- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Όταν βαριέμαι, όταν η ζωή που μου αναλογεί δε μου αρκεί, λέω στον εαυτό μου τρομακτικές ιστορίες, ιστορίες στο όριο της ψύχωσης: τον κόσμο δεν τον έπλασε ο Θεός αλλά ο Διάβολος, αφού πρώτα νίκησε και εξόρισε διά παντός τον Αντίπαλό του. Άρα, φυσική κι επόμενη η ανθρώπινη τάση προς την (αυτο)καταστροφή. Έτσι είμαστε φτιαγμένοι… Είναι μια συνήθεια επικίνδυνη διότι, μερικές φορές, αυτές οι ιστορίες αποκτούν υλική υπόσταση κι αρχίζουν να εκδραματίζονται στις τρεις διαστάσεις. Κι εγώ δεν ξέρω πώς να τις σταματήσω.
Ευτυχώς, όταν αρχίζω να εμβαθύνω οδυνηρά σε τέτοιου είδους πειράματα, έρχεται μια στιγμή που ξέρω πως είναι ώρα να εστιαστώ αλλού, να βγω από το κεφάλι μου κι επίσης, από το διαμέρισμα. Αρπάζω λοιπόν την ψηφιακή μηχανή και βγαίνω στο βροχερό σούρουπο. Η τέχνη, εξάλλου, είναι η απόδειξη πως η ζωή δεν είναι αρκετή, σωστά;
Τα είκοσι, τριάντα άτομα που βρισκόμασταν μέσα στο τρόλεϊ παρακολουθήσαμε τη σκηνή σαν από θεωρείο. Πάμε, σε αργή κίνηση. Η γυναίκα, στα εξήντα, ετοιμάζεται να επιβιβαστεί, να, φαίνονται οι άβαφες ρίζες της. Ο νεαρός άντρας, όμορφος σαν τη νέμεση, βρίσκεται ακριβώς πίσω της την ώρα που απλώνει το μπράτσο της μέσα στην ανοιχτή πόρτα. Με μια κίνηση βίαιη και μαζί χορευτική, της αρπάζει τη μεγάλη καφετιά τσάντα που έχει περασμένη στον ώμο. Η γυναίκα χάνει την ισορροπία της και πέφτει κατάχαμα στο βρεγμένο πεζοδρόμιο. Ενώ ακόμη βρίσκεται σε πτώση, ο άντρας αποσπά με ένα τίναγμα το λάφυρο και τρέπεται σε φυγή με τεράστιους, ήδη!, δρασκελισμούς. Οι πόρτες του τρόλεϊ κλείνουν απ’ έξω τις άηχες κραυγές της. Κάπου ενδιάμεσα έχω πατήσει το κουμπί της μηχανής με την οποία έτσι κι αλλιώς έπαιρνα φωτογραφίες από το παράθυρο του τρόλεϊ.
Το κουνημένο στιγμιότυπο επιβεβαιώνει τους χειρότερους φόβους μου. Μοιάζει με σκηνή από ενυδρείο. Να ’μαστε εδώ, στο βυθό του κόσμου, ενεοί, άοπλοι, να παρακολουθούμε μέσα από το τζάμι ένα τρελαμένο, νεαρό αρσενικό να επιτίθεται σε μια ηλικιωμένη. Ο πρώτος, θέσει απελπισμένος, η άλλη, βραδυκίνητη από τα χρόνια που κουβαλάει. Αδύναμος εναντίον αδύναμου. Χθόνια χάχανα στο πίσω μέρος του κεφαλιού μου: «Τα βλέπεις που το ανθρώπινο είδος είναι επικίνδυνο για τον εαυτό του;».
Και όμως όχι, σκέφτομαι θυμωμένος. Αν υποκύψεις μια φορά στην απόγνωση, οι ευκαιρίες που σου προσφέρει μετά ο κόσμος για να απελπιστείς, είναι άπειρες. Άπειρες! Κατεβαίνω στην επόμενη στάση και αρχίζω να περιφέρομαι στους στενούς παράδρομους της Πατησίων με τη μηχανή στο χέρι. Με διακατέχει η τρελή σκέψη ότι μπορεί και να βρεθώ μπροστά σ’ εκείνο τον άντρα, εκείνο τον όμορφο διάβολο. Ενώπιος ενωπίω. Και τότε; Τι; Πώς πείθεις κάποιον για το αυτονόητο: ΔΕΝ. καταβροχθίζουμε. τους. ομοίους. μας;