Life in Athens

Αλλάζει κλίμα η Αθήνα; Κι αν ναι, τι θα κάνουμε γι’ αυτό;

Πόσο αυξήθηκε η θερμοκρασία της Αθήνας τα τελευταία χρόνια; Ποιες είναι οι πιο θερμές περιοχές της πόλης; Πώς θα αντιμετωπιστεί ο καύσωνας;

Κατερίνα Καμπόσου
ΤΕΥΧΟΣ 923
10’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Καύσωνας στην Αθήνα: Προβλέψεις από τον καθηγητή Κώστα Συνολάκη, τα στοιχεία του Aστεροσκοπείου, το σχέδιο του Δήμου για την αντιμετώπιση του καύσωνα

Στο πλαίσιο μιας γενικότερης αύξησης της θερμοκρασίας σε όλη την Ευρώπη, η Αθήνα έχει μεταμορφωθεί σε καμίνι, που δεν θυμίζει σε τίποτα το ήπιο κλίμα το οποίο την χαρακτήριζε. Πόσο έχει αυξηθεί η θερμοκρασία της πόλης σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια; Πόσες συνθήκες καύσωνα θα βιώσουμε στο μέλλον; Ποιες είναι οι πιο θερμές περιοχές της Αθήνας και πώς θα αντιμετωπίσουμε τα ακραία φαινόμενα ζέστης; Απαντήσεις μας δίνουν ο καθηγητής Φυσικών Καταστροφών Kώστας Συνολάκης, η ερευνήτρια του Αστεροσκοπείου Δήμητρα Φουντά και ο Δήμος Αθηναίων

©Alkis Ischnopoulos / Unsplash

Καύσωνας: Η Ελλάδα στις θερμότερες χώρες της Ευρώπης  

Κατά διαστήματα έχει γραφτεί πως η Μεσόγειος αυξάνει τη μέση θερμοκρασία της κατά 20% ταχύτερα από τον παγκόσμιο μέσο όρο και η Ελλάδα συγκαταλέγεται στις χώρες της νοτιοανατολικής Ευρώπης που οι θερμοκρασίες αυξάνονται ενώ οι βροχοπτώσεις μειώνονται. Γιατί συμβαίνει αυτό; «Είναι γεγονός πως εκτιμήσεις δείχνουν ότι η Μεσόγειος θερμαίνεται ταχύτερα από τον υπόλοιπο κόσμο. Το 20% είναι ένα εφιαλτικό νούμερο, αλλά το πραγματικό είναι ίσως και μεγαλύτερο. Η αύξηση της θερμοκρασίας στη Μεσόγειο είναι περίπου 0.3-0.4°C κάθε δεκαετία, ενώ ο παγκόσμιος μέσος όρος υπερθέρμανσης είναι 0.2°C. Δηλαδή η Μεσόγειος θερμαίνεται με διπλάσιο ρυθμό απ’ ό,τι ο υπόλοιπος πλανήτης. Η θερμοχωρητικότητά της ως υδάτινο σώμα είναι πολύ μικρότερη και σε απόλυτο νούμερο και ανά μονάδα ακτογραμμής από τους ωκεανούς και έτσι επηρεάζεται δυσανάλογα το κλίμα των παρακτίων περιοχών της» θα πει ο καθηγητής Κώστας Συνολάκης.

Σύμφωνα με τα λεγόμενά του, το 2023 η παγκόσμια θερμοκρασία αυξήθηκε κατά περίπου 1.2°C σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή εξαιτίας του μετεωρολογικού φαινομένου Ελ Νίνιο στον Νότιο Ειρηνικό, που επαναλαμβάνεται κάθε 3-5 χρόνια. Τις επιπτώσεις της αύξησης της θερμοκρασίας στην Ελλάδα αντιμετωπίζουμε ήδη. 

