επίσης σου την προτείνω. Η εποχή ευνοεί και επιβάλλει τους διακτινισμούς και τις τσαϊράδες, μέσα μόνο οι κατσούφηδες, οι γέροι και οι ξερόλες. «Η Μνήμη της Επανάστασης» / Σύγχρονοι Έλληνες Εικαστικοί, τριάντα ένα τω αριθμώ, συνομιλούν με την ουτοπία του Λένιν (και του Φίλη, και του Φίλη, να τα λέμε κι αυτά!). Βελώνης, Δαμπασίνα, Λάλος (γεια σου, Θεόδωρε, πολυσχιδή και άοκνε), Τσώλης, Σπηλιώπουλος, Ψυχοπαίδης και μια ενιαία εικαστική παρέμβαση. Δίπλα τους και τα σιγουράκια της συλλογής Κωστάκη, η Ποπόβα, ο Ρότσενκο, οι αφίσες, οι νεωτερισμοί, οι αναμνήσεις, η τέχνη στη ζωή, η ζωή στην τέχνη, η άνοιξη σε σούμα. 

Θοδωρής Λάλος, «Τώρα!». Από την έκθεση «Η Μνήμη της Επανάστασης»

Θεσσαλονίκη είσαι! Από το εδώ στο εκεί κι από τους ναργιλέδες αλλά και τα φαλάφελ και τα χούμους του μερακλίδικου αραμπέσκ καφεστιατόρειου Arabica της Βύρωνος, στους χαλβάδες με χαρμάνια εσπρέσο του Ergon 2 κι ακόμα πιο πέρα. Στο Massaya της Χειμάρας, μια και είναι το συριακό που μόνο εδώ θα φας σουάφ από ζυγούρι και χαρίσα, την πιο γνωστή αραβική σος με κόκκινες πιπεριές και τσίλι και βότανα και κάρδαμο και ταχίνια κι όλα τα καλά. 

 αρνίσιο κότσι, σερβίρεται με χειροποίητο πουρέ πατάτας και πράσου, στο συριακό εστιατόριο Massaya

 Μοζάτ: αρνίσιο κότσι, σερβίρεται με χειροποίητο πουρέ πατάτας και πράσου, στο συριακό εστιατόριο Massaya​

Θεσσαλονίκη είσαι, εμπρός αμολύσου και γλέντα την την πόλη, Uberdooze πήγες; Ρέμπελο, μινιμαλιστικό, γωνία Δαναΐδων και Σφέτσιου, μια μίξη ροζ και ελεκτρίκ μπλου είναι τα χρώματά του. Μπαρ σαν λίβινγκ ρουμ, ανοιχτό, όπου μπορείς να κάνεις ό,τι θες. Αρκεί να θες! Γιατί αυτό θα πει άνοιξη, καινούργιες γεύσεις, καινούργια στέκια, ανοιχτόκαρδα έξω στην πόλη, τους ρυθμούς και τους ανθρώπους. Ξεσκούριασμα μετά την κλεισούρα του χειμώνα, early drinks και ποίηση αστική, Έλσα Κορνέτη, ντόπια μούσα, εκδόσεις Μελάνι, όνομα βιβλίου «Αγγελόπτερα», «Τώρα το ξέρεις πια/ Οι άγγελοι δεν είναι κοινωνικοί/ Ούτε πετούν σε σμήνη/ Όταν πεινούν/ Τρώνε την αύρα τους/ Όταν διψούν/ Πίνουν τη φωνή τους». 

 Uberdooze

Νέο στέκι progressive αστικής κουλτούρας, κοκτέιλ και μουσικής: Uberdooze

Αγαπώ τη Θεσσαλονίκη ολιστικά. Το σύνολο που παράγει. Δρόμους, στέκια, γεύσεις, ανθρώπους, συναισθήματα, εσωτερικές γεωγραφικές συντεταγμένες, όπως της Κορνέτη (ποιήτριά μου, σε ασπάζομαι), μια ανοιξιάτικη πανδαισία που εκρήγνυται σε πείσμα της εθνικής κατήφειας και της μόνο μέσω tablet βίωσης της ζωής, μέσω της ζωής των άλλων. Προτείνω βόλτες αντί για οθόνες και μεγαλοπρεπείς κραυγές τύπου «γαμάουα» αντί για λάικ και μπαρμπαλέκια εμότικονς. Και δοξάζω το μικρό της δέμας, το μίνι μέγεθός της, την ευκολία που σου προσφέρει να την ξεσκαρτάρεις και να τη βιώνεις πανεύκολα, σε αντίθεση με την Αθήνα που ναι, έχει πιο πολλά, μα όλα παρεπιδημούν σε βιότοπους ή στιλιζαρισμένα γκέτο. Αυτό έσωζε πάντα και απογείωνε τη Θεσσαλονίκη: η αίσθηση μα και η πραγματικότητα που να μπορείς να μετέχεις και να γεύεσαι τους «ανθούς» της με μόνο δυο τρεις απλωτές πρόσθιες – αν και λόγω άνοιξης πιο πολύ της πάει διάπλατες απλωτές α λα πεταλούδα. Σε έψησα; Ή μόνο ένα «ωραία τα γράφει, αλλά ξέρεις, μωρέ, θέλω, μα είμαι τόσο εξαντλημένος από…» (συμπληρώνεις κατά βούληση).