- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Οι πλατείες της Αθήνας και η ιστορία τους
Από την Καρύτση και την Αυδή μέχρι τη Μαβίλη και την Κουμουνδούρου, οι αθηναϊκές πλατείες δίνουν χαρακτήρα στη φυσιογνωμία της πόλης
Οι αθηναϊκές πλατείες δίνουν χαρακτήρα στη φυσιογνωμία της πόλης: Αυδή, Βικτωρίας, Ζακλίν ντε Ρομιγί, Ηρώων, Θεάτρου, Καρύτση, Κουμουνδούρου, Μαβίλη κ.ά.
Η πλατεία Αυδή (μεταξύ των οδών Μυλλέρου, Λεωνίδου, Γιατράκου, Κεραμεικού) στο Μεταξουργείο οφείλει το όνομά της στον πολιτικό και βουλευτή του ΚΚΕ Λέοντα Αυδή, ο οποίος διετέλεσε δημοτικός σύμβουλος στον Δήμο Αθηναίων και επικεφαλής της δημοτικής παράταξης «Αγωνιστική Συνεργασία για την Αθήνα».
Η πλατεία Βικτωρίας άρχισε να διαμορφώνεται το 1871-1872 και οφείλει το όνομά της στη βασίλισσα της Μεγάλης Βρετανίας Βικτώρια, στα χρόνια της οποίας έγινε η ένωση των Επτανήσων με την Ελλάδα. Η πλατεία είναι γνωστή και ως πλατεία «Παναγή Κυριακού» προς τιμήν του δημάρχου της Αθήνας, Παναγή Κυριακού (1870-1879). Σύμφωνα δε με μία εκδοχή, αυτός τίμησε την κόρη του, Βικτώρια, δίνοντας το όνομά της στην πλατεία. Ο υπόγειος σταθμός των ΗΣΑΠ, που λειτουργεί εκεί από το 1948, μιμείται τον σταθμό της Βικτώριας του Λονδίνου και έχει κηρυχθεί διατηρητέος. Η πλατεία κοσμείται από το χάλκινο σύμπλεγμα «Ο Θησεύς σώζων την Ιπποδάμειαν» του γλύπτη Johannes Pfuhl.
Η πλατεία Δημοπρατηρίου, στο Μοναστηράκι (μεταξύ των οδών Μητροπόλεως, Αιόλου Κηρυκείου), πήρε το όνομά της από το Δημοπρατήριο, ένα κεραμοσκεπές κτίριο, έργο του Χάνσεν, που υπήρχε στη συμβολή των οδών Αιόλου & Μητροπόλεως. Παλαιότερα ονομαζόταν πλατεία Αγίου Παντελεήμονος, από τον ομώνυμο ναό, τον μεγαλύτερο της οθωμανικής Αθήνας, ο οποίος κατεδαφίστηκε το 1853. Στα χρόνια του Όθωνα, η πλατεία Δημοπρατηρίου, ήταν προορισμός περιπάτου και ψυχαγωγίας, γεμάτη με πολυσύχναστα καφενεία. Εκεί, βρισκόταν μία μαρμάρινη κρήνη, φιλοτεχνημένη με πρότυπο το μνημείο του Λυσικράτη, η οποία το 1925 μεταφέρθηκε στην πλατεία Μεταξουργείου.
Η πλατεία Ζακλίν ντε Ρομιγί, πρώην πλατεία Θησείου, στη συμβολή των οδών Ηρακλειδών, Νηλέως, Αποστόλου Παύλου και Ακάμαντος, στο Θησείο, οφείλει τη μετονομασία της στη Γαλλίδα φιλόλογο και εξέχουσα ελληνίστρια, με τη διεθνή ακτινοβολία, Ζακλίν ντε Ρομιγί (1913-2010), η οποία αφιέρωσε τη ζωή της στη μελέτη της αρχαιοελληνικής γραμματείας της κλασικής εποχής, ιδιαίτερα στον Θουκιδίδη καθώς και στην ιστορία, τη γλώσσα και τον πολιτισμό της αρχαίας Ελλάδας. Στον χώρο της πλατείας έχουν τοποθετηθεί τρεις αναθηματικές στήλες, έργο του γλύπτη Σκαλκώτου, που φέρουν εγχάρακτες επιγραφές –στα ελληνικά και αγγλικά– με αποσπάσματα από το έργο της σπουδαίας φιλολόγου.
