Life in Athens

Υπόθεση Αθήνα: Τα ναρκωτικά στην Ευρώπη

Μιλά ο Alexis Goosdeel, διευθυντής του Ευρωπαϊκού Δικτύου Πληροφόρησης για τα Ναρκωτικά και την Τοξικομανία

Λένα Χουρμούζη
ΤΕΥΧΟΣ 389
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Κοκαΐνη: Η αύξηση που είχε παρατηρηθεί τα τελευταία οκτώ χρόνια στη χρήση αυτής της ουσίας σε χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ισπανία, την Ιταλία και τη Δανία φαίνεται να έχει φτάσει στο ανώτατο επίπεδό της. Φαίνεται ότι η φούσκα έχει σπάσει και ότι η κατάσταση βρίσκεται σ’ ένα σταθερό επίπεδο. Χρειάζεται, βέβαια, συνεχή έρευνα για να διαπιστωθεί εάν η τάση είναι παροδική ή εάν η οικονομία της κοκαΐνης έχει αλλάξει οριστικά.

Ηρωίνη: Η χρήση αυτής της ουσίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο δεν παρουσιάζει αυξητικές τάσεις αλλά ούτε και μείωση. Έχει σταθεροποιηθεί. Ο αριθμός των χρηστών παραμένει μεγάλος, αλλά έχει σταματήσει η συνεχής αύξησή του όπως παρατηρούνταν πριν από μια 15ετία. Στα περισσότερα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουμε να κάνουμε μόνο με παλιούς χρήστες. Ωστόσο, το μεγαλύτερο ποσοστό νέων χρηστών παρατηρείται σε μεγάλα αστικά κέντρα. Αυτή τη στιγμή έχουμε 1,3 εκατομμύρια τοξικοεξαρτημένους στην ηρωίνη στην Ευρώπη.

Alert στην Ελλάδα: Από πέρυσι έχουμε χτυπήσει το καμπανάκι στην Ελλάδα. Σε αντίθεση με άλλα ευρωπαϊκά κράτη παρατηρείται αύξηση της χρήσης ενέσιμων ναρκωτικών ουσιών. Ενώ η Ελλάδα είχε ανέκαθεν χαμηλά ποσοστά χρηστών που παρουσίαζαν προβλήματα υγείας όπως ηπατίτιδα και Aids, από πέρσι το πρόβλημα φαίνεται να παίρνει ανησυχητικές διαστάσεις. Χάρη στη συνδρομή του ΟΚΑΝΑ και του ΕΚΤΕΠΝ (Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης και Πληροφόρησης για τα Ναρκωτικά) έχουμε συγκεντρώσει αρκετά στοιχεία και έχουμε αρχίσει να εξετάζουμε το πρόβλημα στο σύνολο των Βαλκανίων, όπου επίσης παρατηρείται έξαρση του ιού HIV.

Κέντρα θεραπείας: Η Ελλάδα δεν έχει πρόβλημα τεχνογνωσίας. Σχεδόν μόνιμα, αλλά ιδίως τα τελευταία δέκα χρόνια, το γενικό πρόβλημα δεν ήταν η έλλειψη επαγγελματιών αλλά η έλλειψη υποδομών. Μόνο τα τελευταία δύο χρόνια και παρά τα προβλήματα της οικονομικής κρίσης η πολιτεία βρήκε τα μέσα για να ανοίξει νέες θεραπευτικές μονάδες υποκατάστασης. Το ότι η Ελλάδα είχε χαμηλότερα ποσοστά μολυσματικών ασθενειών σε σχέση με άλλα ευρωπαϊκά κράτη δεν είχε να κάνει με την ασφαλή χρήση ουσιών στους δρόμους. Τι άλλαξε, όμως; Αυτό που φαίνεται να έχει αλλάξει σήμερα είναι ότι οι χρήστες έχουν πια επαφή με χρήστες από το εξωτερικό που θα μπορούσαν να είναι φορείς.

