Life in Athens

Πλάκα, Θησείο, Πετράλωνα, Γκάζι με την αύρα της παλιάς Αθήνας

Οι παλιές γειτονιές της Αθήνας διατηρούν αναλλοίωτη τη γοητεία και την ομορφιά τους

Έλενα Ντάκουλα
ΤΕΥΧΟΣ 827
10’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Βόλτα στις περιοχές Πλάκα, Θησείο, Πετράλωνα και Γκάζι.

Όταν τα χρώματα και οι μυρωδιές της ανθισμένης φύσης σκορπίζονται παντού, είναι η ωραιότερη εποχή για να γνωρίσει κάποιος παλιές γειτονιές της Αθήνας, που διατηρούν αναλλοίωτη τη γοητεία και την ομορφιά τους: η Πλάκα, το Θησείο, τα Πετράλωνα και το Γκάζι, με σημείο αναφοράς τον ιερό βράχο της Ακρόπολης και τους γύρω λόφους, τους γεμάτους μνήμη και ιστορία.

Πλάκα, η αρχαιότερη συνοικία της Ευρώπης, κάτω από τη σκιά της Ακρόπολης, γνωστή ως «Συνοικία των Θεών» και, όπως λέει ένα τραγούδι, «ήξερε η ανθρωπότης πως ο Θεός ήταν Πλακιώτης». Αν και κουβαλάει στην πλάτη της 6.000 περίπου χρόνια, διατηρεί τη ζωντάνια και το χρώμα της. Έχει αγαπηθεί και έχει υμνηθεί για τις ομορφιές και τις ρομαντικές ιστορίες της και προσελκύει χιλιάδες επισκέπτες, καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου, όλες τις ώρες της ημέρας. 

Είναι μία ιστορική γειτονιά, με πολυλειτουργικό χαρακτήρα και αυστηρούς όρους δόμησης, που κατοικήθηκε, μεταξύ άλλων, από φιλέλληνες, ανθρώπους του πνεύματος και της τέχνης και βρέθηκε στο επίκεντρο της κοινωνικής ζωής της πόλης από τα πρώτα χρόνια που η Αθήνα κηρύχθηκε πρωτεύουσα του νεοσύστατου κράτους. Στην Πλάκα πρωτοεμφανίστηκε η αθηναϊκή αποκριά, εκεί γεννήθηκε η αθηναϊκή καντάδα και αρκετά χρόνια αργότερα το Νέο Κύμα του ελληνικού τραγουδιού. Σήμερα, πολλοί Αθηναίοι μιας κάποιας ηλικίας θα θυμούνται τα ήσυχα βράδια που πέρασαν μέσα στην παρεΐστικη ατμόσφαιρα των μπουάτ, ακούγοντας την Αρλέτα, τον Βιολάρη, τον Σαββόπουλο, την Κουμιώτη και άλλους νέους τότε καλλιτέχνες να ερμηνεύουν τραγούδια σε μουσική Λοΐζου, Μαυρουδή, Χατζηδάκι. 

Είναι μια γειτονιά διάσημη για τις πολυάριθμες ταβέρνες της με τη ρετσίνα κεχριμπάρι, που έχουν γράψει ιστορία τόσο για τα χρόνια λειτουργίας τους όσο και για τους θαμώνες τους και τα κρασοτράγουδα που ακούστηκαν εκεί, πολλά εκ των οποίων αφορούσαν ανεκπλήρωτους έρωτες και ερωτικές απογοητεύσεις που βρήκαν παρηγοριά στο κρασί, όπως ακούμε στο τραγούδι του Αττίκ «Ταβερνιάρη, μην αφήνεις το ποτήρι μου αδειανό/ Γιατί μόνο σαν μεθύσω τον καημό μου λησμονώ…».

Μια μικρή γειτονιά με μεγάλη όμως προσφορά στον χώρο της τέχνης, με θεατρικές σκηνές και αξιόλογα θεματικά μουσεία, φιλικά και ελκυστικά στους επισκέπτες κάθε ηλικίας.

