Life in Athens

Κλάμπινγκ: Σε ξένο πάρτι, ακάλεστος

Το βράδυ της Παρασκευής στο Γκάζι είναι πάντα σαν déjà-vu.

Γιάννης Χ. Παπαδόπουλος
ΤΕΥΧΟΣ 937
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Clubbing: Θα πας; #6: Σε ξένο πάρτι, ακάλεστος

10 και κάτι, βγαίνω από το στούντιο του Voice 102.5 και στη Χαριλάου Τρικούπη βρέχει. Ο φίλος μου ο Δημήτρης γιορτάζει και με έχει καλέσει σε ένα ουισκάδικο στα Ιλίσια. Κανονικά είναι μια στάση μέχρι Σύνταγμα κι από εκεί δύο μέχρι Μέγαρο, αλλά η βροχή μου φαίνεται κάπως ψιλή, έχω φορτισμένα ακουστικά, συν ότι έχω ανάγκη να ζήσω κάτι άχαρο και ταλαίπωρο, όπως το να περπατάς μισή ώρα στη βροχή... Το πήρα με τα πόδια.

Το μπαρ αυτό είναι πολύ ωραίο, πραγματικά κλασάτο. Άπειρα είδη ουίσκι. Είμαι παντελώς άσχετος, βέβαια. Τζιν πίνω συνήθως, οπότε αφήνω τον Δημήτρη να παραγγείλει για μένα. Ο ρέκτης μπάρμαν μάς πληροφορεί ότι το συγκεκριμένο ουίσκι, αν το κρατήσεις λίγο παραπάνω στο στόμα, σου αφήνει μια γεύση από γιασεμί. «ΑΥΤΟ ΗΤΑΝ ΚΑΙ ΕΛΕΓΑ ΤΙ ΜΟΥ ΘΥΜΙΖΕΙ», του λέω. Αποσύρεται ικανοποιημένος. Η εξυπηρέτηση είναι τόσο καλή που οι σερβιτόροι έρχονται μετά από κάθε δυο γουλιές νερό που πίνεις για να σου βάλουν κι άλλο στο ποτήρι, να είναι γεμάτο ως επάνω. Σταμάτησα να πίνω νερό, να μην κατεβαίνει η στάθμη του ποτηριού μου, γιατί τους λυπήθηκα με το πήγαιν’ έλα.

Η παρέα έσπασε. Είναι ήδη 2 το πρωί. Περπατάω προς Μιχαλακοπούλου για βρόμικο. Σκέφτομαι να συνεχίσω προς Γκάζι, αλλά λίγο βαριέμαι. Το βράδυ της Παρασκευής στο Γκάζι είναι πάντα σαν déjà-vu. Λίγο πριν την καντίνα ακούω μουσική από τον τρίτο όροφο μιας πολυκατοικίας, βλέπω κόσμο να μπαινοβγαίνει στο μπαλκόνι. Σπιτόπαρτο. Ζηλεύω λίγο. Από την εξώπορτα της πολυκατοικίας βγαίνει φουριόζος ένας τύπος γύρω στα 28. Από τον 3ο του φωνάζουν οι άλλοι: «Πάρε τουλάχιστον 3 σακούλες πάγο, Νίκο». «Κάνετε πάρτι;» ρωτάω. «Ναι», μου λέει, «κι εγώ παίζω μουσική. Έχω γενέθλια και τώρα πάω να πάρω πάγο». «Χαμός! Να σου πω, να έρθω κι εγώ πάνω; Αν θες σε ξεφορτώνω από τη μουσική». Ο Νίκος με κοιτάει από πάνω μέχρι κάτω. «Τι θα παίξεις;» «Αυτά που παίζετε. Ποπ και αργότερα καμία τρασίλα». «Ανέβα στον 3ο, χτύπα το κουδούνι με το κίτρινο αυτοκόλλητο και πες ότι σε έστειλα εγώ για τη μουσική. Έρχομαι σε λίγο με τον πάγο». Με λεξιλόγιο Charli xcx αυτό που έκανα ήταν πολύ brat. Στα ελληνικά είναι απλά κουλαμάρα. Σε ξένο πάρτι, ακάλεστος. Και δεν τους ξέρω καν. Ο κολλητός μου μού λέει συνήθως ότι αυτά τα κάνουμε μόνο όσοι ήρθαμε από επαρχία – οι Αθηναίοι δεν είναι τόσο άνετοι με τους γύρω τους, ούτε καν με τους ανθρώπους που μένουν στα διπλανά διαμερίσματα.

Το πάρτι έχει φάση. Πενήντα άτομα, μεταξύ 24-31 χρονών, με πολλή όρεξη για χορό. Έχουν πέσει πάνω από τον υπολογιστή και προσπαθούν να βάλουν μουσική από το YouTube. Ο έτερος κουμανταδόρος του πάρτι (λέγεται κι αυτός Νίκος) τους παραμερίζει και με τοποθετεί στο γραφειάκι. Κατεβάζω στα γρήγορα 5-6 κομμάτια, ανοίγω και τρεις καρτέλες στο ίντερνετ, είμαι διαρκώς σε εγρήγορση για να σκιπάρω τις διαφημίσεις και ξεκινάω. Διαλέγω μεγάλα κομμάτια για να προλαβαίνω να κατεβάζω και τα επόμενα. Βρίσκω ένα εννιάλεπτο, επιμηκυμένο ρεμίξ του «Jump» της Madonna. Η επιμήκυνση το κάνει ακόμα πιο ωραίο. Καθώς ακούς τα συνθς και τα έγχορδα στην αρχή, αναμένοντας το ίντρο, η προσμονή γίνεται όλο και μεγαλύτερη. Καθώς επαναλαμβάνεται σε λούπα η πρώτη στροφή του τραγουδιού, διαπιστώνω γι’ άλλη μια φορά πόσο ωραίους στίχους έχει γράψει η Madonna. Και πόσο ταιριάζουν στην περίσταση. Χωρίς πλάνα και χωρίς παρέα αυτό το βράδυ Παρασκευής, δυσανασχετώντας στην ιδέα να ζήσω πάλι μια απ’ τα ίδια, βρήκα κάτι απροσδόκητο. Κάτι για μένα.

I haven’t got much time to waste, it’s time to make my way

I’m not afraid of what I’ll face, but I’m afraid to stay

I’m going down my own road and I can make it alone

All work and no fighting and I’ll find a place of my own