Όσα συζητήθηκαν στα πάνελ σε video, highlights και εικόνες
- CITY GUIDE
- PODCAST
-
12°
Κλείνει ο Ιππόδρομος μετά από 100 χρόνια ζωής
Ιππόδρομος: «Λουκέτο» για ένα αναπόσπαστο κομμάτι της παλιάς Αθήνας - Μια αναδρομή στα 100 χρόνια της πλούσιας ιστορίας του
Ο αόρατος μίτος που συνδέει την ιστορία μας, οι παθογένειες και τα ταλέντα του λαού μας συμπυκνωμένα σε συμπεριφορές, γεγονότα, διχασμούς και λογής απρόοπτα συμβάντα και αμφίσημες επιλογές. Όλα θα μπορούσαν να είναι αλλιώς. Όπως τα πάντα στην Ελλάδα που συνήθως χάνονται ανάμεσα στις καλές και στις κακές προθέσεις, στην εξέλιξη και στην τυχαιότητα των αποφάσεων. Μέχρι που η ίδια η πραγματικότητα καταπίνει τις εκφάνσεις της κάθε εποχής.
Ο Ιππόδρομος στην Ελλάδα έρχεται από τα βάθη της ιστορίας μας. Πέραν της ευθείας διασύνδεσης με την αρχαιότητα, από τα μέσα του 19ου αιώνα το φαινόμενο αναβίωσε έχοντας τρόπον τινά το pedigree και τις επιρροές των «αριστοκρατικών» ιπποδρομιών της Μεγάλης Βρετανίας. Πέρασε απ’ όλες τις βαθμίδες των κοινωνικοπολιτικών και οικονομικών μεταπτώσεων της χώρας, επί της ουσίας συνταξίδεψε μαζί με τα μεγάλα γεγονότα και τις αλλαγές στον ιστό της πατρίδας μας.
Μια από τις πρώτες μαρτυρίες περί «ψυχαγωγικού αθλητικού θεάματος» κάνει λόγο για διεξαγωγή της πρώτης ιπποδρομίας το 1843 στην τότε πλατεία Αγίου Θεοδώρου (νυν Κλαυθμώνος), από την Εταιρεία Ιππασίας και Γυμναστικής του Ρωμανίνη. Σε μια Ελλάδα που προσπαθούσε να ξαναστηθεί στα πόδια της, η καθιέρωση ενός τέτοιου θεσμού έστω και ανεπισήμως φάνταζε μακρινό όνειρο.
Ο Έλληνας όμως αγαπούσε το άλογο, ούτως ή άλλως πρόκειται για ένα από τα πιο ευγενικά και αριστοκρατικά είδη πανίδας, κατάλληλο για πολλαπλές χρήσεις και άκρως φιλικό στο είδος μας. Έχοντας τις επιρροές και τις εικόνες κυρίως των Βρετανών και των Γάλλων μετοίκων ή τοποτηρητών των Αθηνών, σιγά σιγά άρχισε να γίνεται αντιληπτή και η χρήση των αλόγων ως ψυχαγωγικό μέσο, υπό το μανδύα του αθλητικού/αγωνιστικού πλαισίου.
Ιππόδρομος: Τα πρώτα βήματά του στην Ελλάδα και το «σπίτι» του στο Φαληρικό Δέλτα
Από τη δεκαετία του 1870 και τον Λουδοβίκο Μπορέλ που δίδασκε στο παιδαγωγείο του Βούλγαρη, εντάχθηκαν στη ζωή μας πρωτοεμφανιζόμενες έννοιες όπως η «καλαίσθητη σωμασκία» συνοδεία μουσικής. Για τους Έλληνες όμως, «σπορ» εθεωρούντο η οπλομαχία, η σκοποβολή, η ξιφομαχία και η ιππασία. Όλα «ευγενή» και βίαια σπορ συνάμα, όλα απευθυνόμενα σε ευρύ κοινό με υψηλό φρόνημα και θέληση να ξεφύγει από το σκοτάδι των προηγούμενων αιώνων.
Ξεπήδησαν οι πρώτες υποτυπώδεις εγκαταστάσεις υπό την αιγίδα της ιδρυθείσας το 1882 «Ιππικής Εταιρείας της Ελλάδος», στις οποίες έρρεαν πολλοί εύποροι Έλληνες, διπλωμάτες, επιχειρηματίες από το εξωτερικό και ασφαλώς μέλη του Παλατιού και της αυλής του. Σε μια εξαιρετικά δύσκολη και ταπεινωτική περίοδο σε γεωπολιτικό και οικονομικό επίπεδο, κάθε τι που ξέφευγε από το συνηθισμένο και προσέδιδε την ψευδαίσθηση του ευ ζην ήταν κάτι παραπάνω από καλοδεχούμενο.
Οι ιππικές εκδηλώσεις στο έλος του Φαλήρου και στον Ποδονίφτη, αρκετές φορές παρουσία μελών ή εκπροσώπων της βασιλικής οικογένειας άρχισαν να πασπαλίζουν με ξεχωριστή αίγλη τις ιπποδρομίες και τσίγκλησαν το ενδιαφέρον της υπό διαμόρφωση αστικής τάξης της χώρας.
Όταν αποφασίστηκε με βασιλικό διάταγμα η αναδιαμόρφωση του ελώδους Φαληρικού Δέλτα, η κυβέρνηση Γονατά παραχώρησε το 1923 στους αδελφούς Κωστόπουλους της Τράπεζας Πίστεως το δικαίωμα διεξαγωγής ιπποδρομιών. Τότε ξεκίνησε να λαμβάνει ο άλλοτε άβολος και αδόκιμος χώρος και τον προσήκοντα χαρακτήρα. Το οικόπεδο περιφράχθηκε, δημιουργήθηκαν στάβλοι, αποθήκες, στίβος αγώνων, βοηθητικοί χώροι, εξέδρες. Η Ελλάδα επρόκειτο να αποκτήσει το δικό της “Royal Ascot”, τουλάχιστον αυτή ήταν η επιδίωξη της νεοσύστατης Προνομιούχου Ελληνικής Εταιρείας Ιπποδρομιών.
