- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Η ιστορία του χαμογελαστού Αζόφ: Το συγκινητικό αντίο του Δημήτρη Τριανταφυλλίδη στον σκύλο του
Το προσωπικό κείμενο του δημοσιογράφου στα social media και ο αποχαιρετισμός με το ποίημα του Γιεβγκένι Γιεφτουσένκο «Ο θάνατος του σκύλου»
Ο δημοσιογράφος Δημήτρης Τριανταφυλλίδης αποχαιρετά τον σκύλο του με το ποιήμα του Γιεβγκένι Γιεφτουσένκο «Ο θάνατος του σκύλου»
Με μια προσωπική, συγκινητική ανάρτηση στα social media ο γνωστός δημοσιογράφος Δημήτρης Τριανταφυλλίδης αποχαιρετά τον σκύλο του, εξηγώντας πώς γνωρίστηκε με το λατρεμένο τετράποδο φίλο του αλλά και πώς μπήκε ο σκύλος Αζόφ στη ζωή του και το σπίτι τους. Στο φορτισμένο κείμενό του ο Δημήτρης Τριανταφυλλίδης μοιράζεται τη σχέση που ανέπτυξε με τον Αζόφ κι επιλέγει να τον αποχαιρετήσει με το μοναδικό ποίημα του Γιεβγκένι Γιεφτουσένκο «Ο θάνατος του σκύλου».
«Ήταν προχωρημένη άνοιξη πριν δύο χρόνια, όταν ήρθαν ο Δημήτρης με τη Χριστίνα και πήγαμε στην παραλία.
Κουβεντιάσαμε τρώγοντας κι αργά τη νύχτα, γύρισα στην παλιά Σκήτη. Πριν προλάβω να χαιρετίσω την Πριγκηπέσα και την Ίρμα χτύπησε το τηλέφωνο.
- Ένα σκυλί μπήκε στο σπίτι μας, δεν έρχεσαι εσύ που ξέρεις απ’ αυτά.
Πήγα, βλέπω ένα μαύρο σκυλούκο με δύο βούλες άσπρες στα φρύδια κι ένα λευκό περιλαίμιο στο λαιμό. Κάθισα κάτω στη γη κι άρχισα να παίζω μαζί του. Τον χάιδευα και γελούσε.
- Το πρωί θα τον πάρω να τον πάω στη νέα Σκήτη, είπα.
Τον φόρτωσα και τον πήγα.
Ήταν οι μέρες που το ηρωικό σύνταγμα του Αζόφ πολεμούσε γενναία στο Αζοφστάλ. Έτσι, πήρε το όνομά του, για να τιμήσουμε τους αγώνες εκείνων που υπερασπίζονταν την πατρίδα τους.
Έτσι, ο Αζόφ έγινε ο πρώτος ένοικος. Ήταν εκεί στο πρώτο τραπέζι με τους φίλους για να γιορτάσουμε την αγορά του κτήματος. Ήταν εκεί όταν πήγαν τα πρώτα συνεργεία, ήταν το αγόρι της παρέας.
Πρώτα πήγα στην Πριγκηπέσα που ήταν μεγάλη και σοφή. Μετά την Ίρμα την σαμουράι μου και τελευταία την Κάλυ.
Εντάχθηκε στην παρέα ο Αζόφ, μοναδικό αγόρι. Μοναχογιό τον έλεγα.
Έμπαινε στο κοτέτσι, καθόταν κάτω από τη μουριά κι οι κότες γύρω του τσιμπολογούσαν.
Στην αρχή δεν ήθελε να μπει στο σπίτι. Μια μέρα τον πήρα με το λουρί και δειλά - δειλά τον έβαλα μέσα. Έκτοτε, η θέση του ήταν δεξιά στο γραφείο μου, ανάμεσα στη συρταριέρα και τη βιβλιοθήκη.
Τα βράδια ήθελε να γυρνάει έξω, να φυλάει το κτήμα. Όταν κουραζόταν έμπαινε μέσα και τον χειμώνα ξάπλωνε κοντά στη σόμπα, να χαρεί τη ζεστασιά που του έλλειψε στα χρόνια της περιπλάνησης.
Σκυλί καλό. Επιζητούσε το χάδι κι αμέσως γελούσε. Είδε μαζί μου πολλές ταινίες και σειρές.
Όταν έφευγα, πήγαινε στην εξώπορτα του κτήματος, ξάπλωνε και περίμενε. Ήταν ο πρώτος που με προϋπαντούσε πάντα με το χαμόγελο στα χείλη.
