- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Οι περιπέτειες ενός γάτου σε μια αυλή της Άνω Πόλης της Θεσσαλονίκης και πώς άλλαξε τη ζωή αυτών που τον υιοθέτησαν.
Ήταν μικρούλης πολύ -έμοιαζε για δύο τριών μηνών το πολύ. Δίχρωμος (άσπρο - μαύρο), πρασινομάτης, με ωραιότατη μακριά και σκερτσόζα ουρά. Μας υιοθέτησε πριν από έναν χρόνο. Ανέβηκε μια μέρα άφοβος τα σκαλιά, στριφογύρισε στα πόδια μας, αγνόησε τα ξου μας κι έκτοτε δεν έφυγε από το φτωχικό μας. Μέρα με τη μέρα κέρδιζε πόντους στο σπίτι και την καρδιά μας. Στην αρχή κατέλαβε το μπαλκόνι, μετά μπήκε στο χολ, ύστερα στο σαλόνι. Καναπέ ακόμα δεν πάτησε, και ούτε πρόκειται (αν και με τον τύπο πάψαμε να λέμε μεγάλα λόγια). Τον βαφτίσαμε Ευγένιο (από τον Τριβιζά), Ροβέρτο (από τον Σπυρόπουλο του ΙΚΑ, άσχετο, απλώς τον βλέπαμε στην τηλεόραση!) Μαυρούλη (για να γυρνάει και σε κανένα όνομα).
Την πρώτη φορά το μόνο που μου βρισκόταν πρόχειρο για να τον ταΐσω ήταν κάτι μερίδες γαλατάκια για καφέ. Το αραίωσα με νερό, το ήπιε με πολλή όρεξη. Ένιωσα περήφανη μάνα! Τη δεύτερη μέρα δεν έδειχνε κανένα ενδιαφέρον για το γαλατάκι. Το μύριζε και έφευγε. Προβληματίστηκα σαν μάνα που το παιδί της είναι λιγόφαγο. Έπεσα με τα μούτρα στο ίντερνετ, αλλά μου φάνηκε βουνό να μαγειρέψω για το γάτο (εδώ δεν μαγειρεύω για τον καλό μου!) και έτρεξα σούπερ-μάρκετ για κονσέρβες και ξηρή τροφή. Έτρωγε μόνο τις κονσέρβες, δηλαδή τα πατέ, τα ζελέ και τις μπουλέτες - καθαροκοιλιά. Την ξηρή τροφή την αγνοούσε επιδεικτικά. Ο κτηνίατρος μας πρότεινε να την ανακατεύουμε με κονσέρβα και να τον ξεγελάμε, γιατί η ξηρή τροφή είναι απαραίτητη για τα δόντια του.
Ένα από τα πρώτα πρωινά, τότε που ήμασταν σαν γονείς με νεογέννητο που φοβούνται να το πάρουν αγκαλιά και γι’ αυτό καλούν επειγόντως τις μάνες τους, κουβαλήσαμε άρον άρον τη Ρούλα, μια φίλη γατόφιλη (3 γάτες μεγαλώνει μέσα και άλλες τόσες έξω από το σπίτι της) να μας βοηθήσει να τον πάμε στον κτηνίατρο για τα εμβόλια, ίσως και για στείρωση. Σαν να το κατάλαβε ο άτιμος ότι τον περίμεναν βελόνες και διάφορα ανατριχιαστικά. Κρύφτηκε στη διπλανή αυλή, σε σημείο που να μην τον φτάνει ούτε γερανός, και δεν το κούνησε ρούπι για ώρες.
Τι κομμάτια γαλοπούλας του κουνήσαμε για να τον δελεάσουμε, τι τσορίθο (το αγαπημένο του), αυτός εκεί, αγαλματάκι ακούνητο, αμίλητο. Κάποτε βαρεθήκαμε να του επισείουμε αλλαντικά, απειλές ή γλύκες-σκέτη γλίτσα («έλα, Μαυρούλη, μη φοβάσαι, η Ρούλα σ' αγαπάει») και αποφασίσαμε να τον αφήσουμε ήσυχο και αμπόλιαστο. Μόλις έφυγε η Ρούλα, ήρθε αργά με το ύφος και το πάτημα θριαμβευτή στο μπαλκόνι. Σιγουρευτήκαμε πως είναι πιο γάτος από μας.