Έχοντας τα κεντρικά γραφεία στο κέντρο της Αθήνας, στο πάλαι ποτέ επιβλητικό Μέγαρο Καραπάνου επί της οδού Σταδίου (αργότερα στεγάστηκε εκεί το Υπουργείο Εσωτερικών και δυστυχώς το κτήριο κατεδαφίστηκε το 1956), η Προνομιούχος Ελληνική Εταιρεία Ιπποδρομιών μαγνήτισε το ενδιαφέρον των Αθηναίων και όχι μόνο. Ούτως ή άλλως, το Μέγαρο από μόνο του υπήρξε πόλος έλξης και αξιοθέατο της πόλης, στεκόταν εκεί περήφανο από το 1860 και ανήκε στο βουλευτή Κωνσταντίνο Καραπάνο, ο οποίος διαδραμάτισε σημαίνοντα ρόλο στην πολιτική ζωή της Αθήνας μετά την απελευθέρωση. Εκεί στέγασε η εταιρεία και το λογιστήριο για τους επικείμενους στοιχηματισμούς, οι οποίοι ήταν ένα από τα σημαντικότερα ερεθίσματα για την ενασχόληση του μεγάλου κοινού με το «σπορ».
Ενόσω στο Δέλτα ολοκληρώνονταν τα ζυγιστήρια, τα σελωτήρια, τα “box” για τα άλογα και οι εξέδρες, η Προνομιούχος Ελληνική Εταιρεία Ιπποδρομιών ίδρυσε και την πρώτη σχολή αναβατών στη χώρα, την «Σχολή Ιππασίας» στο Θησείο. Η εγχώρια ιπποπαραγωγή, εν αρχή ήταν ανύπαρκτη, συν τω χρόνω και με πρωτοβουλία ενός εκ των πατριαρχών των Ελληνικών Ιπποδρομιών και της ελληνικής ιπποπαραγωγής μαζί με το Μίμη Κωστόπουλο, τον Βρετανό Γουίλιαμ Ριζ (Riges), εξαγοράστηκε το περίφημο ρουμάνικο ιπποφορβείο "Σλέσιγκερ", με όλο το έμψυχο και μη υλικό του.
Με δυναμικό σαράντα τοκάδων (φοράδων που ήταν ετοιμόγεννες ή μόλις είχαν γεννήσει) και δυο αγέρωχων επιβητόρων, των μυθικών «Ντρακ» και «Κόκεν» και μαζί με την πολύτιμη υλικοτεχνική υποδομή του «Σλέσιγκερ», γεννήθηκε στη Λαζαρίνα έξω από το Μουζάκι, το πρώτο ιπποφορβείο ελληνικής ράτσας. Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν θα συνέβαινε όμως, εάν το Πάσχα του 1925, ο κόσμος δεν είχε αγκαλιάσει με πρωτοφανή ζέση τις Ιπποδρομίες.
Η «χρυσή εποχή» του Ιπποδρόμου στην Ελλάδα
Τα πάντα είχαν ενορχηστρωθεί άψογα ήδη από τα μέσα του 1924 και όταν ανακοινώθηκε επισήμως ότι μετά από δεκαετίες στην Ελλάδα θα πραγματοποιηθούν πρότυπες Ιπποδρομίες. Το ενδιαφέρον και η διείσδυση στην κοινωνία εκτοξεύθηκαν στα ύψη σε χρόνο ρεκόρ. Δευτέρα του Πάσχα, 20 Απριλίου του 1925 στις 3 μ.μ. στο Φαληρικό Δέλτα το ορόσημο των εγκαινίων.
Το γεγονός ήταν κοσμοϊστορικό για την Αθήνα της εποχής, Τύπος και καφενεία στέναζαν, ολόκληρη η πόλη ζούσε για το πρώτο μεγάλο event μετά την ιστορική διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων στο Καλλιμάρμαρο το 1896. Εκείνο το μεσημέρι η γλυκιά λιακάδα του αττικού ουρανού σε συνδυασμό με το δροσερό μπάτη του Φαλήρου επέτρεψαν στους Αθηναίους να γράψουν ιστορία με την αθρόα τους προσέλευση.
Η πρώτη Ιπποδρομία στο «Δέλτα» δεν ήταν υπόθεση μονάχα των εχόντων. Στο Φάληρο συνέτρεξαν πολίτες της Αθήνας και του Πειραιά όλων των τάξεων, όλων των ηλικιών, ανεξαρτήτως οικονομικής επιφάνειας. Στη Συγγρού από τη γέφυρα του «Φιξ» και κάτω το αδιαχώρητο. Το πλήθος συνέρρεε με άμαξες, αυτοκίνητα, τραμ, ταξί, μόνιππα, σούστες, ορισμένοι και «αποστολικώς» όπως έλεγαν εκείνη την εποχή, απολαμβάνοντας τη λιακάδα και την αύρα της ημέρας. Ακαδημίας – Φάληρο, μια απόσταση συνήθως 10 λεπτών, να διαρκεί μία και μιάμιση ώρα από την πολυκοσμία και το συνωστισμό.
Η Τροχαία τότε ήταν ακόμη τμήμα της Χωροφυλακής, αδυνατούσε να ρυθμίσει την κυκλοφορία και περιορίστηκε στην πρόληψη ατυχημάτων και στην κατά το δυνατόν καταστολή των θερμόαιμων. Πέριξ του Ιπποδρόμου το αδιαχώρητο. Στα εκδοτήρια χιλιάδες κόσμος να περιμένει υπομονετικά τη σειρά του για ένα εισιτήριο, στα συρματοπλέγματα οι λιγότερο έχοντες, να σπρώχνονται για μια σπιθαμή καλύτερης θέασης.
