Life in Athens

Οδός Μάρνη. Ένας δρόμος που έζησε πολλά

Ένα πέρασμα και μερικές ιστορίες από έναν δρόμο που αν εξαιρέσει κανείς τις τιμές των σπιτιών δεν έχει αλλάξει και πολύ

Τάκης Σκριβάνος
ΤΕΥΧΟΣ 598
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Στιγμιότυπα από την οδό Μάρνη, από την οποία πολλοί περνούν λίγοι όμως παρατηρούν

Σκεφτόμουν τι θα ήμουν εγώ στην οδό Μάρνη, στο πέρασμα του χρόνου. Το 1910 θα είχα γαλατάδικο μπροστά στον Κυκλοβόρο, το χείμαρρο που και σήμερα κυλάει κάτω από τη Μάρνη. Τη δεκαετία του ’30 θα ήμουν ευκατάστατος Ευρωπαίος ταξιδιώτης και θα έμενα στο νεοκλασικό ξενοδοχείο Semiramis. Κάθε πρωί, κουμπώνοντας το γιλέκο μου, θα άνοιγα το παράθυρο για μια τελευταία ματιά στην πόλη πριν αρχίσω τη βόλτα μου. Το ’50 θα ήμουν επαρχιώτης τεχνίτης που θα αναζητούσα υλικά για τη δουλειά μου, το ’80 ευκατάστατος γιατρός με ιατρείο στον πρώτο όροφο και διαμέρισμα στο ρετιρέ μιας αριστοκρατικής πολυκατοικίας με μαρμάρινα πατώματα. Στις αρχές του 2000 θα έπινα ηρωίνη και θα είχα στέκι την πλατεία Βάθη. Δέκα χρόνια μετά κοπέλα που με το ζόρι την έβγαζαν στο δρόμο, γέρος που κλείδωνα πόρτες και παράθυρα με το που έπεφτε ο ήλιος ή μετανάστης που περίμενε μήπως τον πάρει κανείς για δουλειά.

Περπατούσα στη Μάρνη και κοιτούσα το κατάλευκο σεντόνι που στέγνωνε δίπλα στον γκρίζο από το καυσαέριο τοίχο, σε ένα μικρό μπαλκονάκι του τρίτου ορόφου μιας μεγάλης, παλιάς πολυκατοικίας. Λίγο παρακάτω ένα γωνιακό εγκαταλειμμένο νεοκλασικό έδειχνε έτοιμο να καταρρεύσει...

«Ζήσαμε άγριο ροκ εδώ πέρα. Η περιοχή από τα τέλη του ’90 άρχισε να τρίζει και φτάσαμε περίπου στο 2013-14 που είπαμε ότι δεν πάει άλλο. Σήμερα, σίγουρα δεν είναι η χειρότερη φάση της οδού Μάρνη, η οποία είναι μια λεωφόρος με μεγάλες πολυκατοικίες κυρίως του ’50, ο δρόμος που βγάζει στο “Λούβρο” της Αθήνας, το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Είναι μια οδός η οποία, εκτός τις δύσκολες καταστάσεις, έχει ζήσει και χλιδές στο παρελθόν, με κατοίκους αστούς, οι οποίοι διέθεταν κουλτούρα και εγκράτεια», λέει ο Μάριος Στρόφαλης, συνθέτης, όπως επίσης εμπνευστής και διευθυντής του φεστιβάλ «Μικρό Παρίσι», που πραγματοποιείται κάθε χρόνο στους γύρω δρόμους. Μάρνης λέγεται ο παραπόταμος του Σικουάνα. Μαιζώνος, Καρόλου, Φαβιέρου, Σατωβριάνδου, Βερανζέρου, είναι όλες οδοί με γαλλικά ονόματα, ένας φόρος τιμής στη Γαλλία για τη συνεισφορά της στη ναυμαχία του Ναυαρίνου και στην οργάνωση του ελληνικού στρατού στην επανάσταση του ’21.

Το νεοκλασικό στο νούμερο 27 κατασκευάστηκε το 1938. Από τότε έως και το σεισμό του 1999 λειτουργούσε ως ξενοδοχείο Semiramis. Στη συνέχεια άλλαξε χέρια, ανακαινίστηκε και από το 2004 επαναλειτουργεί ως Art HotelAthens. Η Μιράντα Χούντα είναι η ευγενική ιδιοκτήτριά του: «Περισσότερο από το 90% των κρατήσεών μας γίνονται από το Ίντερνετ. Πελάτες μας είναι κυρίως Ευρωπαίοι αλλά και απ’ όλο τον κόσμο, Κινέζοι, Αυστραλοί. Συνήθως κάθονται από Παρασκευή με Δευτέρα, έρχονται με φθηνές πτήσεις. Καλά πάει ο τουρισμός και η περιοχή έχει καλυτερεύσει, όμως υπάρχει δουλειά ακόμη για να γίνει. Χρειάζονται περισσότερη καθαριότητα, καλός φωτισμός, να φτιαχτούν τα πεζοδρόμια. Επίσης, η περιοχή από την Ομόνοια και προς τα κάτω είναι αρκετά υποβαθμισμένη. Φεύγοντας ο τουρίστας από εδώ για να πάει στην Ομόνοια θα συναντήσει αρκετές εικόνες που δεν είναι καθόλου ευχάριστες».

