Health & Fitness

Βλέποντας τον εαυτό μας με ξένα μάτια

Σε μια εποχή όπου όλοι είμαστε διαρκώς εκτεθειμένοι, είναι εύκολο να αισθανθεί κανείς ότι κρίνεται

Σουζάνα Παπαφάγου
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Πώς μπορούμε να βρούμε το σθένος να ζούμε και να ανθίζουμε, ακόμα και απέναντι σε εκείνους που μας κρίνουν χωρίς σταματημό

Οι ιστορίες σε αυτή τη στήλη αντλούν στοιχεία από αληθινά γεγονότα και από ανθρώπους που έχω συναντήσει κυρίως στον ψυχοθεραπευτικό χώρο. Όλες τους έχουν υποστεί λογοτεχνική επεξεργασία για την προστασία των εμπλεκομένων, τόσο που πια έχουν μετατραπεί σε ξέχωρες υπάρξεις. Καλή ανάγνωση! — Σ.Π.

Η ασθενής μου έχει καθυστερήσει. Για τους ανθρώπους που συνεργάζονται μαζί μου χρησιμοποιώ πάντα τη λέξη «ασθενής», όχι γιατί έχουν κάτι παθολογικό, αλλά γιατί, αν θέλετε, αναζητούν το σθένος τους. Έτσι και εκείνη αναζητά το σθένος να ζει ελεύθερα: να έρθει σε ειρήνη με αυτό που είναι και όχι με αυτό που θα ήθελαν οι άνθρωποι γύρω της να είναι. Είναι μια όμορφη γυναίκα σαράντα παρά κάτι, εργάζεται σε μια πολύ καλή δουλειά και ζει μόνη. Δυσκολεύεται όμως πολύ στην κοινωνική και συντροφική της ζωή.

Χτυπά το κουδούνι, «Καθυστέρησα» λέει, μπαίνει βιαστικά, κάθεται και κοιτά τα παπούτσια της. Τα κοιτώ και εγώ, μου θυμίζουν εκείνα της πράσινης μάγισσας στο Wicked, που είδα πρόσφατα στο σινεμά. «Δεν ξέρω τι με έπιασε σήμερα, δεν μπορούσα να αποφασίσω τι να βάλω. Έβαζα και έβγαζα ρούχα και παπούτσια, γι’ αυτό καθυστέρησα», είπε. «Μετά τη δουλειά θα συναντήσω εκείνον τον άντρα που γνώρισα πριν λίγο καιρό στο Insta. Θα είναι μεγάλη παρέα, από αυτό το γκρουπ που σας είχα πει».

Την κοιτάζω και σκέφτομαι πως συνήθως έρχεται πολύ κομψά ντυμένη στις συνεδρίες, φοράει ρούχα που αγκαλιάζουν όμορφα το σώμα της. Σήμερα όμως είναι πραγματικά ντυμένη με έναν τρόπο που την κρύβει και σχεδόν την παραμορφώνει.

«Φοβάμαι όλα αυτά που θα σκεφτούν για εμένα, το πώς θα με δουν. Θα τους αρέσει άραγε αυτό που θα φοράω; Ο τρόπος που μιλάω, ο τρόπος που γελάω; Αναρωτιέμαι και αγωνιώ για τα πάντα»

«Δεν αισθάνομαι ο εαυτός μου μέσα σε αυτά τα ρούχα», λέει σαν να με άκουσε να σκέφτομαι.

«Τι σκέψεις κάνετε για αυτή την επιλογή;» τη ρωτάω, θέλοντας να της δώσω χώρο να σκεφτεί για τον εαυτό της.

«Νομίζω πως…» Διστάζει. «Νομίζω πως φοβάμαι», λέει τελικά. «Ενώ θέλω τόσο να τον γνωρίσω από κοντά, παθαίνω ό,τι με όλους τους ανθρώπους που μπαίνουν στην ζωή μου. Φοβάμαι όλα αυτά που θα σκεφτούν για εμένα, το πώς θα με δουν. Θα τους αρέσει άραγε αυτό που φοράω; Ο τρόπος που μιλάω, ο τρόπος που γελάω; Αναρωτιέμαι και αγωνιώ για τα πάντα». Κοιτάζει ξανά τα παπούτσια της και τινάζει με το δάχτυλο ένα αόρατο χνούδι από το παντελόνι της, σαν να προσπαθεί να πετάξει από πάνω της όσα τη δυσκολεύουν. Και δεν είναι λίγα.

Θυμήθηκα πως και εδώ, τον πρώτο καιρό των συναντήσεών μας, ερχόταν ντυμένη με αυστηρά κοστούμια, με μαλλιά πιασμένα, κολλημένα στο κεφάλι. Την κοιτούσα και αισθανόμουν να πονάει το δικό μου κεφάλι, σαν κάποιος να μου τραβούσε τα μαλλιά. Μόνο μετά από αρκετούς μήνες άρχισε να χαλαρώνει, αν και δίχως να καταλαβαίνει το γιατί. Είχε πει μόνο, «Εδώ αισθάνομαι ασφαλής, έχω διαπιστώσει πως όσα φοβάμαι πως θα μου πείτε κατοικούν μόνο μέσα στο μυαλό μου». Αυτό ήταν το κλειδί. Μόνο που έπρεπε να το καταλάβει και για τις σχέσεις της έξω από τα ασφαλή όρια του ψυχοθεραπευτικού χώρου.

