- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Οι 20 υπαίτιες εταιρείες για την κλιματική κρίση
«Οι εταιρείες αυτές έχουν αξιοσημείωτη ηθική, οικονομική και νομική ευθύνη για την κλιματική κρίση»
Η Guardian αποκαλύπτει τα αποτελέσματα έρευνας του Ινστιτούτου Κλιματικής Αλλαγής των ΗΠΑ για τις υπεύθυνες για την κλιματική αλλαγή εταιρείες ορυκτών καυσίμων
Η Guardian αποκάλυψε τις 20 εταιρείες ορυκτών καυσίμων των οποίων η ανεξέλεγκτη εκμετάλλευση των αποθεμάτων πετρελαίου, αερίου και άνθρακα έχει άμεσα συνδεθεί με πάνω από το 1/3 όλων των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Νέα δεδομένα σημαντικών ερευνητών δείχνουν πώς αυτή η στρατιά κρατικών και πολυεθνικών εταιρειών κρατάει τα ηνία της κλιματικής κρίσης και τον τρόπο με τον οποίο συνεχίζουν να επεκτείνουν τις επιχειρήσεις τους παρά τις καταστροφικές συνέπειες στον πλανήτη.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε από τον Richard Heede στο Ινστιτούτο Κλιματικής Ευθύνης των ΗΠΑ, την κορυφαία αρχή παγκοσμίως όσον αφορά τον ρόλο των μεγάλων βιομηχανιών πετρελαίου (Big Oil) στην όλο και μεγαλύτερη κλιματική κρίση.
Σύμφωνα με τα δεδομένα της έρευνας, οι top 20 εταιρείες της λίστας έχουν συνεισφέρει στο 35% του διοξειδίου του άνθρακα και του μεθανίου που σχετίζονται με την ενέργεια, παγκοσμίως, με συνολικό αποτέλεσμα 480 δισ. τόνους ισοδυνάμου διοξειδίου του άνθρακα (GtCO2e) από το 1965. Σε αυτές συγκαταλέγονται επενδυτικές εταιρείες, όπως οι Chevron, Exxon, BP και Shell, και κρατικές εταιρείες, συμπεριλαμβανομένων των Saudi Aramco και Gazprom.
Η Chevron βρέθηκε στην κορυφή της λίστας ανάμεσα σε οχτώ επενδυτικές εταιρείες, ενώ την ακολουθούν με μικρή διαφορά η Exxon, η BP και η Shell. Αυτοί οι τέσσερις επιχειρηματικοί κολοσσοί βρίσκονται πίσω από περισσότερο από το 10% των παγκόσμιων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα από το 1965.
Από τις υπόλοιπες εταιρείας της λίστας, δώδεκα είναι κρατικές και οι συγκεντρωτικές γεωτρήσεις τους είναι υπεύθυνες για το 20% των συνολικών εκπομπών της ίδιας περιόδου. Ο βασικός κρατικός ρυπαντής είναι η Saudi Aramco, που έχει παραγάγει μόνη της το 4,38% του παγκόσμιου συνόλου.
Ο Michael Mann, από τους κορυφαίους επιστήμονες που ασχολούνται με την κλιματική αλλαγή παγκοσμίως, ανέφερε ότι τα ευρήματα έριξαν φως στον ρόλο των εταιρειών ορυκτών καυσίμων και κάλεσε τους πολιτικούς στις επερχόμενες κλιματικές συζητήσεις στη Χιλή τον Δεκέμβριο να λάβουν επείγοντα μέτρα που θα ελέγξουν τις δραστηριότητές τους.
«Η μεγάλη τραγωδία της κλιματικής κρίσης είναι ότι 7,5 δισεκατομμύρια άνθρωποι πρέπει να πληρώσουν το τίμημα –υπό τη μορφή ενός υποβαθμισμένου πλανήτη– ώστε τα συμφέροντα κάποιων εταιρειών να συνεχίζουν να κάνουν ρεκόρ από κέρδη. Αποτελεί μία τεράστια ηθική αποτυχία του πολιτικού μας συστήματος, που το επιτρέψαμε να συμβεί».
