Περιβαλλον

Στο χάος η ανακύκλωση παγκοσμίως λόγω Κίνας

Η απόφαση της Κίνας να μην δέχεται πλέον τα ανακυκλώσιμα απόβλητα της υφηλίου έχει αφήσει τις χώρες σε αναζήτηση διεξόδου. Η οριστική λύση δεν φαίνεται ακόμα στον ορίζοντα.

clima21 team
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η απαγόρευση της Κίνας για εισαγωγή ανακυκλώσιμων υλικών στις εγκαταστάσεις της και οι επιπτώσεις σε παγκόσμιο επίπεδο

Τον Ιανουάριο του 2018 η Κίνα μπλόκαρε τα παγκόσμια προγράμματα ανακύκλωσης, βάζοντας λουκέτο ουσιαστικά στη μεγαλύτερη αγορά του κλάδου. Με την εφαρμογή του προγράμματος National Sword, απαγόρευσε την εισαγωγή των περισσότερων ανακυκλώσιμων υλικών, πλαστικών και άλλων, στις εγκαταστάσεις της που είχαν διαχειριστεί σχεδόν τα μισά από τα παγκόσμια ανακυκλώσιμα απόβλητα τα τελευταία 25 χρόνια. Η απόφαση αυτή ελήφθη προκειμένου να πάψουν τα κινεζικά εργοστάσια ανακύκλωσης να κατακλύζονται από ρυπαρά και μολυσμένα υλικά που δημιουργούσαν άλλο ένα περιβαλλοντικό πρόβλημα για την Κίνα – και αυτό όχι από δική της υπαιτιότητα.

Έκτοτε, οι εισαγωγές πλαστικών αποβλήτων στην Κίνα έχουν μειωθεί κατά 99%, με αποτέλεσμα μια τεράστια αλλαγή στον τρόπο επεξεργασίας των υλικών που πετιούνται στον κάδο ανακύκλωσης. Με τον ίδιο τρόπο μειώθηκαν κατά ένα τρίτο και οι εισαγωγές χαρτιού, ενώ λιγότερο επηρεάστηκαν το ανακυκλωμένο αλουμίνιο και το γυαλί.

Σε παγκόσμιο επίπεδο, περισσότερα πλαστικά καταλήγουν τώρα σε χωματερές και αποτεφρωτήρες ή πιθανότατα ρυπαίνουν το περιβάλλον, καθώς το αυξανόμενο κόστος για την απόσυρση ανακυκλώσιμων υλικών καθιστά τη διαδικασία ολοένα και πιο ασύμφορη. Η Αγγλία πέρυσι κατέστρεψε σε μονάδες καύσης περισσότερο από μισό εκατομμύριο τόνους πλαστικών και οικιακών απορριμμάτων. Η βιομηχανία ανακύκλωσης της Αυστραλίας αντιμετωπίζει κρίση, καθώς αγωνίζεται να διαχειριστεί το «βουνό» των 1,3 εκατομμυρίων τόνων ανακυκλώσιμων απορριμμάτων που προηγουμένως έστελνε στην Κίνα.

Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι τοπικές κυβερνήσεις και οι μονάδες ανακύκλωσης αναζητούν νέες αγορές. Πολλές πόλεις έχουν περιορίσει την αποκομιδή ή έχουν σταματήσει εντελώς τα προγράμματα ανακύκλωσής τους, πράγμα που σημαίνει ότι οι κάτοικοι απλώς πετούν πλαστικό και χαρτί στα σκουπίδια. Άλλες περιοχές, όπως η Φιλαδέλφεια, καίνε τώρα το μεγαλύτερο μέρος των ανακυκλώσιμων προϊόντων τους σε μονάδες παραγωγής ενέργειας από απόβλητα, εγείροντας ανησυχίες για την ατμοσφαιρική ρύπανση.

Οι χώρες που αγοράζουν απορρίμματα για ανακύκλωση είναι κυρίως φτωχές και συνήθως δεν διαθέτουν τις κατάλληλες υποδομές για να διαχειριστούν σωστά τα ανακυκλώσιμα.

Ακόμη και πριν από την απαγόρευση της Κίνας, μόνο το 9% του άχρηστου πλαστικού ανακυκλωνόταν, ενώ το 12% πήγαινε σε μονάδες καύσης. Το υπόλοιπο κατέληγε σε χωματερές ή απλώς στο περιβάλλον, μολύνοντας ποτάμια και θάλασσες. Το κλείσιμο των συνόρων της Κίνας στα κάθε είδους απόβλητα θα επιδεινώσει ακόμα περισσότερο το ήδη τεράστιο πρόβλημα των σκουπιδιών. Πάνω από 8 δισεκατομμύρια τόνοι πλαστικών έχουν παραχθεί παγκοσμίως τις τελευταίες έξι δεκαετίες και το φορτίο του πλανήτη συνεχίζει να αυξάνεται.

