- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Ι ♥ Κολωνάκι
Ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, καθηγητής κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, μας μιλάει για τη γειτονιά του
Μένω σε απόσταση 30 μέτρων από το σπίτι στο οποίο γεννήθηκα – οπότε σχεδόν όλη μου τη ζωή, καλώς ή κακώς, την πέρασα εδώ» μας λέει ο Κων/νος Τσουκαλάς, καθηγητής κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. «Όταν ήμουν παιδί υπήρχε η αίσθηση γειτονιάς και ο ένας γνώριζε τουλάχιστον τη φάτσα του άλλου, υπήρχε κοινωνική συνοχή. Θα σας δώσω ένα παράδειγμα. Μέχρι πριν λίγα χρόνια οι περισσότερες πολυκατοικίες του Κολωνακίου είχαν θυρωρό. Στην προηγούμενη πολυκατοικία που ζούσα πριν 40 χρόνια, στη Δεινοκράτους, ο θυρωρός της, ο κύριος Γιάννης, είχε σχέσεις με την Ασφάλεια – μου το είχε πει ο περιπτεράς, που ήταν κομουνιστής. Όταν ήρθε η δικτατορία και στο σπίτι μου μπαινόβγαινε “ύποπτος πολιτικά κόσμος”, την πρώτη κιόλας εβδομάδα ο Γιάννης μου είπε με μισόλογα “να προσέχω”. Έτσι ένα μικρό σύστημα που τύπωνε προκηρύξεις μεταφέρθηκε εντός 3 λεπτών χάρη στο χαφιέ. Αυτά μπορούν να γίνουν στα χωριά ή στις μεγάλες πόλεις υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχουν προσωπικές σχέσεις – και πρέπει να σας πω, πως όταν τη μεταπολίτευση επέστρεψα από τη Γαλλία, τον πρώτο άνθρωπο που φίλησα ήταν ο Γιάννης. Με τα χρόνια άρχισε ν’ αλλάζει η κατάσταση για να φτάσουμε στο σήμερα, όπου το Κολωνάκι είναι ένας πόλος έλξης κοινωνικών σημάτων, συμβόλων και κοινωνικής αναρρίχησης· ένας τόπος εσωτερικού αστεακού τουρισμού· ένας τόπος σύγκλισης καλών ή κακών κοινωνικών φιλοδοξιών. Αυτό είναι φυσικό επακόλουθο, ούτε καλό ούτε κακό, στη μαζική κοινωνία που ζούμε, αλλά καθιστά αδύνατη τη λειτουργία της ως μια συνοικία συγκροτημένου οικιστικού συνόλου.
Πριν από χρόνια που συγκέντρωνε την ελίτ του πλούτου, σε εποχές που η ελληνική κοινωνία ήταν ακόμη κλειστή, φυσικό επακόλουθο ήταν να συγκεντρώνει και ένα μέρος της ελίτ του πνεύματος και της τέχνης. Αυτή η πραγματικότητα δημιούργησε τη μυθολογία της γειτονιάς.
Κάτι παρόμοιο δεν μπορεί να υπάρξει σήμερα, γιατί δεν υπάρχει η επικοινωνία –και η παραγωγή ιδεών δεν μπορεί να γίνει με μαζικούς όρους, αλλά προϋποθέτει ανθρώπινη επαφή – και δευτερευόντως δεν υπάρχει πια ελεύθερος χρόνος. Στέκια υπάρχουν, γεωγραφικά στέκια δεν υπάρχουν. Γιατί το Γκάζι δεν είναι γεωγραφικό στέκι, αφού οι άνθρωποι που μένουν εκεί δεν συμμετέχουν στα πράγματα και τα “τεκταινόμενα” έχουν ώρα έναρξης και λήξης. Τότε η συμμετοχή στο πνεύμα και στην τέχνη δεν ήταν τόσο επαγγελματική όσο φαντασιακή και ονειρική. Τα όνειρα έφτιαχναν παρέες και οι παρέες όνειρα και υπήρχε μια συλλογική απόλαυση του καθημερινού γίγνεσθαι-λόγου. Αυτό δεν μπορεί να υπάρχει πια κι έτσι τώρα μιλάμε μόνο για το Κολωνάκι με τα ακριβά μαγαζιά και τα μεγάλα ενοίκια».