«Τι φοβηθήκατε πως θα σκεφτούν για εσάς;» ρώτησα.

«Ότι δεν είμαι αρκετή», απάντησε.

«Για ποιον δεν θα είστε αρκετή; Και, για να ’χουμε καλό ρώτημα, τι σημαίνει “αρκετός” για εσάς;»

Την κοίταξα και έπειτα βουτήξαμε σε μια σιωπή που μου φάνηκε να κρατά αιώνες. Μέχρι που βρήκε το σθένος της, και άρχισε να μιλά:

«Ω, τώρα κατάλαβα… Είναι αυτά που λέμε τόσο καιρό. Έχω τόσο μεγάλη αγωνία γιατί φοβάμαι πως αυτός ο άνθρωπος θα με απορρίψει, ενώ το έχω ήδη κάνει μόνη μου: έχω απορρίψει τον εαυτό μου. Εδώ δεν ξέρω καν αν θα μου αρέσει εμένα αυτός ο τύπος, και παλεύω να αποδείξω πως αξίζω εγώ…»

Καθώς η συνεδρία μας έφτανε στο τέλος της, σκέφτηκα πάλι εκείνη τη μάγισσα από το μιούζικαλ. Γεννήθηκε πράσινη και δεν την ήθελε ούτε η ίδια της η μητέρα. Ο πατέρας της δεν μπορούσε καν να την κοιτάξει. Όλοι γύρω της τη μισούσαν γιατί ήταν διαφορετική. Αλλά και η ίδια δεν έβλεπε τίποτε άλλο από αυτό που πίστευε πως βλέπουν οι άλλοι σε εκείνη. Και φυσικά ήταν τόσο αποπροσανατολισμένη, και τόσο ξεκομμένη από τον εαυτό της, που δεν μπορούσε να αντιληφθεί και να αξιοποιήσει τις σπουδαίες μαγικές της ικανότητες. Μα όλα αυτά… μέχρι που… άρχισε να μαθαίνει τον εαυτό της!

Αυτό συνέβη και με την ασθενή μου. Καθώς προχωρά στη θεραπευτική διαδικασία, συλλέγει το υλικό από τις οικογενειακές ιστορίες που την έχουν διαμορφώσει και αξιοποιεί όλο και πιο πολύ το ψυχικό της δυναμικό. Και είναι βέβαιο ότι θα φτάσει μια μέρα που θα ζει τη ζωή της χωρίς να τη σταματά ποτέ η κριτική των άλλων.

* * *

Εσείς, πόσες φορές αλήθεια την έχετε φοβηθεί; Σε μια εποχή όπου όλοι είμαστε διαρκώς εκτεθειμένοι, είναι εύκολο να αισθανθεί κανείς ότι κρίνεται. Εκθέτοντας την εικόνα μας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, δείχνοντας ανά πάσα ώρα και στιγμή τι τρώμε, τι φοράμε, τι κάνουμε, μπαίνουμε πανεύκολα στο στόχαστρο κακοπροαίρετων σχολιασμών.

Γιατί όμως φοβόμαστε τόσο πολύ την άποψη των άλλων; Ή ίσως, γιατί την έχουμε τόσο πολύ ανάγκη; Πώς γίνεται να αφήνουμε τον εαυτό μας να επηρεάζεται από το τι σκέφτονται οι άλλοι για εμάς, τόσο που να μη ζούμε τη ζωή μας ειρηνικά;

Πίσω από αυτό κρύβεται κάτι πολύ μεγαλύτερο: η απειλή τής μη αποδοχής από την ομάδα αναφοράς. Είναι ένας τεράστιος φόβος που προκαλεί άγχος και δυσφορία και κυρίως μάς μπλοκάρει όταν πρέπει να εκτεθούμε. Ο φόβος πως θα αποκλειστούμε από το σύνολο έχει τις ρίζες του στην αρχέγονη ύπαρξή μας, τότε που ο σχηματισμός μιας ομάδας και η ένταξη σε αυτήν ήταν όροι απαραίτητοι για την επιβίωση. Το να είσαι αποκλεισμένος, να ζεις απομονωμένος σε έναν κόσμο γεμάτο κινδύνους, όπως ζούσε ο προϊστορικός άνθρωπος, σήμαινε βέβαιο θάνατο. Η ζωή σε μικρές ή μεγάλες κοινότητες, στους κόλπους της οικογένειας, ανάμεσα σε φίλους ή στη δουλειά μας, συνέχισε σε όλους τους αιώνες που ακολούθησαν να αποτελεί θεμελιώδη προτεραιότητα για τον άνθρωπο, και γι’ αυτό άλλωστε αναφερόμαστε ως «κοινωνικά ζώα».