«Η μεγα-πυρκαγιά στη Δαδιά στον Έβρο ήταν η μεγαλύτερη που γνωρίζουμε στην Ευρώπη και στη Ρόδο είχαμε μια τεράστια πυρκαγιά που χρειάστηκε να απομακρυνθούν πάνω από 20.000 κάτοικοι και επισκέπτες. Ο κυκλώνας Daniel συνοδεύτηκε με βροχόπτωση που έσπασε ρεκόρ για ελληνικά δεδομένα και προξένησε τη μεγαλύτερη πλημμύρα που γνωρίζουμε τα τελευταία 100 χρόνια. Φέτος είχαμε καύσωνα σχεδόν σε όλη την Ελλάδα από τον Ιούνιο. Τι θα γίνει αν φτάσουμε τους 1.5°C αύξηση κάθε χρόνο; Δεν το γνωρίζουμε με ακρίβεια, αλλά μελέτες που δημοσιεύτηκαν στην πολύ έγκαιρη επιστημονική επιθεώρηση Nature, υποδεικνύουν ότι –στο καλύτερο σενάριο συμμόρφωσης με τις επιταγές της συμφωνίας των Παρισίων– θα έχουμε κάθε 10-20 χρόνια τα ακραία φαινόμενα που στατιστικά βλέπαμε κάθε 100 χρόνια.

 » Στο χειρότερο σενάριο, με ακόμη και 4.5 βαθμούς αύξηση το 2100 (το σενάριο που θα ζήσουμε αν συνεχίσουμε να μην κάνουμε ό,τι χρειάζεται για να μετριάσουμε την αύξηση της θερμοκρασίας ή να παίρνουμε μόνο πυροσβεστικά μέτρα), θα βλέπουμε κάθε χρόνο τα ακραία φαινόμενα που μέχρι τώρα βλέπαμε κάθε 100 χρόνια».

Ο αθηναϊκός καύσωνας

― Ισχύει πως η κλιματική αλλαγή έχει σχεδόν δεκαπλασιάσει το συνολικό άθροισμα ημερών καύσωνα στην Αθήνα; «Κάθε χρόνο οι μέρες με ακραίους καύσωνες αυξάνουν και πλησιάζουν το όριο των 10% των συνολικών ημερών με ακραίες συνθήκες, που μπορούν να δημιουργούν θερμοπληξίες. Κατά μερικές εκτιμήσεις, σε συνθήκες καύσωνα ο εγκέφαλός μας υπο-οξυγονώνεται μέχρι και 10% οπότε δεν μπορούμε να παίρνουμε και σωστές αποφάσεις. Ας αναρωτηθούμε τι συνέβη στους επισκέπτες μας που είχαν πάει πεζοπορία στα νησιά μας και πέθαναν τον Ιούνιο. Όπως πληροφορηθήκαμε ήταν έμπειροι και είχαν ακολουθήσει τα ίδια μονοπάτια στο παρελθόν. Τι συνέβη λοιπόν; Ίσως να ήταν η αδυναμία να πάρουν κρίσιμες αποφάσεις όταν χρειάστηκε, ίσως αποπροσανατολίστηκαν. Δεν θέλουμε κάτι τέτοιο να συμβεί σε μας, στις πόλεις μας. Σε μια δεκαετία το κλίμα στην Αθήνα θα είναι λιγότερο ήπιο σε σχέση με τώρα. Αλλά, επειδή ολόκληρη η γη θα υπερθερμαίνεται, το ζητούμενο είναι αν η Αθήνα θα παραμείνει στη θέση που είναι, κοντά στον μέσο όρο τροπικών και κρύων κλιμάτων.»

Η Αθήνα, συζητάμε με τον Δρ. Συνολάκη, βρίσκεται εγκλωβισμένη σε έναν φαύλο κύκλο, που σχετίζεται με τη λειτουργία των κλιματιστικών μηχανημάτων. Το air condition ψυχραίνει τον αέρα σε ένα δωμάτιο, αλλά θερμαίνει τον αέρα έξω από αυτό, στο μπαλκόνι, τον δρόμο, τη γειτονιά. Όσο αυξάνεται η θερμοκρασία τόσο αυξάνεται η χρήση των κλιματιστικών, που με τη σειρά τους αυξάνουν την εξωτερική θερμοκρασία. Και δεν είναι ο μόνος παράγοντας που δυσχεραίνει την κατάσταση.

«Τα ύψη των κτιρίων είναι απαράδεκτα σε σχέση με το μέγεθος των δρόμων της πόλης. Κάποτε εργολάβοι έπειθαν Αθηναίους να ανταλλάξουν τις μονοκατοικίες τους με διαμερίσματα σε πολυκατοικίες και πίεζαν τις κυβερνήσεις να επιτρέψουν περισσότερους ορόφους δόμησης, ώστε να μεγιστοποιήσουν το κέρδος. Το αποτέλεσμα είναι κατά πολύ μειωμένη ποιότητα ζωής, αλλά και εμπορικής αξίας για όλους. Οι ελάχιστες μονοκατοικίες στο κέντρο έχουν πολλαπλή αξία από αυτήν που θα έπαιρναν οι ιδιοκτήτες, αν είχαν υποκύψει σε αντιπαροχή. Η ποιότητα των κατασκευών επιβαρύνει την κατάσταση.