Δέκα δραχμές τα «απλά», σαράντα δραχμές τα εισιτήρια στην εξέδρα που ακουμπούσε την παραλιακή. Τόσο είχαν τα «λαϊκά». Στο μέσον όπως πάντα οι «διακεκριμένες» θέσεις των επισήμων. Περιχαρής ο δήμαρχος Αθηναίων Σπυρίδων Πάτσης εξηγούσε στο Γάλλο Στρατηγό Ζεράρ και στα λοιπά μέλη των Πρεσβειών, των πληρεξουσίων και του διπλωματικού σώματος, τη σημασία των εγκαινίων για τη χώρα. Παρατεταγμένοι οι υπουργοί Μανέττας, Βαλαλάς, Μαρής και Σπυρίδης με τις κυρίες τους, να σηκώνουν τα καπέλα τους κάθε που ο επόμενος κοσμικός Αθηναίος διάβαινε την είσοδο της θύρας των επισήμων.
Πρόθυμοι και ευγενικοί καβαλιέροι παραχωρούσαν τις θέσεις τους στις απαστράπτουσες κυρίες που μόλις είχαν κάνει τον περίπατό τους στα box θαυμάζοντας τα άλογα, χαμογελαστοί Αθηναίοι με το απόκομμα του στοιχήματος στο χέρι να «διαφημίζουν» την πρόβλεψή τους, στρατιωτικοί και αστυνομικοί με την επίσημή τους τη στολή να χαιρετούν ιπποτικά σεβόμενοι την περίσταση. Από νωρίς η ατμόσφαιρα στο Φάληρο ήταν όσο πιο γιορτινή μπορούσε να γίνει.
Τα υπόστεγα με τις θυρίδες κάτω από την εξέδρα πλημμυρισμένα από κόσμο που αδημονούσε να προμηθευτεί το δελτίο του. «Οκτώ, είκοσι πέντε και εκατό δραχμές έκαστο» φώναζαν οι τελάληδες και οι υπάλληλοι στα γκισέ δεν προλάβαιναν να εξυπηρετήσουν. Οι πλανώδιοι ξεπουλούσαν τις γκαζόζες τους πωλώντας τες σε υπερδιπλάσια τιμή από το κανονικό, οι «νερουλάδες» με τα βυτία και τα φορτηγά βγάζαν δυο δεκάρες στο ποτήρι. Δεν νοιαζόταν ωστόσο κανείς.
Το καινούριο, το νιόφερτο, είχε καταπιεί ακόμη και τα «ντάνσινγκ» και τα πρώτα «μπαρ» που έκαναν θραύση στους νέους και στις νέες της εποχής. Οι άνδρες με το καλό τους το κοστούμι, οι γυναίκες απαύγασμα της κομψότητας με τις εαρινές τουαλέτες τους και τα καπέλα τους. Όλα υπό το φως του ηλίου, την αρμύρα της θάλασσας και σε ατμόσφαιρα γιορτής. Λίγο μετά τις 3 μ.μ ο Ιππόδρομος είχε περισσότερο από 40 χιλιάδες κόσμο - δίχως να υπολογίζονται όσοι «περικύκλωσαν» το Δέλτα και σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της εποχής ήταν περισσότεροι των 20 χιλιάδων ανθρώπων. Θόρυβος, οχλαγωγία, διαπληκτισμοί. Ο Ιππόδρομος ήταν και είναι όλα αυτά μαζί.
Μισή ώρα μετά την επίσημη ώρα προσέλευσης η πρώτη ιπποδρομία στη νεότερη ιστορία του ελληνικού κράτους. Τα μέλη της ελλανοδίκου επιτροπής αποτελούμενης από τον Συνταγματάρχη του Ιππικού ε.α Λουκά Μεταξα, τον επιλάρχο Παπαδιαμαντόπουλο, τον Συνταγματάρχη Βούλτσο, τον επικτηνίαρο Αλεξίου, τον Ταγματάρχη Λανγκλουά, μέλος της γαλλικής αποστολής και των επιτετραμμένων Σταθάτο, Ζερβουδάκη, Γκλαβάνη και Μπόταση, καταλαμβάνουν τις θέσεις τους. Άλλοι επιστατούν στη ζύγιση των τζόκεϊ, άλλοι παρατάσσονται στην αφετηρία για την εκκίνηση, οι υπόλοιποι στον τερματισμό για να πιστοποιήσουν το αποτέλεσμα.
Οι τζόκεϊ αποθεώνονται από το κοινό, κάνουν την καθιερωμένη δοκιμαστική βόλτα στο στίβο και προετοιμάζονται για την πρώτη ιπποδρομία που ονομάστηκε «Αλέξανδρος» με έπαθλο 15 χιλιάδων δραχμών. Τα άλογα πανέμορφα, αραβικής ράτσας και απολύτως ταιριαστά στην περίσταση. Η διαδρομή έχει οριστεί στα 1100 μέτρα και λίγο πριν ο αφέτης δώσει το ιστορικό σήμα στη γραμμή εκκίνησης παρατάσσονται οι εξής ίπποι:
- Αχράμ 6 ετών του Λάμπρου Λούβαρη. Ενδυμασία τζόκεϊ κερασί μπλούζα με λευκή ζώνη και λευκό-κερασί πηλήκιο
- Άριον 6 ετών του Ευάγγελου Μπλέσσα. Ενδυμασία τζόκεϊ κυανή μπλούζα με λευκές διαγώνιες ρίγες και κυανόλευκο πηλήκιο
- Χάρουν 6 ετών του Ιωάννη Μανούση. Ενδυμασία τζόκεϊ κεραμιδί μπλούζα με χρυσή ρίγα και ομόχρωμο πηλήκιο
- Κουφούρ 5 ετών του Πρίγκηπα Λουτφάλα. Ενδυμασία τζόκεϊ λευκή μπλούζα με διαγώνια ερυθρά ρίγα και ερυθρό πηλήκιο
- Μάνεχ 6 ετών του Α. Χωρέμη. Ενδυμασία τζόκεϊ κόκκινη μπλούζα με λευκές ραφές και μαύρο πηλήκιο
- Μιλιχάν 6 ετών του κΕ. Μάρκογλου. Ενδυμασία τζόκεϊ μωβ μπλούζα με πράσινα μανίκια και πράσινο πηλήκιο
- Ψαρρά (πρώην Αρίς) 4 ετών του Άγγελου Μεταξά. Ενδυμασία τζόκεϊ μαύρη μπλούζα με λευκά μανίκια και ομόχρωμο πηλήκιο
- Μάραμ 5 ετών της Ροζαλίας Λυκουρέζου. Ενδυμασία τζόκεϊ πράσινη μπλούζα με οριζόντια κίτρινη ρίγα και πράσινο πηλήκιο με μια κίτρινη λωρίδα
- Τέλος, ο Μανιάτης των αδερφών Μεταξά, με ενδυμασία τζόκεϊ πράσινη μπλούζα με πορτοκαλί μανίκια και πορτοκαλί πηλήκιο
Αυτά είναι τα άλογα που συμμετείχαν στην ιστορική πρώτη ιπποδρομία του 1925. Παρατάσσονται στην αφετηρία, σταματούν ευλαβικά πίσω από τη διπλή μαύρη ταινία και οι τζόκεϊ αναμένουν τον αφέτη, έναν Άραβα με κελεμπία που φρόντισαν να προσλάβουν οι διοργανωτές, να κατεβάσει τη σημαία. Με το που δίνεται το σήμα από την ελλανοδίκη επιτροπή, τα άλογα εξορμούν με παροιμιώδη δύναμη και καλπάζουν συναρπάζοντας το αλαλάζον κοινό.
