- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Το «άφθιτον κλέος» του αρχαιολογικού χώρου του Κεραμεικού
Περιήγηση σε ένα υπαίθριο μουσείο μέσα στην καρδιά της Αθήνας
«Λίγο πριν βγεις απ’ την Ερμού έχει μια πόρτα/ που, αν τη διαβείς, μες στον Παράδεισο θα μπεις/Πλαγιές μικρές, σπασμένα μάρμαρα και χόρτα/ και το γλυκόλαλο τ' αηδόνι της σιωπής».
Οι στίχοι αυτοί του Φώντα Λάδη έχουν γραφτεί για έναν από τους ωραιότερους και αξιολογότερους αρχαιολογικούς χώρους της Αθήνας, που συναντάμε στο δεξί μας χέρι περπατώντας στον φαρδύ λιθόστρωτο πεζόδρομο από την πλατεία Ασωμάτων με κατεύθυνση το Γκάζι. Πρόκειται για τον αρχαιολογικό χώρο του Κεραμεικού, ο οποίος απλώνεται λίγο πιο κάτω από το επίπεδο του δρόμου και η χαμηλή περίφραξη προσφέρει μία απρόσκοπτη θέα μέσα σε αυτόν και προσκαλεί τον περιπατητή να «διαβεί την πόρτα» της εισόδου και να περιηγηθεί ανάμεσα στα «σπασμένα μάρμαρα» και όχι μόνο.
Ο αρχαιολογικός αυτός χώρος καταλαμβάνει σήμερα ένα μικρό τμήμα του δήμου των Κεραμέων, ενός από τους μεγαλύτερους της αρχαίας πόλης, «το κάλλιστον προάστειον» της Αθήνας όπως αναφέρει ο Θουκιδίδης, ο οποίος εκτεινόταν στη μικρή κοιλάδα του Ηριδανού ποταμού, βορειοδυτικά της Αρχαίας Αγοράς με τη στάθμη του εδάφους να βρίσκεται βαθύτερα σε σχέση με τις γειτονικές περιοχές. Σύμφωνα με τον Παυσανία, οφείλει το όνομά του στον ήρωα Κέραμο, γιο του Διονύσου και της Αριάδνης, ενώ σύμφωνα με τον Ηρόδοτο το όνομα προέρχεται από την λέξη «κέραμος» λόγω των πολλών εργαστηρίων κεραμικής που βρέθηκαν στην περιοχή. Ένα δε από τα σημαντικότερα νεκροταφεία της αρχαίας Αθήνας, από τους προϊστορικούς έως βυζαντινούς χρόνους (1.100 π.Χ. - 500 μ.Χ.), βρίσκεται μέσα σε αυτόν.
Εκ αρχαιοτάτων χρόνων οι Αθηναίοι σέβονταν τους νεκρούς τους και ιδιαίτερα εκείνους που έπεφταν στη μάχη υπερασπιζόμενοι την ελευθερία της πατρίδας. Εκτός από τις διάφορες τιμητικές εκδηλώσεις που οργάνωναν και τους επικήδειους λόγους που εκφωνούσαν γι' αυτούς, κατασκεύαζαν επιτύμβιες στήλες και ταφικά μνημεία διακοσμημένα με υπέροχες ανάγλυφες γλυπτικές παραστάσεις με σκοπό να διατηρήσουν αθάνατη τη φήμη –άφθιτον κλέος– των νεκρών στη συνείδηση των ζώντων, αλλά και να προτρέψουν τους νεότερους να ακολουθήσουν το παράδειγμά τους. Ένας άλλος λόγος, όπως ανέφερε ο κος Μ. Κορρές σε μία ξενάγηση στο χώρο, είναι ότι τα μεγαλόπρεπα αυτά ταφικά μνημεία ήταν και ένα μέτρο εκφοβισμού προς τους αιώνιους εχθρούς των Αθηναίων, τους Σπαρτιάτες, οι οποίοι βλέποντάς τα δεν θα τολμούσαν να υποτιμήσουν τη γενναιότητα και την ανδρεία των αθηναίων πολεμιστών.