Η πλατεία Ηρώων, στη συνοικία Ψυρρή, απέκτησε την ηρωική της ονομασία για να τιμηθούν οι ήρωες του ’21 και οι γύρω δρόμοι φέρουν ανάλογα ονόματα. Στην πλατεία αλλά και στην γύρω περιοχή στα χρόνια του Όθωνα κυκλοφορούσαν κάποιοι ψευτοπαλικαράδες, οι «κουτσαβάκηδες» και την είχαν μετατρέψει σε... άβατο.
Η προσωνυμία «κουτσαβάκης» προέρχεται εκ των λέξεων «κουτσά» + «βαίνω» και αυτό επειδή οι κουτσαβάκηδες είχαν έναν επιδεικτικά αργό και συρτό βηματισμό. Πήραν το όνομά τους από έναν δεκανέα του Ιππικού, τον Δημήτρη Κουτσαβάκη, ο οποίος παρίστανε τον μάγκα και καβγάδιζε συνέχεια. Το βάδισμά του αλλά και τη συμπεριφορά του μιμήθηκαν οι μελλοντικοί περιθωριακοί τύποι του αθηναϊκού υπόκοσμου. Λέγεται ότι αυτοί ήταν παροπλισμένοι και ξεχασμένοι ήρωες της επανάστασης, οι οποίοι είχαν τραυματιστεί κατά τη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα.
Η πλατεία κατασκευάστηκε το 1850. Στη μέση της βρίσκεται ένα μαρμάρινο σιντριβάνι και περιτριγυρίζεται από πεζόδρομους και χαμηλά οικοδομήματα, μ’ ένα νεωτεριστικό κτίριο της δεκαετίας του 1930 ν’ ακολουθεί το σχήμα της πλατείας, σε σχέδια του Γάλλου αρχιτέκτονα François Louis Florimond Boulanger (1807-1875). Στην ίδια θέση υπήρχε ο ναός του Αγ. Αθανασίου, που κατεδαφίστηκε το 1856.
Η πλατεία Θεάτρου, επί της Μενάνδρου, οφείλει το όνομά της στο «Θέατρο Μπούκουρα» που βρισκόταν εκεί τον 19ο αιώνα. Πρόκειται για ένα λιθόκτιστο χειμερινό θέατρο το οποίο ήταν για πολλά χρόνια το μοναδικό στην Αθήνα. Εγκαινιάστηκε το 1840 με το μελόδραμα του Ντονιτσέττι, «Λουτσία ντι Λαμερμούρ», με πρωταγωνίστρια τη θρυλική Ρίτα Μπάσσο, η οποία με τα θέλγητρά της «έκαψε καρδιές». Πολύ συχνά, ανάμεσα στο θεατρόφιλο κοινό βρίσκονταν οι βασιλείς καθώς και εξέχοντα μέλη της τότε αθηναϊκής κοινωνίας. Το θέατρο έμεινε στην ιστορία με το όνομα του τελευταίου ιδιοκτήτη, Ιωάννη Μπούκουρα (πατέρα της ζωγράφου Ελένης Μπούκουρα-Αλταμούρα). Κατεδαφίστηκε το 1899 και λίγα χρόνια αργότερα στο σημείο κτίστηκε τετραώροφο κτίριο, όπου στεγάστηκε η Διπλάρειος Σχολή.
Η πλατεία Καραμάνου βρίσκεται επί της Αθηνάς, μεταξύ Βορρέου και Βύσσης, λίγο πριν την πλατεία Μοναστηρακίου. Οφείλει το όνομά της στον Μ. Καραμάνο, δάσκαλο και διευθυντή του δημοτικού σχολείου, «Σχολείον Καραμάνου», που λειτουργούσε εκεί από το 1840 έως το 1916. Το σχολείο αυτό, το πρώτο μετά την απελευθέρωση, στεγάστηκε σ’ ένα νεοκλασικό κτίριο, σε σχέδια του Γερμανού αρχιτέκτονα Φρ. Στάουφφερτ, και κατεδαφίστηκε το 1916 όταν ο δήμος αποφάσισε τη δημιουργία των δεύτερων λαϊκών λουτρών. Σήμερα εκεί βρίσκεται εξαώροφο κτίριο όπου στεγάζονται υπηρεσίες του Δήμου Αθηναίων.
