Health & Fitness

Αχ, η νοσταλγία! Τόσο ζεστή, όσο και επικίνδυνη…

Είναι τα αντικείμενα ή τα συναισθήματα που μας επηρεάζουν;

eleni_helioti_1.jpg
Ελένη Χελιώτη
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Αχ, η νοσταλγία! Τόσο ζεστή, όσο και επικίνδυνη…
© Pexels

Η νοσταλγία ως συναίσθημα - Πότε είναι θεμιτή και πότε «επικίνδυνη» ή αντιπαραγωγική

Πάντα πρέπει να υπάρχει μια κόκκινη γραμμή, έτσι δεν είναι; Αυτή η νοητή, που να διαχωρίζει την υγιή, ίσως ενίοτε και δημιουργική ή εποικοδομητική νοσταλγία από την αντιπαραγωγική και συχνά καταστροφική εμμονή με το παρελθόν, και ίσως πιο επικίνδυνα ακόμα, τη διαστρεβλωμένη ή αρκετά πειραγμένη πεποίθηση ότι όλα ήταν καλύτερα κάποτε, η οποία απλά βασίζεται σε κάποιες μεμονωμένες όμορφες στιγμές, που λίγο-πολύ όλοι έχουμε από το παρελθόν μας.

Η νοσταλγία ως συναίσθημα

Έχω ξαναγράψει για τη νοσταλγία, είτε έμμεσα είτε άμεσα, και μάλιστα πρόσφατα, μετά τη συναυλία των Offspring στην Πλατεία Νερού πριν λίγες εβδομάδες. Να σημειώσω εδώ ότι δεν θα ήθελα με τίποτα να επιστρέψω στην εφηβεία μου, όσο νοσταλγική και αν φαίνομαι ή καμιά φορά είμαι. Δεν ήταν ούτε κατά προσέγγιση τα καλύτερά μου χρόνια, ούτε μου λείπει κάτι από τότε…ίσως μόνο όλο αυτό το vibe της εποχής, η αίσθηση ασφάλειας, ή απλά η οικειότητά της.

Και αυτό ίσως είναι το κλειδί της νοσταλγίας: το οικείο, σε αντίθεση με το καινούργιο ή το άγνωστο. Ίσως όμως και όχι. Βλέπουμε σειρές όπως το «Stranger Things» και αναφωνούμε «ααα τα 80s, τι ωραία που ήταν!» Εντωμεταξύ αυτό ισχύει μόνο για εμάς που μεγαλώσαμε τότε (σαν ανήλικα παιδιά) σε κάποιο εδώ προάστιο της Αθήνας (παίρνω εμάς ως παράδειγμα), ενώ παρακολουθούμε μια σειρά που απεικονίζει ρεαλιστικά μεν, εξιδανικευμένα ή στερεοτυπικά δε, τη ζωή σε κάποια κωμόπολη των ΗΠΑ. Μια σειρά που έχει τέρατα και βασίζεται σε μια πληθώρα μεταφυσικών στοιχείων. Οπότε; Με τι ακριβώς ταυτιζόμαστε;

  1. Τη μουσική
  2. Τα σταθερά τηλέφωνα και γενικά αυτόν τον πιο πρώιμο τρόπο επικοινωνίας
  3. Την αδιάφορη (στα μάτια των τωρινών γονιών που είμαστε πλέον εμείς) συμπεριφορά των γονιών για το που είμαστε και τι κάνουμε
  4. Την απαίσια μόδα (χωρίς αμφιβολία η χειρότερη δεκαετία όλων των εποχών σε αυτό)
  5. Την ανεμελιά

Την ανεμελιά; Ήταν όντως, ή ξανά απλά έτσι τη θυμόμαστε;