Αρκετά από αυτά τα μνημεία, έργα μεγάλης καλλιτεχνικής αξίας, μπορεί να δει σήμερα ο επισκέπτης περπατώντας, στην οδό των Τάφων, το ωραιότερο ίσως τμήμα του αρχαιολογικού χώρου που δεν έχει να κάνει τίποτα με το μακάβριο που προδιαθέτει το όνομά της. Εκεί σώζονται καταπληκτικές επιτύμβιες στήλες υψηλής τέχνης και αισθητικής, όπως η στήλη της Ηγησούς, ο τάφος του Δεξίλεω, ο μαρμάρινος ταύρος - σήμα κατατεθέν του Κεραμεικού στον περίβολο του Διονύσου του Κολλυτέως, ο φύλακας - μολοσσός στον περίβολο του Λυσιμαχίδη. Εκεί, όπως λέει και ο Κ. Παλαμάς για τα υπέροχα αυτά μνημεία, «η Τέχνη σας γέννησε, /σας γλίτωσεν απ’ του Καιρού τα χέρια,/ έδιωξεν αποπάνω σας τη θλίψη του θανάτου,/ έριξ’ επάνω σας το φως των ιερών λειψάνων».
Ο επισκέπτης δεν νιώθει να επικρατεί εκεί η φρίκη του θανάτου. Απεναντίας, έχει την αίσθηση ότι αυτός έχει νικηθεί με τις μορφές των νεκρών πάνω στα επιτύμβια ανάγλυφα να έχουν αποκτήσει μια καινούργια, εξιδανικευμένη «φύση», η οποία τους χαρίζει την αιωνιότητα και τους απαλλάσσει από την ανυπαρξία. Η ηρεμία στα πρόσωπα των νεκρών τραβάει το βλέμμα καθώς και η συγκρατημένη θλίψη αλλά και αξιοπρέπεια που καθρεφτίζεται στα πρόσωπα των ζωντανών τη δύσκολη ώρα του αποχαιρετισμού των αγαπημένων τους.
Πριν συνεχίσουμε τη νοερή περιήγηση στον χώρο, αξίζει να σταθούμε για λίγο στην ιστορία του Ηριδανού ποταμού, ενός από τα τρία ποτάμια της Αθήνας, στην παρουσία του οποίου οφείλονται πολλές από τις δραστηριότητες που αναπτύχθηκαν στην περιοχή, όπως η αγγειοπλαστική. Πήγαζε από τη νότια πλευρά του Λυκαβηττού περνούσε από τον Κεραμεικό και συναντούσε τον Ιλισό ποταμό, κάπου στην Πειραιώς. Θεωρείται ένα από τα πιο ταλαιπωρημένα ποτάμια της Αθήνας, μια και από την Κλασική εποχή, οι ανθρώπινες παρεμβάσεις τον είχαν μετατρέψει αρχικά σε βούρκο, τα νερά του οποίου, όπως έλεγε ο Καλλίμαχος, «δεν τα καταδέχονται ούτε τα ζώα». Και μετέπειτα, επί Αδριανού, ο εγκιβωτισμός και η επιχωμάτωσή του τον μετέτρεψαν σε υπόνομο. Σήμερα, σαν ρυάκι πια, δημιουργεί έναν μικρό αλλά σημαντικό υδροβιότοπο στον αρχαιολογικό χώρο του Κεραμεικού, δίπλα στην Ιερά Πύλη.
Μέχρι το 1863 ο Κεραμεικός ήταν γνωστός μόνο από τα κείμενα του Θουκιδίδη και του Παυσανία μια και ολόκληρη η περιοχή του αρχαίου νεκροταφείου ήταν καλυμμένη από επιχώσεις ύψους μέχρι και 9 μέτρα, πάνω στις οποίες είχαν χτιστεί μικρά σπίτια ή βιοτεχνίες καθώς και ένα εργοστάσιο σαπωνοποιϊας, με τα απορρίμματά του, τη «σταχτοθήκη». Οι συστηματικές ανασκαφές άρχισαν το 1870 από την αρχαιολογική εταιρεία με διευθυντή τον Στ. Κουμανούδη και διήρκησαν μέχρι το 1913, χρονιά που ανατέθηκαν στο Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτου της Αθήνας.