Ειδικά όσοι έχουν στοιχηματίσει έχουν ξεχάσει καλούς τρόπους και ευπρέπεια και ουρλιάζουν σαν ναύκληροι στο πρόστεγο. Στις εξέδρες, στον εξώστη, στην «πλατεία», στον περίβολο του Ιπποδρόμου επικρατεί ντελίριο. Το Φάληρο έχει διασυνδεθεί με την ίδια την ιστορία, μια αόρατη κλωστή το έχει ενώσει με τον Ιππόδρομο της Πόλης, η τελευταία στροφή μοιάζει βγαλμένη απ’ τη σφενδόνη του Μεγάλου Κωνσταντίνου.
Το πλήθος παραληρεί, οι παλμοί είναι στο κόκκινο, οι φλέβες διαγράφονται στο λαιμό ενόσω η κούρσα ολοκληρώνεται. Πρώτος νικητής είναι ο ίππος Χάρουν του Μανούση με ιππέα τον Κουκίδη που διένυσε την πίστα σε 64 μόλις δευτερόλεπτα. Δεύτερος τερματίζει ο Ψαρρά των αδελφών Μεταξά με ιππέα τον Σίμπερ και τρίτος ο Μάραμ της Ροζαλίας Λυκουρέζου, με ιππέα τον «Σπορ». Ο Χάρουν κάνει το γύρο του θριάμβου καταχειροκροτούμενος, το κοινό είναι πλήρως αποζημιωμένο από το θέαμα. Το στοίχημα των διοργανωτών κερδήθηκε.
Στα ταμεία συνωστισμός, όσοι κέρδισαν περιμένουν χαμογελαστοί να εξαργυρώσουν το δελτίο τους, στις εξέδρες χιλιάδες «χαμένα» χαρτάκια πεταμένα στο έδαφος. Κι όμως παντού χαμόγελα, όλος ο κόσμος μοιάζει ευτυχισμένος, εκστασιασμένος που απλώς παρίσταται. Επτά χρόνια μετά τη λήξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και μόλις τρία μετά την τραγωδία του ’22, η Ελλάδα, η Αθήνα, έχει ξανά λόγο να αισιοδοξεί ότι θα αφήσει πίσω το φόβο και τη δυστυχία και θα προσπαθήσει να λειτουργήσει σε δυτικοευρωπαϊκά πρότυπα.
Ο Ιππόδρομος ίσως να ήταν η αφορμή και όχι η αιτία, όμως η Αθήνα ξεκίνησε πάλι δειλά να συστήνεται στους ανθρώπους της. Το Δέλτα ήταν χώρος συνάθροισης, μια άτυπη κολυμβήθρα του Σιλωάμ για τα ένοχα μυστικά της πόλης. Η χώρα είχε κουραστεί, η πληγή της Μικρασιατικής Καταστροφής ήταν ανεπανόρθωτη και αποκαμωμένη αναζητούσε αποκούμπια. Μια ένδειξη του αέρα που φυσούσε είναι και η επάνοδος του Ελευθερίου Βενιζέλου στην κυβέρνηση της χώρας, με το αδιανόητο ποσοστό του 61% στις εθνικές εκλογές και λαϊκή απαίτηση την αναστύλωση και την αντικατάσταση του μαρασμού από την ελπίδα.
Ο Ιππόδρομος έτεινε μια χείρα βοηθείας προς αυτή την κατεύθυνση, όχι τόσο ως σπορ ή αθλητική δραστηριότητα, όσο ως ψυχαγωγικό μέσο και θέαμα. Αυτός είναι και ο βασικός λόγος που παγιώθηκε στις συνειδήσεις των Αθηναίων και αποτέλεσε ατραξιόν για κάθε λογής επισκέπτη, Έλληνα της επαρχίας ή αλλοδαπό. Η μεγάλη συμμετοχή του κόσμου στους στοιχηματισμούς έφερε τεράστια ποσά στα ταμεία του κράτους, άκρως χρήσιμα για τα υπολειπόμενα έργα υποδομών και τις κοινωνικές μεταρρυθμίσεις που επιχειρήθηκε να γίνουν τη δεκαετία του ’30.
Το πρώτο Ελληνικό «Ντέρμπι» που ανέκαθεν συνάρπαζε τους «φιλίππους» διεξήχθη το 1931, με συμμετοχή ίππων και από το εξωτερικό όπως ίσχυε κατά την προπολεμική περίοδο, κυρίως λόγω της περιορισμένης ελληνικής ιπποπαραγωγής ένεκα οικονομικής δυσχέρειας. Όταν η Λαζαρίνα ξεκίνησε να αποφέρει τους καρπούς για τους οποίους στήθηκε εξ αρχής, τα «Ντέρμπι» μονοπωλούνταν από τα καθαρόαιμα της «Ιπποτούρ».