Η κρίση που προκλήθηκε από την απαγόρευση της Κίνας θα μπορούσε να έχει και θετικά αποτελέσματα, λένε οι ειδικοί, εάν οδηγήσει σε καλύτερες λύσεις για τη διαχείριση των απορριμμάτων. Για παράδειγμα, θα μπορούσαν η Ευρώπη και η Βόρεια Αμερική να αυξήσουν τη δυνατότητα επεξεργασίας των αποβλήτων τους, ενώ και οι βιομηχανίες ίσως αναγκαστούν να κάνουν τα προϊόντα τους πιο εύκολα ανακυκλώσιμα. Κυρίως, λένε οι ειδικοί, η κρίση θα πρέπει να λειτουργήσει σαν καμπανάκι κινδύνου για την ανάγκη να μειωθούν δραστικά τα πλαστικά μιας χρήσης.

Την επόμενη δεκαετία, έως και 111 εκατομμύρια τόνοι πλαστικών θα πρέπει να βρουν έναν νέο χώρο για επεξεργασία ή απόρριψη, σύμφωνα με την Καθηγήτρια Μηχανικής Jenna Jambeck στο Πανεπιστήμιο της Τζόρτζια. Οι άλλες χώρες που δέχθηκαν το 2018 να υποκαταστήσουν την Κίνα ήταν κατά κύριο λόγο χαμηλού βιωτικού επιπέδου, κυρίως στη Νοτιοανατολική Ασία, και  οι περισσότερες δεν διαθέτουν τις κατάλληλες υποδομές για να χειριστούν σωστά τα ανακυκλώσιμα. Πολλές μάλιστα κατακλύστηκαν γρήγορα από τον τεράστιο όγκο των απορριμάτων που ανέλαβαν και μείωσαν κατά πολύ τις εισαγωγές τους.

Πριν από την απαγόρευση της Κίνας, το 95% των πλαστικών που συλλέγονταν για ανακύκλωση στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το 70% από τις ΗΠΑ πωλούνταν και αποστέλλονταν σε κινεζικά εργοστάσια ανακύκλωσης. Το παραγόμενο υλικό από εκεί κατέληγε σε βιομηχανίες πλαστικών για επαναχρησιμοποίηση. Οι χαμηλοί ναύλοι για τη μεταφορά τους με φορτηγά πλοία που μετέφεραν κινεζικά προϊόντα στο εξωτερικό και που διαφορετικά θα επέστρεφαν στην Κίνα άδεια, σε συνδυασμό με το χαμηλό εργατικό κόστος της χώρας και τη μεγάλη ζήτηση για ανακυκλωμένα υλικά, έκαναν τη διαδικασία κερδοφόρα.

Η απαγόρευση της Κίνας ήρθε αφότου πολλά προγράμματα ανακύκλωσης είχαν αλλάξει χαρακτήρα: από την απαίτηση να διαχωρίζουν οι καταναλωτές το χαρτί, το πλαστικό, το αλουμίνιο και το γυαλί, στράφηκαν σε ένα νιαίο σύστημα, όπου όλα πηγαίνουν στον ίδιο μπλε κάδο. Ως αποτέλεσμα, η μόλυνση από υπολείμματα τροφίμων και άλλων υλών έχει αυξηθεί, και μεγάλο μέρος των ανακυκλώσιμων δεν μπορεί να αξιοποιηθεί. Επιπλέον, οι πλαστικές συσκευασίες γίνονται όλο και πιο περίπλοκες, με χρώματα, πρόσθετα και πολυστρωματικές, μικτές συνθέσεις, που καθιστούν όλο και πιο δύσκολη την ανακύκλωση. Η Κίνα έχει πλέον διακόψει τις εισαγωγές όλων των υλικών εκτός από τα πιο καθαρά και υψηλής ποιότητας, επιβάλλοντας ένα πρότυπο καθαρότητας 99,5% που οι περισσότεροι εξαγωγείς θεωρούν σχεδόν αδύνατο να τηρήσουν.

«Όλα τα ανακυκλώσιμα πλαστικά από δημοτικά προγράμματα ανακύκλωσης έχουν σχεδόν απαγορευτεί», λέει η Anne Germain της National Waste and Recycling Association. «Το κόστος αυξήθηκε, τα έσοδα μειώθηκαν. Και αυτό δεν πρόκειται αλλάξει άμεσα».

Στις χωματερές ή απλώς στο περιβάλλον καταλήγουν τα περισσότερα ανακυκλώσιμα υλικά

Οι ΗΠΑ και η Ευρώπη, όπου πολλές πόλεις διαθέτουν μακροχρόνια προγράμματα ανακύκλωσης, έχουν πληγεί ιδιαίτερα. Δεκαετίες εξάρτησης από την Κίνα είχαν σταματήσει κάθε σκέψη για την ανάπτυξη εγχώριων προγραμμάτων και υποδομών. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχουν εύκολες ή οικονομικές λύσεις για το πρόβλημα και η οικονομικά αποδοτική επιλογή είναι η υγειονομική ταφή ή αποτέφρωση.

