Η Ρεβέκκα Καμχή γράφει για τη γνωριμία της με τον καλλιτέχνη Κωνσταντίνο Κακανιά και για την αναδρομική του έκθεση στην γκαλερί της
Οδός Ευριπίδου: Γεύση & άρωμα Ανατολής στο κέντρο της Αθήνας
Ένας αθηναϊκός δρόμος με παραδοσιακό και συγχρόνως πολυπολιτισμικό χαρακτήρα, με έντονη εμπορική δραστηριότητα, γεμάτος χρώματα, γεύσεις και αρώματα. Αρχίζει από την πλατεία Αγίων Θεοδώρων με τον ομώνυμο ναό και τελειώνει στην πλατεία Κουμουνδούρου, με τον Ι.Ν. Αγίων Αναργύρων, και η μία του άκρη διαφέρει, φυσιογνωμικά, εντελώς από την άλλη.
Ένας δρόμος που σύμφωνα με το σχέδιο των Κλεάνθη και Σάουμπερτ θα αποτελούσε ένα από τα τέσσερα «βουλεβάρια της πόλης», πλάτους 38 μέτρων, αλλά με το αναθεωρητικό σχέδιο του Κλέντσε από βουλεβάριο κατέληξε σε δρόμο πλάτους μόνο 10 μέτρων.
Ένας δρόμος που αρχικά αποθεώθηκε από τους Αθηναίους και συγκέντρωσε κατοίκους υψηλών κοινωνικών στρωμάτων, λόγω της προοπτικής γειτνίασης με τα ανάκτορα, τα οποία θα κτίζονταν στην πλατεία Ομονοίας. Ένας δρόμος που στην πορεία απαξιώθηκε, οι κάτοικοι τον εγκατέλειψαν αλλά αρκετά διατηρητέα, αρχιτεκτονήματα του 19ου αιώνα, ρημαγμένα από την φθορά του χρόνου στέκονται ακόμη για να θυμίζουν τα περασμένα μεγαλεία.
Ένας δρόμος που υπήρξε η εμπορική καρδιά –κυρίως για χονδρεμπόριο και λιανεμπόριο τροφίμων– της νεοσύστατης πόλης, όπου νοικοκυραίοι και μπακάληδες απ' όλες τις γειτονιές της Αθήνας, κατέβαιναν εκεί για να προμηθευτούν τα «εδώδιμα και αποικιακά» για τα σπίτια ή τα μαγαζιά τους. Οι ταμπέλες των παντοπωλείων με την επιγραφή «Εδώδιμα και αποικιακά» έχουν πλέον εκλείψει, αλλά αξίζει μια αναφορά εις ανάμνησην… Με τη λέξη «εδώδιμα» (από το αρχαίο ρήμα «έδω» και το ουσιαστικό «εδωδή», που σημαίνουν «τρώω» και «τροφή», αντίστοιχα) ορίζονταν τα φαγώσιμα όπως τυριά, βούτυρα, λάδια, άλευρα, ενώ με τη λέξη «αποικιακά» προϊόντα όπως καφές, κακάο, πιπέρι, μπαχαρικά, τσάι, ζάχαρη, που έρχονταν από τις πρώην αποικίες ευρωπαϊκών χωρών.
Ένας δρόμος, που θυμίζει παζάρια της Ανατολής και συχνά αποκαλείται «στομάχι της Αθήνας», γεμάτος μυρωδιές και φωνές των εμπόρων που διαλαλούν τα καλούδια τους, ειδικά από τη Βαρβάκειο Αγορά, με τη μία από τις τέσσερις εισόδους της στο νούμερο 24-26.