Στον αρχαιολογικό χώρο του Κεραμεικού, ο οποίος καταλαμβάνει μία έκσταση 38,5 στρεμμάτων, ο επισκέπτης έχει την ευκαιρία να θαυμάσει μεταξύ άλλων το καλύτερα διατηρημένο τμήμα (200 περίπου μέτρα), από το Θεμιστόκλειο τείχος, συνολικού μήκους 6.450μ., το οποίο κτίστηκε σε διάστημα ενός μόνο έτους, το 479 π.Χ., μετά τη μάχη των Πλαταιών, και ολοκληρώθηκε με μία βαθειά τάφρο η οποία ανοίχτηκε μπροστά απ' αυτό. Το τείχος, ύψους περίπου 8μ., είχε λίθινη βάση και το υπόλοιπο αποτελείτο από πλίνθους, χώρισε δε τον δήμο των Κεραμέων σε δύο, στον Έσω Κεραμεικό –γίνεται τόπος κατοικίας– και στον Έξω Κεραμεικό –παραμένει νεκρόπολις– και δύο από τις 15 πύλες του, το Δίπυλο ή Θριάσιαι Πύλαι και η Ιερά Πύλη, βρίσκονται μέσα στον αρχαιολογικό χώρο.
Το Δίπυλο (διπλή πύλη) ήταν η μεγαλύτερη πύλη του αρχαίου κόσμου, κύρια είσοδος της πόλης και από εκεί περνούσε ο Δρόμος, η βασική οδική αρτηρία της Αθήνας (μήκους 1600 μ.) η οποία έφτανε στη σημερινή Ακαδημία του Πλάτωνος. Εκατέρωθεν του Δρόμου ήταν το Δημόσιο Σήμα, όπου ήταν θαμμένοι επιφανείς Αθηναίοι καθώς και πεσόντες στις μάχες. Τέσσερεις πύργοι δημιουργούσαν μία τεράστια αυλή η οποία, εκτός από την αμυντική και οδική λειτουργία της, χρησίμευε και σαν τόπος συγκέντρωσης πλήθους για τις ετήσιες τελετές ή τους αγώνες προς τιμήν των νεκρών, εκφώνηση επιταφίων λόγων καθώς και για να δει ο κόσμος την πομπή των Παναθηναίων, η οποία ξεκινούσε από εκεί. Λέγεται δε ότι στους τοίχους του τεράστιου πυλώνα συνήθιζαν να γράφουν οι νέοι τα ερωτικά τους μηνύματα. Οι ταξιδιώτες που έμπαιναν στην πόλη από το Δίπυλο, συναντούσαν στο αριστερό τους χέρι μία υπέροχη μαρμάρινη κρήνη. Το Δίπυλο καταστράφηκε το 267μΧ, κατά την επιδρομή των Ερούλων.
Από την Ιερά Πύλη ξεκινούσε η Ιερά οδός (μήκους 20 χλμ περίπου), την οποία ακολουθούσε η πομπή των Ελευσινίων Μυστηρίων με προορισμό το ναό της Δήμητρας στην Ελευσίνα. Από την Ιερά Πύλη, εκτός από πεζούς, ιππείς και τροχοφόρα, περνούσε και περνάει ακόμη και σήμερα και ο Ηριδανός ποταμός, η κοίτη του οποίου επιχώθηκε προς το τέλος του 6ου αιώνα μ.Χ. και η περιοχή της Ιεράς Πύλης ερημώθηκε. Σήμερα εκεί βλέπουμε μία αψίδα η οποία φτιάχτηκε στα ρωμαϊκά χρόνια και κάλυψε τμήμα της κοίτης του Ηριδανού.
Μεταξύ των δύο πυλών, στον Έσω Κεραμεικό διακρίνονται τα ερείπια από το Πομπείο, όπου εκεί οργανώνονταν η πομπή των Παναθήναιων καθώς και η προετοιμασία του τροχοφόρου πλοίου που μετάφερε το πέπλο της Αθηνάς. Το Πομπείο το οποίο ήταν και Γυμνάσιο, καταστράφηκε το 88πΧ από τον Σύλλα και στη θέση του χτίστηκε το 2ο αι. μ.Χ. ένα τρίκλιτο οικοδόμημα, το λεγόμενο Κτίριο των Αποθηκών.
