- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Ο κύριος Θοδωρής προσφέρει την καλύτερη τυρόπιτα της Αθήνας
Βρεθήκαμε στο «Άριστον», το κατάστημα που λειτουργεί στο ίδιο σημείο από το 1906 και με τα εδέσματά του έχει μεγαλώσει πολλές γενιές Αθηναίων
Κατεβαίνοντας με το μετρό στο Σύνταγμα και φτάνοντας εντός ολίγου στη Βουλής -προσωπικά μιλώντας, τη θεωρώ μία από τις πιο ενδιαφέρουσες οδούς του κέντρου της Αθήνας, όπου συνυπάρχει ένα ετερόκλητο μωσαϊκό καταστημάτων και ανθρώπων- φτάνω σε ένα μαγαζί με τεράστια ιστορία. Στο νούμερο 10 της Βουλής οι χειροποίητες τυρόπιτες αλλά και κάθε λογής πίτες αποτελούν τη βασική ατραξιόν του «Άριστον», του χώρου που πρωτοάνοιξε στη συγκεκριμένη θέση από τον Αναστάσιο Λομποτέση το 1906 και σήμερα εξακολουθεί να αποτελεί ένα σημείο αναφοράς για πολλούς κατοίκους της πρωτεύουσας, επιφανείς και μη.
Αφού συστηνόμαστε με τον κύριο Θοδωρή Παναγιωτόπουλο, το σημερινό ιδιοκτήτη της επιχείρησης, κατευθυνόμαστε στο υπόγειο του καταστήματος όπου παρασκευάζονται όλες οι πίτες του «Άριστον». Ο ίδιος είναι επικεφαλής της ιστορικής επιχείρησης εδώ και περίπου 25 χρόνια, ύστερα από το θάνατο του πεθερού του, οπότε και το μαγαζί έμεινε ουσιαστικά χωρίς διοίκηση.
Από τη πρώτη κιόλας στιγμή που βρίσκεσαι εκεί, συνειδητοποιείς πόσο σοβαρά παίρνει ο ιδιοκτήτης αλλά και όλο το προσωπικό το θέμα της σχολαστικής καθαριότητας και υγιεινής, καθώς όλοι φορούν την κατάλληλη ενδυμασία και τα απαραίτητα προστατευτικά. Την ίδια στιγμή, οι πρώτες ύλες που χρησιμοποιούνται στις πίτες σου γαργαλούν ευχάριστα την όσφρηση.
Με τον κύριο Θοδωρή καθόμαστε σε ένα τραπέζι λίγο πιο πέρα από το χώρο παρασκευής των προϊόντων και πιάνουμε την κουβέντα: για την ιστορία του «Άριστον», για το πώς βρέθηκε ο ίδιος να είναι επικεφαλής της επιχείρησης, για τη σημερινή πορεία και τους ξεχωριστούς πελάτες του αλλά φυσικά και για την παλιά και νέα Αθήνα. Αυτά είναι μερικά (μόνο) απ’ όσα αξιόλογα είχε να μου πει.
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Πώς προέκυψε το άνοιγμα της επιχείρησης από τον Λομποτέση;
Το μαγαζί άνοιξε το 1906 από τον Αναστάσιο Λομποτέση. Εγώ είμαι o σύζυγος της εγγονής του. Ο ίδιος βρέθηκε στην Κωνσταντινούπολη πριν από το 1900, εμυήθη στη δημιουργία της τυρόπιτας την οποία σήμερα λέμε Κουρού και αργότερα αποφάσισε να τη φέρει εδώ. Ύστερα, επειδή βρισκόταν στο νούμερο 10 της οδού Βουλής, σκέφτηκε -αν θέλεις- ένα τρικ μάρκετινγκ και το έκανε «Άριστον από το 1910».
Αρκεί να σκεφτείς ότι η Ελλάδα τότε τελείωνε στη Λάρισα, μέχρι εκεί έφταναν τα σύνορα. Αυτός ήταν ο φούρνος της περιοχής, γύρω από την υπάρχουσα Βουλή κατοικούσαν οι προεστοί ας πούμε, η ανώτερη τάξη δηλαδή. Οπότε η τυρόπιτα μπήκε σαν διάνθιση των αρτοποιημάτων που έφτιαχνε. Η πιο μεγάλη «άνθιση» του μαγαζιού ήταν μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και αφότου άρχισε να διαμορφώνεται η αστική κοινωνία.