Ένας δρόμος στον οποίο δεν υπάρχουν delicatessen με σπάνια γαλλικά τυριά ή εισαγώμενα αλλαντικά, αλλά βρίσκονται ακόμη μαγαζάκια που θυμίζουν τα παλιά μπακάλικα, με εκλεκτά ελληνικά προϊόντα από διάφορα μέρη της Ελλάδος, καθώς και αντικείμενα που χρησιμοποιούσαν άλλοτε, όπως σάρωθρα και βούρτσες, και όλα μαζί προσφέρουν μια νοσταλγική και ωραιοποιημένη εικόνα του παρελθόντος που συνδέει το χθες με το σήμερα.
Ένας δρόμος όπου σουτζούκια, λουκάνικα και παστουρμάδες κρέμονται πάνω από τα κεφάλια των πελατών, όσπρια σε τσουβάλια, ζάχαρη, ρύζι, μπαχαρικά ή ξηροί καρποί σε σακιά σερβίρονται στους πελάτες με μια μεγάλη κουτάλα με λαβή, τη σέσουλα, εργαλείο που ερμηνεύει την προέλευση της παροιμιώδης έκφρασης «με τη σέσουλα» για κάτι που υπάρχει ή προσφέρεται σε αφθονία.
Ένας δρόμος με εδέσματα και μπαχαρικά που έφεραν στην Ελλάδα είτε οι πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία, την Κωνσταντινούπολη ή την Αρμενία είτε έμποροι από όλα τα μέρη του κόσμου, επηρεάζοντας και εμπλουτίζοντας γευστικά την ελληνική κουζίνα. Ένας δρόμος με μερικά καλόγουστα, μικρά μαγαζιά με τεράστια ποικιλία από βότανα, σαπούνια και αιθέρια έλαια, περιζήτητα για θεραπευτικούς αλλά και καλλωπιστικούς λόγους. Ένας δρόμος με καταστήματα όπου, εκτός από τρόφιμα, μπορεί κάποιος να βρει υπέροχα χειροποίητα καπέλα για αμπαζούρ, γυναικεία ή ανδρικά εσώρουχα, είδη για εξοπλισμό ξενοδοχείων και εστιατορίων, είδη για το σπίτι, εξειδικευμένα σκεύη ζαχαροπλαστικής, καλλυντικά, κεριά και λιβάνια, παιχνίδια, πουκάμισα, ρόμπες, σπάγκους, σπόρους για φυτά, σχοινιά, σφραγίδες, τροχείο για μαχαίρια, υαλικά, υλικά συσκευασίας, υποδήματα «για τον άντρα, τη γυναίκα, τον παππού και τη γιαγιά», φερμουάρ, φόρμες, χαρτικά... με τους τακτικούς πελάτες να αναπτύσσουν συχνά προσωπικές σχέσεις με τους μαγαζάτορες.
Ένας δρόμος με μαγαζιά πολλά εκ των οποίων λειτουργούν εκεί πάνω από μισόν αιώνα, έχοντας περάσει τώρα στα χέρια των επόμενων γενιών ή νέων ιδιοκτητών, οι οποίοι προσπαθούν να διατηρήσουν τις επιχειρήσεις και να αντεπεξέλθουν στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν, όπως τον ανταγωνισμό των super market, την οικονομική κρίση, την υποβάθμιση και γκετοποίηση της ευρύτερης περιοχής, την εγκατάλειψη του κέντρου, την έλευση των Κινέζων με τα φθηνά και χαμηλής ποιότητας εμπορεύματα και ένα σωρό άλλα.
