- CITY GUIDE
- PODCAST
-
11°
Μπήκαμε σε κάποια από τα πιο παλιά κηροποιεία και κηροπλαστεία της Αθήνας
Μιλήσαμε με τον Μανώλη Σκιαδά, Παναγή Άννινο, Παναγιώτη Σταυρόπουλο και την Σοφία Σκούταρη που συνεχίζουν την οικογενειακή παράδοση
Παλιά κηροπλαστεία και κηροπωλεία της Αθήνας: O Γιώργος Σκιαδάς, Παναγής Άννινος, Παναγιώτης Σταυρόπουλος και η Σοφία Σκούταρη μιλούν στην ATHENS VOICE
Μια συνηθισμένη βόλτα στη συνοικία του Γκύζη, του Ψυρρή στην οδό Αθηνάς, του Θησείου στην οδό Ακάμαντος και τέλος στον Κολωνό στην οδό Ζηνοδώρου καταφέρνουν και με γυρνούν για λίγο πίσω στην παλιά Αθήνα. Mε νοσταλγική ατμόσφαιρα σε κάποιες από αυτές βλέπεις μικρομάγαζα, παλαιοπωλεία, κηροπλαστεία, κηροπωλεία και παλιές βιοτεχνίες που έχουν απομείνει, προσπαθώντας ωστόσο, να εναρμονιστούν στην σύγχρονη πραγματικότητα. Η μυρωδιά του κεριού, του μοσχολίβανου και των λιβανιστηρίων τρυπώνει στα ρουθούνια μου πριν ακόμη μπω μέσα να συναντήσω τους ανθρώπους που βρίσκονται πίσω από μερικά από τα πιο παλιά κηροπωλεία και κηροπλαστεία της Αθήνας που διατηρούν κάποιοι μάλιστα από το 1898. Ανάμεσα σε χοντροκομμένες μηχανές, παραφίνες, μακριά δοχεία, καζάνια, τελάρα και φυτίλια, πίσω από μικρούς και μεγάλους πάγκους βρίσκονται εκείνοι οι άνθρωποι που το χαμόγελο τους φωτίζει λίγο παραπάνω «εποχικά». Eκεί που το ανθρώπινο χέρι, το μάτι, η αγάπη για το χειρωνακτικό και η εμπειρία είναι ακόμη απαραίτητα ο Μανώλης Σκιαδάς, ο Παναγής Άννινος, ο Παναγιώτης Σταυρόπουλος συνεχίζουν την οικογενειακή παράδοση από εκεί που ξεκίνησαν όλα ενώ η κηροπλάστρια Σοφία Σκούταρη, μετακινήθηκε για να δώσει μια νέα πνοή στην οικογενειακή της επιχείρηση.
Μανώλης Σκιαδάς, «Κηροπλαστική 1898» στο Θησείο
«Από το 1898 δεν έχει αλλάξει θέση το κηροπλαστείο μας. Ο παππούς μου υπηρετούσε φαντάρος στην Κρήτη, ήρθε στην Αθήνα, δούλεψε βοηθός σε ένα εργαστήριο παραγωγής κεριών και όταν ο ιδιοκτήτης της επιχείρησης πήρε σύνταξη, το έδωσε σε εκείνον. Η εταιρεία μας ξεκίνησε να λειτουργεί σαν προσωπική επιχείρηση το 1898 από τον παππού μου Εμμανουήλ Σκιαδά εδώ που είναι ακόμα τα γραφεία και η έδρα της επιχείρησης – μαζί με τη σύζυγό του Κωνσταντίνα Σκιαδά, με παραγωγή 200 κιλά κεριών την ημέρα, καθ’ ολοκληρίαν χειροποίητο» μου λέει ο εγγονός Μανώλης Σκιαδάς που στα χέρια του ήρθε η επιχείρηση το ’89 και όπου να ναι θα την παραδώσει στη νέα γενιά.
Τα κηροπλαστεία ήταν τότε όλα στο κέντρο, ένα στην πλατεία Κουμουνδούρου, ένα μέσα στου Ψυρρή, ένα πίσω από την Μητρόπολη και ένα στην οδό Αθηνάς και στην Αγίου Δημητρίου, ωστόσο κλείσανε σχεδόν όλα αυτά σήμερα. «Όταν ξεκίνησε το κηροπλαστείο τα κεριά τα φτιάχναμε στο χέρι, οι παραγωγές ήταν μικρές όσο αυξανόταν ο πληθυσμός της Αθήνας αυξανόταν και η ζήτηση γι αυτό και κάναμε το εργαστήριο στο Λαύριο εκεί που σήμερα έχουμε τις αποθήκες μας».
