Life in Athens

Ιλίσια, Παγκράτι, Καισαριανή. Μάθημα Κοινωνιολογίας

Πες μου πού μένεις να σου πω ποιος είσαι

A.V. Guest
ΤΕΥΧΟΣ 652
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

*Tης Κιάρας Σουγκανίδου


Γεννήθηκα σε ένα διαμέρισμα πάνω από τον κινηματογράφο Πτι Παλαί, στην οδό Ριζάρη. Από εκεί δεν θυμάμαι τίποτα παρά μόνο, αμυδρά, μια μεγάλη ταραχή και έναν παράξενο ήχο τη βραδιά του Πολυτεχνείου. Η μαμά μου έλεγε: «Να, ακούγονται οι αλυσίδες». Ο πατέρας μου της απαντούσε: «Κατεβαίνουν τα τανκς, μη βγαίνεις στο μπαλκόνι και φας καμιά αδέσποτη».

Έναν χρόνο αργότερα, το 1974, μετακομίσαμε σε άλλο παγκρατιώτικο σινεμά, στο Πάλας. Το διαμέρισμά μας βρισκόταν σε μια πολυκατοικία επί της οδού Άκρωνος. Στην πλατεία Παγκρατίου ή αλλιώς στο παλιό τέρμα των τρόλεϊ – έτσι λέγαμε στα ταξί για να καταλαβαίνουν οι οδηγοί σε ποια πλατεία πηγαίναμε. Άκρων ονομαζόταν ο γιατρός που στην αρχαία Αθήνα, στην πανούκλα που ξέσπασε μεταξύ των ετών 430-426 π.Χ., θεράπευσε πολλά θύματα ανάβοντας φωτιές για να καθαρίσει τον μολυσμένο αέρα – αυτό το είχα διαβάσει σε εγκυκλοπαίδεια.

Θανάσης Καρατζάς

Το διαμέρισμά μας ήταν μεγάλο και ρετιρέ. Ο πατέρας μου είναι γιατρός. Στο αντικρινό διαμέρισμα ο ένοικος ήταν επίσης γιατρός. Και στο ρετιρέ της απέναντι πολυκατοικίας έμενε οικογένεια γιατρού. Αυτό ήταν το πρώτο μάθημα κοινωνιολογίας που πήρα στο Παγκράτι. Στα ρετιρέ μένουν γιατροί. Η καθαρίστρια της πολυκατοικίας και ο σύζυγός της που ήταν οικοδόμος έμεναν στο ισόγειο. Εκεί έμεναν και οι φοιτητές. Αργότερα, μετά από μερικά χρόνια με το ΠαΣοΚ στην κυβέρνηση, η καθαρίστρια ανέβηκε στον πρώτο όροφο. Το 1988, από τον πρώτο όροφο, η ίδια κάρφωσε εμένα και μια συμμαθήτριά μου, ότι κάναμε παρέα με τους μαλλιάδες φοιτητές του ισογείου και έγινε στο σπίτι μου χαμός. Τότε συνειδητοποίησα τι σημαίνει το λούμπεν χαφιεδιλίκι.

Πάντως το 1981, γιατροί και καθαρίστριες, όλοι οι όροφοι των παγκρατιώτικων πολυκατοικιών, ακούγαμε το Κάρμινα Μπουράνα από το εκλογικό κέντρο του ΠαΣοΚ που βρισκόταν στην πλατεία Παγκρατίου, σε μία από τις ως τότε εναπομείνασες παλιές μονοκατοικίες της περιοχής. Ακούγαμε και ευφραινόμασταν γιατί ήταν ωραία μουσική. Οι γονείς μου και οι φίλοι τους ήταν γεμάτοι ελπίδες, αλλά εγώ τότε δεν καταλάβαινα γιατί.

Στην πίσω πλευρά του τετραγώνου που βρισκόταν η πολυκατοικία που μέναμε, δηλαδή στην πλευρά που έβλεπε προς την Καισαριανή, ακούγονταν κι άλλα ωραία τραγούδια: ο Εφεδρος Ανθυπολοχαγός, ο Δρόμος κτλ. Εκεί βρισκόταν το εκλογικό κέντρο του ΚΚΕ με τις κόκκινες σημαίες.

Πράσινο ή κόκκινο; Εγώ τελικά προτιμούσα το κόκκινο – τότε έκανα και μαθήματα πιάνου, οπότε ζήτησα από τη δασκάλα μου να μου μάθει τα τραγούδια του ΚΚΕ κι εκείνη το έκανε με χαρά. Η δασκάλα έμενε στην Καισαριανή.