Η πλατεία Καρύτση (ή Καρύκη), μεταξύ των οδών Καρύτση και Χρήστου Λαδά, οφείλει τον όνομά της στην αρχοντική αθηναϊκή οικογένεια Καρύτση (ή Καρύκη), που κατείχε μία μεγάλη έκταση στο κέντρο της Αθήνας και εκεί, ο πρόγονός τους, στρατηγός Καρύκης έκτισε τον 11ο αι. ένα ιδιωτικό εκκλησάκι, όπως συνήθιζαν να κάνουν τα μεγάλα «τζάκια» της πόλης, κατά τα βυζαντινά χρόνια. Ο ναός του Αγ. Γεωργίου πήρε το προσωνύμιο Καρύκη. Εδώ αξίζει να σημειωθεί ότι ο τσιτακισμός (μετατροπή στον λόγο του «κι» σε «τσι» που επικρατούσε στην αθηναϊκή ντοπιολαλιά κατά τα μεταεπαναστατικά χρόνια, μετέτρεψε το όνομα «Καρύκης» σε «Καρύτσης» και αυτό επικρατεί ως σήμερα.
Ο αρχικός ναός υπέστη σοβαρές ζημιές κατά τη διάρκεια των μαχών μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων, για την κατάληψη της Αθήνας. Στις 25 Ιανουαρίου του 1833, στους χώρους της εκκλησίας έγινε η επεισοδιακή συνεδρίαση των 500 δημογερόντων για την εκλογή της αντιπροσωπείας που θα υποδεχόταν τον Όθωνα στον Ναύπλιο. Η συγκέντρωση κατέληξε σε καβγά και πολλοί αποχώρησαν. Το 1846, απόγονοι της οικογένειας αποφάσισαν την εκ νέου δημιουργία του ναού και τα σχέδια ανέλαβε ο Λύσανδρος Καυταντζόγλου. Οι εργασίες ολοκληρώθηκαν το 1850.
Σε ιδιόκτητο μέγαρο, επί της πλατείας Καρύτση 8, στεγάζεται από το 1932 ο Φιλολογικός Σύλλογος «Παρνασσός». Τη δεκαετία του ’50 γύρω από την πλατεία λειτουργούσαν καφενεία, το θέατρο Μουσούρη, μικρά και μεγάλα τυπογραφεία, τα γραφεία των εφημερίδων του Λαμπράκη (στη Χρ. Λαδά) και της Εστίας, στην Άνθιμου Γαζή καθώς και το πασίγνωστο φωτογραφείο του Μεγαλοοικονόμου.
Η πλατεία Κουμουνδούρου (επίσημη ονομασία Πλατεία Ελευθερίας), στην Πειραιώς, οφείλει το όνομά της στον πολιτικό Αλέξανδρο Κουμουνδούρο που έμενε στη γειτονιά. Η πλατεία κατασκευάστηκε το 1835 με τη διάνοιξη της οδού Πειραιώς και αρχικά της δόθηκε το όνομα «πλατεία Λουδοβίκου» προς τιμή του πατέρα του Όθωνα. Μετά την έξωση του βασιλιά, ονομάστηκε «πλατεία Ελευθερίας».
Στις 15 Νοεμβρίου 1859, στον χώρο μεταξύ της τότε πλατείας Λουδοβίκου (σήμερα Εθνικής Αντιστάσεως, γνωστή ως πλατεία Κοτζιά) και της σημερινής πλατείας Ελευθερίας (Κουμουνδούρου), γιορτάστηκαν τα «Ολύμπια», μία πρώτη (αποτυχημένη) προσπάθεια αναβίωσης των Ολυμπιακών Αγώνων, κατόπιν της ιδέας και επιχορήγησης του ευεργέτη Ευάγγελου Ζάππα. Η πλατεία δενδροφυτεύτηκε το 1868 και δύο χρόνια αργότερα απόκτησε το σιντριβάνι της. Το 1872 κτίστηκε πάνω στην πλατεία το Δημοτικό Βρεφοκομείο (μετέπειτα Δημοτική Πινακοθήκη του Δήμου Αθηναίων) και λίγο αργότερα ανεγέρθηκε το παρεκκλήσι του Βρεφοκομείου, αφιερωμένο στους Αγ. Ανάργυρους.
Η πλατεία Λυσικράτους, μεταξύ των οδών Επιμενίδου, Σέλλεϋ και Ραγκαβά, οφείλει την ονομασία της στο εντυπωσιακό ναϊσκόμορφο, με τους έξι κίονες κορινθιακού ρυθμού, χορηγικό Μνημείο του Λυσικράτους (334 π.Χ.), το οποίο δεσπόζει σ’ αυτήν. Πάνω του ήταν τοποθετημένος ο χάλκινος τρίποδας, το βραβείο του χορηγού. Στην επιγραφή του επιστυλίου μνημονεύεται η νίκη του Λυσικράτη, ενώ στη ζωοφόρο ιστορείται ο μύθος του Διονύσου με τους πειρατές.