Περπατώντας στα γραφικά στενάκια με τις παλιές ταβέρνες στις ανηφοριές, αλλά και τα πολλά καφέ και ταβερνάκια του σήμερα, σκαρφαλωμένα σε σκαλάκια και τη μουσική από πλανόδιους καλλιτέχνες να σκορπάει μια γλύκα στην ατμόσφαιρα, αντιλαμβάνεσαι γιατί αυτή η περιοχή αποτελεί ένα διατηρητέο παλίμψηστο και την περίληψη ολόκληρης της αθηναϊκής ιστορίας. Αρχαιολογικοί χώροι, ερείπια, μνημεία, εκκλησιές και κτίρια μάρτυρες από την αρχαία, ρωμαϊκή, βυζαντινή, οθωμανική και οθωνική εποχή, ανάμεσα σε αυτά της νεότερης και ενταγμένα αρμονικά στον πολεοδομικό ιστό, σε καλούν να σταθείς μπροστά τους, να τα θαυμάσεις, να τα φωτογραφίσεις, να τα επισκεφθείς. 

Σπίτια λαϊκά με αυλές, χαγιάτια και κεραμοσκεπές, σπίτια επωνύμων της παλιάς Αθήνας, σπίτια νεοκλασικά, σπίτια εκλεκτικιστικά, χαρακτηρισμένα στο σύνολό τους διατηρητέα, συνθέτουν όλα μαζί ένα όμορφο οικιστικό σύνολο με αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον, εκφράζοντας συνάμα τη σταδιακή εξέλιξη της αθηναϊκής κατοικίας. 

Ιδιαίτερη κατηγορία, τα Αναφιώτικα, ένα αιγαιοπελαγίτικο νησί στην καρδιά της Αθήνας, στις ΒΑ υπώρειες του βράχου της Ακρόπολης. Τα άσπρα σπιτάκια σκαρφαλωμένα από τα μέσα του 19ου αιώνα στο φυσικό ανάγλυφο του βράχου, οι λουλουδιασμένες αυλές που μοσχοβολούν αγιόκλημα και γιασεμιά, οι γάτες που κυκλοφορούν νωχελικά ή λιάζονται ανενόχλητες παντού, οι μυρωδιές από τις κουζίνες, τα δύο πανέμορφα εκκλησάκια, ο Άγ. Γεώργιος του Βράχου και ο Άγ. Συμεών, που οριοθετούν τον οικισμό, δημιουργούν ένα μοναδικό σκηνικό. Ο διαβάτης αισθάνεται ότι διακτινίζεται σε κάποιο νησάκι του Αιγαίου και μόνο όταν σταθεί να ξαποστάσει στο πεζούλι, κάτω από τον βράχο με την πολύβουη πόλη να απλώνεται στα πόδια του, συνειδητοποιεί ότι βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από το κέντρο της.

Αρχικά, Πλάκα ονομαζόταν η γειτονιά γύρω από το μνημείο του Λυσικράτη. Το όνομά της προέρχεται από τον 16ο αιώνα και η προέλευσή του έχει προκαλέσει πολλές συζητήσεις μεταξύ των ιστορικών και ερευνητών. Σύμφωνα με τον Καμπούρογλου, αυτό οφείλεται σε μία μεγάλη μαρμάρινη άσπρη πλάκα που βρέθηκε κοντά στην οδό Θέσπιδος, ενώ ο αρχιτέκτων Κ. Μπίρης υποστηρίζει ότι η λέξη «Πλάκα» ήταν αρβανίτικη (από το «πλιακ», που σημαίνει παλιός) και είχε προέρθει από τους μισθοφόρους Αρβανίτες της Αργοναυπλίας, που έμειναν άνεργοι μετά τα Ορλωφικά και οι Τούρκοι τους εγκατέστησαν σε εκείνη την περιοχή.

