- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Οδός Βουκουρεστίου, ο πιο παλιός πεζόδρομος της Αθήνας
Ο Μάνος Πενθερουδάκης και ο Αντώνης Καφετζόπουλος μας μιλούν για τον δρόμο με τα λαμπερά καταστήματα
Ήταν από τις μέρες που κάνει ζέστη το μεσημέρι και ψύχρα το βράδυ και δεν ξέρεις τι να βάλεις. Έτσι, περπατούσα στη Σταδίου και δυσανασχετούσα με το κάτι σαν μάλλινο μπλουζάκι μου. Εκείνη στεκόταν στη γωνία με τη Βουκουρεστίου και κοιτούσε έναν χάρτη. Κινέζα τουρίστρια. Φορούσε ένα κοντό κόκκινο σορτσάκι, ένα λευκό φανελάκι με τιράντες και ψηλά πέδιλα. Πήρε τη Βουκουρεστίου περπατώντας με χάρη κι εγώ από πίσω. Μετά κοντοστάθηκε πάλι και κοντοστάθηκα κι εγώ – κι αισθάνθηκα λίγο σαν δράκος. Μπήκε στο κατάστημα Cartier με τα κοσμήματα, δίπλα από τη Στοά Σπύρου Μήλιου. Άναψα ένα τσιγάρο κι έκανα ότι χάζευα τη βιτρίνα. Όταν βγήκε, είχε ένα τεράστιο χαμόγελο και μια μικρή τσάντα στο χέρι. Ήθελα κάτι να της πω, αλλά δίστασα. Απομακρύνθηκε, ποιος ξέρει για πού, κι εγώ άρχισα να ανεβαίνω τον ανήφορο της Βουκουρεστίου.
«Οι Κινέζοι αγοράζουν μόνο διεθνή brands, μόνο ό,τι είναι γνωστό σε αυτούς. Οι Αμερικανοί και κάποιοι Ευρωπαίοι, που έχουν κάποια γνώση, αν δουν κάτι καλό θα το πάρουν κι ας μην ξέρουν τη φίρμα» λέει ο Μάνος Πενθερουδάκης, το οικογενειακό κατάστημα κοσμημάτων του οποίου, στη γωνία Βουκουρεστίου και Βαλαωρίτου, έκλεισε 70 χρόνιας ζωής. «Είναι το παλαιότερο εδώ. Το άνοιξε ο πατέρας μου στις 18 Μαρτίου 1948. Τότε υπήρχαν το δικό μας και άλλα δυο τρία καταστήματα στη Βουκουρεστίου. Εγώ βρίσκομαι εδώ από το 1978» λέει.
Η Βουκουρεστίου, η οποία είναι ο πρώτος δρόμος που πεζοδρομήθηκε στην Αθήνα (1978), μοιάζει σαν να χωρίζεται σε δύο τμήματα, ή πιο σωστά σε τρία. Το ένα μεταξύ Σταδίου και Πανεπιστημίου και το δεύτερο μεταξύ Πανεπιστημίου και Ακαδημίας. Σε αυτά τα δύο κομμάτια συγκεντρώνονται όλα τα μεγάλα brands. Τα ελληνικά κοσμηματοπωλεία Lalaounis, Αθηνιωτάκης, Καίσαρης, Βουράκης, Ξανθόπουλος, Γκιουζένης, φυσικά και Πενθερουδάκης, τα διεθνή Cartier, Chopard, Bulgari, Rolex, Vacheron Constantin, Breitling, Wmega, αλλά και brands όπως Prada, Dior, Tods, Lοuis Vuitton κ.ά. Από την Ακαδημίας και πάνω, είναι σαν τον οποιονδήποτε εμπορικό δρόμο. Αν θέλετε να ανέβετε μέχρι πάνω, να έχετε υπόψη ότι τα σκαλιά είναι πολλά. Φορώντας το μάλλινο μπλουζάκι μου μέτρησα 54 στο τετράγωνο από τη Στρατιωτικού Συνδέσμου έως τη Φωκυλίδου και άλλα 27 από εκεί μέχρι την Αναγνωστοπούλου.