Είναι το μοναδικό σωζόμενο από τα πολλά έργα των χορηγών-νικητών που κοσμούσαν την οδό Τριπόδων. Στα μέσα του 17ου αιώνα το μνημείο ενσωματώθηκε στη Μονή των Καπουτσίνων που υπήρχε στην περιοχή από τα χρόνια της φραγκοκρατίας. Ο τελευταίος ηγούμενος της μονής, ο Φραγκίσκος, γλίτωσε το μνημείο από την αρπακτική μανία του Έλγιν αλλά και η τύχη από την φωτιά που έκαψε ολοσχερώς την Μονή τον Απρίλιο του 1827. Στα τέλη του 18ου αιώνα το γαλλικό κράτος διεκδίκησε το μνημείο. Ομως, μετά από μία «σιωπηρά φιλική σύμβαση», η κυριότητά του περιήλθε στο ελληνικό κράτος, αφού προηγουμένως η ελληνική κυβέρνηση πρόσφερε στο γαλλικό δημόσιο μία έκταση δέκα στρεμμάτων στον Λυκαβηττό (Σίνα-Αραχώβης-Διδότου), όπου σήμερα βρίσκεται το Γαλλικό Ινστιτούτο.
Την πλατεία, εκτός από το εκκλησάκι του Αγίου Δημητρίου (17ος αιώνας) που διακόνησε ο Αθανάσιος Διάκος, πλαισιώνουν δύο όμορφα κτίρια, το νεοκλασικό του μηχανικού Κλ. Καρυδάκη (πλ. Λυσικράτους 5 & Ραγκαβά) με τα δύο υπέροχα αγάλματα στην ανωδομία και η τριώροφη νεοκλασική οικία του τέλους του 19ου αιώνα (πλ. Λυσικράτους & Σέλλεϋ 6).
Η πλατεία Μαβίλη, επί της Β. Σοφίας, φέρει το όνομα του λυρικού ποιητή Λορέντζου Μαβίλη (1860-1912). Από την πλευρά του πατέρα του καταγόταν από ισπανούς αριστοκράτες, ενώ από την πλευρά της μητέρας του της Ιωάννας Τζιοβανίνας Μαβίλη, μικρανηψιάς του Ιωάννη Καποδίστρια, ήταν Κερκυραίος. Γλωσσομαθής αλλά και... αιώνιος φοιτητής στο Μόναχο, όπου σπούδασε φιλολογία και φιλοσοφία, έζησε τα περισσότερα χρόνια της ζωής του στην Κέρκυρα. Τα εισοδήματα από την πατρική περιουσία του εξασφάλισαν μία άνετη ζωή και δεν χρειάστηκε ποτέ να εργαστεί. Μοναδική του απασχόληση η λογοτεχνία, η ποίηση, οι μεταφράσεις και οι παρτίδες σκάκι. Θεωρείται ο μεγαλύτερος σονετογράφος της Ελλάδας αλλά και ο πρώτος Έλληνας συνθέτης σκακιστικών προβλημάτων με διεθνή φήμη.
Το 1896 πολέμησε στην επαναστατημένη Κρήτη και το 1897, με δικό του εθελοντικό σώμα 70 ανδρών, στην Ήπειρο. Η αίσθηση του καθήκοντος προς την πατρίδα τον οδήγησε να δεχθεί την πρόταση του Ελ. Βενιζέλου και το 1910 εκλέχθηκε βουλευτής. Η παρουσία του στη Β' Αναθεωρητική Βουλή ήταν υποδειγματική και έμεινε ιστορικός ο λόγος του, το 1991, για το γλωσσικό ζήτημα, όπου υπερασπίζοντας τη δημοτική γλώσσα είπε απευθυνόμενος στους καθαρευουσιάνους: «Χυδαία γλώσσα δεν υπάρχει. Υπάρχουσι χυδαίοι άνθρωποι, και υπάρχουσι πολλοί χυδαίοι άνθρωποι ομιλούντες την καθαρεύουσαν». Στον πόλεμο του 1912, εθελοντής για τρίτη φορά στο ύψιστο χρέος πολέμησε για την απελευθέρωση της Ηπείρου. Σκοτώθηκε στη Μάχη του Όρους Δρίσκου στις 29 Νοεμβρίου του 1912.