Θανάσης Καρατζάς

Τη βραδιά της πρώτης μεγάλης νίκης του ΠαΣοΚ το 1981, μου φάνηκε σαν όλο το κεντρικό Παγκράτι να είχε ψηφίσει ΠαΣοΚ. Είχαμε μαζευτεί στο εκλογικό κέντρο και όλοι ήταν χαρούμενοι. Πολύ χαρούμενοι. «Ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει Δεξιά», έλεγαν.

Πάντως, τα επόμενα χρόνια, έβλεπα τη ζωή στην περιοχή να γίνεται πιο άνετη για όλο τον κόσμο. Σιγά-σιγά άνοιγαν μπουτίκ. Στη Γαλλική Ακαδημία, υποκατάστημα του Γαλλικού Ινστιτούτου στην πλατεία Παγκρατίου, αυξήθηκαν οι μαθητές. «Αυτό είναι ιμπεριαλιστικό κατάλοιπο» έλεγε μια οικογενειακή φίλη μας από την Καισαριανή που ψήφιζε ΚΚΕ, αλλά δεν ίδρωνε το αυτί του πατέρα μου κι έτσι εμείς με το στανιό μάθαμε γαλλικά. Εκτός από μπουτίκ, στην περιοχή άνοιξε και το πρώτο χαμπουργκεράδικο. Αλλά και ο σουβλατζής, ο Κώστας, ένας μικρασιάτης που έφτιαχνε μόνο κεμπάπ, επέκτεινε το μαγαζί του, επί ΠαΣοΚ. Το χαμπουργκεράδικο, απέναντι, δεν του έκοψε την πελατεία. Αργότερα, όπως έμαθα, επί Σημίτη, ο Κώστας με τις οικονομίες του, που τις έπαιξε στο Χρηματιστήριο, αγόρασε κι αυτός ρετιρέ.

Το μάθημα κοινωνιολογίας του Παγκρατίου συνεχίστηκε και εμπλουτίστηκε, όταν πήγα στο Γυμνάσιο. Οι γονείς μου δεν με έστειλαν στο 4ο, στο μεγάλο θρυλικό σχολείο που ήταν κοντά στο σπίτι μας, διότι, λέει εκεί υπήρχε αλητεία, και οι μαθητές έκαναν κοπάνα και πήγαιναν στον Λέντζο, την επίσης θρυλική καφετέρια  που βρισκόταν απέναντι. Το δικό μου σχολείο, το 37ο, βρισκόταν πίσω από το Κάραβελ, σε μία μικρή πολυκατοικία, χωρίς προαύλιο, που χτίστηκε το 1940 και που προτού καν κατοικηθεί την επέταξαν οι Γερμανοί και εγκατέστησαν εκεί παράρτημα της Γκεστάπο.

Θανάσης Καρατζάς

Η περιοχή του σχολείου μου ήταν επισήμως η Καισαριανή. Αυτό μάλλον ήταν αποτέλεσμα μπινιάς που έγινε όταν χτιζόταν το Κάραβελ, για να βγει η άδεια του ξενοδοχείου. Απαγορευόταν, όπως λένε, να χτιστεί άλλο ξενοδοχείο τόσο κοντά στο Χίλτον, στην ίδια περιοχή, κι έτσι έγινε το απαραίτητο μαγείρεμα με τους Δήμους.

Στο σχολείο που πήγαινα, έρχονταν παιδιά από τρεις περιοχές: Ιλίσια, Παγκράτι, Καισαριανή. Τα παιδιά από τα Ιλίσια ήταν τα πιο κυριλέ. Εκεί, στις επόμενες εκλογές διαπίστωσα πως τα εκλογικά κέντρα έπαιζαν Χατζηδάκι. Τα Ιλίσια ψήφιζαν Νέα Δημοκρατία. Γαλάζιο. Στα Ιλίσια τα σπίτια των συμμαθητών μου ήταν άνετα και είχαν ακριβά έπιπλα και στολίδια. Οι Παγκρατιώτες ήμασταν οι γνωστοί. Τα παιδιά του ΠαΣοΚ, που σιγά-σιγά αρχίζαμε να φοράμε και κανένα μπλουζάκι Benetton – θεωρούνταν ακριβά τότε. Ζηλεύαμε τα παιδιά των Ιλισίων που φορούσαν ωραία ρούχα και τηγανίζαμε τους γονείς μας να μας αγοράσουν κι εμάς.