Η πλατεία Βάθη αλλαγμένη σε σχέση με λίγα χρόνια πριν. Η πιάτσα μεταφέρθηκε στο Πεδίον του Άρεως και αλλού, στη Μαιζώνος παραμένει η ταμπέλα του μπαρ Amnezia, το οποίο έκλεισε η αστυνομία επειδή κάποιοι εξέδιδαν εκεί ανήλικα κορίτσια, ενώ άνοιξαν δυο τρία καινούργια καταστήματα που έβγαλαν και τραπεζάκια στην πλατεία, δίπλα στο κλασικό φαλαφελάδικο του Ιμπραήμ – κάποιοι ορκίζονται ότι φτιάχνει τα καλύτερα φαλάφελ (ρεβυθοκεφτέδες) της πόλης. Και στη Μαιζώνος το εστιατόριο Μακεδονία, στο ίδιο σημείο πάνω από 20 χρόνια, με πιάτα που ξεκινούν από δυόμιση ευρώ και πελάτες μοναχικούς, ένας εδώ κι ένας εκεί, με το βλέμμα στη μεγάλη τηλεόραση ή έξω από την τζαμαρία, κάποιοι από αυτούς ένοικοι του ξενώνα αστέγων του δήμου στον απέναντι δρόμο.

Με σκούντησε ένας τύπος. «Θέλεις ένα ρολόι;» «Πόσο;» «Δέκα ευρώ, είναι και αδιάβροχο» «Όχι, ευχαριστώ» «Πάρ’ το, θα σου δώσω και μια κολόνια δώρο». Έσπρωξα την πόρτα ενός εμπορικού καταστήματος και στάθηκε μπροστά μου μια γυναίκα. «Γεια σας. Δημοσιογράφος είμαι, να σας ρωτήσω δυο πράγματα;» «Ταυτότητα έχεις;» Δεν είχα. «Και τώρα νομίζεις ότι θα μου πάρεις συνέντευξη; Κι εγώ άμα θέλω λέω ότι είμαι δημοσιογράφος από το CNN». Πολύ απότομη. Στο παραδιπλανό ψιλικατζίδικο ο Αμίλ από το Μπαγκλαντές, ήταν πιο ορεξάτος. Έχει 15 χρόνια στην Ελλάδα και το μαγαζί το δουλεύει 5 χρόνια. Πουλάει και ρύζι από την Ινδία. Το παράπονό του είναι ότι δεν έχει δουλειά («τίποτα δε μένει, μόνο για τα έξοδα και το φαγητό») και ότι δυσκολεύεται να φέρει τη γυναίκα του. Η Ελλάδα δεν έχει πρεσβεία στο Μπαγκλαντές, λέει, κι έτσι θα πρέπει να πάει στην Ινδία για να πάρει βίζα κι αν την πάρει με την πρώτη και γενικώς ταλαιπωρία.

Ένα ταξιδιωτικό γραφείο είχε ταμπέλα «Βίζα για Αμερική και Ρωσία». «Τι χρειάζεται μια βίζα για Αμερική;» «Θα έρθεις εδώ με 30 ευρώ, διαβατήριο και διεύθυνση είτε κάποιου ανθρώπου που θα σε περιμένει είτε κάποιου ξενοδοχείου. Μπορεί η βίζα να βγει αμέσως μπορεί και να μη βγει». Μπερδεύτηκα λίγο με τα κριτήρια για να βγει η βίζα, μετά κάτι είπε για ποινικό μητρώο και αν έχω λεφτά και ξεκαθάρισε πως τα 30 ευρώ θα τα έχανα είτε έπαιρνα τη βίζα είτε όχι.    