Παρουσιάζει δε ιδιαίτερο ενδιαφέρον η ιστορία της λέξης «Γκάγκαρος» που σχετίζεται άμεσα με την Πλάκα και την καταγωγή των γηγενών Αθηναίων, γεννημένων στην Αθήνα, από πολλών ετών αθηναϊκή οικογένεια. Σύμφωνα με μία εκδοχή, προέρχεται από την παραφθορά της λέξης «Βάγκαρης», που σημαίνει «αποστρατευμένος μισθοφόρος» και αφορούσε τους Αρβανίτες της Αρνοναυπλίας και αργότερα όλους τους κατοίκους της Αθήνας. Κατά τον Καμπούρογλου, προέρχεται από την ιταλική λέξη «γκάγκαρο» και σημαίνει το ξύλο που ασφάλιζε εσωτερικά τις πόρτες των αθηναϊκών σπιτιών. 

Αν και σήμερα η Πλάκα, παρ’ όλη την αναβάθμισή της τη δεκαετία του ’80, αντιμετωπίζει αρκετά προβλήματα λόγω των πολλών τουριστικών δραστηριοτήτων, εξακολουθεί να διατηρεί τη μοναδικότητά της, αποτελώντας την πιο όμορφη και γραφική γειτονιά της πόλης μας.

ΘΗΣΕΙΟ

Περπατώντας, σε έναν από τους πιο όμορφους πεζόδρομους της Αθήνας, τη Διονυσίου Αρεοπαγίτου, φθάνουμε σ’ ένα κομβικό σημείο όπου μένει να αποφασίσουμε αν θα ανηφορίσουμε προς τον Λόφο του Φιλοπάππου, διασχίζοντας το καταπληκτικό μονοπάτι του Πικιώνη, ή θα κατηφορίσουμε, μέσω της πεζοδρομημένης οδού Αποστόλου Παύλου, προς το Θησείο. 

Οδός Αποστόλου Παύλου, Θησείο

Το Θησείο είναι μία όμορφη, αυθεντική, συνοικία του ιστορικού κέντρου της Αθήνας με μακρά ιστορία. Ταυτίζεται με τον παρακείμενο ναό του Ηφαίστου, που παλαιότερα, λανθασμένα, ονομαζόταν Θησείο από τις ανάγλυφες παραστάσεις των άθλων του Θησέα που απεικονίζονται στις μετώπες του. Στο Θησείο βρισκόταν μία από τις δεκατρείς πύλες της κλασικής οχύρωσης της αρχαίας Αθήνας (Πειραϊκές Πύλες), ένα από τα πιο νευραλγικά σημεία της πόλης. 

Συνορεύει με τις γειτονιές των Άνω Πετραλώνων, Ψυρρή, Κεραμεικού, Μοναστηρακίου και μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’30 ήταν ενιαίο με τη γειτονιά του Βρυσακίου, η οποία εξαφανίστηκε, για πάντα, κάτω από τη σκαπάνη των αρχαιολογικών ανασκαφών της Αρχαίας Αγοράς από Αμερικάνικη Αρχαιολογική Σχολή.

Ήταν από παλιά και εξακολουθεί να είναι αγαπημένο μέρος των κατοίκων αλλά και τουριστών της Αθήνας, οι οποίοι απολαμβάνουν όμορφες βόλτες στον κεντρικό πεζόδρομο, με απεριόριστη θέα στην Ακρόπολη, χαζεύουν τους street artists, ψωνίζουν από το υπαίθριο παζάρι, χαλαρώνουν και διασκεδάζουν σ’ ένα από τα πολυάριθμα καφέ, μικρά εστιατόρια ή μπαράκια των οδών Αποστόλου Παύλου, Ηρακλειδών, Νηλέως, Ακάμαντος, Επταχάλκου, ή περιπλανώνται στην... ενδοχώρα της γειτονιάς, η οποία διατηρεί ανέπαφη την οικιστική δομή των αρχών του 20ού αιώνα και είναι γεμάτη χρώμα από τα παλιά.