Το Κολωνάκι ανέκαθεν προ(σ)καλούσε τους χρονογράφους της εποχής. Δύο άρθρα, γραμμένα με διαφορά σχεδόν 40 χρόνων, καταδεικνύουν πως τελικά δεν είναι μόνο η συνοικία που αλλάζει, αλλά παίζει ρόλο και η ματιά που την παρατηρούμε. «Πολυτέλεια (στις αναρίθμητες μπουτίκ), σνομπισμός και η αριστοκρατία του παλιού καιρού (που έθρεψε την περιοχή για πολλά χρόνια)… Διανοούμενοι (γραφιάδες και θεωρητικοί του γλυκού νερού), πάμπολλοι –εκ πεποιθήσεως– τεμπέληδες και άνεργοι, που ορκίστηκαν να πεθάνουν στις καρέκλες των ζαχαροπλαστείων… Χαρτοπαίκτες και πάσης φύσεως (και τάξεως) τζογαδόροι, άφθονος ρυθμός (ντίσκο και ροκ φυσικά) και πολλή νεολαία που ντύνεται, όπως της αρέσει, με την τελευταία λέξη της μόδας και φλυαρεί (ακατάπαυστα) πάνω στις θεωρίες του Μαρξ… Να το κοκτέιλ της πιο αλλοπρόσαλλης αθηναϊκής πλατείας: της πλατείας Κολωνακίου, που από τον καιρό του Τρικούπη (που την έκανε πλατεία) έχει τη φήμη της “πιο πολυτελούς θυγατέρας” των Αθηνών…» έγραφε ο δημοσιογράφος Ανδρέας Δεληγιάννης από τη στήλη του στο «Βήμα», τη δεκαετία του ’70! (Γιάννης Καιροφύλας, «Περπατώντας στους δρόμους της Αθήνας», εκδ. Φιλιππότη)
«Η Ευρώπη στο σταυροδρόμι της Σκουφά» τιτλοφορεί το άρθρο του ο Νίκος Γ. Ξυδάκης το 2010 («Καθημερινή», 21/2). «…Για να καταλάβεις τη σημερινή Ελλάδα, κοίτα ολόγυρά σου, είπα στο συνομιλητή μου από τη Φινλανδία. Απέναντι βρίσκεται ένας ελληνορθόδοξος ναός, συνεχίζει τη βυζαντινή παράδοση, την ανατολικορωμαϊκή και ελληνοχριστιανική…, είναι άρα παλαιός κατά την παράδοση που συνεχίζει, αλλά και μοντέρνος κατά την πραγμάτωσή του και τον εγκοινωνισμό του. Απέναντι ακριβώς βρίσκεται το Πειραματικό Σχολείο του Πανεπιστημίου Αθηνών, πρωτοποριακό ίδρυμα και κομβικό για την κατανόηση της ανάπτυξης των γραμμάτων στο ελληνικό κράτος… παραδίπλα σ’ εκείνο το υπέρκομψο κτίριο Art Deco στεγάζεται το Ιστορικό Αρχείο του Πανεπιστημίου Αθηνών, το Καποδιστριακό, ιδρυμένο το 1834… κι από εδώ που καθόμαστε έως ένα δυο τετράγωνα κάτω, είναι τα καφενεία: η κεντρική σκηνή της νεότερης δημοκρατίας, η σκηνή επί της οποίας διαδραματίζεται η κοινωνική, πολιτική και πνευματική ζωή… Καθώς μιλούσαμε, πάνω από το τραπέζι με τους εσπρέσο διασταυρώνονταν, χαρωποί και είρωνες πάντα, διάφοροι Έλληνες, κοινωνιολόγοι, ιστορικοί, συγγραφείς, ηθοποιοί. Παραδίπλα ένας αποπεμφθείς βουλευτής έπινε τον καφέ του βλοσυρός. Ξάφνου, τα πεζοδρόμια γέμισαν έφηβους με Piercing, με μαλλί πανκ, με τζίβες, με ζωγραφισμένα σακίδια, με ακμή στις τρυφερές παρείες. Ένας ηλικιωμένος τζέντλεμαν, με κίτρινο γιλέκο και σπαθάτο μουστάκι λευκό, με χαρτοφύλακα υπό μάλης διέσχισε τη Σκουφά και εισήλθε στο καφενείο για το μεσημεριανό του απεριτίφ. Η ζωή τραβούσε απτόητη…».
