- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Economist: Ο κόσμος χάνει τον πόλεμο ενάντια στην κλιματική αλλαγή (εικόνες)
Καμίνι το βόρειο ημισφαίριο - Αυξήθηκε η ζήτηση για τον «βρώμικο» άνθρακα - Το δίλημμα των πολιτικών ηγετών
Η Γη «ψήνεται» και παντού στο βόρειο ημισφαίριο οι φλόγες κατακαίνε μεγάλες εκτάσεις, με πιο ενδεικτικές περιπτώσεις τις φονικές πυρκαγιές γύρω από την Αθήνα και στην Καλιφόρνια, καθώς και το ακόμη πιο φονικό κύμα καύσωνα στην Ιαπωνία, γράφει ο «Economist» σε κύριο άρθρο του, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου ότι «ο κόσμος χάνει τον πόλεμο ενάντια στην κλιματική αλλαγή».
Όπως αναφέρει, αυτό που κάποτε ήταν μια εξαίρεση, σήμερα είναι πια κοινός τόπος. Υπενθυμίζει, δε, ότι, σύμφωνα με τους επιστήμονες, καθώς ο πλανήτης Γη ανεβάζει θερμοκρασία (σήμερα είναι περίπου έναν βαθμό Κελσίου υψηλότερη σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα), ο καιρός αναμένεται να «τρελαθεί» ακόμη πιο πολύ.
Παραπέμπει, μάλιστα, και σε μια επιστημονική μελέτη, σύμφωνα με την οποία, αν δεν υπήρχε η ανθρωπογενής κλιματική αλλαγή, το φετινό «καυτό» καλοκαίρι στην Ευρώπη πιθανότατα δεν θα είχε καν υπάρξει.
Στα χαρτιά οι υποσχέσεις
Το βρετανικό περιοδικό -η γνώμη του οποίου ανέκαθεν λαμβανόταν σοβαρά υπ' όψιν από τους διαμορφωτές πολιτικών στις μεγαλύτερες χώρες (και όχι μόνο)- επισημαίνει ότι «καθώς η επίπτωση της κλιματικής αλλαγής γίνεται όλο και πιο φανερή, το ίδιο γίνεται και η κλίμακα της πρόκλησης που αντιμετωπίζουμε».
Όπως λέει, είναι ενδεικτικό ότι, τρία χρόνια μετά τις δεσμεύσεις των χωρών στο Παρίσι ότι θα κρατήσουν την άνοδο της θερμοκρασίας «αρκετά κάτω» από τους δύο βαθμούς σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα, οι εκπομπές «αερίων του θερμοκηπίου» αυξάνονται ξανά. Το ίδιο και οι ρυπογόνες επενδύσεις στο πετρέλαιο και στο φυσικό αέριο, ενώ το 2017, για πρώτη φορά έπειτα από τέσσερα χρόνια, αυξήθηκε η ζήτηση για τον «βρώμικο» άνθρακα (στον οποίο περιλαμβάνεται και ο λιγνίτης).
Από την άλλη, σε πολλές χώρες οι επιδοτήσεις για νέες επενδύσεις στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ηλιακή, αιολική κ.α.) μειώνονται αντί να αυξάνονται, με αποτέλεσμα ο τομέας της «πράσινης» ενέργειας να εμφανίζει μάλλον στασιμότητα, ενώ η -σύμμαχος κατά της κλιματικής αλλαγής- «καθαρή» πυρηνική ενέργεια είναι τόσο ακριβή όσο και αντιδημοφιλής διεθνώς.
Ελπίδα στην «πράσινη» οικονομία
Ο «Economist» προειδοποιεί ότι δυστυχώς μάλλον δεν πρόκειται για ένα προσωρινό πισωγύρισμα και ότι ίσως η ανθρωπότητα θα πρέπει πλέον να δει καθαρά τη δυσάρεστη αλήθεια: Χάνει τον πόλεμο.
Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει καλοδεχούμενη πρόοδος, καθώς οι «πράσινες» ενεργειακές τεχνολογίες γίνονται φθηνότερες, αποδοτικότερες και ευκολότερες στην πρόσβαση (υπάρχουν μάλιστα πια χώρες όπου οι ανανεώσιμες ενέργειες κοστίζουν λιγότερο και από τον άνθρακα). Επίσης, ενθαρρυντική είναι η συνεχής εξάπλωση των ηλεκτροκίνητων αυτοκινήτων.