Αν είχαμε πολυκατοικίες κατασκευασμένες με πιο φιλικά υλικά στο περιβάλλον και πιο ανθεκτικά στη ζέστη, όπως φερ’ ειπείν ξύλο, η κατάσταση θα ήταν διαφορετική. Στις ΗΠΑ κτίρια μέχρι και 4 ορόφους κτίζονται από ξύλο. Το ξύλο δεν έχει την ίδια θερμική χωρητικότητα με το μπετόν και έτσι δεν αποθηκεύει θερμότητα κατά τη διάρκεια της ημέρας που την εκλύει το βράδυ. Επίσης είναι πιο ανθεκτικό υλικό στους σεισμούς, επειδή έχει μεγαλύτερη ελαστικότητα απορροφώντας και ανακατανέμοντας καλύτερα την ενέργεια δονήσεων. Στο Βερολίνο  έχει ξεκινήσει το Νέο Ευρωπαϊκό Bauhaus, ένα κίνημα αντίστοιχο του Bauhaus πριν 100 χρόνια, που πρεσβεύει τη σταδιακή αντικατάσταση των κατασκευών από μπετόν με ξύλο, όπου είναι εφικτό. Στην Ελλάδα έχει μια χούφτα από υποστηρικτές, υπάρχει τεράστια εμμονή στο τσιμέντο και έλλειψη τεχνογνωσίας για εναλλακτικές λύσεις. Η ιδέα δεν είναι μόνο η μείωση των θερμοκρασίων στις πόλεις, αλλά και η αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα. Η ξυλεία προέρχεται από καλλιέργειες δέντρων που είναι  φυσικοί απορροφητήρες και αποθηκευτήρες άνθρακα. Επίσης, η διαδικασία παραγωγής τσιμέντου έχει μεγάλο ανθρακικό αποτύπωμα, οπότε η σταδιακή υποκατάστασή του με ξύλο έχει πολλαπλά οφέλη».

© Μιχάλης Καραγιάννης/ Eurokinissi

Με τον καθηγητή συμφωνούμε πως πέρα από τις λίγες μεγάλες λεωφόρους μπροστά στα στενά δρομάκια με τα κτίρια που πυρακτώνουν και την αυξημένη κυκλοφοριακή κίνηση, η έλλειψη πρασίνου στην Αθήνα εντείνει ακόμη περισσότερο την αίσθηση της δυσφορίας από τη ζέστη.

«Οι Αθηναίοι ζουν σε μικρούς παράδρομους με σχεδόν καθόλου δενδροφύτευση. Tα λίγα δέντρα που υπάρχουν, καρκινοβατούν ανάμεσα σε κτίρια μαμούθ σε σχέση με το μέγεθός τους, την υπερθέρμανση λόγω του τσιμέντου και την ελλιπή περιποίηση. Συγκρίνετε πόση λιγότερη βλάστηση και δέντρα έχει αναλογικά το Πεδίον του Άρεως σε σχέση με τον Εθνικό Κήπο κι επίσης ας σκεφτούμε την κατάσταση στους Αμπελόκηπους, το Ίλιον, το Μεταξουργείο ή την Κυψέλη και τον Πειραιά. Στην Αθήνα είναι σχεδόν παντελής η απουσία αναρριχητικών φυτών στις πολυκατοικίες, που μπορεί να μειώσουν τις εσωτερικές θερμοκρασίες κατά 1-2°C και που το βράδυ βοηθούν να μετριαστούν οι θερμοκρασίες. Χρειάζονται πολλά περισσότερα αειθαλή δέντρα που να ποτίζονται σχολαστικά και ουσιαστικά κίνητρα για να πρασινίσουν οι βεράντες και οι πολυκατοικίες.