Ως προς τη μεθοδολογία της, η λίστα των παγκόσμιων μολυντών χρησιμοποιεί τις αναφορές των εταιρειών για την ετήσια παραγωγή πετρελαίου, φυσικού αερίου και άνθρακα και στη συνέχεια υπολογίζει πόσο από το διοξείδιο του άνθρακα και το μεθάνιο των παραγόμενων καυσίμων εκπέμπεται στην ατμόσφαιρα μέσα από την εφοδιαστική αλυσίδα, από τη γεώτρηση μέχρι την τελική χρήση. Σύμφωνα με τα στοιχεία, το 90% των εκπομπών που αποδίδονται στο top 20 των «κλιματικών ενόχων» προέκυψε από τη χρήση προϊόντων τους, όπως βενζίνη, καύσιμα τζετ, φυσικό αέριο και κάρβουνο. Το 1/10 προέκυψε από τη γεώτρηση, τη διύλιση και τη διανομή καυσίμων.
Η Guardian προσέγγισε τις 20 εταιρείες που κατονομάζονται στη λίστα μολυντών. Επτά από αυτές απάντησαν. Πώς τοποθετήθηκαν; Κάποιες υποστήριξαν ότι δεν ήταν άμεσα υπεύθυνες για το πώς το πετρέλαιο, το αέριο και ο άνθρακας που εξάγουν έχει χρησιμοποιηθεί από τους καταναλωτές. Ισχυρίστηκαν πως οι περιβαλλοντικές συνέπειες των ορυκτών καυσίμων ήταν γνωστές ήδη από τα τέλη του ’50 και πως η βιομηχανία έχει προσπαθήσει για την καθυστέρηση των επιπτώσεων. Επίσης δέχονται τα πορίσματα της επιστήμης για την κλιματική αλλαγή, ενώ κάποιοι ισχυρίστηκαν ότι στηρίζουν τους στόχους της Συμφωνίας των Παρισίων ώστε να μειωθούν οι εκπομπές και να διατηρηθεί η αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας στον 1,5oC πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα. Όλοι επισήμαναν τις προσπάθειες που έχουν πραγματοποιήσει ώστε να επενδύσουν σε ανανεώσιμες ή χαμηλές σε εκπομπές άνθρακα πηγές ενέργειας και ανέφεραν ότι οι εταιρείες ορυκτών καυσίμων έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην αναγνώριση της κλιματικής κρίσης.
Η εν λόγω έρευνα έχει ως βάση μία προηγούμενη δουλειά του Heede και της ομάδας του, η οποία είχε παρακολουθήσει τον ιστορικό ρόλο των εταιρειών ορυκτών καυσίμων στην κλιμακούμενη κλιματική κρίση. Όλα τα δεδομένα συντείνουν στο ότι η επίδραση των εκπομπών άνθρακα, πετρελαίου και αερίου που έχουν παραχθεί από εταιρείες ορυκτών καυσίμων είναι τεράστια. Σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύτηκε το 2017 από τον Peter Frumhoff στην Ένωση Ανήσυχων Επιστημόνων στις ΗΠΑ, οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και μεθανίου από τους 90 μεγαλύτερους παραγωγούς άνθρακα ήταν υπεύθυνες για σχεδόν τη μισή αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας και σχεδόν το 1/3 της ανόδου της στάθμης της θάλασσας από το 1880 μέχρι το 2010.
Ο Heede υποστηρίζει: «Αυτές οι εταιρείες και τα προϊόντα τους είναι ουσιαστικά υπεύθυνες για την κλιματική κρίση, έχουν συλλογικά καθυστερήσει τις εθνικές και παγκόσμιες δράσεις για δεκαετίες και δεν μπορούν πλέον να κρυφτούν πίσω από το προπέτασμα καπνού ότι οι καταναλωτές είναι οι υπεύθυνοι. Τα στελέχη των εταιρειών πετρελαίου, αερίου και άνθρακα εκτροχιάζουν την πρόοδο, όταν το τεράστιο κεφάλαιό τους, η τεχνολογική ειδίκευσή τους και οι ηθικές ευθύνες τους θα έπρεπε να ενισχύουν την αλλαγή προς ένα μέλλον χαμηλού διοξειδίου του άνθρακα.
Όπως εξηγεί ο ίδιος, το 1965 επιλέχτηκε ως το σημείο εκκίνησης της έρευνάς τους, διότι εκείνη τη χρονιά το περιβαλλοντικό αντίκτυπο των εταιρειών ορυκτών καυσίμων έγινε γνωστό στα ηγετικά πρόσωπα της βιομηχανίας και τους πολιτικούς, ειδικά στις ΗΠΑ. Συγκεκριμένα τον Νοέμβριο του 1965, ο πρόεδρος Lyndon Johnson δημοσίευσε μία αναφορά που είχε συνταχθεί από την Ομάδα Περιβαλλοντικής Μόλυνσης της Επιστημονικής Συμβουλευτικής Επιτροπής του Προέδρου, η οποία αναφερόταν στην πιθανή επίδραση της συνεχιζόμενης παραγωγής ορυκτών καυσίμων στην θέρμανση του πλανήτη.