Ένας δρόμος στα κτίρια του οποίου, στο παρελθόν, υπήρχαν πολλές βιοτεχνίες. «Σειόταν ο τόπος από τον θόρυβο των μηχανών, και το βράδυ ο δρόμος ήταν φωτισμένος από τα φώτα των εργαστηρίων που μέσα δούλευε κόσμος», μας λέει ο Κώστας Σιόριγκας, ο οποίος ίδρυσε το 1970 τη βιοτεχνία υποκαμίσων Roberto Forlani, μια εποχή που υπήρχαν στην Ευριπίδου γύρω στις 20 τέτοιες βιοτεχνίες, ενώ τώρα είναι ο μοναδικός πουκαμισάς. Και συνεχίζει: «Οι παλιοί βιοτέχνες μεγάλωσαν, και πολύ σπάνια τα παιδιά τους ακολουθούν το επάγγελμα. Οι βιοτεχνίες έκλεισαν, τα κτίρια ερήμωσαν. Εκτός από την οικονομική κρίση, την ανεργία, τους φόρους, στη δουλειά μας έκανε μεγάλο κακό η Τουρκία με τα φθηνά υφάσματα και φθηνά εργατικά. Εμείς εδώ φτιάχναμε 1.500 πουκάμισα τη βδομάδα. Τώρα... δεν υπάρχουν αυτά τα νούμερα. Προσπαθούμε όμως να διατηρήσουμε την άριστη ποιότητα των υφασμάτων αλλά και της ραφής». Ο γιος του αποφάσισε να συνεχίσει τη δουλειά του πατέρα του, αλλά ανήκει στις εξαιρέσεις.
Ένας δρόμος καθορισμένος με Προεδρικό Διάταγμα (2012) ως «χώρος παραδοσιακού εμπορίου», προκειμένου να διατηρηθούν η ταυτότητα και ο χαρακτήρας του. «Δυστυχώς, πολλά επαγγέλματα κινδυνεύουν να σβήσουν, λόγω της βιομηχανοποίησης των προϊόντων και του χαμηλού πλέον κόστους κατασκευής», όπως μας λέει ο Βασίλης Αγαλιώτης, που έχει ένα υπόγειο εργαστήριο κατασκευής και επισκευής μπρούντζινων αντικειμένων. Μακάρι να καταφέρει να επιζήσει άλλα 100 χρόνια το προπολεμικό υπόγειο τροχείο για μαχαίρια που βρίσκεται στον αριθμό 26, με τους σημαντικούς πελάτες, μεταξύ αυτών τα ξενοδοχεία «Μεγάλη Βρετανία» και Caravel.
Ένας δρόμος (ειδικά κάτω από την οδό Αθηνάς) που φαίνεται να συνέρχεται από την παρακμή που βρισκόταν πριν μερικά χρόνια, λόγω της εγκληματικότητας, του αγοραίου έρωτα, της διακίνησης ναρκωτικών, της αθρόας συγκέντρωσης μεταναστών. Η αλήθεια είναι ότι η κατάσταση έχει βελτιωθεί πάρα πολύ, και η περιοχή έχει καθαρίσει, όπως παραδέχονται πολλοί ιδιοκτήτες καταστημάτων. Η διαφορά φαίνεται και από τις μικρές ξενοδοχειακές μονάδες που έχουν ανοίξει ή τις άλλες που ετοιμάζονται. Το ανακαινισμένο ξενοδοχείο «Eυριπίδης», καθώς και 2-3 καλόγουστα boutique hotels που στεγάζονται σε νεοκλασικά κτίρια θεωρούνται καλές επιλογές για τουρίστες που επιθυμούν να μείνουν στην καρδιά της Αθήνας, με εύκολη πρόσβαση σε όλα τα σημαντικά αξιοθέατα της πόλης, απολαμβάνοντας άψογη φιλοξενία, σε λογικές τιμές
Το βραβευμένο Athens Market Portrait Hotel είναι το πρώην ξενοδοχείο «Αθηναϊκό». Στεγάζεται σε κτίριο του 1919, το οποίο κτίστηκε εξ αρχής για ξενοδοχείο. Όπως μας λέει ο υπεύθυνος του ξενοδοχείου, «στα δωμάτιά του είχαν φιλοξενηθεί αμέτρητοι τουρίστες, μεταξύ αυτών ο εγγονός του Σίγκμουντ Φρόιντ, ο ζωγράφος Λούσιαν Φρόιντ, πριν επισκεφθεί τον φίλο του Τζον Κράξτον στον Πόρο. Το 2019, άνοιξε ως νέο ξενοδοχείο με τα 26 δωμάτιά του ανακαινισμένα με φινέτσα και σεβασμό στον χαρακτήρα του κτιρίου. Οι τουρίστες μας γοητεύονται από το χρώμα της γειτονιάς και τους αρέσει πολύ να ψωνίζουν από τα διάφορα μαγαζιά».