Από το 1980 έως 1985 σε χώρες όπως η Γερμανία, η Βρετανία και η Ισπανία το φαινόμενο των χρηστών που πέθαιναν στο δρόμο από υπερβολική δόση ναρκωτικών ήταν πολύ διαδεδομένο. Αυτές οι χώρες πήραν αμέσως μέτρα. Αν τότε είχαν 20.000 χρήστες σε προγράμματα υποκατάστασης, τώρα έχουν ξεπεράσει τους 750.000. Εν αντιθέσει στην Ελλάδα θυμάμαι ότι όταν δημιουργήθηκε ο ΟΚΑΝΑ και η πολιτεία πήρε την απόφαση να συμπεριλάβει μαζί με τα «στεγνά» και τα προγράμματα υποκατάστασης, ξέσπασε κάτι σαν πόλεμος. Πολλοί έλεγαν ότι δεν είναι σωστό. Διαπίστωσα τότε ότι κάθε ομάδα έχει το λόμπι της. Οι καινούργιες μονάδες είναι ό,τι πιο θετικό, διότι ο αριθμός των χρηστών στη λίστα αναμονής για ένταξη σε κάποιο πρόγραμμα είχε τριπλασιαστεί και κάτι έπρεπε να γίνει.

Συνύπαρξη: Δεν υπάρχει καμία χώρα που να έχει ακολουθήσει μόνο προγράμματα ένταξης σε κοινότητες ή μόνο στεγνά. Συνυπάρχουν όλα μαζί. Η εμπειρία της Ευρώπης δείχνει ότι τα παιδιά που κάνουν ενέσιμη χρήση δεν είναι έτοιμα για τα στεγνά προγράμματα ούτε για τις κοινότητες. Γι’ αυτό πρέπει να υπάρχει στη θεραπευτική προσφορά μιας χώρας το πρόγραμμα χορήγησης υποκατάστατων. Και αυτή η προσφορά να συνάδει πάντα με στοιχεία, με δεδομένα. Πώς η συνύπαρξη και η συνεργασία κάνουν τη διαφορά; Για παράδειγμα: υπάρχουν χρήστες σε θεραπευτικές κοινότητες που για τον άλφα ή βήτα λόγω αποφασίζουν να μην ολοκληρώσουν το πρόγραμμα. Αντί να το διώξεις και να γυρίσεις την πλάτη σε αυτό το παιδί, οφείλεις να ενημερώνεις τους συναδέλφους άλλων μονάδων. Προσεγγίζεις την Ομάδα Δρόμου του ΟΚΑΝΑ και τους λες: «αυτό το παιδί ζει στο Μοναστηράκι. Αν μπορείτε να το προσέξτε». Αυτό πρέπει να γίνεται.

Μεθαδόνη: Δεν υπάρχει κανένα πρόγραμμα υποκατάστασης που να μπορεί να πει με βεβαιότητα ότι έχει τα πιο καταπληκτικά αποτελέσματα. Ένα παιδί που αφιερώνεται ψυχή τε και σώματι στην αναζήτηση της δόσης φτάνει σε ακραίες καταστάσεις. Η χορήγηση της μεθαδόνης –όταν είναι αρκετή– τον κάνει να σκέφτεται πιο καθαρά και λιγότερο αγχωτικά. Η ποσότητα της καθημερινής δόσης μεθαδόνης μάς προβλημάτισε όλους. Στο Βέλγιο, πριν από 15 χρόνια, είχαν πει ότι ο χρήστης δεν θα έπρεπε να χορηγείται περισσότερο από 25 mg. Τελικά, χάρη και στην επιμονή των Βρετανών, μάθαμε είναι ότι σε αυτό το θέμα δεν υπάρχει κανονισμός. Η σωστή δόση είναι αυτή που κάνει το χρήστη να μην έχει ανάγκη να ψάχνει για δόση στην πιάτσα. Τα παιδιά που λαμβάνουν μεθαδόνη για τρία-τέσσερα χρόνια αποκτούν εκ νέου κοινωνική ζωή. Ακόμη κι αν δεν μπορούν να την κόψουν. Είναι λίγο σαν τον μεταμοσχευμένο άνθρωπο που χρειάζεται τη φαρμακευτική αγωγή για να παραμείνουν το μόσχευμα και ο ίδιος στη ζωή.