Ένα ιπποφορβείο 700 στρεμμάτων πλάι στα υπεραιωνόβια πλατάνια αυτής της ευλογημένης γης που οι ντόπιοι ακόμα λένε «Ζωγράφεια κτήματα», το οποίο από το 1931/32, όταν το ίδρυσε ο Ριζ, τότε διευθύνων σύμβουλος της «Προνομιούχος Ελληνική Εταιρεία Ιπποδρομιών», εφοδίαζε το Δέλτα με τα καλύτερα και πιο περήφανα ελληνικά άλογα. Ο Θεσσαλικός κάμπος επί χιλιάδες χρόνια αποτελούσε τον πιο φιλικό τόπο για το άλογο στην Ελλάδα.
Το κλίμα, η βλάστηση, η ποιότητα του εδάφους, ακόμα και οι ιστορίες των ντόπιων που μεταφέρονται μέχρι σήμερα από πάππου προς πάππου, κάνουν λόγο για τόπο που γεννήθηκαν τα μεγαλύτερα άλογα της ιστορίας και της μυθολογίας μας. Από τους Κενταύρους του Πηλίου και τα άλογα της Τρίκκης που συνόδευσαν τους Έλληνες στην Τροία, μέχρι το διασημότερο ίσως άλογο στην ελληνική ιστορία, τον Βουκεφάλα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, η θεσσαλική γη και η Λαζαρίνα είναι υπεύθυνες για τους κορυφαίους δρόμωνες όλων των εποχών.
Από το 1936 επί Μεταξά, ο Ριζ γίνεται το απόλυτο αφεντικό στην Προνομιούχο Ελληνική Εταιρεία Ιπποδρομιών, η Λαζαρίνα και τα καθαρόαιμά της γνώρισαν τις μεγαλύτερες δόξες τους, με αποκορύφωμα την εισαγωγή της εταιρείας το 1939 στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών. Τεχνογνωσία, χρήματα, δημοφιλία και κοσμοπολίτικος αέρας, προσέδωσαν στις Ιπποδρομίες όλα εκείνα τα απαραίτητα συστατικά προκειμένου να καθιερωθούν και να χαραχθούν άπαξ στις συνειδήσεις των Ελλήνων.
Το μεγάλο μυστικό των Ιπποδρομιών είναι πως δεν αποτέλεσαν «προνόμιο» μόνο της καλής κοινωνίας και της βασιλικής αυλής, αλλά απευθύνονταν σε τεράστιο εύρος κοινού ανεξαρτήτως θέσεως και τάξεως. Με την απόσταση σχεδόν ενός αιώνα, δεν απέχει από την πραγματικότητα ο ισχυρισμός πως ο Ιππόδρομος ήταν το απαραίτητο συμπληρωματικό θέαμα στον άρτο που επανεμφανιζόταν στα σπίτια των Αθηναίων. Μια διαπίστωση που έχει πολλαπλές ερμηνείες και σίγουρα δεν καθαγιάζει ούτε πολιτικές, ούτε στόχους των κρατούντων και των διαχειριστών της μεταβενιζελικής εποχής.
Οι ιπποδρομίες πριν και μετά τον Μεγάλο Πόλεμο
Όπως και όλα τα υπόλοιπα, τον Ιππόδρομο τον σταμάτησε βίαια ο Πόλεμος. Το Δέλτα ερήμωσε το φθινόπωρο του 1940, τα άλογα επιτάχθηκαν από τους Γερμανούς, άλλα εκλάπησαν, οι εγκαταστάσεις υπέστησαν βανδαλισμούς, περιουσίες χάθηκαν. Το ιπποφορβείο της Λαζαρίνας κυριολεκτικά λεηλατήθηκε από τους εισβολείς, μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα οι κόποι του Ριζ έγιναν φτερό στον άνεμο.
Η Προνομιούχος Εταιρεία μοιραία ανακοίνωσε αναστολή λειτουργίας και εργασιών, η Ελλάδα για μια ακόμη φορά υποχρεωνόταν να ζήσει στη φρίκη. Ο μεγάλος λιμός θέριζε την Αθήνα, το Δέλτα όπως αποδείχτηκε εκ των υστέρων από τις ανασκαφές για την κατασκευή του Κέντρου Πολιτισμού «Σταύρος Νιάρχος», μετατράπηκε ξανά στη «Νεκρόπολη» της αρχαιότητας.
Όταν έληξε ο πόλεμος, το τελευταίο πράγμα που απασχολούσε – και δικαίως – ήταν οι Ιπποδρομίες. Το Δέλτα μια έρημη και λεηλατημένη έκταση, οι στάβλοι κατοχικοί. Το πείσμα και το επιχειρηματικό δαιμόνια μιας χούφτας ανθρώπων επέμενε να ξαναζωντανέψει τον Ιππόδρομο συγκολλώντας τα ερείπια. Όταν το Παλαιό Φάληρο αναγεννήθηκε από τις στάχτες του το 1946 και άρχισε να γίνεται προάστιο – προορισμός των λίγων πλούσιων οικογενειών, η Ιπποδρομική Αρχή τόλμησε το αδιανόητο. Την αναδιοργάνωση και επαναλειτουργία του Ιπποδρόμου.
Τα διαθέσιμα αγωνιστικά άλογα στα τέλη της δεκαετίας του ’40 ήταν κάτι λιγότερο από χίλια εξακόσια. Το ιπποφορβείο της Λαζαρίνας άρχισε να επαναλειτουργεί, κάτι άυλο, κάτι απροσδιόριστο έπειθε τους ιθύνοντες του Ιπποδρόμου, ότι το εγχείρημα δεν θα αποτύχει παταγωδώς. Η βασιλική οικογένεια, οι επιχειρηματίες, η πολιτική ηγεσία, οι καλλιτέχνες, σύσσωμη η λεγόμενη «υψηλή κοινωνία» έτειναν το χέρι τους στον Ιππόδρομο και όχι απλώς τον έκαναν να ορθοποδήσει, αλλά να μεγαλουργήσει.