Το ίδιο έτος, ο πρόεδρος του Αμερικανικού Ινστιτούτου Πετρελαίου είχε πει σε ετήσια συγκέντρωση: «Μία από τις σημαντικότερες προβλέψεις είναι ότι το διοξείδιο του άνθρακα μπαίνει στην ατμόσφαιρα της Γης από την καύση του άνθρακα, του πετρελαίου και του φυσικού αερίου σε τέτοιο βαθμό, που μέχρι το 2000 η ισορροπία της θερμοκρασίας θα έχει μεταβληθεί τόσο πολύ, ώστε πιθανώς να προκαλέσει αξιοσημείωτες αλλαγές στο κλίμα, ανεξαρτήτως τοπικών ή ακόμα και εθνικών προσπαθειών».
Ο Heede σημειώνει: «Οι κυρίαρχες εταιρείες και οι ενώσεις της βιομηχανίας είχαν επίγνωση, ή εσκεμμένα αγνόησαν, την απειλή της κλιματικής αλλαγής από τη συνεχόμενη χρήση των προϊόντων τους από το τέλη της δεκαετίας του ‘50».
Η έρευνα στοχεύει στο να ρίξει ευθύνες στις κύριες υπεύθυνες εταιρείες για τις εκπομπές άνθρακα και στο να μετατοπίσει τον δημόσιο και τον πολιτικό διάλογο από την αποκλειστική επικέντρωση στην ατομική ευθύνη. Έρχεται ως συνέχεια της προειδοποίησης από τα Ηνωμένα Έθνη, το 2018, ότι ο κόσμος έχει μόλις 12 χρόνια για να αποφύγει τις χειρότερες συνέπειες μία αφηνιασμένης υπερθέρμανσης του πλανήτη και να περιορίσει την αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας στον 1,5oC πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα.
Επιπλέον δείχνει ότι πολλοί από τους κύριους υπευθύνους είναι επενδυτικές εταιρείες κολοσσοί που ξοδεύουν δισεκατομμύρια ασκώντας πίεση στις κυβερνήσεις και παρουσιάζοντας τους εαυτούς τους ως περιβαλλοντικά συνεπείς. Οι πέντε μεγαλύτερες χρηματιστηριακά εταιρείες πετρελαίου και αερίου (BP, Shell, ExxonMobil, Chevron, Total) ξοδεύουν σχεδόν 200 εκατομμύρια δολάρια ετησίως ασκώντας την επιρροή τους ώστε να καθυστερήσουν, να ελέγξουν ή να μπλοκάρουν πολιτικές περιορισμού της κλιματικής αλλαγής.
Ο Heede αναφέρει ότι οι εταιρείες αυτές έχουν «αξιοσημείωτη ηθική, οικονομική και νομική ευθύνη για την κλιματική κρίση και την ανάλογη υποχρέωση να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση του προβλήματος».
Οι top 20 εταιρείες που έχουν συμβάλει στα 480 δισεκατομμύρια τόνους ισοδυνάμου διοξειδίου του άνθρακα από το 1965 (ανά δις τόνους ισοδυνάμου διοξειδίου του άνθρακα):
1. Saudi Aramco - 59.26
2. Chevron - 43.35
3. Gazprom - 43.23
4. ExxonMobil - 41.90
5. National Iranian Oil Co - 35.66
6. BP - 34.02
7. Royal Dutch Shell - 31.95
8. Coal India - 23.12
9. Pemex - 22.65
10. Petróleos de Venezuela - 15.75
11. Petro China - 15.63
12. Peabody Energy - 15.39
13. Conoco Phillips - 15.23
14. Abu Dhabi National Oil Co - 13.84
15. Kuwait Petroleum Corp - 13.48
16. Iraq National Oil Co - 12.60
17. Total SA - 12.35
18. Sonatrach - 12.30
19. BHP Billiton - 9.80
20. Petrobras - 8.68
Το άρθρο αρχικά δημοσιεύτηκε στη The Guardian.
Επιμέλεια: Νικολέττα Σταμάτη