Η Μάρνη είναι η είσοδος και η έξοδος της πόλης προς την εθνική οδό, γι’ αυτό και έχει πάντα κίνηση. Τρία τέσσερα κομμωτήρια, ψιλικατζίδικα, πολλά γραφεία, διάφορες εταιρείες, αραβικά ταχυφαγεία, η Εθνική τράπεζα και το υπουργείο Γεωργίας στην αρχή της Αχαρνών, δυο τρία 24ωρα καφέ-σνακ στη Βάθη. Και μεγάλες πολυκατοικίες κολλητά η μία στην άλλη. Σ’ ένα «Πωλείται» έλεγε για ένα διαμέρισμα 80 τ.μ. 4ου ορόφου το οποίο δίδεται για 40.000 ευρώ. Στη Μάρνη 38, στο Dream Tattoo, ο Κωνσταντίνος λέει ότι τα ενοίκια είναι φθηνά αλλά όχι και τελείως φθηνά. Το τατουατζίδικο εδώ λειτουργεί από το 2009 και ο Κωνσταντίνος το έχει πάρει από το καλοκαίρι.

«Έκανα έρευνα αγοράς για κάποιους μήνες πριν, να δω αν έρχεται κόσμος, γιατί το άφηνε ο προηγούμενος, αν η περιοχή είναι προβληματική. Εντάξει, αρχίζει να παίρνει αξία σε σχέση με πριν λίγα χρόνια. Οι πελάτες μου είναι όλων των ηλικιών και πλέον δεν είναι ταμπού, δεν το σκέφτεται κάποιος εκατό φορές για να κάνει ένα τατού. Έρχονται και 50άρηδες για να χτυπήσουν το πρώτο τους».

Ο Μάριος Στρόφαλης, ο οποίος γεννήθηκε, μεγάλωσε και μένει ακόμα στη γειτονιά, στον Άγιο Παύλο, λέει ότι το πρόβλημα δεν ήταν ούτε τα ναρκωτικά ούτε αυτό καθαυτό το μεταναστευτικό. «Ήταν η συνεχής ροή και η συνεχής πληθυσμιακή αλλαγή. Και οι μετανάστες ακόμα, όταν κάπως τακτοποιούνταν έφευγαν από εδώ, δεν προλάβαινε ο κόσμος να γνωριστεί μεταξύ του, να στείλουν τα παιδιά τους σχολείο, να συναναστραφούν. Αρχίζει, πάντως, να αναπτύσσεται μια επιχειρηματικότητα, περισσότερο από Άραβες αλλά και από Έλληνες. Μιλάμε όμως για την καρδιά της Αθήνας, την όμορφη καρδιά της Αθήνας. Δεν χρειάζονται πολλά χρήματα, ένα αφήγημα μόνο. Στην πλατεία Καραϊσκάκη άνοιξε ένα 5άστερο ξενοδοχείο. Στη Μάρνη διασταυρώνονται οδοί με ονόματα όπως η Αριστοτέλους και η Γ’ Σεπτεμβρίου. Ο δρόμος καταλήγει στο Αρχαιολογικό Μουσείο. Δεν χρειάζονται πολλά, η καθημερινότητα μόνο πρέπει να βοηθηθεί, γιατί το πράγμα είναι έτοιμο και φωνάζει».

Στη Μάρνη 24 έχουν υπάρξει μεγάλες στιγμές. Κάποτε τραγούδησαν εδώ ο Iggy Pop και ο Lemy. O Eric Burdon είχε πει ότι το Ρόδον, το οποίο λειτούργησε από το 1987 μέχρι το 2005, ήταν το «κορυφαίο συναυλιακό κλαμπ στον κόσμο». Τι ατυχία να μην μπορώ την πολυκοσμία και να μην το έχω επισκεφθεί ούτε μία φορά. Μετά, κορναρίσματα. Ένας τύπος είχε πέσει με το μηχανάκι και δεν ήταν καλά. Πρέπει να ήταν και πιωμένος. Βγήκαν από τα μαγαζιά τρεις τέσσερις, προσπαθούσαν να τον συνεφέρουν, ένα από τα διώροφα κόκκινα τουριστικά λεωφορεία κόλλησε στην κίνηση και μόνο οι τουρίστες δεν κατέβηκαν να δουν τι γίνεται. Θυμόμουν αυτό που έλεγε ένας τύπος νωρίτερα. Ότι οι δρόμοι, οι γειτονιές, τα κτίρια, ναι, είναι και η αρχιτεκτονική τους, το σήμερα και το χθες. Αλλά πιο πολύ οι άνθρωποι. Εκείνοι που ήρθαν σαν περαστικοί ή εκείνοι που έζησαν και έφυγαν ή εκείνοι που πέθαναν εδώ. Και η ενέργειά τους. Την επόμενη φορά που θα περάσετε από τη Μάρνη, λοιπόν, σκεφθείτε κι εσείς τι θα ήσασταν στο πέρασμα του χρόνου.