Ο κόσμος αντιδρά
Θετικό ακόμη είναι ότι η κοινή γνώμη ευαισθητοποιείται ολοένα περισσότερο. Μια πρόσφατη δημοσκόπηση σε 38 χώρες βρήκε ότι 6 στους 10 ανθρώπους (το 61%) θεωρούν την κλιματική αλλαγή σοβαρή απειλή. Μόνο οι ισλαμιστές τρομοκράτες θεωρούνται μεγαλύτερος κίνδυνος.
Στις ΗΠΑ, παρά την αντιδραστική πολιτική του Ντόναλντ Τραμπ σε αυτό το θέμα, αρκετές πόλεις και πολιτείες παίρνουν μέτρα ενάντια την κλιματική αλλαγή. Σε χώρες «πνιγμένες» από τον άνθρακα, όπως η Κίνα και η Ινδία, αρκετοί πολίτες ασκούν πιέσεις στις κυβερνήσεις τους.
Οι αισιόδοξοι θεωρούν ότι η απαλλαγή από τον άνθρακα είναι εφικτή, αλλά στην πράξη, τονίζει ο «Economist», «αποδεικνύεται τρομερά δύσκολη».
Δύσκολη η απεξάρτηση από τον άνθρακα
Η πιο βασική αιτία είναι η μεγάλη αύξηση της ζήτησης ενέργειας ιδίως από την Ασία, καθώς η κινεζική και οι άλλες ασιατικές οικονομίες αναπτύσσονται ταχύτατα.
Η παγκόσμια χρήση άνθρακα, του πιο ρυπογόνου ορυκτού καυσίμου, εμφάνισε μέση ετήσια αύξηση 3,1% κατά τη δεκαετία 2006-2016, έναντι 2,9% του πετρελαίου και 5,2% του -συγκριτικά πιο καθαρού- φυσικού αερίου.
Η δεύτερη αιτία είναι η οικονομική και πολιτική αδράνεια, η τάση να ακολουθεί κάποιος την πεπατημένη. Πρόκειται για ένα είδος εθισμού: Όσο περισσότερα ορυκτά καύσιμα καταναλώνει μια χώρα, τόσο πιο δύσκολο είναι να απαλλαγεί από αυτά.
Ισχυρά επιχειρηματικά και άλλα λόμπι, καθώς και οι ψηφοφόροι που τα υποστηρίζουν λόγω συμφέροντος, παίζουν καθοριστικό ρόλο στην «οχύρωση» του άνθρακα στο ενεργειακό μίγμα κάθε χώρας. Για να αλλάξουν τα πράγματα, θα χρειασθούν αρκετά χρόνια.
Η τρίτη μεγάλη δυσκολία είναι τεχνικο-οικονομικής φύσης. Δεν είναι καθόλου εύκολο για τις μεγάλες βιομηχανίες χάλυβα, τσιμέντου, μεταφορών κ.α. να λειτουργήσουν με μαζική παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, που δεν θα βασίζεται στα ορυκτά καύσιμα.
Υπάρχουν εναλλακτικές τεχνολογίες (π.χ. παραγωγή χάλυβα με μηδενική κατανάλωση άνθρακα ή ακόμη και με αρνητική, που απορροφά δηλαδή περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα από όσο εκπέμπει στην ατμόσφαιρα), όμως η ευρεία εφαρμογή τους δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση.
Έκκληση να σταματήσει η «δίαιτα πλούσια σε άνθρακα»
Ο «Economist» καλεί τις δυτικές χώρες να συνειδητοποιήσουν ότι «πλούτισαν χάρη σε μια "δίαιτα" βιομηχανικής ανάπτυξης πλούσια σε άνθρακα» και, γι' αυτό, πρέπει να τιμήσουν τις δεσμεύσεις τους στο Παρίσι.
Όπως υποστηρίζει, το οικονομικό κόστος αποφυγής της κλιματικής αλλαγής θα είναι βραχυπρόθεσμο σε σχέση με τα μακροπρόθεσμα οφέλη. Επισημαίνει ότι «οι πολιτικοί έχουν ένα ουσιαστικό ρόλο στο να υποστηρίξουν τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις και να διασφαλίσουν ότι οι πιο ευάλωτοι δεν θα φέρουν το κύριο βάρος της αλλαγής».
Αλλά, μέχρι να γίνει αυτό, το περιοδικό θεωρεί δεδομένο ότι ο κόσμος μας θα γίνει σίγουρα πολύ πιο ζεστός -με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