Οδός Ηρακλειδών με θεά τον Παρθενώνα, Θησείο

Στο Θησείο διαμορφώθηκε το 1862 ο πρώτος δημόσιος κήπος της Αθήνας, γνωστός ως το «Περιβολάκι του λαού». Εκεί γιορταζόταν το Πάσχα και γινότανε ο Αγιασμός των Υδάτων σε μία δημόσια τεράστια στέρνα που υπήρχε, και όσο απίθανο και να μας φαίνεται σήμερα, εκεί μάθαιναν τα παιδιά κολύμπι. Από τον ιστορικό σιδηροδρομικό σταθμό του Θησείου ξεκίνησαν στις 27 Φεβρουαρίου του 1869 οι διαδρομές της πρώτης ατμήλατης σιδηροδρομικής γραμμής που ένωσε την Αθήνα με τον Πειραιά, έργο-επανάσταση για τις δημόσιες μεταφορές της εποχής.

Το Θησείο είναι ένα υπαίθριο μουσείο αρχιτεκτονικής με τα εκθέματά του να βρίσκονται μπροστά σε κάθε μας βήμα, έτοιμα να διηγηθούν τις ιστορίες τους και μερικά να μας πηγαίνουν χιλιάδες χρόνια πίσω, όπως τα κατάλοιπα των αρχαίων τειχών της πόλης. Τα δρομάκια με τα όμορφα νεοκλασικά, ή τα δίπατα σπίτια με τις εσωτερικές αυλές, τα σπίτια του μεσοπολέμου, τα ερειπωμένα αρχοντόσπιτα, τα περιποιημένα μαγαζάκια, τα ατμοσφαιρικά βιβλιοπωλεία, τα πλακόστρωτα με τις εμφανείς γραμμές του παλιού τραμ συνθέτουν μία εικόνα της Αθήνας των περασμένων ετών και ο διαβάτης αισθάνεται ότι κάνει μία βόλτα στο παρελθόν, γοητευμένος όμως και από το παρόν. 

Το Θησείο είναι σταθερός προορισμός διασκέδασης και νυχτερινής ζωής, με μερικά μαγαζιά να έχουν γράψει ιστορία, όπως ο Στάβλος (πρώην στάβλοι του Όθωνα), το Berlin (το σημερινό UnderDog), το Φοίλιστρο, το ρακομελάδικο Μορφή κ.ά. Πολλά από αυτά έχουν κλείσει και έχουν μείνει πλέον στις μνήμες αυτών που έχουν διανύσει την 4η δεκαετία της ζωής τους. Στη θέση τους έχουν ανοίξει καινούργια που διεκδικούν, με τη σειρά τους, τον χώρο τους σ’ έναν από τα πιο όμορφα σημεία της Αθήνας.

 Σταθερή και διαχρονική αξία ο θερινός κινηματογράφος ΘΗΣΕΙΟΝ, «το καλύτερο σινεμά στον κόσμο», σύμφωνα με ελληνικά και ξένα δημοσιεύματα. Το να παρακολουθείς μια ταινία του Hitchcock κάτω από τον έναστρο ουρανό κι όταν γυρίζεις το κεφάλι να βλέπεις την Ακρόπολη φωτισμένη, είναι μία εμπειρία μοναδική.

Στο Θησείο βρίσκονται μερικοί πολύ σημαντικοί χώροι τέχνης και πολιτισμού, όπως το Μουσείο Ηρακλειδών, το Μουσείο Ισλαμικής Τέχνης, το Πολιτιστικό Κέντρο «Μελίνα Μερκούρη», το Μουσείο Σκιών Χαρίδημος, το Μουσείο Αλεξ. Μυλωνά-Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, το Κέντρο Μελέτης Νεώτερης Κεραμεικής, καθώς πολλές γκαλερί μία εκ των οποίων, η γκαλερί Bernier/Ιliades που στεγάζεται σ’ ένα υπέροχο διατηρητέο νεοκλασικό, με εσωτερική αυλή, στην οδό Επταχάλκου 11.

Απέναντι σχεδόν από την γκαλερί, ένα εκκλησάκι σκαρφαλωμένο πάνω στον βράχο, ο Άγ. Αθανάσιος Κουρκούρης, το λεγόμενο μετεοράκι, μας τραβά το βλέμμα και συντασσόμαστε με τον Δημ. Καμπούρογλου ο οποίος είχε γράψει ότι ο ναός εκεί που βρίσκεται δίνει την εντύπωση «ορνέου κουρκουριάζοντος». 