Η ημερήσια παραγωγή παλαιότερα ήταν 150 κιλά, το Πάσχα 200 κιλά ενώ τώρα κάνουν καθημερινά 1,6 τόνους και το Πάσχα 2,5 τόνους την ημέρα. «Ο παππούς μου παρήγαγε 30 κιλά κεριά την ημέρα, τότε που ολόκληρη η παραγωγή γίνονταν με το χέρι. Τα τελευταία χρόνια η παραγωγή πολλαπλασιάστηκε, φτάνοντας και 350 κιλά σε φυσικό κερί μέλισσας. Kαθημερινά πάω στο Λαύριο, και φτιάχνω εγώ αποκλειστικά το καθαρό κερί της μέλισσας που είναι για την Αγία Τράπεζα ή ο γιος μου. Σήμερα ωστόσο, περισσότερη ζήτηση έχει το κερί της εκκλησίας αλλά και αυτό φθίνει κάπως ίσως επειδή οι νέοι έχουν “ξεφύγει” λιγάκι από τα έθιμα. Σε ό,τι αφορά τα διακοσμητικά κεριά, το μέγεθος της παραγωγής εξαρτάται πάντα από τη ζήτηση, η οποία δεν είναι σταθερή».
Αυτό που έχει αλλάξει περισσότερο αυτά τα χρόνια είναι η λαμπάδα η πασχαλινή. «Παλιά ήταν λευκή σκαλισμένη στο χέρι με ροζ ή σιελ κορδέλες μέσα σε ένα διάφανο σακουλάκι και τώρα έχουμε όλων των ειδών. Φτιάχνουμε ωστόσο, ακόμη και πράγματα που δεν υπάρχουν στην αγορά. Έχω φτιάξει λαμπάδα 2,10 στο ύψος και βάρος 95 κιλά που την πήγαν στα Κύθηρα για ένα τάμα. Προμηθεύω κεριά στην Αγγλία, Γερμανία, Ισπανία, Ιταλία, Βέλγιο, Μάλτα, Γιβραλτάρ, Αμερική, Αυστραλία μόνο Αφρική δεν έχω στείλει».
Τα μεγάλα πολυκαταστήματα ωστόσο, δεν τους έχουν επηρεάσει στο είδος τους. «Συνάδελφοι μου μάλιστα δίνουν κεριά π.χ στο Jumpo για να πουλήσει. Αυτό που μας επηρεάζει είναι το κόστος της ενέργειας και η πρώτη ύλη επειδή είναι παράγωγο του πετρελαίου και αυτό μας δημιουργεί πρόβλημα».
Πώς φτιάχνουμε τα κεριά τον ρωτάω; «Για το κερί της εκκλησίας παίρνουμε νήμα βαμβακερό όσο μπορούμε πιο καθαρό και απαλό. Αυτό τυλίγεται σε ένα μεταλλικό τελάρο στο μηχάνημα και μετά η δεύτερη φάση είναι αποκλειστικά εκεί. Υπάρχει μια δεξαμενή με κερί λιωμένο, αρχίζει το μηχάνημα και περνάει, γυρίζει σαν ένας μύλος και βουτάει στο τελάρο με το σπαγγάκι μέσα. Γυρίζει και αναλόγως το πάχος που επιλέγεις βουτάει τις αντίστοιχες στροφές. 8 φορές για 8 εκ., 13, 18, 25 έπειτα κατεβαίνει, το αφήνουμε να κρυώσει, το κόβουμε, το μαζεύουμε και το συσκευάζουμε. Αν επιλέξουμε διακοσμητικό κερί απλώς πατάμε την πρέσα δεν κάνουμε τίποτα αυτή δουλεύει και βγάζει τα νούμερα που της έχεις δώσει. Αν μπούμε στα χυτά κεριά εκεί δουλεύεις το καλούπι μόνο του. Περνάς το φυτίλι, το φυτεύεις μέσα στο κερί που θες, περιμένεις να κρυώσει λίγο και ξανά και ξανά μέχρι που το κλείνεις».