Ένας δρόμος με δύο σημαντικές εκκλησίες: τον βυζαντινό Ι.Ν. Αγίων Θεοδώρων Κλαυθμώνος (11ος αιώνας), μία από τις οκτώ εκκλησίες που σώζονται «εις την αρχικήν αυτών μορφήν με μικράς μόνον επισκευάς ή προσθήκας», όπως γράφει ο Ιωάννης Τραυλός. Χτίστηκε το 1049 στη θέση παλαιότερου ναού. Ως ιδρυτής αναφέρεται ο Ν. Καλόμαλος, σπαθαροκανδιδάτος (βυζαντινός αξιωματούχος). Στην εκκλησία, την πρώτη Παρασκευή των Χαιρετισμών, τηρείται ακόμη το έθιμο με τα κόλλυβα που φέρνουν ανύπαντρες κοπέλες για να τα διαβάσει ο παπάς και μετά αυτές τα βάζουν κάτω από το μαξιλάρι τους για να ονειρευτούν ποιον θα παντρευτούν!
Στον αριθμό 70, το εκκλησάκι Άγιος Ιωάννης της Κολώνας, με τον κορινθιακό κίονα που διαπερνά τη στέγη του, είναι μία από τις αρχαιότερες εκκλησίες της Αθήνας που βρίσκεται σε διαρκή χρήση. Χτίστηκε γύρω στο 565 μ.Χ. και ταυτίζεται με το ιερό-θεραπευτήριο του Ασκληπιείου και του Τοξάριδος (Αθηναίος γιατρός που θεωρείτο θεραπευτής των πυρετών). Το εκκλησάκι λεγόταν και «Θερμαστής», επειδή άρρωστοι με υψηλό πυρετό «έδεναν την θέρμη τους» με μια χρωματιστή κλωστή, γύρω από την κολώνα, με την ελπίδα να απαλλαγούν απ' αυτόν.
Ένας δρόμος που προσφέρει στον διαβάτη ενδιαφέρουσες επιλογές για το πού να ψυχαγωγηθεί. Στην αρχή του δρόμου, τα στέκια είναι καινούργια και μοδάτα. Όμως, μετά την Αθηνάς, τα Καραμανλίδικα του Φάνη με τους αυθεντικούς καραμανλίδικους μεζέδες και το ψητοπωλείο Τέλης με τα περίφημα μπριζολάκια εξακολουθούν να είναι κορυφαία γευστικά τοπόσημα της περιοχής
Οδός Ευριπίδου: Ένας δρόμος που δεν συνδέθηκε μόνο με τροφή για το σώμα αλλά και για το πνεύμα
Στα τέλη του 19ου αιώνα εκεί λειτουργούσαν εκδοτικοί οίκοι, βιβλιοπωλεία όπως του Κ. Π. Κληρονόμου (Ευριπίδου 16), του Κουσουλίνου, ιδιαίτερα γνωστό για την εξαιρετική έκδοση του «Οδηγός Αθηνών-Πειραιώς και των κυριότερων πόλεων της Ελλάδος» (1900), καθώς και πολλά τυπογραφεία, τόσα που κάποιοι αποκαλούσαν αργότερα την περιοχή Hollywood της τυπογραφίας. Σ' ένα απ' αυτά, εκδόθηκε τον Απρίλιο του 1883 το πρώτο φύλλο της εφημερίδας «Ρωμιός» του Γ. Σουρή.