Οδός Ηλ. Πουλόπουλου & Αποστόλου Παύλου - Θησείο

Ανηφορίζοντας την Αποστόλου Παύλου και στρίβοντας δεξιά στην οδό Αιγινήτου προς τον Λόφο των Νυμφών, όπου δεσπόζει ο μεγαλοπρεπής διατηρητέος ΙΝ της Αγίας Μαρίνας, μέσα σε λίγα λεπτά βρισκόμαστε στο Αστεροσκοπείο, αλλά και στον Αρχαιολογικό χώρο της Πνύκας και στο μυαλό έρχονται όσα μάθαμε στο σχολείο για τις συνελεύσεις της Εκκλησίας του Δήμου, που γινόντουσαν εκεί από τον 6ο αιώνα π.Χ. Από το σημείο αυτό, μπορεί κάποιος να απολαύσει μία υπέροχη θέα του Παρθενώνα. Και από τον λόφο Νυμφών ή του Φιλοπάππου, μπορούμε να κατηφορίσουμε προς την συνοικία των Άνω Πετραλώνων και να γνωρίσουμε μία ακόμη ιδιαίτερη γωνιά της Αθήνας.

ΠΕΤΡΑΛΩΝΑ

Τα Πετράλωνα είναι επίσης μία από τις παλιές, όμορφες, γραφικές γειτονιές της Αθήνας με διάσημους γείτονες, όπως είναι το Θησείο, το Γκάζι και το Κουκάκι. 

Το όνομά του οφείλεται στα αλώνια που είχαν δημιουργηθεί στην περιοχή μετά την εξομάλυνση του γεμάτου βράχους και πέτρες εδάφους. Επίσης, την αποκαλούσαν Πλατύ Πηγάδι, Κατσικάδικα, Αλώνια, Σαπουντίδικα, Ασύρματο, Χαρουπιές. Η συνοικία χωρίζεται σε Άνω και Κάτω Πετράλωνα με την οδό Θεσσαλονίκης ανάμεσά τους να αποτελεί φυσικό όριο και μέσω των τριών πεζογεφυρών του ηλεκτρικού σιδηροδρόμου μπορείς εύκολα να πας από τη μία πλευρά στην άλλη.

Οι δύο περιοχές έχουν αρκετά κοινά σημεία μεταξύ τους αλλά και αρκετές διαφορές. Τα Άνω Πετράλωνα, με ανηφοριές και κατηφοριές, γειτονεύουν με τους λόφους των Μουσών και Νυμφών και βρίσκονται αρκετά κοντά σε ιστορικά μνημεία, όπως η Πνύκα, ο αρχαίος δήμος Κοίλης, τα Κιμώνεια Μνήματα. 

Αντιθέτως, τα Κάτω Πετράλωνα είναι επίπεδα και αρκετά χρόνια νεότερα, με ψηλότερα και πιο σύγχρονα κτίρια. 

Όπου όμως κι αν περπατήσει κανείς νιώθει σαν να βρίσκεται σε μία συνοικία που σε ταξιδεύει σε άλλη εποχή, πιο αθώα και ρομαντική. Κατά τη διάρκεια της ημέρας έχει τον χαρακτήρα μιας κλασικής, ήσυχης γειτονιάς, ενώ από το απόγευμα και ύστερα οι ρυθμοί αλλάζουν μια και αυτή έχει εξελιχθεί σε πόλο έλξης για όσους αναζητούν όμορφους, χαλαρούς ή ψαγμένους, χωρίς να είναι δήθεν, χώρους για τη διασκέδασή τους. 