Τα παιδιά του και τα εγγόνια του έρχονται από μωρά εδώ σχεδόν καθημερινά και είναι το 2ο σπίτι τους. Έχουν φρέσκες ιδέες και τις υλοποιούν όπως το eshop της επιχείρησης που πάει πολύ καλά και έχει μεγάλη ζήτηση το τελευταίο διάστημα. «Αν δεν είσαι άλλωστε μέσα στην εξέλιξη θα σβήσεις» καταλήγει.
Παναγής Άννινος, Κηροπωλείο «Αννίνος από το 1980» στο Γκύζη
Ο Αναστάσης Άννινος σήμερα δεν έρχεται και πολύ στο κηροπωλείο του, μιας και «έχει μεγαλώσει» όπως μου λέει χαριτωμένα στην συνάντηση μας και έχει δώσει την σκυτάλη στον γιο του Παναγή. Ήταν μετανάστης στην Γερμανία 17 χρόνια και ήρθε τον Αύγουστο του ‘79 στην Ελλάδα. «Πηγαίνω σε ένα μεσιτικό γραφείο στην Ιπποκράτους και ρωτάω αν υπάρχει κάποιο ακίνητο 20-30 τετραγωνικά. Ο άνθρωπος μου απαντάει πώς δεν έχει τίποτα αλλά λίγο πριν βγω μου λέει ότι υπάρχει μια επιχείρηση από έναν κρητικό που είναι ασθενής στην Κρήτη και το πουλάει. Είχε μέσα σκούπες, πλαστικά, κεριά, μπαχαρικά, παιχνίδια, έμοιαζε με μίνι μάρκετ. Συμφωνήσαμε και το πήραμε. Ήμουν τυχερός γιατί δεν ήξερα στην αρχή τι δουλειά θα κάνω στην Ελλάδα. Έκτοτε το δούλευα με την σύζυγο μου. Στις 13 Ιανουαρίου ανοίξαμε επίσημα. Τα πρώτα 5-10 χρόνια στολίζαμε εμείς τις λαμπάδες με ζωάκια, αυτοκίνητα, κούκλες, όλα τα βάζαμε εμείς. Μετά δεν μας έπαιρνε όμως από άποψη χρόνου και χρήματος. Δεν είχαμε κανέναν να μας δώσει μια συμβουλή ή να μας βοηθήσει από που βρούμε τους προμηθευτές, σιγά σιγά προχωρήσαμε και το δουλεύαμε μόνοι μας. Γνωριστήκαμε με τον κόσμο της γειτονιάς που ήταν πιο διστακτικός στην αρχή. Στο Γκύζη υπήρχε πάντα αυτή η ωραία περατζάδα. Ο Παπούλιας έρχονταν παλιά, πριν 40 χρόνια περίπου και ψώνιζε καμία φορά από εδώ. Έμενε στην Ασκληπιού».
Από Μ. Τετάρτη μέχρι την Μ. Παρασκευή γινόταν χαμός σήμερα τα πράγματα δεν είναι έτσι. «9 μέρες πριν το Πάσχα έπρεπε να έχει πολύ περισσότερο κόσμο. Η καλύτερη εποχή για το κερί ήταν η δεκαετία του ’90. Η γειτονιά δεν είχε άλλο κηροπωλείο. Τώρα όμως που όλα τα μαγαζιά βάζουν λαμπάδες ακόμη και τα σούπερ μάρκετ μας έχουν πάρει αρκετά τη δουλειά, σχεδόν όλα τα μαγαζιά στη γειτονιά πραγματικά έχουν από μια λαμπάδα. Το βλέπεις στα μάτια τους, ο κόσμος δυσκολεύεται πολλές φορές, κοιτάζει κάτι που του αρέσει αλλά πρέπει να πάει σε κάτι πιο φθηνό γιατί αλλιώς δεν “βγαίνει”».