 » Γενιές Αθηναίων έχουν συνηθίσει χωρίς δέντρα και ίσως το θεωρούν φυσιολογικό να μην υπάρχουν στην Αθήνα, όπως δεν έχει για παράδειγμα και το Ντουμπάι. Η Αθήνα όμως κάποτε είχε δέντρα, ενώ το Ντουμπάι όχι. Για παράδειγμα, στην πολυκατοικία όπου μεγάλωσα υπάρχει στον ακάλυπτο χώρο  ένα  μεγάλο δέντρο ύψους 15 μ., που φυτεύτηκε όταν κτίστηκε η πολυκατοικία το 1968. Μερικοί κάτοικοι θέλουν να το κόψουν γιατί φοβούνται τις γάτες που σκαρφαλώνουν ή τους διαρρήκτες –που δεν έχουν έλθει ποτέ–, μερικοί άλλοι ισχυρίζονται ότι τους ενοχλούν τα τζιτζίκια. Δυστυχώς, έτσι θέλησαν την Αθήνα οι ιδρυτές του νέου ελληνικού κράτους τη δεκαετία του 1950, που υποστήριξαν την ξέφρενη ανάπτυξη, την αντιπαροχή και τη συνεχή αύξηση των ορόφων των κατασκευών στο κέντρο, μάλλον χωρίς ούτε μια στιγμή να αναλογιστούν τι έφτιαχναν».

― Υπάρχει «γυρισμός» ή κάποιες λύσεις επιβράδυνσης των περιόδων με καύσωνα μελλοντικά; «Η κατάσταση δεν είναι αναστρέψιμη μέχρι να σταθεροποιήσουμε το κλίμα, δηλαδή να σταματήσουμε τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Αν το καταφέρουμε ως το 2050 κι αν περιορίσουμε την αύξηση του μέσου όρου της παγκόσμιας θερμοκρασίας στους 1.5°C, τότε ίσως γλιτώσουμε τα χειρότερα όσον αφορά τις ακραίες καταιγίδες, πλημμύρες, άνοδο της στάθμης της θάλασσας – κι αυτό που μας ενδιαφέρει άμεσα, τους καύσωνες στην Αθήνα.» 

2023: Tο θερμότερο έτος στην Αθήνα από τoν 19ο αιώνα

Για να διαπιστώσουμε πόσο έχει μεταβληθεί η θερμοκρασία της Αθήνας σε σχέση με το παρελθόν, ανατρέχουμε με την ερευνήτρια του Αστεροσκοπείου Αθηνών, Δήμητρα Φουντά, στο ιστορικό κλιματικό αρχείο του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών (ΕΑΑ), όπου καταγράφεται η θερμοκρασία καθημερινά εδώ και περίπου 3 αιώνες. Σύμφωνα με το αρχείο, από τα μέσα της δεκαετίας του 1970 και μέχρι σήμερα, η τάση της θερμοκρασίας στην Αθήνα είναι συνεχώς ανοδική, με μεγαλύτερο ρυθμό αύξησης το καλοκαίρι (+0.65 °C/δεκαετία) σε σχέση με τον χειμώνα (+0.21 °C/δεκαετία).

 «Το 2023 ήταν το θερμότερο έτος που έχει καταγραφεί ποτέ στην Αθήνα από τα μέσα του 19ου αιώνα, και κατά 2.3°C θερμότερο σε σχέση με την προ-βιομηχανική περίοδο (1860-1900), ενώ  η πρόσφατη δεκαετία 2014-2023 ήταν κατά 1.7°C θερμότερη από τη μέση θερμοκρασία της  περιόδου 1860-1900. Σημειώνεται ότι σε παγκόσμια κλίμακα, η δεκαετία 2014-2023 ήταν κατά 1.2 °C υψηλότερη σε σχέση με τα προ-βιομηχανικά επίπεδα. Η άνοδος της θερμοκρασίας στην Αθήνα τις τελευταίες δεκαετίες συνοδεύεται και με συχνότερη εμφάνιση επεισοδίων καύσωνα που τείνουν να έχουν μεγαλύτερη διάρκεια. Ο αριθμός των καυσώνων κατά τη διάρκεια της 30ετούς κλιματικής περιόδου 1991-2020 βρέθηκε σχεδόν πενταπλάσιος σε σχέση με τον μέσο όρο των προηγούμενων κλιματικών περιόδων από τις αρχές του 20ού αιώνα. Σημαντικές είναι επίσης και οι εποχικές μεταβολές στην εμφάνιση των καυσώνων, οι οποίοι τείνουν να εμφανίζονται ημερολογιακά νωρίτερα. (Ως καύσωνας στη συγκεκριμένη περίπτωση έχει οριστεί μια περίοδος 3 τουλάχιστον διαδοχικών ημερών, με μέγιστη θερμοκρασία > 37 °C). Ο αριθμός των θερμών ημερών (μέγιστη θερμοκρασία > 37 °C) ανέρχεται σε 280 περίπου από το 2000 και μετά, αριθμός που αναλογεί στο 45% του συνόλου των θερμών ημερών που έχουν καταγραφεί στην Αθήνα από τις αρχές του 20ού αιώνα μέχρι σήμερα.» 