Η δεκαετία του ’50 υπήρξε η λαμπρότερη και η πιο αξιοσημείωτη στην ιστορία του Ιπποδρόμου στην Ελλάδα. Ανέβηκε σκαλί-σκαλί το μονοπάτι της «ολικής επαναφοράς», του απόλυτου restart της ελληνικής οικονομίας και της ελληνικής κοινωνίας στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Μια πατρίδα πληγωμένη από Πόλεμο, κατοχή, Εμφύλιο, ξαναγεννήθηκε από τις στάχτες της. Μαζί με την καλπάζουσα ελληνική οικονομία, άρχισαν να καλπάζουν ξανά και τα καθαρόαιμα στο Δέλτα.
Οι Ιπποδρομίες (ξανα)γίνονται το απόλυτο event της αθηναϊκής ελίτ, το Φάληρο μετατρέπεται στον πιο καυτό προορισμό της διασκέδασης. Τον Απρίλιο του 1953 ο Μαρκεζίνης με το τρικ της υποτίμησης της δραχμής εκτινάσσει την ελληνική οικονομία που έτρεχε με τρελούς ρυθμούς ανάπτυξης και το καλοκαίρι του ιδίου έτους, η «Ιπποτούρ» εξαγοράζει τα 300 στρέμματα στη Λαζαρίνα, μεταφέροντας στο ιπποφορβείο και της φοράδες από το ιδιόκτητο κτήμα της Ανδραβίδας.
Το τελειωτικό χτύπημα για την εκτόξευση της δημοφιλίας των ιπποδρομιών συμπίπτει με την επίσκεψη του Γιόσιπ Μπροζ Τίτο, κορυφαίου Γιουγκοσλάβου ηγέτη στην ιστορία των Βαλκανίων, στη χώρα μας τον Ιούνιο του 1954. Ο Στρατάρχης καταφθάνει στην Αθήνα, συνοδεία ενός ασυνήθιστου δώρου προς το Βασιλιά Παύλο. Τού προσφέρει δύο άλογα ως ένδειξη φιλίας και με τη χειρονομία επικυρώνει το σύμφωνο φιλίας με σκοπό την επίτευξη της βαλκανικής ειρήνης. Το ελληνικό κράτος ανταποδίδει απονέμοντας το Χρυσό Μετάλλιο της Πόλης των Αθηνών και ο Βασιλεύς συνοδεύει το Στρατάρχη στο Φαληρικό Δέλτα όπου διεξάγεται ιπποδρομία προς τιμήν του. Πλέον ο ελληνικός Ιππόδρομος είχε γίνει και τόπος υποδοχής ξένων ηγετών και χώρος παραγωγής εξωτερικής πολιτικής. Με λίγα λόγια τοπόσημο της πρωτεύουσας της ανανήφουσας Ελλάδας.
Την ίδια περίοδο, η ιπποπαραγωγή σε συνδυασμό με την Αθήνα που θέλει με κάθε τρόπο να ξεχάσει και να τρέξει μπροστά, ωθεί τον ιππόδρομο στην «άνοιξη» της δεκαετίας του ’60. Μαζί με τους σταρ του σινεμά και του τραγουδιού, γεννιούνται και οι πρώτοι αστέρες του Ιπποδρόμου. Ο «Στρατηγός», κατά κόσμον Βαγγέλης Κεράτσας, είναι ο πρώτος αληθινός θρύλος του Δέλτα. Δυο φορές την εβδομάδα, τις Τετάρτες και τα Σάββατα, ο Ιππόδρομος κατακλύζεται από φανατικούς, κοσμικούς, σχετικούς και άσχετους που θέλουν να δουν από κοντά το «Στρατηγό» να διαβάζει την κούρσα και να προσπερνάει στο νήμα τους αντιπάλους του.
Η πρώτη νίκη του Κεράτσα χρονολογείται το 1961 και ήδη το 1965 είναι πολυνίκης με ρεκόρ σεζόν 141 (!) νίκες. Τα ρεκόρ του έμειναν αναλλοίωτα στο χρόνο, μόλις το 2016 ισοφαρίστηκαν οι 6 νίκες του σε «Ντέρμπι» και οι ομηρικές μάχες του με τον αιώνιο αντίπαλό του, Μαρίνο Σαντοριναίο, τον επονομαζόμενο «Τσάμπιον», από τα τέλη της δεκαετίας του ’60 έγραψαν τις δικές τους σελίδες στη Χρυσή Βίβλο του Ιπποδρόμου.
Το Δέλτα λίγο πριν, αλλά και κατά την περίοδο της δικτατορίας έγινε ο απόλυτος πόλος έλξης διάσημων Ελλήνων «φιλίππων». Τραγουδιστές, ηθοποιοί, κονφερασιέ, προσωπικότητες της αθηναϊκής μέρας και νύχτας έκαναν παρέλαση στα άλλοτε παραπήγματα και οι σελέμπριτι της εποχής συνωστίζονταν στις διακεκριμένες θέσεις της εξέδρας του. Μεγαλοεπιχειρηματίες βόλταραν στους στάβλους του, πολλοί εκ των οποίων διατηρούσαν και δικά τους άλογα κούρσας, κάτι που προσέδιδε κύρος και ενίσχυε με περίσση γοητεία το status τους.
Η χούντα το ’68 ιδρύει τον Οργανισμό Διεξαγωγής Ιπποδρομιών Ελλάδος (ΟΔΙΕ) και αναλαμβάνει τη λειτουργία του ιπποδρόμου και τη διαχείριση του αμοιβαίου στοιχήματος, για λογαριασμού του ελληνικού κράτους, αποσυνδέοντας την άλλοτε κραταιά Προνομιούχο Ελληνική Εταιρεία από τις Ιπποδρομίες. Η «Ιπποτούρ» αλλάζει χέρια, μετατρέπεται σε Ανώνυμη Εταιρεία, απασχολείται πλέον αποκλειστικά με το ιπποφορβείο και διατηρεί ως μοναδικό αντικείμενο την εκτροφή καθαρόαιμων δρομώνων ίππων.