Το 83 αρρώστησε βαριά οπότε έπρεπε να αναλάβει το κηροπωλείο η γυναίκα του που δούλεψε 24 χρόνια ενώ από το 2004 ανήκει επίσημα η επιχείρηση στον γιο του που συνεχίζει το έργο του. «Τα Χριστούγεννα και το Πάσχα μου άρεσε πάντα να βρίσκομαι στο μαγαζί μας. Ερχόμουν να βοηθήσω από το δημοτικό, πήγαινα στα κηροπλαστεία κάτω στο κέντρο της Αθήνας με σακούλες γιατί μου έλεγε ο μπαμπάς πάρε 6 κιλά κερί το νούμερο 1 π.χ και επέστρεφα εδώ. Τώρα το Γκύζη είναι πιο πολυπολιτισμικό, δεν έχουν όλοι τα ίδια έθιμα και παραδόσεις με εμάς. Τώρα η δουλειά έχει πέσει, έρχονται ωστόσο και από άλλες συνοικίες να πάρουν από εμάς την λαμπάδα τους, άλλοι από Χολαργό, μερικοί από Φάληρο ακόμη και Πεντέλη. Έχουμε κάποιους ανθρώπους που μας εμπιστεύονται μιας και το μαγαζί μας είναι στο ίδιο σημείο 43 χρόνια και προσφέρει πάντα ποιότητα. Τα τελευταία χρόνια αφαιρέσαμε τις σκούπες, τα πλαστικά, παιχνίδια και σε εμάς θα βρεις τώρα εκκλησιαστικά είδη, λαμπάδες που προμηθευόμαστε από εκθέσεις σε όλα τα μεγέθη, τα Χριστούγεννα και το Πάσχα εποχιακά είδη, λίγα μπαχαρικά, κανέλα, γαρύφαλλο αλλά κυρίως αρωματικά κεριά».
Μετά την Κυριακή του Θωμά, φεύγουν τα Πασχαλινά, καθαρίζονται οι βιτρίνες και μπαίνουν τα βασικά του είδη. Μετά τα Χριστούγεννα πάλι τα ίδια. Είναι εποχική δουλειά, «το ξέρουμε, το έχουμε συνηθίσει».
Σοφία Σκούταρη, Κηροπλαστείο «EPOCH» από το 2023 στον Κολωνό
Η Σοφία Σκούταρη είναι σήμερα 42 ετών. Ευγενική, χαμογελαστή, έτοιμη να μου αφηγηθεί την ιστορία της οικογένειας της παρότι παράλληλα δημιουργεί μια μεγάλη παραγγελιά με λαμπάδες για τους πελάτες της. Ο πατέρας της είχε από το 2000 κηροπλαστείο που έκλεισε το 2021 λόγω σύνταξης αλλά και δύσκολων οικονομικών συνθηκών. «Το 2023 αποφάσισα να δημιουργήσω μια νέα εταιρία με πιο φρέσκια ματιά. Είχα σταματήσει να ασχολούμαι για μερικά χρόνια με το κομμάτι αυτό μιας και ήθελα να μεγαλώσω τα παιδιά μου. Σήμερα δημιουργούμε κεριά σόγιας, συνεργαζόμαστε με μπαρ, ξενοδοχεία ενώ ο μπαμπάς μου πριν είχε χονδρική πιο εμπορική».
Ήταν 20 χρονών όταν ο μπαμπάς της ξεκίνησε στην ταράτσα στο κλιμακοστάσιο της οικογενειακής τους πολυκατοικίας, και έφτιαχναν όλοι μαζί κεράκια με την μαμά και τον αδερφό της. «Νοικιάσαμε μετά μια αποθήκη στην Αργυρούπολη και σήμερα είμαστε στον Κολωνό. Κάθε Πάσχα ξεκινούσε ο μπαμπάς δυο μήνες νωρίτερα. Άπειρες ώρες δουλειάς έως μέρες. Ερχόταν η μαμά μου τότε με ταψιά και κατσαρόλες για να δώσει σε όλους να φάνε. Φαντάσου ότι σε γνωστή αλυσίδα σούπερ μάρκετ που έχει κλείσει δίναμε εμείς λαμπάδες σε όλη την Ελλάδα ως κύριος αντιπρόσωπος τους. Γινόταν χαμός από τον τεράστιο αριθμό παραγγελιών. Ο μπαμπάς σκέψου ήταν από τους πρώτους που έφτιαχνε τα κεριά σόγιας του Korres στην Ελλάδα, τότε που στην Ελλάδα δεν υπήρχε καν το κερί σόγιας. To Πάσχα είχαμε πάντα διπλάσιο εποχικό προσωπικό, αυτό όμως λόγω της κρίσης και μετά δεν συνέβαινε. Ο μπαμπάς είχε μείνει το τελευταίο διάστημα μόνο με 1 άτομο το οποίο σήμερα εργάζεται σε μένα».