© Fotis Fotopoulos / Unsplash

Νυχτερινοί καύσωνες

Με τη βοήθεια της ερευνήτριας του Αστεροσκοπείου μαθαίνουμε πως το κλίμα και τη θερμοκρασία της Αθήνας έχουν επηρεάσει και το φαινόμενο της Αστικής Θερμικής Νησίδας (ΑΘΝ), που γενικά καθιστά τις πόλεις θερμότερες σε σχέση με τις γειτονικές, μη αστικές περιοχές. Κάτι που βιώνουν πολύ έντονα όμως οι Αθηναίοι είναι ότι ακόμα και τις νύχτες, δεν νιώθουν τη θερμική ανακούφιση.

«Το ιστορικό κλιματικό αρχείο του ΕΑΑ συμπεριλαμβάνει και καταγραφές της ελάχιστης (νυχτερινής) θερμοκρασίας στην Αθήνα, η οποία επίσης παρουσιάζει αυξητική τάση. Αν και ο ρυθμός αύξησης της ελάχιστης θερμοκρασίας είναι μικρότερος σε σχέση με τη μέγιστη σε μακροχρόνια κλίμακα, από τα μέσα της δεκαετίας του 1970 ο ρυθμός αύξησης της ελάχιστης θερμοκρασίας είναι σημαντικός και μάλιστα μεγαλύτερος σε σχέση με τη μέγιστη. Επίσης, είναι μεγαλύτερος το καλοκαίρι (+0.82 °C/δεκαετία), σε σχέση με τον χειμώνα (+0.31 °C/δεκαετία). Ένας από τους λόγους είναι το φαινόμενο της ΑΘΝ, ιδιαίτερα έντονο κατά τις νυχτερινές ώρες. Παρόλα αυτά, σε πολλά μέρη του πλανήτη παρατηρείται ασύμμετρη αύξηση ανάμεσα στη θερμοκρασία ημέρας και νύχτας, με την τελευταία να αυξάνεται με γρηγορότερο ρυθμό. Σε αναλογία με τους ημερήσιους καύσωνες, είναι ιδιαίτερα σημαντική και η μελέτη των “νυχτερινών” καυσώνων, καθώς μπορεί να έχουν σημαντικότατες δυσμενείς επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία».

Παγκράτι, Πατήσια και Κυψέλη, οι πιο ζεστές περιοχές της Αθήνας

Σύμφωνα με τη Δήμητρα Φουντά, υπάρχουν συγκεκριμένες περιοχές στις οποίες οι θερμοκρασίες χτυπούν κόκκινο, όπως τα Πατήσια, η Κυψέλη, το Παγκράτι, αλλά και περιοχές εκτός κέντρου.

«Τα δυτικά προάστια έχουν συνήθως υψηλότερη θερμοκρασία σε σχέση με τα προάστια κοντά σε περιαστικά δάση ή με τις  περιοχές που βρίσκονται κοντά στη θάλασσα. Παρόλα αυτά, οι ανεμολογικές συνθήκες μπορούν να επηρεάσουν και να διαφοροποιήσουν σημαντικά τις συνθήκες σε διάφορες περιοχές. Σε περίπτωση, για παράδειγμα, που επικρατούν καταβατικοί άνεμοι, η θερμοκρασία στις περιοχές που επηρεάζονται από αυτούς μπορεί να είναι υψηλότερη σε σχέση με το κέντρο. Ακόμα και στα νότια προάστια που οι θερμοκρασίες είναι χαμηλότερες λόγω της θάλασσας, τα επίπεδα υγρασίας είναι συνήθως υψηλότερα, γεγονός που επηρεάζει αρνητικά την αίσθηση δυσφορίας λόγω ζέστης».