Κατά μία έννοια, όλοι, περισσότερο ή λιγότερο, εξακολουθούμε να αναζητούμε την αποδοχή και την εκτίμηση, κυρίως σε ψυχοκοινωνικό επίπεδο πια, για να επιβιώσουμε ψυχικά. Και ο χώρος στον οποίο το κάνουμε αυτό σήμερα είναι κατά κύριο λόγο τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Τα social, ως εκ τούτου, είναι ένας τόπος με αρχέγονα θεμέλια.

Όμως, εάν ο καθένας αισθάνεται ότι δικαιούται να πει τη γνώμη του, και καθώς τελικά όλοι μας κρινόμαστε και κρίνουμε, πώς θα βρούμε το σθένος να ζούμε; Υπάρχουν τέσσερα βήματα που μπορούμε να κάνουμε εδώ:

  1. Το πρώτο είναι να αποδεχτούμε το γεγονός ότι δεν μπορούμε να ευχαριστήσουμε τους πάντες. Μπορούμε να προσαρμοστούμε σε αυτό που θα ευχαριστούσε τους άλλους, ή να προκαλέσουμε τη συμπάθεια και την έγκριση των γύρω μας, αλλά πάντα θα υπάρχει κάποιος που δεν θα μας εκτιμά 100%. Ακόμη χειρότερα, πρέπει να το πάρουμε απόφαση πως, μέσα στην ομάδα ή στις ομάδες όπου αισθανόμαστε πως ανήκουμε, είναι πολύ πιθανό να υπάρχουν κάποιοι που θα μιλήσουν πίσω από την πλάτη μας με αρνητικό τρόπο.
  2. Σε κανέναν δεν αρέσει να κρίνεται· αλλά είστε σίγουροι ότι εσείς δεν έχετε κρίνει ποτέ κανέναν στη ζωή σας; Μάλλον όχι, σωστά; Ας παραδεχτούμε πως όλοι κρίνουν, μαζί και εμείς. Σίγουρα υπάρχουν άνθρωποι που έχουν την κακή συνήθεια να κρίνουν και να κατακρίνουν τα πάντα και τους πάντες. Αλλά ακόμα και ο πιο διακριτικός και ανοιχτόμυαλος άνθρωπος τείνει να σχολιάζει τους άλλους.
  3. Υπάρχουν και κάποιοι που νομίζουν ότι όλοι είναι έτοιμοι να αναλύσουν τις κινήσεις τους και να τις κρίνουν. Για να ξεπεράσουμε τον φόβο ότι θα κριθούμε από τους άλλους, είναι σημαντικό να μη νιώθουμε ότι είμαστε το κέντρο του κόσμου. Οι «άλλοι» έχουν κι άλλες δουλειές από το να ψάχνουν τα λάθη μας για να μας κρίνουν. (Αφήστε που συνήθως το κάνουν για να κρύψουν την δική τους καμπούρα).
  4. Έχετε σκεφτεί ότι μερικές φορές είστε ο πιο σκληρός κριτής του εαυτού σας; Ας κατανοήσουμε πως το ανθρώπινο μυαλό μπορεί να προβάλει στους άλλους πράγματα που συμβαίνουν μόνο στο κεφάλι μας. Έτσι, ξεκινήστε ρωτώντας τον εαυτό σας εάν αυτό που πιστεύετε ότι θα σκεφτούν οι άλλοι για εσάς είναι στην πραγματικότητα μια προβολή αυτού που σκέφτεστε οι ίδιοι για τον εαυτό σας.

* * *

Η ασθενής μου στάθηκε για λίγο στην πόρτα. «Στο τέλος της ημέρας», είπε με ένα χαμόγελο, «αν μετρήσω αυτούς που πραγματικά έχουν πει κακά πράγματα για μένα, θα είναι μια χούφτα άνθρωποι όλοι κι όλοι. Κι αν τους δώσω τόση δύναμη, δεν θα έχω την ευκαιρία να γνωρίσω καινούργιους. Όσο πιο καθαρά βλέπω εμένα, τόσο λιγότερο θα φοβάμαι πώς με βλέπουν οι άλλοι».

Χαμογέλασα και εγώ και άντεξα να μην της απαντήσω τίποτα, μολονότι σκέφτηκα πως θα μπορούσε να πει πως είμαι αγενής ή άσπλαχνη που δεν της είπα έστω ένα μπράβο για όσα συνειδητοποίησε… Ίσως αυτό είναι το πιο σημαντικό βήμα για να βρούμε το σθένος μας: να αντέχουμε να διαχωριστούμε από το βλέμμα και την σκέψη των τρίτων μέσα μας, προκειμένου να συναντήσουμε τον αυθεντικό μας εαυτό. Εκείνον που δεν θα απειλείται από την άποψη του άλλου.

Η Σουζάνα Παπαφάγου είναι κλινική ψυχολόγος-ψυχοθεραπεύτρια και ομαδική αναλύτρια. Τα κείμενά της είναι συγκεντρωμένα εδώ: www.storytellinghumans.com. Από τις Εκδόσεις Ψυχογιός κυκλοφορεί το βιβλίο της (συνεργασία με την Πελιώ Παπαδιά), «Τι να απαντήσω στο παιδί μου;