Παρεΐστικα, φιλόξενα μαγαζιά με αυλές, τραπεζάκια στο πλακόστρωτο, κομψά μπαράκια, ουζερί, εστιατόρια με «πειραγμένη» ή ξένη κουζίνα, εστιατόρια, διαχρονικά, με παραδοσιακό φαγητό σε ανεπιτήδευτο περιβάλλον και λογικές τιμές, χαμηλές οικοδομές με λουλουδιασμένες γλάστρες στα μπαλκόνια, σπίτια καινούργια και περιποιημένα, αλλά και σπίτια φτωχικά ή ερειπωμένα, ανθισμένες νεραντζιές, μικρές πλατείες γεμάτες παιδάκια, προσδίδουν μία ιδιαίτερη γοητεία στην τραγουδισμένη άλλοτε φτωχογειτονιά των Πετραλώνων.

Ο κινηματογράφος Ζέφυρος στην οδό Τρώων, Άνω Πετράλωνα

Τοπόσημο της περιοχής, ο θερινός κινηματογράφος «Ζέφυρος», που λειτουργεί από το 1938, καθώς επίσης και το ερειπωμένο 77ο Δημοτικό σχολείο, στη συμβολή Δημοφώντος και Υπερίωνος, που κτίστηκε το 1920 αλλά μετά τις ζημιές από τον σεισμό του 1999 παραμένει κλειστό.

Οδός Δημοφώντος, Άνω Πετράλωνα

Στη δυτική πλευρά του Φιλοπάππου, στη θέση ενός παλιού λατομείου που δεν υπάρχει πια, βρίσκεται η περίφημη συνοικία του Ασυρμάτου (όνομα που οφείλεται σε παρακείμενες εγκαταστάσεις ασυρμάτου του Πολεμικού Ναυτικού), πρώην προσφυγικός οικισμός, γνωστός και ως Ατταλιώτικα. Οι άθλιες παράγκες και τα παραπήγματα κατεδαφίστηκαν στα μέσα της δεκαετίας του 1950, μετά την επίσκεψη και τις πρωτοβουλίες της βασίλισσας Φρειδερίκης, και στη θέση τους οικοδομήθηκαν 150 νέες κατοικίες με πέτρες και κεραμίδια, τα γνωστά "Πέτρινα",  που αποτελούν μία όμορφη γειτονιά που παραπέμπει σε χωριό. 

Παρ’ όλα αυτά, η συγκεκριμένη συνοικία παρέμεινε μία από τις πιο υποβαθμισμένες και εξαθλιωμένες της Αθήνας και αυτό αποτυπώθηκε στην ταινία «Συνοικία το Όνειρο» που γυρίστηκε το 1960 στην περιοχή, σε σκηνοθεσία του Αλ. Αλεξανδράκη και με συμμετοχή πολλών γνωστών ηθοποιών και κομπάρσους τους κατοίκους της περιοχής. Η ταινία λογοκρίθηκε άγρια από την τότε κυβέρνηση, γιατί με τις προσβλητικές σκηνές της φτώχειας «δυσφημούσε την εικόνα της ευημερούσας Ελλάδος». Τυχερό όμως στάθηκε το τραγούδι, «Βρέχει στη φτωχογειτονιά», σε στίχους Τάσου Λειβαδίτη και μουσική Μίκη Θεοδωράκη που ερμηνεύτηκε από τον Γρηγόρη Μπιθικώτση, που τη γλίτωσε!

Τα «Πέτρινα» δεν κατάφεραν να λύσουν το στεγαστικό πρόβλημα των προσφύγων, αλλά σ’ αυτό βοήθησε η μεγάλη πολυκατοικία που κτίστηκε το 1967, Πολυκατοικία Ασυρμάτου, σε σχέδια της αρχιτεκτόνισσας Έλλης Βασιλικιώτη, στην οδό Στησικλέους.

Η Πολυκατοικία του Ασυρμάτου

ΓΚΑΖΙ

Όπως η οδός Θεσσαλονίκης βρίσκεται ανάμεσα στα Άνω και Κάτω Πετράλωνα, μία άλλη μεγάλη οδική αρτηρία, η οδός Πειραιώς χωρίζει τα κάτω Πετράλωνα από το αστικό Γκάζι, την urban γειτονιά της Αθήνας. 