― Yπάρχει κάτι θετικό σε όλο αυτό; «Σε παλαιότερη μελέτη είχαμε δείξει ότι ακραία θερμά καλοκαίρια, όπως ήταν για παράδειγμα το καλοκαίρι του 2007, θα αποτελούν «κανονικότητα» προς το τέλος του αιώνα. Οι μελλοντικές εκτιμήσεις για τη θερμοκρασία του πλανήτη, αλλά και της χώρας μας εξαρτώνται κυρίως από τα σενάρια που υιοθετούν τα μοντέλα που προσομοιάζουν το μελλοντικό κλίμα. Υπάρχουν τα πολύ αισιόδοξα σενάρια, τα οποία υποθέτουν ότι τα μέτρα που λαμβάνονται για τη μείωση της συγκέντρωσης των αερίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα και τον μετριασμό της παγκόσμιας θέρμανσης θα είναι αποτελεσματικά τις επόμενες δεκαετίες, αλλά και τα πολύ απαισιόδοξα σενάρια, που δεν προβλέπουν κάτι τέτοιο. Στην τελευταία περίπτωση, τόσο η συγκέντρωση των αερίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα όσο και η θερμοκρασία θα συνεχίσουν να αυξάνονται με γρήγορο ρυθμό, έτσι ώστε στην περιοχή μας αναμένεται αύξηση έως και 4°C μέχρι το τέλος του αιώνα, σε σχέση με την κλιματική περίοδο αναφοράς 1971-2000. Να σημειωθεί, βέβαια, ότι ένα μεγάλο ποσοστό της προβλεπόμενης θέρμανσης έχει ήδη επιτευχθεί.»

Καύσωνας: Το σχέδιο του Δήμου της Αθήνας

Ο Δήμος λειτουργεί κλιματιζόμενους δημοτικούς χώρους, όπως οι Λέσχες Φιλίας, ενώ επικαιροποιείται το σχέδιο απέναντι στην Αστική Υπερθέρμανση, που θα περιλαμβάνει μια σειρά από δράσεις για να γίνει η πόλη πιο ανθεκτική. Αυτές στοχεύουν στο να έχει το 70% του πληθυσμού πρόσβαση μέσα σε 15΄ λεπτά με τα πόδια σε έναν χώρο πρασίνου με οικοσυστημικές λειτουργίες. Έπειτα, στην κάλυψη της επιφάνειας της πόλης με στόχο δεντροφυτεύσεις 5.000 δέντρων το 2024 και 25.000 δέντρων στην 5ετία, με χώρους πρασίνου όπως δεντροστοιχίες, αστικά δάση, πάρκα όπως του Ελαιώνα, λόφους, ιδιωτικό πράσινο, πράσινους τοίχους και δώματα, και με διαπερατές επιφάνειες όπως χωμάτινες επιφάνειες, υδατοπερατά υλικά, επιφάνειες με συστήματα βιώσιμης διαχείρισης νερού στον δημόσιο χώρο. Παράλληλα γίνεται μελέτη για την εγκατάσταση αρχικά 40 κρουνών στην πόλη για δροσισμό των πολιτών και επισκεπτών με πόσιμο νερό.

Το Σεράφειο του Δήμου Αθηναίων θα μεταμορφωθεί σε ένα COOLING HUB, όπου θα γίνει πιλοτική εφαρμογή καινοτόμων και κλιματικών λύσεων. Το γραφείο Ενεργειακής Φτώχειας, μέσω των ενεργειακών ελέγχων που θα αρχίσει να πραγματοποιεί και τη βοήθεια από 60 εξειδικευμένους μέντορες, θα προσφέρει πληροφορίες έτσι ώστε τα ευάλωτα νοικοκυριά να ενταχθούν σε ευρωπαϊκά προγράμματα για την ενεργειακή αναβάθμιση των σπιτιών τους. Ο Δήμος Αθηναίων επίσης συμμετέχει στο European Urban Initiative (EUI) με τίτλο «Cooling Havens: Water-Powered Neighborhood Cooling and Engagement Stations». Το έργο προτείνει μια σειρά από δημόσιες παρεμβάσεις για τη γειτονιά αξιοποιώντας το νερό, που θα λειτουργήσουν ως φυσικοί δροσιστικοί παράγοντες, μειώνοντας έτσι την αστική θερμότητα και μετριάζοντας τις επιπτώσεις από την κλιματική αλλαγή.

Περισσότερα στο coolathens.cityofathens.gr και προσεχώς στην εφαρμογή για κινητά Extrema Global, για τρόπους προστασίας από τον καύσωνα.