Όλη η γειτονιά ερχόταν και μας ρωτούσε «Τι φουρνίζετε; Mοσχοβολάει αρώματα». Σήμερα στα δικά της βαρέλια βάζει παραφίνη, χρώμα, άρωμα ότι χρειάζεται και μετά παίρνει το χωνί. «Παλιά ο πατέρας μου γέμιζε με μια κανάτα, τώρα αυτό έχει αλλάξει αλλά συνολικά η τεχνολογία μας δεν έχει αλλάξει. Έφτιαχνε και έκοβε φυτίλια στο χέρι, εμείς τώρα έχουμε μηχάνημα απλώς που τα κόβει. Γενικότερα κινούμαστε πιο οικολογικά με αρωματικά κεριά με σόγια, κάποια πήλινα δοχεία, έχουμε φυσικά και κεράκια, γυάλινα, κορμούς, ρεσό, φυτίλια, κερί σε σκόνη, αρωματικά κεριά. Φτιάχνουμε χειροποίητες λαμπάδες με καλούπι που προμηθευόμαστε σε συγκεκριμένες διαστάσεις. Πλέον δεν τις στολίζουμε εμείς, τις βάζουμε στο καλούπι και τις ξύνουμε για να είναι σαγρέ, αυτές πουλάνε πολύ».
Η καλύτερη της σήμερα είναι να αναλαμβάνει δημιουργικά project για κάποια άλλη εταιρία, φτιάχνει το δικό της eshop, και είναι κυρίως μεσάζοντας σε γνωστές εταιρίες. «Κινούμαι με πιο καλλιτεχνική ματιά και θέλω να συνεργάζομαι και με πιο μικρές εταιρίες, παρότι μπορεί να μην είναι τόσο οικονομικά κερδοφόρο. Λατρεύω αυτή την προσωπική επαφή με τους ανθρώπους. Ο άλλος αν θέλει να διαθέσει χρήματα, θα αγοράσει κάτι καλό και ποιοτικό από ένα κηροπωλείο ή κηροπλαστείο, αλλιώς θα πάει σε κάποιο πολυκατάστημα να πάρει κάτι κινέζικο και φθηνό».
Παναγιώτης Σταυρόπουλος, Κηροπωλείον από το 1930 κοντά στην Βαρβάκειο
Ο Παναγιώτης Σταυρόπουλος είναι 56 ετών και εργάζεται από το 1985 ανελλιπώς στην οικογενειακή επιχείρηση που αγόρασαν από το ’77 (Ο παππούς του ήρθε όμως το ‘12 από την Γορτυνία στην αρχή με πάγκο, μετά με κατάστημα με εργαλεία που βρίσκεται ακριβώς δίπλα από το σημερινό). Το ‘92-93 ανέλαβε μόνος του ενώ προσωπική επιχείρηση έγινε επίσημα το 2001-2 όταν η μητέρα του βγήκε σε σύνταξη. «Θυμάμαι που ως παιδάκι κατέβαινα στο υπόγειο με τους ανθρώπους που εργαζόταν εδώ. Είχαμε το ραδιόφωνο και ακούγαμε τους χαιρετισμούς που μας έβαζαν οι μεγάλοι τις Παρασκευές πριν την Μεγάλη εβδομάδα. Υπήρχε μια κατάνυξη, επικρατούσε τελείως ησυχία, δεν μιλούσε κανείς και όλοι βοηθούσαμε και στολίζαμε τις λαμπάδες. Έπαιρνα μάλιστα ένα φελιζόλ για να βάλω σε σειρά τις πούλιες με την καρφίτσα».
Η εποχή του Πάσχα ήταν τότε που έρχονταν οι περισσότεροι από την επαρχία ενώ οι ουρές ήταν μεγάλες μιας και δίπλα είναι η Βαρβακείος αγορά. «Μιλάμε για νούμερα τρελά, περίπου 5000 λαμπάδες στολισμένες, ήμασταν κοντά στα 7 άτομα σε ένα μαγαζί σχεδόν 25 τετραγωνικά. Στην γειτονιά ήμασταν τότε δυο παλιά κηροπωλεία και ήρθαν και άλλα δυο αργότερα που έχουμε παραμείνει μέχρι σήμερα. Το 2000 άρχισαν ωστόσο, να γίνονται όλα πιο δύσκολα, αρχίσαμε να μετράμε αντίστροφα μιας και δίπλα μας άρχισαν να κλείνουν πολλές επιχειρήσεις».