Αν οι παρέες έφτιαξαν το μύθο του Κολωνακίου τον 20ό αιώνα, ποια είναι η ιστορία της συνοικίας; Η Γιάννα Δουράμπεη, ξεναγός του Δήμου Αθηναίων, κάνει μια μικρή ιστορική διαδρομή: «Για την αρχαιότητα το μόνο που γνωρίζουμε είναι πως η Δεξαμενή ήταν η δεξαμενή του υδραγωγείου του Ανδριανού. Από τον 5ο αι. μ.Χ. το μόνο που σώζεται είναι μια πλάκα που αναφέρει το όνομα ενός επισκόπου Κλιματίου και βρίσκεται στο Βυζαντινό μουσείο, από μια βασιλική εκκλησία που βρισκόταν στο νο 24 της Τσακάλωφ. Το κολονάκι της πλατείας – ένας «αποτρεπτικός» στύλος για νόσους και θεομηνίες –, υποτίθεται πώς έδωσε το όνομα στη γειτονιά. Στη δεκαετία του Όθωνα ήταν ένας φτωχικός καταυλισμός βοσκών από το Λιδωρίκι, οι οποίοι έβοσκαν τα πρόβατα στον Λυκαβηττό και προμήθευαν με γάλα την Αθήνα. Το 1883 ιδρύθηκε από τη Βασίλισσα Όλγα το νοσοκομείο του Ευαγγελισμού και το 1886 άρχισε η ανέγερση του Αγίου Διονυσίου, ενώ στα τέλη του 19ου αι. ήρθαν οι γνωστές αρχαιολογικές σχολές (γαλλική, βρετανική κ.ά.), τα μόνα κτίρια στην περιοχή με μεγάλους κήπους. Τότε, μόνο η πλατεία Δεξαμενής ήταν γνωστή, με την παράγκα όπου σύχναζε ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης.
Ο Καιροφύλας αναφέρει πως στη Σκουφά, το 1929, για τριώροφη κατοικία με επτά δωμάτια σε κάθε όροφο και σε οικόπεδο 420 τετραγωνικών πήχεων (σ.σ. πήχης = 0,75 μ.) δεν είχε περισσότερο από 2 εκατομμύρια δραχμές. Εκείνοι την περίοδο άρχισαν να έρχονται μεγαλέμποροι, πολιτικοί (λόγω και της παρακείμενης Βουλής ή του παλατιού), αλλά και γιατροί λόγω του Ευαγγελισμού. Η Βασιλίσσης Σοφίας είναι ο πρώτος δρόμος/σύνορο της γειτονιάς που αρχίζει να χτίζεται το 1870, προοριζόμενη να στεγάσει τη μεγαλοαστική τάξη. Τα οικόπεδα όπου σήμερα βρίσκονται το Υπουργείο Εξωτερικών, η Πρεσβεία της Αιγύπτου… είχαν δεσμευτεί επί Όθωνος για να γίνουν υπουργεία. Επί Γεωργίου Α΄ τελικά αγοράστηκαν από ιδιώτες – έτσι χτίστηκε η οικία Συγγρού (το μετέπειτα Υπουργείο Εξωτερικών), το μέγαρο Σταθάτου, η οικία Βενιζέλου που μετά το θάνατό του η σύζυγός του το πούλησε στο βρετανικό δημόσιο, όπου και στεγάστηκε η Βρετανική πρεσβεία. Η μέσα πλευρά του Κολωνακίου ακολούθησε λίγο αργότερα να χτίζεται σε οικόπεδα, που τα περισσότερα ανήκαν στη Μονή Πετράκη.