Το 1865, νεαροί επιφανών οικογενειών, μεταξύ αυτών οι Αλ. Σούτσος, Αγ. Βλάχος, Ν. Δηλιγιάννης, Π. Ρομπότης, Χαρ. Τρικούπης, Νικ. Μαυροκορδάτος, ίδρυσαν την «Εταιρεία των Φίλων του Λαού», η οποία ως διάδοχος της Φιλικής Εταιρείας είχε σκοπό «να συμβάλλη εις την πνευματικήν αφύπνισιν του Ελληνικού Λαού και εις την ηθικήν καλλιέργειάν του, διά της διαδόσεως, εμπεδώσεως και διαφυλάξεως των Αξιών του Γένους και των Εθνικών μας Παραδόσεων». «Προς επίτευξιν του ευγενούς, μεγαλεπηβόλου τούτου σκοπού συνεστήθη το Λαϊκόν Πανεπιστήμιον», το οποίο ήταν το πρώτο της Ελλάδος και το πέμπτο του κόσμου, και η όλη προσπάθεια στηρίχθηκε στον ανιδιοτελή εθελοντισμό. «Χαρακτηριστικώς ως χώρος λειτουργίας του Λαϊκού Πανεπιστημίου επελέγη η νέα αγορά των Αθηνών, κατ’ αντιστοιχίαν προς την αρχαίαν αγοράν με τον βαρυσήμαντον θεσμόν της».
Το Λαϊκό Πανεπιστήμιο λειτουργεί έως τις μέρες μας, όντας το μακροβιότερο σε όλη την Ελλάδα και προσφέρει εξαμηνιαίους κύκλους σπουδών πάνω σε διάφορα επιστημονικά πεδία. Η εγγραφή και η φοίτηση είναι δωρεάν και τα μαθήματα διδάσκονται από έγκριτους ακαδημαϊκούς, καθηγητές των πανεπιστημίων και του πολυτεχνείου, ερευνητές, λόγιους, οι οποίοι προσφέρουν τις υπηρεσίες τους εθελοντικώς, χωρίς την παραμικρή αποζημίωση.
Σ' ένα σπίτι στη συμβολή της οδού Ευριπίδου με την πλατεία Αγίων Θεοδώρων, γεννήθηκε το 1893 ο αντισυμβατικός ποιητής Ναπολέων Λαπαθιώτης, ο οποίος θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους ποιητές της νεοσυμβολιστικής και νεορομαντικής σχολής, με ιδιαίτερα πλούσιο έργο. Λίγο πιο κάτω, στο ισόγειο ενός μικρού αθηναϊκού σπιτιού, στην πλατεία του Ιερού Λόχου, βρισκόταν το καφενείο των Κυθηρίων αδελφών Μπαβέα, ένα από τα πιο γνωστά της παλαιάς Αθήνας, στέκι λογίων της δεκαετίας του '20. Η εν λόγω πλατεία σχηματίζεται στη συμβολή των οδών Ευριπίδου, Πραξιτέλους και Αγίου Μάρκου και πήρε την ονομασία της προς τιμήν του Ιερού Λόχου που πολέμησε στο Δραγατσάνι το 1821. Στην ίδια πλατεία, λειτούργησε το 1836 το ξύλινο θέατρο του Ιταλού Gaetano Meli, το οποίο μετά το θέατρο του Σκοντζόπουλου (στη πλατεία Κοτζιά) ήταν το δεύτερο που ιδρύθηκε στην Αθήνα.
Το νούμερο 40-42 της οδού Ευριπίδου έμενε ένας από τους πολυγραφότερους συγγραφείς της εποχής του, ο Γρηγόριος Ξενόπουλος (1867-1951) και εκεί εκδιδόταν το γνωστό περιοδικό για παιδιά «Η Διάπλαση των Παίδων», την αρχισυνταξία του οποίου ανέλαβε από το 1894 έως το 1945 υπογράφοντας πάντα τα άρθρα του με τρεις λέξεις: «Σας ασπάζομαι, Φαίδων!». Η κατοικία του καταστράφηκε ολοσχερώς κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών και εκείνος αναγκάστηκε να φιλοξενείται σε σπίτι φίλων μέχρι τον θάνατό του.
