Πολεις

CΚαπάνι One!

Η χαρά και το groove υπάρχουν παντού κι ας μυρίζουν εδώδιμααποικιακά τα dancefloor που σας προτείνω

Στέφανος Τσιτσόπουλος
ΤΕΥΧΟΣ 330
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Καινούργια χρονιά, καινούργιος δήμαρχος. Φαίνεται! Επιτέλους, οι δημοτικοί αστυνομικοί γράφουν ανελέητα τους θρασύτατους που διπλοπαρκάρουν. Ο Μπουτάρης το δήλωσε νέτα σκέτα: Μεγάλα περιφερειακά πάρκινγκ, αν φτιαχτούν όπως πρέπει, μπορούν να αποσυμφορήσουν το κέντρο και η κίνηση σε Τσιμισκή και πέριξ να διεξάγεται με mini buses. Δεν είναι μόνο η οικονομία θέμα ψυχολογίας, είναι και η πόλη εις το όλον. Πώς να το πω, βρε παιδί μου; Την περπατάω και, παρόλη την κατήφεια και το ζοριλίκι των καιρών, με όσους συζητάω συμφωνούμε: καλά ξεκίνησε ο κυρ-Γιάννης, μπορεί. Θέλει, βέβαια, το χρόνο του, αλλά θα το κάνει.

Και το κρύο όχι βαρύ, ευτυχώς. Ιδανικός χειμώνας για τσίπουρα στο καφέ “Modigliani”. Μια γωνία στο Καπάνι που βγάζει τραπεζάκια έξω και, αν κάτσεις και κοιτάς, θα δεις μια άλλη Θεσσαλονίκη, μακριά από τις τσιριτζάντζουλες των πολυκαταστημάτων. Το Καπάνι είναι μια άλλη χώρα. Έχει ψαράδικα και κηροπωλεία, από όπου ξεσηκώνουν οι γριές λιβάνια, κινέζικα στοκατζίδικα με σκέιτ ρούχα Element μαϊμού, κατσαρολάδικα, αρχαία αγάλματα μινιατούρες, παντοφλάδικα και ορκισμένους φαν του φρεσκοκομμένου καφέ «Ναουμίδη» ή των τυροκομικών «Βλάλη». Το πλήθος που τα Σάββατα συχνάζει εδώ είναι μετανάστες και γέροι με καβουράκια. Χασαπάκια με ματοβαμμένες ποδιές, λαχειοπώλες που κουβαλούν χάρτινα όνειρα 4,5 εκατομμυρίων στο τζακ ποτ, μπαχαρικά, όσπρια, κάστανα, φρούτα, γεια σου Καπάνι, με τα ωραία σου. Κι αν το “Modigliani” σαν όνομα σας φαίνεται σουρεαλιστικό για στέκι στο Καπάνι, πού να δείτε τις τοιχογραφίες του, όπου εκτός από τους ήρωες του Μοντιλιάνι, ακόμα και οι ναύτες του Τσαρούχη είναι ζωγραφισμένοι α λα Μοντιλιάνι. Είχε κέφια ο καλλιτέχνης ζωγράφος και ήτο και μερακλής. Όπως και ο μάγειρας, σπεσιαλίστας. Ποικιλία λουκάνικων, απάκι Κρήτης με πορτοκάλι, αλοιφές σπέσιαλ, φασόλια, ντολμαδάκια και… σουρεαλισμού συνέχεια! Το μαγαζί μαζί με τους βαρύγλυκους ελληνικούς καφέδες σερβίρει και αμερικάνικο πρωινό ονόματι The Sweet Avenue Breakfast. Μπράουνις με καρύδι και μηλόπιτα crumble με μπισκότο βουτύρου.

«Έγραψες για τη λαϊκή της Μαρτίου στην προηγούμενη Athens Voice, και θα πλακώσουν τρέντηδες για να ανακαλύψουν το Νότινγκ Χιλ του βορρά», έστειλε μήνυμα η Θάλεια. Τολμήστε το και για το Καπάνι, όσοι παραμένετε εραστές μιας πόλης που δεν εξαντλείται σε μπαράκια και παρτάκια. Η χαρά και το groove υπάρχουν παντού κι ας μυρίζουν εδώδιμα-αποικιακά αυτά τα dancefloor που σας προτείνω αντί για CK One. CΚαπάνι One είναι το σωστό.

Τα λουλούδια στην κυρία από μένα

Η Maxi the Moocher ανεβαίνει στη σκηνή του “Casual Living” κάθε Τρίτη βράδυ. Φορά σκιστό φόρεμα μποέμισσας τροτέζας, ένα μακρύ άσπρο μποά την περιτυλίγει, μαζί με σύννεφα καπνού και αρώματα από κόκκινα κρασιά. Κουβαλά τη βαλίτσα της, την αφήνει καταμεσής του πάλκου και, καθώς οι εξομολογήσεις της διαδέχονται η μία την άλλη ανάμεσα στα τραγούδια, από μέσα της ανασύρει τα κατάλληλα memorabilia. Η μπάντα παίζει τζαζ και φοξ τροτ, σουίνγκ και γλυκιά σόουλ. Η Maxi the Moocher θυμάται πώς έφυγε από τη Λουιζιάνα ακολουθώντας έναν ξελογιάστη αλητήριο περιπλανώμενο. Πώς βρέθηκε στη Ν. Υόρκη να τραγουδάει στο “Cotton Club”, πώς πέταξε για Παρίσι και με τα κουτσογαλλικά της έμαθε να ψελλίζει το “La Vie en rose” και να κρύβει τα μακριά της μαλλιά σε γαλλικούς μπερέδες. “Jack the Knife”, “Hey Big Spender”, Νατ Κινγκ Κόουλ και Εντίθ Πιαφ. Η Εύη Σιαμαντά, λαρύγγι περίπλοκο, προικισμένο κι έξοχα θεατρικό, κάθε Τρίτη στο ρόλο της Maxi the Moocher θερίζει. Αλλά εκεί που το πράμα απογειώνεται είναι που το seventies σουξέ της Ρομπέρτα Φλακ το λέει εξόχως ελληνικά, ως «Πόσο γλυκά με σκοτώνεις». Κι αν όλοι κάνουν λόγο για μετα-χριστουγεννιάτικη κατάθλιψη, που σε ρίχνει στον καναπέ νταουνιάζοντάς σε με πρίμο σεκόντο να κάνουν οι ειδήσεις και τα άσχημα νέα για την κρίση, εγώ τέτοιο πράμα δεν ένιωσα την προηγούμενη Τρίτη. Το μαγαζί ήταν γεμάτο, γιατί το θέαμα είναι έξοχο και η Θεσσαλονίκη μικρή: τα νέα ταξίδεψαν γρήγορα, ότι η Εύη Maxi Σιαμαντά the Moocher είναι το αντίδοτο για τους δικαιολογημένους φόβους και το αβυσσαλέο των ημερών. Κι επειδή στο πρόγραμμά της ωσεί παρών είναι και ο Τζιν Πίτνεϊ, της γυρίζω πίσω το τραγούδι του, που τόσο κομψά μας χάρισε: “How can anything survive/ When these little minds tear you in two/ What a town without pity can do”.

stefanostsitsopoulos@yahoo.gr