Όπως Μιλάνο, Παρίσι, Λονδίνο
Η Ερμού είναι ο πιο προσφιλής πεζόδρομος, λόγω της «μαζικότητας» των brands, όμως η Βουκουρεστίου συμβολίζει την ποιότητα, λέει ο Μάνος Πενθερουδάκης. «Σε κάθε μεγάλη πρωτεύουσα δημιουργείται ένας δρόμος-σημείο αναφοράς. Στο Παρίσι η Place Vendome, στο Μιλάνο η Montenapoleone, στο Λονδίνο η Bond Street. Στην Αθήνα είναι η Βουκουρεστίου, καθώς εδώ συγκεντρώνονται όλες οι μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις και οι διεθνείς ναυαρχίδες. Οτιδήποτε καινοτόμο, διαφορετικό, οι νέες τάσεις, εδώ παρουσιάζονται πρώτα. Όμως η Βουκουρεστίου δεν αντιμετωπίζεται έτσι. Θα έπρεπε να λάμπει, αλλά είναι ολίγον εγκαταλειμμένη στο επίπεδο της ασφάλειας και της καθαριότητας. Πολλά παρκαρισμένα μηχανάκια, ανεπαρκής φωτισμός, τσίχλες κολλημένες στα πλακάκια, πολλά από τα οποία είναι σπασμένα κι όταν βρέχει γλιστράνε και οι περαστικοί κάνουν τσουλήθρα επάνω τους» λέει ο κ. Πενθερουδάκης. Στο πλαίσιο αυτό, πολύ πρόσφατα δημιουργήθηκε ο Σύλλογος Καταστηματαρχών, Ιδιοκτητών και Κατοίκων Βουκουρεστίου - Βαλαωρίτου, που φροντίζει και αυτός για την καθαριότητα και την ασφάλεια του δρόμου.
Το κόσμημα κυριαρχεί στις βιτρίνες. «Είναι η βασική περιοχή για κόσμημα ενός επιπέδου, ταυτότητας και ποιότητας. Υπάρχουν και προσιτά κοσμήματα, τα οποία ξεκινούν από 100 ευρώ. Ο καθένας μπορεί να έχει επάνω του κάτι προσιτό και ποιοτικό. Και στη Νέα Υόρκη, στα Tiffany’s, θα βρεις πράγματα που ξεκινούν από αυτές τις τιμές».
Η Βουκουρεστίου του μοντέρνου κινήματος
«Η Βουκουρεστίου είναι η καρδιά της αστικής Αθήνας, με αρκετά κτίρια που παρουσιάζουν έναν μετριοπαθή μοντερνισμό», λέει η Κατερίνα Δημητσάντου Κρεμεζή, αρχιτέκτονας και ομότιμη καθηγήτρια του Εθνικού Μετσόβειου Πολυτεχνείου (ΕΜΠ). Η κ. Κρεμεζή ήταν μία εκ των αρχιτεκτόνων που επιμελήθηκαν την έκδοση «Αθηναϊκές κατοικίες του μοντέρνου κινήματος» (2008), στο πλαίσιο μιας προσπάθειας της Ελληνικής Εταιρείας Περιβάλλοντος και Πολιτισμού να αναδείξει την αρχιτεκτονική κληρονομιά της δεκαετίας του 1930.
Πάρτε μια φωτογραφική μηχανή, λοιπόν, και κάντε μια διαφορετική βόλτα στην πόλη, προσπαθώντας να φανταστείτε πώς θα ήταν η ζωή και οι άνθρωποι τη δεκαετία του ’30 γύρω από τα 8 παρακάτω κτίρια που συμπεριλαμβάνονται στην έκδοση. Σημειώστε τις διευθύνσεις: Βουκουρεστίου 13, Ακαδημίας 17 & Βουκουρεστίου, Βουκουρεστίου 19 & Βαλαωρίτου, Βουκουρεστίου 23 & Αλεξ. Σούτσου, Βουκουρεστίου 32 & Αλεξ. Σούτσου 10, Βουκουρεστίου 40 & Ρώμα 10, Βουκουρεστίου 50 & Τσακάλωφ 28, Φωκυλίδου 15 & Βουκουρεστίου.
