Life in Athens

Εδώ ήρθαμε, στις κλειστές πόρτες

Μας δουλεύουν κανονικά όλοι μαζί, ή μάλλον έκαστος για λογαριασμό του

Άννα Δαμιανίδη
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Όσοι πάνε να μπουν στο πάρκο από τη Μαυροματαίων, βρίσκουν την πόρτα κλειστή και κλειδωμένη, και μια χάρτινη «πινακίδα», ένα χαρτί σε σελοφάν δηλαδή, που ανακοινώνει ότι το πάρκο θα μένει κλειστό τη νύχτα, εκ της Περιφέρειας. Λέει ψέματα η Περιφέρεια, ή αφήνει τους αστυνομικούς να τη διαψεύσουν. Η πόρτα είναι κλειστή όλη τη μέρα κι όλη τη νύχτα. Εδώ και πολλές μέρες. Οι αστυνομικοί συνεχίζουν να πίνουν τους καφέδες τους πίσω από την αμπαρωμένη καγκελόπορτα. Για να μπεις στο πάρκο πρέπει να περπατήσει ως το άγαλμα του Κωνσταντίνου, ή ως την είσοδο του Πανελλήνιου.

Μας δουλεύουν κανονικά όλοι μαζί, ή μάλλον έκαστος για λογαριασμό του. Η Περιφέρεια αποφάσισε να κλείνει το πάρκο τη νύχτα, η Αστυνομία ενοχλήθηκε, ξεβολεύτηκε, φοβήθηκε, γιατί κάποια στιγμή οι έμποροι και αγοραστές ναρκωτικών που έδιωξε από κει και μετακόμισαν στο στενάκι δίπλα στην ΑΣΟΕΕ, έκαναν ντου με ξύλα και χτύπησαν κάποιον αστυνομικό, ή τον απείλησαν. Δεν μπορεί να ζουν με την αγωνία οι αστυνομικοί, ας κλειδώσουν καλύτερα. Ποιος θα τους προστατέψει, η Αστυνομία; Την άλλη πόρτα, δίπλα στο Green Park, την έχουν κλειδωμένη εδώ και πέντε χρόνια.

Κι έτσι έχουμε τώρα ένα ωραιότατο πάρκο, όπου φυτεύουν και λουλουδάκια μάλιστα, αλλά για να μπεις πρέπει να περπατήσεις ένα χιλιόμετρο, κι απέξω την πιάτσα να λειτουργεί κανονικά, διότι δεν έγινε τίποτε πέρα από μια απώθηση, να διαχυθεί στη γειτονιά το αλισβερίσι, ούτε κέντρα βοήθειας και απεξάρτησης στην περιοχή, ούτε τίποτε τέτοιο απ’ αυτά τα προοδευτικά που κάθε τόσο προτείνονται.

Η κατάσταση μου θυμίζει ότι πριν δεκαπέντε χρόνια είχαν πάλι κλείσει τις πόρτες του πάρκου, κι είχε γίνει ο χαμός για ν’ ανοίξουν, είχαν ανακατευτεί διάφορες ομάδες που ήθελαν να ανοίξουν τα πάντα, προσπαθούσαν να σπάσουν όλα τα κάγκελα, κι είχε αρχίσει ένα μεγάλο μέρος της περιπέτειας του πάρκου, με την ανάπλαση που οι ίδιες ομάδες την εμπόδιζαν, κλπ, κλπ. Εδώ ήρθαμε δηλαδή, πάμε να φύγουμε, και το παράξενο είναι που δεν έχουμε ακόμα φύγει.

Ανάμεσα σ’ εκείνους που δεν θέλουν κάγκελα πουθενά και φύλαξη πουθενά, και σε όσους κλείνουν τα πάντα, πόρτες και περάσματα, μέρα και νύχτα, το να θες να λειτουργεί και να φυλάσσεται με τρόπο λογικό και χρηστικό ένας δημόσιος χώρος πρασίνου, σε κατατάσσει στους παλαβούς, ή τους εμμονικούς που χρήζουν θεραπείας. Γιατί να θέλεις να περνάς από το πάρκο; Πάσχεις από κάτι; Μήπως να κοιταχτείς;

Από εφημερίδα πριν 15 χρόνια που είχαν κλείσει και την πόρτα στον Πανελλήνιο, κι είχαν ξεκινήσει οι περιπέτειες της τελευταίας πράξης του πάρκου…