Μια μέρα τον ακούγαμε να νιαουρίζει από κάπου, αλλά δεν τον βλέπαμε. Τον εντοπίσαμε τελικά στα κλαδιά ενός τεράστιου δέντρου της πλατείας. Φαινόταν ανήμπορος να κατέβει και απελπισμένος. Το πρώτο που σκεφτήκαμε ήταν να πάρουμε την πυροσβεστική. Γέλασαν στα μούτρα μας, «αν κατεβάζαμε γατιά από τα δέντρα, κυρία μου, δεν θα κάναμε άλλη δουλειά». «Μα το έχουμε δει στην τηλεόραση, σε ταινίες», τους είπα.
«Σε αμερικάνικες», απάντησε ο πυροσβέστης και ξεκαρδίστηκε. Πραγματικά ανήσυχοι, τρέξαμε να πάρουμε τη μεγάλη σκάλα που έχει ένας γείτονας και του τη ζητάμε όταν κλαδεύουμε τη μουριά. Μέχρι να τη βγάλουμε από την αυλή του κυρ-Πρόδρομου και να την πάμε στην πλατεία, ο Μαυρούλης είχε κατέβει από το δέντρο και παρακολουθούσε, με μεγάλο ομολογουμένως ενδιαφέρον και πραγματική συμπόνια για μας, την εκστρατεία διάσωσής του. Ίσως πάλι να έκλαιγε από τα γέλια μέσα του.
Με γρατσούνισε μία φορά (δεν πονάει, αλλά αφήνει σημάδι), γιατί τον κέρδισα στο παιχνίδι. Τέτοιο σκατόπαιδο! Καμιά φορά πιστεύουμε ότι πιστεύει πως είναι σκύλος. Καταλαβαίνει τον ήχο του αυτοκινήτου και τρέχει να μας υποδεχτεί (και να φάει), ακούει τα βήματά μας και τρέχει να μας υποδεχτεί (και να φάει), ακούει που ξυπνάμε και τρέχει κοντά μας (για να φάει). Είναι αυτό που λέμε ορεξάτος.
Τον τελευταίο καιρό ερωτεύτηκε (κι έγινε ακόμα πιο δύστροπος). Μια πρασινομάτα, γκριζούλα, μικροκαμωμένη, που του κάνει πολλά μαλιμάτια, τσαλίμια, κουνήματα, πώς το λένε. Στην αρχή δεν τη χώνευα, μου φαινόταν ύπουλη, ότι του πουλάει γοητεία και έρωτα για να τρώει το φαΐ του. Τελικά, σκέφτηκα ότι φέρομαι σαν κακή πεθερά, έκανα την καρδιά μου πέτρα και άρχισα να ταΐζω και τη νυφαδιά. Αντί να τρέχει ο γιος μας από δω και από κει για να βρει το ταίρι του, και να τον χάνουμε μέρες, και να γυρίζει ξεσκισμένος, ας του φτιάξουμε ένα χαρέμι στην αυλή. Μαζί με την γκριζούλα, ταΐζω μια άσπρη, επίσης κούκλα, μια σε φουντουκί χρώμα και μια τιγρέ, για να έχει μια μεγάλη γκάμα θηλυκών για να διαλέξει.
Γιατί τα γράφω όλα αυτά, που προφανώς και δεν ενδιαφέρουν κανέναν; Ηθικό δίδαγμα: Πριν από έναν χρόνο είχα γατοφοβία πολύ βαριάς μορφής. Και αφού την ξεπέρασα εγώ, μπορούν όλοι! Μα τον Ευγένιο Ροβέρτο Μαυρούλη!