Οφείλει την ονομασία της στο εργοστάσιο παραγωγής φωταερίου που ιδρύθηκε το 1857 από τη γαλλική εταιρεία του Φραγκίσκου Φεράλδη και αρχικά ήταν μία υποβαθμισμένη εργατική συνοικία, γνωστή ως Γκαζοχώρι, με χαμηλά, φτωχικά σπιτάκια με αυλές, όπου έμεναν οι εργάτες που δούλευαν στο εργοστάσιο. Στην περιοχή, ήταν συγκεντρωμένοι πολλοί οίκοι ανοχής, βιοτεχνίες και συνεργεία αυτοκινήτων. 

Το εργοστάσιο σταμάτησε οριστικά τη λειτουργία του το 1983, αφού είχαν προηγηθεί επεκτάσεις των κτιριακών εγκαταστάσεων και αλλαγές του ιδιοκτησιακού καθεστώτος και διοίκησης. Έκτοτε χαρακτηρίστηκε σπουδαίο βιομηχανικό μνημείο, με τις καμινάδες να είναι σημείο αναφοράς της περιοχής και με τον κόκκινο φωτισμό τους να προσφέρουν ένα ιδιαίτερα θέαμα το βράδυ. 

Σήμερα, στις εγκαταστάσεις αυτές λειτουργεί ο Πολυχώρος Τέχνης του Δήμου της Αθήνας, Τεχνόπολις, όπου φιλοξενούνται μόνιμες και περιοδικές εκθέσεις και γίνονται μουσικές εκδηλώσεις, φεστιβάλ και μπαζάρ μεγάλης αποδοχής από το αθηναϊκό κοινό.

 Λίγα χρόνια πριν την κρίση, το Γκάζι γνώρισε μία πρωτόγνωρη ανάπτυξη και αποτέλεσε χαρακτηριστικό δείγμα του gentrification, όπως συνηθίζεται να ονομάζεται ο εξευγενισμός μίας υποβαθμισμένης αστικής περιοχής που οδηγεί στην αναβάθμισή της με παράλληλη αύξηση της αξίας των ακινήτων και των ενοικίων. 

Τα περισσότερα από τα χαμηλά σπιτάκια μεταμορφώθηκαν σε μοντέρνες πολυκατοικίες, ή σε clubs - εστιατόρια με ταράτσες με υπέροχη θέα προς την Ακρόπολη και κάθε είδους κουζίνα, οι παλιές αποθήκες σε μπαράκια ή μικρές θεατρικές σκηνές, οι παλιές βιοτεχνίες σε ακριβά lofts ή εναλλακτικούς πολυχώρους.

Το Γκάζι έχει περάσεις διάφορες φάσεις αλλά εξακολουθεί να έχει το κοινό του, τόσο στις εκδηλώσεις της Τεχνόπολις, στα θεατράκια, όσο και στα μαγαζιά που έχουν αντέξει στον χρόνο.

Αφήνοντας πίσω μας το Γκάζι και περνώντας απέναντι στην οδό Πειραιώς, κατευθυνόμενοι προς το Σύνταγμα, έχουμε την ευκαιρία να περπατήσουμε σ’ έναν ακόμη υπέροχο πεζόδρομο της πόλης, με το νεκροταφείο του Κεραμεικού στο αριστερό μας χέρι, την Ακρόπολη στο δεξί και τον λόφο του Λυκαβηττού μπροστά μας. Μία υπέροχη βόλτα, ειδικά την ώρα του δειλινού, που το γλυκό φως τονίζει ακόμη περισσότερο την ομορφιά όλων αυτών των μνημείων. 

Όποια διαδρομή κι αν ακολουθήσει κάποιος σ’ αυτές τις περιοχές η αύρα της παλιάς αθηναϊκής γειτονιάς είναι διάχυτη παντού και η κάθε μία αποτελεί ένα ξεχωριστό σκηνικό ικανό να ικανοποιήσει όλα τα γούστα ενός περιπατητή που αγαπά την πόλη του και θέλει να μάθει όσα περισσότερα μπορεί για αυτήν.