Εμείς που μεγαλώσαμε τόσο ανέμελα, τόσο ελεύθερα, που ζήσαμε περισσότερο έξω από το σπίτι παρά μέσα σε αυτό, γιατί τυχαίνει να είμαστε (ίσως) και η γενιά με το περισσότερο άγχος (ή ανησυχία), ή «Αnxiety» όπως ονομάζεται και ο καινούργιος χαρακτήρας/συναίσθημα στην ταινία «Inside Out 2»; Και εντέλει, όταν κοιτάμε πίσω και νιώθουμε όντως νοσταλγία, γιατί δεν προσπαθούμε να επαναφέρουμε, στο μέτρο που μπορούμε, λίγο από εκείνο το feeling, αλλά αντιθέτως απομακρυνόμαστε από αυτό όσο περισσότερο μπορούμε μέσω των πράξεών μας; Θέλουμε; Και αν όχι, τι θέλουμε εν πάση περιπτώσει;

Διάβαζα μια κριτική ενός καινούργιου βιβλίου προχθές, της συγγραφέα Halle Butler, με τον τίτλο «Banal Nightmare». Καταρχάς, πόσο φανταστικός τίτλος! Τη συγγραφέα αυτή δεν την γνώριζα, αλλά απ’ ότι φαίνεται, μας λέει η συγγραφέας του άρθρου που κάνει την κριτική, έχει εδραιωθεί ως Η «millennial skewerer in chief: she’s here to chronicle and cackle at all the ways members of her generation have learned to psychologically chase their own tail». Συνεχίζει λέγοντας ότι «για περισσότερες από 300 σελίδες, ο ένας χαρακτήρας μετά τον άλλον εκρήγνυται σε ένα χάος υπερβολικής σκέψης (overthinking) και μιας τάσης να υποθέτει ότι αυτός και μόνο διαθέτει μοναδική εικόνα και γνώση για την ανθρώπινη συμπεριφορά.» Η γλώσσα που χρησιμοποιούν οι χαρακτήρες της Butler είναι πλέον κάτι παραπάνω από οικεία, και γεμάτη με εκφράσεις και ετυμολογίες που χρησιμοποιούν ψυχολόγοι.

Αυτή η παράγραφος με έκανε να θέλω από περιέργεια και μόνο, και ίσως επειδή είμαι millennial, να διαβάσω κάποιο από τα βιβλία της. Γιατί, θα μου πεις, για να μάθεις τίποτα καινούργιο ή για να νιώσεις κάτι οικείο και γνώριμο; Δεν τα ζεις αρκετά γύρω σου; Θες να τα διαβάσεις κιόλας; Η ειρωνεία είναι ότι την τελευταία εβδομάδα έχω πάθει μια εμμονή με μια σειρά βιβλίων φαντασίας (το οποίο είχα καιρό να πάθω) και νοητικά είμαι βυθισμένη σε ότι πιο ΜΗ ρεαλιστικό υπάρχει. Αλλά ταυτόχρονα είχα πάντα την τάση να διαβάζω 2-3 βιβλία ταυτόχρονα. Εκτροχιάζομαι όμως. Το θέμα μας είναι η νοσταλγία, το οικείο, ή πολύ απλά αυτό που είχες (ή νομίζεις ότι είχες) και δεν έχεις πια. The grass is always greener…, που λένε και οι αγγλόφωνοι.

Σήμερα έπεσα σε ένα άρθρο του Tom Nichols με τον τίτλο «The Lies Nostalgia Tells» στο The Atlantic, ο οποίος μιλούσε για αυτό ακριβώς, τη νοσταλγία και τους μύθους πίσω από αυτή. Την επιλεκτική αμνησία όταν μας κατακλύζει, και τα στοιχεία που την προβάλλουν μέσα μας ως κάτι μαγικό. Το oxytocin (ωκυτοκίνη) του παρελθόντος. Γι’ αυτόν ξεκινά με απλά αντικείμενα, παιχνίδια της εποχής του (τη δεκαετία του ‘60) και κόμικς. Και εκεί εγώ θυμήθηκα το View-Master και τα slides από την Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων που είχε η γιαγιά μου στο σπίτι της και πόσο εντυπωσιακό μου φαινόταν. Μα ήταν τρισδιάστατα! Τα «Αστερίξ» και τα «Λούκυ Λουκ» που διαβάζαμε, κτλ.