Η καύση των σκουπιδιών αυξάνεται σε διάφορα μέρη της Ευρώπης. Στην Αγγλία, σχεδόν 11 εκατομμύρια τόνοι απορριμμάτων αποτεφρώθηκαν σε μονάδες παραγωγής ενέργειας από απόβλητα πέρυσι, αυξημένοι κατά 665.000 τόνους σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Οι μονάδες καύσης διαθέτουν την απαραίτητη τεχνολογία για να περιορίζουν τις εκπομπές τοξικών αερίων, αλλά η διαδικασία της καύσης εξακολουθεί να έχει τόσο ένθερμους υποστηρικτές όσο και φανατικούς εχθρούς. Πρόσφατη μελέτη από τον μη κερδοσκοπικό οργανισμό Zero Waste Europe διαπίστωσε ότι ακόμη και από τους πιο υπερσύγχρονους αποτεφρωτήρες μπορεί να διαφεύγουν διοξίνες και άλλοι επιβλαβείς ρύποι.

Οι ευρωπαϊκές χώρες που εξήγαγαν το μεγαλύτερο μέρος των ανακυκλώσιμων υλικών τους στην Κίνα έχουν βρεθεί αντιμέτωπες με σωρούς πλαστικών απορριμμάτων χαμηλής ποιότητας, που μπλοκάρουν όλο το σύστημα, λέει ο Chaim Waibel, σύμβουλος της Plastics Recyclers Europe. Οι χώρες που δέχονται τώρα τέτοια φορτία είναι κυρίως η Ινδονησία, η Τουρκία, η Ινδία, η Μαλαισία και το Βιετνάμ, σύμφωνα με τον Waibel. Αλλά και αυτές οι χώρες έχουν αρχίσει να επιβάλλουν τους δικούς τους περιορισμούς στις εισαγωγές.

Το αν η απαγόρευση της Κίνας οδηγεί σε αυξημένη πλαστική ρύπανση στο περιβάλλον μένει να φανεί. Όμως, εάν βρεθούν οι κατάλληλες εναλλακτικές, η ρύπανση από πλαστικά θα μπορούσε πράγματι να μειωθεί.

Ορισμένες επιλογές αρχίζουν να εμφανίζονται. Στις ΗΠΑ, αρκετές εγκαταστάσεις ανάκτησης υλικών επεκτείνουν τις λειτουργίες, αναβαθμίζουν τον εξοπλισμό τους και αυξάνουν το εργατικό δυναμικό τους για να βελτιώσουν τη διαδικασία διαλογής και να μειώσουν τη μόλυνση, ώστε τα υλικά να είναι αποδεκτά από πιο απαιτητικούς αγοραστές. Επιπλέον, κινεζικές εταιρείες ανακοίνωσαν σχέδια για άνοιγμα νέων μονάδων επεξεργασίας στις ΗΠΑ στο Orangeburg της Νότιας Καρολίνας και στο Huntsville της Αλαμπάμα. 

Μια σειρά νέων μέτρων για τη μείωση των πλαστικών απορριμμάτων βρίσκονται επίσης στα σκαριά. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε την απαγόρευση των πλαστικών μιας χρήσης (πλαστικά μαχαιροπίρουνα, καλαμάκια, αναδευτήρες ποτών). Στην Αμερική, πόλεις όπως το Σιάτλ και το Βανκούβερ, και εταιρείες, όπως τα Starbucks και η American Airlines, έχουν λάβει αντίστοιχα μέτρα, και πολλές χώρες περιορίζουν πλέον τις πλαστικές σακούλες για ψώνια.

Η Βρετανία σχεδιάζει να φορολογήσει τους κατασκευαστές πλαστικών συσκευασιών που περιέχουν λιγότερο από 30% ανακυκλωμένα υλικά. Και η Νορβηγία υιοθέτησε πρόσφατα ένα σύστημα στο οποίο οι κατασκευαστές πλαστικών φιαλών μιας χρήσης πληρώνουν μια «περιβαλλοντική εισφορά» που μειώνεται καθώς αυξάνεται το ποσοστό επιστροφής των προϊόντων τους. Τα μπουκάλια πρέπει να έχουν προδιαγραφές για εύκολη ανακύκλωση, χωρίς τοξικά πρόσθετα, μόνο διαυγές ή μπλε χρώμα και υδατοδιαλυτές ετικέτες.

Η μείωση της ποσότητας των απορριμμάτων που παράγουμε είναι το πιο σημαντικό πράγμα που μπορούμε να κάνουμε. Σίγουρα το μοντέλο που λειτούργησε για μεγάλο χρονικό διάστημα δεν ισχύει πια και πιθανότατα δεν πρόκειται ποτέ να επιστρέψει.

Πηγή: Yale Environment 360

Δείτε περισσότερα άρθρα σχετικά με την κλιματική αλλαγή στο www.clima21.gr