Η πλατεία Παλαιάς Αγοράς βρίσκεται μεταξύ Αδριανού, Αιόλου, Καλογριώνη & Καπνικαρέας, στο Μοναστηράκι. Οφείλει την ονομασία της στη Παλαιά Αγορά (το αποκαλούμενο, επί τουρκοκρατίας, «Πάνω Παζάρι») που λειτουργούσε μέχρι τον εμπρησμό της 9ης Οκτωβρίου 1884. Το παζάρι, υπήρξε ίσως το πιο πολυσύχναστο μέρος της πόλης και τόπος συνάθροισης των Αθηναίων (μόνο άνδρες), από κάθε κοινωνική τάξη. Αποτελείτο από εκατό περίπου μικρομάγαζα, που στεγάζονταν σε ξύλινες παράγκες στο εσωτερικό και πέριξ της βιβλιοθήκης του Αδριανού, όπου οι πελάτες μπορούσαν να βρούνε πάνω από 280 καταναλωτικά είδη διατροφής, απ’ όλο τον κόσμο. Η ποικιλία αυτή ήταν εντυπωσιακή, δεδομένων των προβλημάτων υποδομής που αντιμετώπιζε η πόλη, ειδικά μετά την απελευθέρωση.
Στην Παλαιά Αγορά βρισκόταν και το περίφημο ρολόι του Έλγιν που δώρισε ο λόρδος Έλγιν στους Αθηναίους για να «εξιλεωθεί» για την αρπαγή των μαρμάρων του Παρθενώνα. Το Ρολόι ήταν για πολλά χρόνια το στέκι των χαμινιών της γειτονιάς, τα γνωστά με το παρατσούκλι «μάγκες του ρολογιού». Μετά την απελευθέρωση μετατράπηκε για ένα διάστημα σε φυλακή και καταστράφηκε την νύχτα μεγάλης πυρκαγιάς της Αγοράς.
Η πλατεία Πλατάνου, δίπλα στο Μουσείο Λαϊκών Οργάνων, στην Πλάκα (οδός Διογένους), πήρε το όνομά της από έναν τεράστιο πλάτανο που βρισκόταν εκεί και κάηκε από κεραυνό στα μέσα του 20στού αιώνα. Η ομώνυμη ταβέρνα που ιδρύθηκε το 1933 από τον Θ. Καρυανό, και λειτούργησε σε χώρο που πρωθύστερα υπήρχε βιοτεχνία σαπωνοποιίας, έχει γίνει γνωστή όχι μόνο για την ελληνική κλασική κουζίνας της αλλά και για το ότι στις αρχές της δεκαετίας του 1920, στον πρώτο όροφο του μικρού κτιρίου, φιλοξενήθηκε για αρκετά χρόνια το ατελιέ τριών επιφανών καλλιτεχνών: των ζωγράφων Βυζάντιου και Καλλιγά και του γλύπτη Ρωκ. Το ατελιέ (επί της οδού Διογένους 4) αλλά και η ταβέρνα υπήρξαν στέκι Ελλήνων και ξένων λογοτεχνών και διανοούμενων του 20στού αιώνα, πολλά ονόματα των οποίων είναι χαραγμένα σε ξύλο, στο εσωτερικό της. Στην ανατολική πλευρά της πλατείας έχει τοποθετηθεί η προτομή του ζωγράφου Περικλή Βυζάντιου, σε νεαρή ηλικία, φιλοτεχνημένη από τον Γρηγόρη Ζευγώλη, το 1927.
Η πλατεία Φιλομούσου Εταιρείας, η οποία οριοθετείται από τις οδούς Κυδαθηναίων, Φαρμάκη, Φιλομούσου Εταιρείας και Αγγέλου Γέροντα, είναι η κεντρική πλατεία της συνοικίας της Πλάκας και οφείλει το όνομά της στη Φιλόμουσο Εταιρεία που ιδρύθηκε το 1813 από διανοούμενους της εποχής και έδρασε ως το 1826, με στόχο την επιστροφή των Γραμμάτων και πάλι στην Αθήνα της Τουρκοκρατίας. Στα χρόνια της Κατοχής, στη νοτιανατολική πλευρά της πλατείας υπήρχαν καφενεία που συγκέντρωναν πλήθος Αιγαιοπελαγιτών, όπως το καφενείο του Κουρούνη, γνωστό στέκι φοιτητών από την Κάλυμνο αλλά και ορμητήριο της καλυμνίτικης νεολαίας στην αντίσταση κατά της ιταλικής κατοχής.
Επί της πλατείας είναι τοποθετημένη η προτομή του επιφανούς Αθηναιογράφου Δημητρίου Καμπούρογλου, έργο του γλύπτη Νικολάου Γεωργαντή, καθώς επίσης και η προτομή του συνθέτη Νίκου Χατζηαποστόλου, έργο του Νικόλα Παυλόπουλου.