Γίνεται αντιληπτό και στον πλέον αδαή ότι η επιχείρηση Ιππόδρομος είναι κάτι περισσότερο από ένα θέαμα και μια «συναγωγή celebrities» μιας και τα στοιχήματα -παράνομα και νόμιμα- εκτοξεύουν τους τζίρους σε δυσθεώρητα ύψη. Ό,τι δεν κατόρθωσαν οι προηγούμενες εκλεγμένες κυβερνήσεις, το έκανε η χούντα σε μια νύχτα, παίρνοντας τον Ιππόδρομο (και τα οικονομικά του) υπό τον έλεγχό της.
Επί της ουσίας, οι Συνταγματάρχες επιχείρησαν να κεφαλαιοποιήσουν αυτή την ιδιότυπη «κότα με χρυσά αυγά» και τα παράγωγά της όπως έκαναν με κάθε τι που είχε δημοφιλία, χρήματα και απολάμβανε λαϊκής αποδοχής. Ο Ιππόδρομος ειδικά κατά τις χρυσές του δεκαετίες, το ’50 και το ’60, ήταν ό,τι εγγύτερο στη dolce vita αλά ελληνικά. Η οικογένεια Χανδρή η οποία διαχειριζόταν το ιπποδρομιακό στοίχημα έως την περίοδο της δικτατορίας, περιορίστηκε στην εκτροφή αλόγων και στην πώληση του σε ιδιοκτήτες αλόγων του ιπποδρόμου, γεγονός που κατά πολλούς οδήγησε και στον μαρασμό του θρυλικού ιπποφορβείου της Λαζαρίνας την περίοδο της κρίσης.
Οι τελευταίες δεκαετίες του Ιπποδρόμου και η παρακμή του
Στο Δέλτα εν τω μεταξύ οι αγώνες έχουν γίνει σκληρότεροι από ποτέ και την περίοδο της χούντας εμφανίζονται και οι πρώτες σκιές καχυποψίας. Ο Ιππόδρομος όμως αντέχει και από τη Μεταπολίτευση μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’80 διατηρεί κάποια από τη χαμένη αίγλη του. Κύριο καύσιμο η παρακαταθήκη κάποιων διάσημων ιδιοκτητών αλόγων κούρσας όπως ο Μάνος Κατράκης, ο Στέλιος Διονυσίου, ο Σταμάτης Κόκοτας. Η χρυσόσκονη των ηθοποιών και των τραγουδιστών, ανέκαθεν ήταν πιο ελκυστική από τους εκάστοτε επιχειρηματίες που ενεπλάκησαν με το χώρο.
Η αγάπη του Γιώργου Βαρδινογιάννη για τα άλογα και τις ιπποδρομίες, παροιμιώδης. Ακόμα και στην τελευταία προσπάθεια ανάταξης του Ιπποδρόμου, ο Γιώργος ήταν εκεί. Με τη διαφορά ότι όλα από τη δεκαετία του ’90 κι έπειτα ευτελίστηκαν σε τέτοιον βαθμό που ο Ιππόδρομος έγινε συνώνυμο του περιθωρίου, της παρακμής και του ξεπλύματος μαύρου χρήματος. Όσες προσπάθειες κι αν έκαναν οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ αιμοδοτώντας τον διαρκώς παρακμάζοντα Ιππόδρομο, το προϊόν είχε ευτελιστεί σε τέτοιο βαθμό που ταυτίστηκε με το διάσημο απόσπασμα από την εκπομπή του Φερεντίνου στο οποίο ο θρυλικός «Αυγολέμονος» της Ακαδημίας Πλάτωνος, επιμένει ότι ο Ιππόδρομος είναι για αρχόντους και όχι για λινάτσες.
Πράγματι, στο Δέλτα σύχναζαν πια μονάχα οι λεγόμενοι «αλογομούρηδες», διάφοροι κατεστραμμένοι τζογαδόροι, άνθρωποι της νύχτας και λογής λαμόγια που απείχαν παρασάγγας από κάθε τι αριστοκρατικό και «ευγενές» του ένδοξου παρελθόντος. Κοινό μυστικό της εποχής οι αναφορές σε ντοπαρίσματα ίππων, περίεργους παράγοντες της Φιλίππου Ενώσεως, στημένες ιπποδρομίες, «δαγκώματα» και εκβιασμούς επιχειρηματιών και ούτω καθεξής. Οι επικές μάχες Βαρδινογιάννη (Παναθηναϊκός) – Μπάρλου (ΑΕΚ) ήταν οριστικά παρελθόν και στο Φάληρο τριγυρνούσαν «επιχειρηματίες» του κοινού ποινικού και λοιπά διαμάντια της αθηναϊκής νύχτας.
Ο ΟΔΙΕ συσσώρευε χρέη, όπως κατά τ’ άλλα και η ελληνική οικονομία και κάθε τι στο οποίο εμπλέκετο το Δημόσιο όπως διαπιστώσαμε πικρά μια δεκαετία αργότερα. Στην ουσία αναχρηματοδοτείται το πολύ κλειστό club του Ιπποδρόμου διά των εσόδων τους στοιχήματος και μέχρι η ΔΟΕ να χρίσει την Ελλάδα διοργανώτρια χώρα των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, με τον Ιππόδρομο ασχολούνταν μια δράκα άνθρωποι.
Η απόφαση για τη μεταφορά από το Δέλτα στο Μαρκόπουλο (όπου κατά τα άλλα οι εγκαταστάσεις ήταν υπερσύγχρονες και πολύ πιο προσφιλείς στις ιπποδρομίες) ήταν η χαριστική βολή. Ο Ιππόδρομος την ψυχή του την άφησε στο Φάληρο. Και την καλή και την κακή της πλευρά. Για μια δεκαετία στο Μαρκόπουλο ο ΟΔΙΕ συγκέντρωσε χρέη ύψους 200 εκατ. ευρώ, με συνολικές υποχρεώσεις άνω των 280 εκατομμυρίων. Στην Ελλάδα της Τρόικα και της βίαιης δημοσιονομικής προσαρμογής τα νούμερα ήταν απαγορευτικά.