Και μετά ήταν τα παιδιά της Καισαριανής. Αυτά χωρίζονταν σε δύο κατηγορίες: τους πάρα πολύ καλούς μαθητές, και τους εντελώς σκράπες. Οι καλοί ήταν σνομπ. Τα σπίτια τους ήταν μικρά αλλά είχαν μεγάλες βιβλιοθήκες με πολλά δύσκολα βιβλία. Το «Κεφάλαιο» του Μαρξ, για παράδειγμα. Αυτά τα παιδιά έσκιζαν σε όλα τα μαθήματα και κατανοούσαν τα πάντα. Οι δύο κολλητές μου ήταν τέτοιες, η Στέλλα και η Μαριλένα. Οι γονείς τους ήταν άγιοι άνθρωποι, με μία καλλιέργεια που έκανε τη συναναστροφή μαζί τους πολύ άνετη και ευχάριστη.

©Θανάσης Καρατζάς

Οι σκράπες μαθητές ήταν τα πιο καλά παιδιά του σχολείου. Αν έτρωγαν τυρόπιτα στο διάλειμμα από το κυλικείο και πήγαινες να τους μιλήσεις σου πρόσφεραν τη μισή. Αυτά τα παιδιά μετά το εξάωρο του σχολείου πήγαιναν και δούλευαν στις δουλειές των γονιών τους. Ξεχώριζαν τις βίδες στα συνεργεία αυτοκινήτων, σέρβιραν καφέδες στα καφενεία ή πουλούσαν τσίχλες στα ψιλικατζίδικα. Αυτά τα παιδιά δεν ενδιαφέρονταν καθόλου για τα μαθήματα. Έλεγαν πως όταν θα τελείωναν το σχολείο θα έπαιρναν τις δουλειές των γονιών τους στην Καισαριανή. Η Near East ήταν ο θεός τους. Ο άλλος θεός τους ήταν η μουσική. Άκουγαν Cure, Jesus and Mary Chain, Doors. Τα παιδιά των Ιλισίων άκουγαν Duran Duran και Modern Talking. Τα παιδιά της Καισαριανής μού έμαθαν μουσική. Σε αντάλλαγμα εγώ τους έγραφα τις εκθέσεις γαλλικών στις εξετάσεις. Στο σχολείο η ξένη γλώσσα που κάναμε ήταν Γαλλικά.

Θανάσης Καρατζάς

Έτσι φτάσαμε στο 1989. Τελικά όλες οι απορίες κοινωνιολογικού περιεχομένου που μου είχε γεννήσει στα παιδικά και εφηβικά μου χρόνια το Παγκράτι λύθηκαν ή, τέλος πάντων, τακτοποιήθηκαν με το βιβλίο Κοινωνιολογίας του Φίλια, στην τέταρτη δέσμη. Τότε κατάλαβα γιατί εμείς μέναμε σε μεγάλο ρετιρέ και έπρεπε πάση θυσία να σπουδάσουμε σε ελληνικό πανεπιστήμιο. Όπως έπρεπε να σπουδάσει και η κόρη της καθαρίστριας, που σπούδασε πράγματι. Τότε κατάλαβα γιατί τα παιδιά που έμεναν στα ακριβά διαμερίσματα των Ιλισίων ήταν πιο χαλαρά με τα μαθήματα και τις κοπάνες. Είχαν λεφτά και τα περισσότερα πήγαν να σπουδάσουν στο εξωτερικό. Τότε κατάλαβα γιατί τα παιδιά των διαβασμένων αριστερών θεωρούσαν την εκπαίδευση αγαθό και δικαίωμα και όχι μια βαρετή καταδίκη. Τότε κατάλαβα γιατί τα παιδιά που ζούσαν στα μικρά σπιτάκια της Καισαριανής, έβλεπαν το μέλλον τους μόνο στο μεροκάματο και στη χειρωναξία.

Από το Παγκράτι έφυγα το 1992 φοιτήτρια. Μετακομίσαμε οικογενειακώς στις παρυφές της Φιλοθέης. Εκεί δεν μου άρεσε. Μετά δούλεψα και έβγαλα δικά μου λεφτά. Κι όταν μάζεψα αρκετά, επέστρεψα. Ήταν το 2004. Στα Ιλίσια.