Μια λαμπάδα που θα του μείνει αξέχαστη είναι σίγουρα η λαμπάδα Γκάλης. «Πήγαμε στην πρώτη πασχαλινή έκθεση που είχε γίνει για την λαμπάδα Νίκος Γκάλης, την περίοδο που πρωταγωνιστούσε η ομάδα του Άρη. Δεν έδειχνε τον ίδιο βέβαια η λαμπάδα, αλλά ήταν γυρισμένος και φαινόταν το νούμερο της ομάδας του. Από την στιγμή που την πήραμε και εμείς στο κηροπωλείο μας είχε μεγάλη ζήτηση, όλοι ζητούσαν την συγκεκριμένη».
ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ
ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Την Παρασκευή 8 Νοεμβρίου στη σκηνή του Ωδείου Αθηνών
Μια συζήτηση με τον επικεφαλής του δικτύου για τη Βιώσιμη Κινητικότητα CIVINET Ελλάδας-Κύπρου, τον συγκοινωνιολόγο-πολεοδόμο Κοσμά Αναγνωστόπουλο
Πώς συγκεντρώνουν την πραμάτεια τους, ποιες δυσκολίες αντιμετωπίζουν και ποιο είναι το όραμά τους για κεντρική ενιαία αγορά
Τα απογεματινά ηλεκτρονικά πάρτι – θεσμός με την υπογραφή του Plissken Festival επιστρέφουν με μία σεζόν που θα μας δώσει ακόμα περισσότερα από όσα υπόσχεται.
Ανταποκρίσεις από μια πόλη που χορεύει ακόμα στη Ντισκομπάλα στον πεζόδρομο της Δελφών και στον Αρχάγγελο στο Μεταξουργείο
Χάρης Δούκας: «Με παρεμβάσεις χαμηλού κόστους μπορούμε να σώσουμε ζωές»
Μια συζήτηση με τον αρχισυντάκτη του getelectric.gr Δημήτρη Σκιάννη
Πανηγύρια που ξετυλίγονται σαν τεράστιες λαϊκές αγορές, με θρησκευτικό πρόσχημα αλλά με κοινωνικό περιεχόμενο
Ανταποκρίσεις από μια πόλη που χορεύει ακόμα: Ίσως υπερβολή που περπατάω τόσο δρόμο τέτοια ώρα για να ακούσω τέκνο, αλλά το έχω ανάγκη να χτυπηθώ στο μπάπα μπούπα, που λέει και ο μπαμπάς μου.
Οι ημερομηνίες και οι θεματικές
Μια συζήτηση με τον πρόεδρο του Συλλόγου Ελλήνων Συγκοινωνιολόγων Θανάση Τσιάνο
Λίγο πριν μετατραπεί σε ξενοδοχείο φιλοξενεί την έκθεση «Wanderlust /all passports», σε επιμέλεια Κώστα Πράπογλου
Ανταποκρίσεις από μια πόλη που χορεύει ακόμα: Σ’ ένα κλαμπ της πλατείας Βικτωρίας στα μέσα του Οκτώβρη
Τι δουλειά έχει ένα τροπικό πτηνό στην Αθήνα; Ποια αποστολή ήρθε να εκπληρώσει; Ποτέ δεν ξέρεις τι μπορεί να συμβεί. Έσω έτοιμη. Expect and respect the unexpected!
Αναβαθμίζουμε την ποιότητα ζωής και την καθημερινότητα των μικρών Αθηναίων, είπε ο Χάρης Δούκας
Μια συζήτηση με την πρόεδρο του ΟΠΑΝΔΑ του Δήμου Αθηναίων Ελένη Ζωντήρου και τον αντιπρόεδρο της ΠοδηλΑΤΤΙΚΗΣ Κοινότητας Χάρη Κουγιουμτζόπουλο
Ο Δήμος Ελληνικού Αργυρούπολης φτιάχνει ένα ασφαλές σημείο διασκέδασης για τους μικρούς δημότες
Προτιμάς να έχεις δίπλα σου ένα διώροφο με κήπο ή μια πολυκατοικία-τέρας;
Δείτε το πρόγραμμα και κλείστε θέση
Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.