Ο ΟΔΙΕ τίθεται σε ειδική εκκαθάριση και τα χρέη του γράφονται στο χιόνι όπως άλλωστε τα περισσότερα χρέη δημόσιων φορέων και οργανισμών κατά την περίοδο της πτώχευσης της χώρας. Ο τζίρος από το στοίχημα όταν ο Ιππόδρομος περνάει στο (τότε) ΤΑΙΠΕΔ έχει πέσει στα 50 εκατ. ευρώ, το ένα έκτο σε σχέση με προηγούμενες, ακόμα και μετριοπαθείς οικονομικά χρονιές.
Η «Ιπποδρομίες ΑΕ» που ανέλαβε εν μέσω κρίσης τον Ιανουάριο του 2016 να διασώσει τα αδιάσωστα, απέκτησε το σχετικό δικαίωμα έναντι του ευτελούς ποσού των 40,5 εκατ. ευρώ για μια 20ετία. Πιθανόν να πόνταρε στην αξιοπιστία της μητρικής του ΟΠΑΠ, ίσως στην ύστατη προσπάθεια αναβίωσης ενός «νεκρού» επί της ουσίας θεσμού σε μια εποχή που ο καταναλωτής και ο λογής τζογαδόρος κρατάει το στοίχημα στην παλάμη του χεριού του και είναι ένα σκρολ μακριά κι απ’ το πιο τρελό ποντάρισμα.
Δεν είναι ότι δεν προσπάθησε ο ΟΠΑΠ. Απλώς συμμετείχε σε ένα πάρτι με προδιαγεγραμμένη λήξη διότι ο Ιππόδρομος σήμερα δεν συγκινεί κανέναν και η εκτροφή ίππων είναι από τις ακριβότερες δραστηριότητες/επιχειρήσεις που υπάρχουν. Η αλήθεια είναι ότι και ο ίδιος ο ΟΠΑΠ είχε γνώση του risk management και του ατελέσφορου του εγχειρήματος και δεν αγκάλιασε ποτέ τις ιπποδρομίες, παρά τις σκόρπιες επενδύσεις, την αύξηση των πρακτορείων, τη διαφήμιση και το marketing γύρω από τον Ιππόδρομο. Ένα προϊόν που είναι πανάκριβο, δεν το πιστεύεις και ούτως ή άλλως δεν πουλάει, είναι εξ ορισμού καταδικασμένο.
Τα νούμερα είναι πάντα αμείλικτα και οι ζημίες της επταετίας διαχείρισης του ΟΠΑΠ ανέρχονται σε πάνω από 100 εκατ. ευρώ. Στις σύγχρονες δυτικές οικονομίες και σε χώρες με δομές όπως η δική μας, ο Ιππόδρομος αποδεικνύεται μια δραστηριότητα που δεν μπορεί να έχει παρόν και μέλλον. Υπάρχουν άνθρωποι που αφιέρωσαν τη ζωή τους σε αυτόν, άνθρωποι που τον αγάπησαν και τον αγαπούν γιατί τον γνώρισαν στις δόξες του και δεν θέλουν να τον δουν να παίρνει μαζί του προσωπικότητες – εκτός από τις προαναφερθείσες – όπως ο ρέκορντμαν των ‘80ς Θανάσης Σωτηρόπουλος που φιγουράρει και στο βιβλίο Γκίνες για τα απανωτά ρεκόρ του, ο Τάκης Καλαϊτζής με το θρυλικό του «Βουκέφαλο», ο Πατριάρχης Λουκάς Πανουργιάς, ο «Λούκας Πίγκοτ», ο μυθικός «Τζον Μπαλ» κατά κόσμον Γιάννης Μπαλωμένος που θρυλείται ότι κάποτε στη Νότιο Αφρική έβαψε ένα άλογο για να κερδίσει κούρσα και επειδή έβρεξε πήρε το πρώτο αεροπλάνο για Ελλάδα προκειμένου να μην αφήσει εκεί τα κόκαλά του.
Έχει άπειρες τέτοιες ιστορίες ο Ιππόδρομος. Θα περιβάλλεται πάντοτε από την αριστοκρατική αύρα του παρελθόντος, θα φέρνει μνήμες, θα παραπέμπει σε αλλοτινές εποχές. Θα διατηρεί και ένα γλυκό φολκλόρ ακόμα και στην εικόνα των «αλογομούρηδων» με το Γκανιάν στο χέρι και τα «σίγουρα» που τους σφύριξε ο γνωστός και τα «καναρίνια». Πάνω απ’ όλα θα φέρνει στο νου και στην καρδιά τα άλογα, το πιο αξιοπρεπές, φίλιο και χρήσιμο ζώο στον άνθρωπο ανά τους αιώνες.
Η εικόνα του μεγαλοπρεπούς δρόμωνα να σκάβει τα κουλουάρ στο Δέλτα δεν ξεχνιέται, η μυρωδιά στο βρεγμένο χώμα, η εικόνα του αναβάτη να περνά σαν να ίπταται μπροστά από τα μάτια, η ζεστασιά του box, το καθάρισμα της οπλής, το βούρτσισμα στο τρίχωμα, ένα χάδι στο κεφάλι του αλόγου που θα είναι πάντα εκεί να υπενθυμίζει ότι μερικές φορές ακόμα και οι αόρατες κλωστές διασύνδεσης με την ιστορία μας, σπάνε.
Δειτε περισσοτερα
Το δώρισε στο Μουσείο Μπενάκη Παιχνιδιών και τώρα κυκλοφορεί και σε βιβλίο
Η λαμπερή ιστορία της γυναίκας που επαναπροσδιόρισε τη μόδα
Η Kovacs μιλάει στην Athens Voice λίγες μέρες πριν τη συναυλία της στην Αθήνα
Μια Θεσσαλονικιά ποιήτρια του Μεσοπολέμου έρχεται πάλι στο προσκήνιο
Η Ρεβέκκα Καμχή γράφει για τη γνωριμία της με τον καλλιτέχνη Κωνσταντίνο Κακανιά και για την αναδρομική του έκθεση στην γκαλερί της