Υπάρχει ακόμα ο φούρνος-κλίβανος του 1930 ο οποίος λειτουργεί, όντας μάλιστα ο μοναδικός σε λειτουργία στην Ευρώπη. Μας βοηθά πάρα πολύ στο ψήσιμο των προϊόντων, καθώς η πατίνα του χρόνου του έχει δώσει πλέον τέτοιες ποιοτικές αποδόσεις που πολύ δύσκολα μπορεί κανείς να ξαναφτιάξει κάτι τέτοιο. Πρέπει να τονίσουμε ότι ο χώρος έχει μείνει αναλλοίωτος από το 1947 και εντεύθεν…
Αλήθεια, γιατί «Άριστον»;
Έχει διττή σημασία: εκτός από τον υπερθετικό βαθμό του «καλόν», δηλώνει στα αρχαία και το δεκατιανό. Έτσι, με το μαγαζί καθιερώθηκε και η τυρόπιτα ως δεκατιανό στους κατοίκους της περιοχής τότε.
Το 2018 πού βρίσκει την επιχείρησή σας;
Σήμερα ο χώρος είναι αναγνωρισμένος ως νεότερο πολιτιστικό μνημείο της Ελλάδας και των Αθηνών. Ο χώρος έχει κατασχεθεί από το Υπουργείο Πολιτισμού υπέρ της παρούσας χρήσης, αποδίδουμε δηλαδή μίσθωμα χωρίς βέβαια να χάνουμε την ιδιοκτησία. Έτσι έχουμε αποκτήσει κατά κάποιον τρόπο μία πάγια θέση στο χώρο, στο ιστορικό τρίγωνο της Αθήνας. Πλέον, όπως έχεις και εσύ αντιληφθεί, από πλευράς παρουσίας παλαιών επιχειρήσεων η πόλη έχει πάρα πολύ αλλάξει, ιδιαίτερα μετά την κρίση.
Το «Άριστον» βρίσκεται σήμερα σε μία παρόμοια κατάσταση με όλες γενικά τις επιχειρήσεις. Υπάρχει μία ύφεση, έχουμε όμως μία σταθερή πορεία και επιλέξαμε συνειδητά να έχουμε μόνο ένα κατάστημα. Παράγουμε χειροποίητα και φρέσκα προϊόντα και έχουμε ουσιαστικά μία φιλοσοφία και ιεροτελεστία της κουζίνας μίας νοικοκυράς. Γι’ αυτό και δεν ανοίξαμε υποκαταστήματα ούτε διαθέτουμε προς πώληση κατεψυγμένα προϊόντα, παρά το γεγονός πως μας έχουν το έχουν ζητήσει.
Πόσα είδη πίτας προσφέρετε στο μαγαζί;
Παράγουμε 125 διαφορετικές πίτες, αλμυρές και γλυκές. Έχουμε ακόμη και γκουρμέ γεύσεις, για παράδειγμα με μύδια ή γαρίδες. Η πίτα άρχισε σε μας σαν προϊόν παραγωγής το 1996. Τότε διαπίστωσα ότι στην Αθήνα δεν υπήρχαν είδη πίτας, πέρα από την κλασική σπανακόπιτα ή την πρασόπιτα. Άλλωστε η πίτα σαν φαγητό θυμίζει αρκετά τα φαγητά των μανάδων μας.
Ποιο είναι το σημερινό ωράριο λειτουργίας του καταστήματος;
Κοίταξε, κακά τα ψέματα, δεν μπορεί να δουλεύει ο άλλος όλη την εβδομάδα. Η TripAdvisor μας αξιολόγησε με 4,5/5 αστέρια γιατί δεν ανοίγουμε Κυριακή, Σάββατο βράδυ, Τετάρτη βράδυ και Δευτέρα βράδυ… Δεν μπορούμε να είμαστε σύμφωνοι με το άνοιγμα τις Κυριακές. Αυτός που είναι εργάτης και παράγει καθημερινά, θέλει και οπωσδήποτε ανάπαυση. Διαφορετικά οι άνθρωποι εξαντλούνται και χάνεται, αν θέλεις, και αυτό το οικογενειακό κλίμα που έχουμε εδώ. Δεν θέλουμε να έχουμε μόνο ξερό οικονομικό ενδιαφέρον. Γι’ αυτό και διατηρούμε το παραδοσιακό φαγάδικο της Αθήνας που δεν είχε φρέντο ή ντόνατς κ.τ.λ.
Εσείς τι ώρα θα φτάσετε εδώ και πότε θα φύγετε;
Εγώ πρέπει να είμαι εδώ 6 το πρωί και αν πρόκειται για μέρα που δουλεύουμε μέχρι βράδυ, τότε θα μείνω μέχρι τις 11 το βράδυ.
Πείτε μας μερικούς από τους επιφανείς Αθηναίους που έχουν υπάρξει πελάτες σας.
Είναι πάρα πολλοί, αποκλείεται να τους θυμηθώ όλους… Ο Ράλλης, ο Τσαλδάρης, ο Απόστολος Κακλαμάνης, ο Θανάσης Μικρούτσικος, πάρα πολλοί καλλιτέχνες όπως ο Λουκιανός Κηλαηδόνης και o Αντώνης Λουδάρος όπως επίσης πάρα πολλοί πολιτικοί και δημοσιογράφοι, επώνυμοι και μη. Όλοι περνούν από εδώ και το έχουν σαν ένα σημείο αναφοράς.