Τις τελευταίες βδομάδες δεν έτρωγε καλά, μέχρι που προχθές σταμάτησε να τρώει και να πίνει νερό. Τον έβαλα στην αγαπημένη του θέση, στην κρεβατοκάμαρα, δεξιά από το κρεβάτι. Άρχισε να κατουριέται. Κίτρινες βλέννες. Νεφρική ανεπάρκεια, είπε ο γιατρός.
Χθες το βράδυ, κατά στις 11.00 σηκώθηκε και μου έδειξε πως θέλει να βγει έξω. Άνοιξα την πόρτα. Με δυσκολία πήγε και ξάπλωσε στην αγαπημένη του λεμονιά.
Πήρα ένα σκαμνί και το τελευταίο μπουκάλι ουίσκι. Μαζί μου ήρθαν η Ίρμα, η Κάλυ, η Λάσια και η Ζόγια.
Κάθισα δίπλα του κι άρχισα να του λέω ιστορίες που ζήσαμε.
Την ώρα που ακούστηκε ο πρώτος πετεινός, με έναν αναστεναγμό ο Αζόφ πέταξε στον ουράνιο λειμώνα, εκεί που αγαπούν τα σκυλιά και δεν τα εγκαταλείπουν. Τώρα θα κάνει παρέα με την Πριγκηπέσα μου που μας άφησε την παραμονή της Πρωτοχρονιάς.
Ήπια την τελευταία γουλιά ουίσκι και πήγα στην αποθήκη να πάρω την τσάπα.
Πριν λίγο, βγαίνοντας οι πρώτες αχτίδες του ήλιου, έβαλα και την τελευταία πέτρα στον τάφο του, εκεί δίπλα στην αγαπημένη του λεμονιά.
Έτσι απλά έρχονται κι έτσι απλά φεύγουν από κοντά μας αυτά τα πλάσματα που ζουν μαζί μας, μιλούν με το βλέμμα, σηκώνουν το πόδι για ένα χάδι και πάντα γελάνε.
Όταν οι άγγελοι έφυγαν από τη γη, άφησαν στη θέση τους το σκυλί για να κρατάει παρέα στον άνθρωπο, λέει μια παροιμία.
Στη μνήμη του χαμογελαστού Αζόφ παραθέτω το σπαρακτικό ποίημα του Γιεβγκένι Γιεφτουσένκο:
Ο θάνατος του σκύλου
Αδύναμος και ταλαιπωρημένος από την αρρώστια,
Κλαίγοντας ένοχα και ικετευτικά,
Ο σκύλος το θάνατο αποζητούσε,
Με του τραυματισμένου αδελφού το βλέμμα.
Παρακαλούσε, κουλουριασμένος σαν κουρέλι
Τον θάνατο, σαν λύτρωση να ‘ρθει,
«Σας βοήθησα όσο μπορούσα στη ζωή,
Βοηθήστε με τώρα να πεθάνω».
Μέσα από κύματα σπασμών
Για πάντα μας αποχαιρετούσε
Μαζί με μουγκρητά επιλεγμένων αγελάδων
Στο βρώμικο του κτηνίατρου ναό.
Λιτός ήταν στα λόγια,
Αμήχανος συγκεντρωμένα,
Γεμίζοντας ο κτηνίατρος τη σύριγγα
Με τη θανατική τη σωτηρία.
Έγειρε στον ώμο μου η Γκάλια.
Είναι ανυπόφορη η ευσπλαχνία
Όταν το μόνο που μπορεί να κάνεις
Είναι τον θάνατο να φέρεις.
Όταν μετακομίζουν οι ψυχές μας
Τη φύση με ψέμα δεν την ξεγελάς:
Εκείνος που ήταν κάποτε δειλός,
Κάθαρμα κι άθλιος θα μείνει.
Κρατώντας σε όμως αγκαλιά
Κλαίω άδικα για σένα,
Γιατί μια αγαθή ψυχή
Μόνο σε σκύλο πάει να μείνει.
Μα ακόμη και στον ουρανό
Τ’ αυτιά κουνώντας στο σκοτάδι
Δεν είναι οι άγγελοι αυτοί που μας προσμένουν,
Μα τα πεθαμένα μας σκυλιά.
Το ξέρω θα με περιμένεις αδελφέ μου,
Κατά πως λένε της αιωνιότητας οι νόμοι,
Εκεί στην πύλη, την είσοδο του παραδείσου,
Σαν την γλυκιά μετά το γλεντοκόπι μέθη.
Κι η ψυχή μου σαν πετάξει
Κρυφά, στα ουράνια, ευτυχισμένη,
Δώστε μου ένα κόκαλο αντί κερί,
Δώστε μου ένα κόκαλο για το σκυλί».