Στην είσοδο του αρχαιολογικού χώρου βρίσκεται το μικρό μουσείο το οποίο κτίστηκε το 1938 με δωρεά του γερμανοαμερικανού βιομήχανου Gustav Oberlander και έχει ευρήματα μόνο από τις ανασκαφές του Κεραμεικού, τα οποία δίνουν πλούσιο υλικό και πολλές πληροφορίες για τη ζωή των αρχαίων Ελλήνων. Ο επισκέπτης μπορεί να μάθει για τα ταφικά έθιμα και παραδόσεις σε διάφορες περιόδους της αρχαιότητας και να δει εκτός από τα πρωτότυπα επιτύμβια ανάγλυφα, πληθώρα κτερισμάτων που συνόδευαν τον νεκρό στον άλλο κόσμο καθώς και πολλά όστρακα με τα ονόματα γνωστών Αθηναίων που υπέστησαν τη δοκιμασία του οστρακισμού.
Μία βόλτα σε αυτό τον υπέροχο χώρο, υπαίθριο μουσείο μέσα στην καρδιά της Αθήνας, με τον Λυκαβηττό και την Ακρόπολη να δεσπόζουν στον ορίζοντα, δίνουν την ευκαιρία στον επισκέπτη να έλθει σε επαφή με τα επέκεινα των αρχαίων Ελλήνων, αλλά προσφέρουν ταυτόχρονα μία περίεργη ηρεμία και γαλήνη. Η μελαγχολία που προκαλούν συνήθως χώροι όπως τα νεκροταφεία, μεταλλάσσεται σε θαυμασμό για όλα όσα βλέπει μπροστά του με τα διάφορα στοιχεία της φύσης, όπως το ρυάκι του Ηριδανού, η βλάστηση, οι χελώνες, τα οποία δίνουν μία αίσθηση ζωής σε αυτό το χώρο που θεωρείται ο χώρος των νεκρών και της σιωπής.
Κι αν αναρωτιέται κανείς, όπως ο Κ. Παλαμάς, «τι θέλω εδώ, στα μνήματα κι εδώ στα συντριμμένα λείψανα κόσμου παλαιού και κόσμου περασμένου;», η απάντηση δίνεται από τον ίδιο στους παρακάτω στίχους: «Τάφοι γεμάτοι ενέργεια, τάφοι, ζωή γεμάτοι!/ Μπροστά σας δε συντρίβομαι και δεν ανατριχιάζω/.... Ξέρω πως είμαι άνθρωπος και τί η ζωή στοιχίζει,/ ξέρω πως είμαι άνθρωπος κι είμαι γι’ αυτό περήφανος!/ Κι όταν ο μέγας μας θεός και της Αθήνας ο ήλιος/ μεσημεριάζει ολόφωτος επάνω από τους τάφους/ δε βρίσκω κι άλλη μια μεριά, πιο άγια, πιο παρθένα/ για να χαρώ τον ήλιο μας και για να διαλαλήσω/ τη θεϊκή τη δόξα του και της ζωής τη δόξα/ άλλη απ’ τους έρημους αυτούς κι ευλογημένους τάφους!»
BIBΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Γιοχάλας Θανάσης, Καφετζάκη Τόνια, Αθήνα, «Ιχνηλατώντας την πόλη με οδηγό την ιστορία και την λογοτεχνία», Εκδ. Εστία, Αθήνα, 2013.
- Λάδης Φώντας, «Διαδρομές στην Αθήνα, Μία ποιητική περιήγηση στις τοποθεσίες του ιστορικού κέντρου της πόλης.» Εκδ. Μνήμες, Αθήνα, 2004.
- Μπάνου Ελένη, Μπουρνιάς Λεωνίδας, «Κεραμεικός», Εκδόσεις Κοινωφελούς Ιδρύματος Ιωάννη Σ. Λάτση, 2014.
- Σκουμπουρδή Αρτεμις, «Αθήνα, μία πόλη μαγική», Εκδ. Ι. Σιδέρης, Αθήνα, 2004.
ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΠΗΓΗ
Απόσπασμα από «Τα μάτια της ψυχής μου», του Κωστή Παλαμά, «Οι τάφοι του Κεραμεικού».
Φωτογραφίες: © Έλενα Ντάκουλα