Η πρώτη Coca Cola και το πρώτο παγωτό Σικάγο
Στη Βουκουρεστίου 9, στη γωνία με την Πανεπιστημίου, άνοιξε τον Αύγουστο του 1939 το ιστορικό καφέ - ζαχαροπλαστείο Zonars. Είδα πολλούς τουρίστες να παίρνουν τις ανάσες τους εκεί όπου άλλοτε κάθονταν και τα λέγανε ο Μάνος Χατζιδάκις, ο Γιάννης Τσαρούχης, η Μελίνα Μερκούρη, η Τζένη Καρέζη, η Αλίκη Βουγιουκλάκη και δεκάδες άλλοι. Για την ιστορία, το Zonars το άνοιξε ο Κάρολος Ζωναράς, επιχειρηματίας που ζούσε χρόνια στην Αμερική. Ήταν εκείνος που έφερε στην Ελλάδα την Coca Cola και το παγωτό Σικάγο. Η διαχρονική πολυτέλεια του Zonars αποτυπώνεται και στο διάσημο μυθιστόρημα «Μαντάμ Σουσού», του Δημήτρη Ψαθά: «Για πού, κυρία Σουσού;» «Στου Ζονάρς». «Τι είναι πάλι αυτό;» «Κέντρον, κυρα-Μαρίκα μου. Κέντρον του καλού κόσμου. Αλλά, φυσικά, παρντόν. Πού να ξέρετε εσείς εδώ κάτω, αστείο πράγμα! Είναι ένα πολυτελέστατον κέντρον, όπου πηγαίνει η αριστοκρατία και τρώγει την πάστα της λιγάκι ακριβούτσικα. Δίνεις όμως κάτι παραπάνω, κυρία Πανωραία μου, αλλά την ευχαριστιέσαι!».
Όταν ο Αντώνης Καφετζόπουλος δούλευε στο δισκάδικο Blow Up
Στη Βουκουρεστίου 5 βρίσκεται από το 1932 το επιβλητικό Θέατρο Παλλάς. Ήταν όλα έτοιμα για την πρεμιέρα του «Αναζητώντας τον Αττίκ» και χάθηκα λίγο μέχρι να φτάσω στο καμαρίνι του Αντώνη Καφετζόπουλου. Σε ένα στενό διάδρομο έπεσα πάνω σε έναν τύπο που φόραγε κεφάλι αλόγου. Ο Καφετζόπουλος, από τους πρωταγωνιστές της παράστασης, δούλευε πριν από 45 χρόνια στη Βουκουρεστίου, στο δισκοπωλείο Blow Up. «Ήταν το ’71 ή το ’72. Το Blow Up, της Ρηνιώς Παπανικολάου, ήταν από τα θρυλικά δισκάδικα της εποχής, όπως ήταν και το Pop Eleven. Θυμάμαι πώς έφευγε ο “Μεγάλος Eρωτικός” του Χατζηδάκι. Το δισκάδικο ήταν σχεδόν μεσοτοιχία με τη δισκογραφική Λύρα κι έρχονταν πολύ συχνά ο Ξαρχάκος, ο Μούτσης, ο Σαββόπουλος, αλλά και ο ιδρυτής της Λύρας, ο Αλέξανδρος Πατσιφάς».
«Τότε ήτανε ακόμα δρόμος κανονικός, κατέβαιναν τα αυτοκίνητα. Στη γωνία με την Πανεπιστημίου, εκεί που είναι σήμερα ο “Καίσαρης”, βρισκόταν το καφέ-μπιραρία του Ορφανίδη. Εκεί, στο Zonars και στο Brazilian μαζεύονταν όλοι. Είναι η πρώτη φορά που παίζω στο “Παλλάς”. Τότε, θυμάμαι, ήταν λίγο παρηκμασμένο και κάθε Κυριακή έδινε συναυλία η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών. Μια μέρα, που επρόκειτο να προβληθεί το “Woodstock”, το οποίο τελικά δεν παίχτηκε ποτέ γιατί απαγορεύτηκε από τη Χούντα, είχαμε φάει ξύλο από την αστυνομία απ’ έξω».
Το «Αναζητώντας τον Αττίκ», ο οποίος αυτοκτόνησε το 1944 σε ηλικία 59 ετών, έχοντας γράψει και ερμηνεύσει τραγούδια όπως «Της μιας δραχμής τα γιασεμιά» και «Μαραμένα τα γιούλια», θα συνεχιστεί μέχρι το τέλος Μαΐου. Ρωτάω τον Καφετζόπουλο πιο είναι το δικό του αγαπημένο από Αττίκ και λέει το «Από μέσα πεθαμένος».
Φεύγοντας, στη γωνία Βουκουρεστίου και Πανεπιστημίου, ένας τύπος κουστουμάτος είχε ακουμπήσει το πόδι του στο κασελάκι ενός λούστρου. Αφού έφυγε, πλησίασα και το εκπαιδευμένο του μάτι έπεσε αμέσως πάνω στα φθαρμένα μου αθλητικά. Έχει κάνει και κομμωτής λέει, διαθέτει βερνίκια για διάφορα χρώματα και το γυάλισμα κοστίζει 3 ευρώ. «Άκου να σου πω κάτι και να το θυμάσαι» μου λέει. «Ο κύριος φαίνεται από το παπούτσι». Ίσως γι’ αυτό να μη μου έδωσε σημασία η Κινέζα.