Στο τέλος ο Nichols επαναφέρει τόσο τον εαυτό του όσο και τον αναγνώστη του στην πραγματικότητα, τονίζοντας και παραθέτοντας ωμά γιατί το τότε δεν ήταν καλύτερο από το τώρα, για τους περισσότερους ανθρώπους, και ειδικά για τους ενήλικες της εποχής του, αλλά παρατήρησα κάτι στο άρθρο του. Κάτι που δεν είπε ευθέως, και κάτι που δεν είμαι καν σίγουρη ότι είχε σκοπό να «πει» αλλά εγώ το «είδα», και το ένιωσα, παρόλο που δεν ταυτίστηκα με τίποτα απ’ όσα έλεγε γιατί ανήκει σε άλλη γενιά με εντελώς διαφορετικά βιώματα, εμπειρίες και προσλαμβάνουσες.

Το στοιχείο του χρόνου, για το οποίο έχω επίσης ξαναγράψει στο παρελθόν, αλλά από άλλη οπτική. Εδώ ήταν κάτι εντελώς διαφορετικό, και είχε να κάνει με αυτό που πλέον κάποιο δεν γνωρίσανε ποτέ (τουτέστιν, οι νεότερες γενιές) και οι υπόλοιποι έχουμε ξεχάσει πως είναι. Το να τον σεβόμαστε μέσα από την πράξη της αναμονής. Και εκεί νομίζω είναι το κλειδί. Να μου πεις…εκείνη η αναμονή/υπομονή δεν ήταν επιβεβλημένη λόγω συνθηκών; Δεν μπορούσαμε, δηλαδή, να κάνουμε και αλλιώς. Ναι, ήταν. So what?

Τον τελευταίο αιώνα, η κάθε γενιά έπρεπε να περιμένει όλο και λιγότερο για κάτι, για το οτιδήποτε, δεν έχει σημασία τι ήταν αυτό. Με το πέρασμα του χρόνου, όλα σιγά-σιγά έχουν γίνει πιο γρήγορα· κάποια πλέον θα τα χαρακτηρίζαμε και ως στιγμιαία. Και ενώ στα περισσότερα από αυτά τα «οτιδήποτε» η ταχύτητα αυτή έχει υπάρξει από ωφέλιμη έως σωτήρια (στη μεταφορά, στην ιατρική, στην τεχνολογία), κάποια απλά καθημερινά που όμως στην ολότητά τους πλαισιώνουν τη ζωή μας (ξανά οι αγγλόφωνοι έχουν την απόλυτη φράση «the devil is in the details», η οποία παρεμπιπτόντως προέρχεται από την παλαιότερη «God is in the details») ενδεχομένως να έχουν γίνει αβάσταχτα λόγω της ταχύτητας με την οποία συμβαίνουν, ή της ταχύτητας με την οποία επιβάλλεται πια να τα διεκπεραιώσουμε.

Και η ταχύτητα αυτή φαίνεται πολλές φορές να ξεπερνάει την ταχύτητα με την οποία μπορούμε να τα επεξεργαστούμε. Και έτσι τρέχουμε σαν ακέφαλα κοτόπουλα προς τις 100,000 διαφορετικές μεριές που ο καθένας «ειδικός» σε κάθε μέσο κοινωνικής δικτύωσης μας λέει ότι πρέπει να τρέξουμε για να σωθούμε, να αισθανθούμε καλύτερα, να είμαστε πιο υγιείς, να αρέσουμε περισσότερο, να να να να. Και έτσι η νοσταλγία γίνεται καταφύγιο. Γιατί το τώρα είναι χαοτικό. Και ξεχνάμε ίσως ότι το τώρα θα γίνει νοσταλγικό κάποτε. Ίσως. Ίσως όχι.

Πίσω δεν μπορούμε να πάμε. Όπως δεν μπορούμε να επιλέξουμε την ταχύτητα με την οποία κινείται ο κόσμος γύρω μας. Μέσα μας όμως 

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.