Ποια είναι η μεγαλύτερη φιλοφρόνηση που έχουν κάνει για το μαγαζί;
Κοίταξε, δεν υπάρχει φιλοφρόνηση που να έχει ιδιαίτερη σημασία. Υπάρχει όμως μία παρουσία Ελλήνων του εξωτερικού που έρχονται πάλι εδώ και μας συγχαίρουν που υπάρχουμε ακόμα και τους θυμίζουμε τα παιδικά τους χρόνια. Αν έρθεις ένα Σάββατο εδώ, βλέπεις μαζί τη γιαγιά, την κόρη και την εγγονή, τρεις γενιές πελατών δηλαδή. Είναι συγκλονιστικό. Σήμερα μόλις μας πήρε τηλέφωνο για παραγγελία η κυρία Αναστασία που είναι 103 ετών και ζει στο Παγκράτι. Πριν από λίγο καιρό πάλι, ήρθε εδώ ένας μεγάλος κύριος υποβασταζόμενος και μας είπε ότι είναι 85 χρόνια πελάτης… Είναι μαγικό όλο αυτό. Εισπράττουμε μία τέτοια αγάπη και εκτίμηση, που πρέπει να είμαστε κομψοί και να φερόμαστε ανάλογα. Δεν βλέπουμε με ψυχρό τρόπο τους πελάτες μας.
Ποια είναι τα αγαπημένα σας σημεία στην πόλη;
Καταρχάς, μ’ αρέσει πάρα πολύ η Αίγλη, στο Ζάππειο, γιατί εκεί με πήγαιναν και οι γονείς μου. Επίσης, η Φωκίωνος Νέγρη που την έζησα στα φοιτητικά μου χρόνια και –θα τολμήσω να σου πω- η οδός Αθηνάς. Είναι ένας δρόμος που από την Ομόνοια βλέπει κατευθείαν Ακρόπολη. Στο παρελθόν εκεί γινόταν μία τεράστια ιστορία: η μετάλλαξη του αγρότη σε αστό. Έρχονταν από την επαρχία και ήθελαν, ας πούμε, να ψωνίσουν ένα κοστούμι. Ο επαρχιώτης δεν πήγαινε πίσω από το γυαλί να ψωνίσει, όπως ήταν τα καταστήματα της Σταδίου, προτιμούσε την οδό Αθηνάς που ήταν όλα στημένα έξω και μπορούσε αμέσως να βρει κάτι, να το συζητήσει ή και να το παζαρέψει. Επίσης η Αθηνάς είχε τους μάγκες, την αλητεία αλλά ταυτόχρονα και την ελιτίστικη παρουσία ανθρώπων που ήταν επιχειρηματίες κ.τ.λ. Είχε πάρα πολλά είδη ανθρώπων δηλαδή.
Τι απεχθάνεστε περισσότερο στο κέντρο και θα θέλατε να αλλάξει;
Απεχθάνομαι την πιάτσα των ταξί στο Σύνταγμα, που έχει μούρη προς τα πάνω και πρέπει κάποιος να ανέβει όλη την Όθωνος για να πάρει το πρώτο ταξί. Αν είσαι τουρίστας και κουβαλάς και πολλά πράγματα, τότε είναι πραγματικά για γέλια… Η πόλη γενικά δεν μ’ αρέσει για το κυκλοφοριακό της, το οποίο με απλές γραμμές θα είχε λυθεί. Και επίσης απεχθάνομαι τη βρόμα, ένα πρόβλημα που μάλλον δεν θα λυθεί εύκολα.
Τι σας λείπει περισσότερο αυτόν τον καιρό;
Κοίταξε, ο άνθρωπος γενικά θέλει πολλά. Ό,τι και να του πεις, αυτός σου λέει «θέλω». Μου λείπει ότι δεν μπορώ πια να διαβάσω ένα καλό βιβλίο, νυστάζω εύκολα (γέλια)…
Αν όμως μιλήσω σε γενικό επίπεδο, έχοντας ταξιδέψει πάρα πολύ -έχω φτάσει από Ιαπωνία μέχρι όπου μπορείς να φανταστείς- διαπιστώνω ότι ίσως επειδή ως Έλληνες δεν περάσαμε Διαφωτισμό, δυστυχώς δουλεύουμε με το ένστικτο. Η αγωνία μου λοιπόν είναι πότε θα γίνουμε επιτέλους εγκεφαλικοί. Βλέπεις βέβαια, ότι εκτός Ελλάδος υπάρχει μεγάλη προκοπή στα νέα παιδιά που είναι έξω...