Ένα μικρό διαμέρισμα της οδού Ευριπίδου υπήρξε η έδρα του νεοϊδρυθέντος, το 1954, εκδοτικού οίκου Κέδρος, από τον Νίκο και τη Νανά Καλλιανέση. Σε ιδιόκτητο κτίριο στην Ευριπίδου 84 μεταφέρθηκαν και στεγάζονταν από το 1998 οι δραστηριότητες του εκδοτικού οίκου Εστία, υπό τη διεύθυνση της Εύας Καραϊτίδη.
Και πριν ολοκληρωθεί το άρθρο, αξίζει μία αναφορά στο σπουδαίο έργο που κάνει το «Καταφύγιο Αγάπης και Συμπαράστασης», ένα μη κερδοσκοπικό σωματείο που λειτουργεί στον 7ο και στον 8ο όροφο στην Ευριπίδου 14 και προσφέρει βοήθεια στις κοινωνικά μειονεκτικές ομάδες του πληθυσμού που αντιμετωπίζουν την έλλειψη των στοιχειωδών βιοτικών αναγκών, όπως το να κάνουν ένα μπάνιο, να πλύνουν τα ρούχα τους ή να βρουν ένα πιάτο ζεστό φαγητό.
Η οδός Ευριπίδου παρ' όλα τα προβλήματά της διατηρεί ακόμη τη γοητεία αλλά και την αυθεντικότητά της. Απαιτείται όμως διαμόρφωση συνθηκών ώστε να προστατευτεί ο χαρακτήρας της, να αντέξουν και να μην αλλάξουν χρήση τα εμπορικά μαγαζιά και να μην αφανιστούν τελείως τα επαγγέλματα που τα εργαλεία και ο τρόπος εργασίας των ανθρώπων οι οποίοι τα ασκούσαν αποτελούν κομμάτι της πολιτισμικής κληρονομιάς.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Γιοχάλας Θανάσης, Καφετζάκη Τόνια. ΑΘΗΝΑ Ιχνηλατώντας την πόλη με οδηγό την ιστορία και τη λογοτεχνία. Εκδ. Βιβλιοπωλείον της "ΕΣΤΙΑΣ", Αθήνα, 2012.
- Ρωπαϊτου Ε. Ζωή. Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΥΡΙΠΙΔΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΕΡΙΞ. Ευριπίδου, Ψυρρή και Γεράνι: ένας περίπατος, Εκδ. Βιβλιοπωλείον της ΕΣΤΊΑΣ, Αθήνα, 2018.
- Χατζιώτης Κώστας, Βιβλιοπωλεία & Εκδοτικοί Οίκοι της Αθήνας, Εκδότης: Δήμος Αθηναίων, Πολιτισμικός Οργανισμός. Αθήνα, 2001
ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- etftl.com
- katafigio-agapis.gr
- athensmarketportrait.com
Δειτε περισσοτερα
Μια Θεσσαλονικιά ποιήτρια του Μεσοπολέμου έρχεται πάλι στο προσκήνιο
«Η αρχιτεκτονική είναι η τέχνη της διάρκειας»
Η Kovacs μιλάει στην Athens Voice λίγες μέρες πριν τη συναυλία της στην Αθήνα
Οι ταινίες, οι αριθμοί, οι αλλαγές, οι διαμάχες
Ένα φαινόμενο που η παρουσία του μεταξύ ψηφιακού κόσμου και αληθινών γειτονιών καταργεί τα όρια μεταξύ κατασκευασμένου και υπαρκτού