Health & Fitness

Ένα τσιγάρο δρόμος…

Αν έχεις περάσει από σαράντα κύματα στη ζωή σου κι αν είχες παλιά εθισμούς αλλά τους έχεις κόψει, είσαι πάντα «μία δύσκολη στιγμή» απόσταση από το να «ξαναβουτήξεις» με τα μούτρα

Μανίνα Ζουμπουλάκη
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η διακοπή του καπνίσματος και η δυσκολία να μην ξανακαπνίσεις όταν αντιμετωπίζεις κάτι δυσάρεστο

Μια δυσάρεστη είδηση έπεσε στο κεφάλι μου σαν κατραπακιά πριν λίγες ώρες και το πρώτο που σκέφτηκα ενώ ίδρωνα, ενώ έτρεμα κι ενώ αγχωνόμουν επιπλέον, το πρώτο που πέρασε από το μυαλό μου ήταν «μισό, μισό, ας ανάψω ένα τσιγάρο». Κι ας μην καπνίζω πια καθόλου, ποτέ. Η κακιά συνήθεια ή μάλλον ο εθισμός που ξεπεράστηκε (με κλάμα, δάκρια και ιδρώτα) πριν 16 χρόνια σαν να μην υπήρξε ποτέ, ορίστε που υπάρχει πάντα: υποβόσκει σα μουχρίτσα πεθερά στα πιο σκοτεινά κομμάτια της ψυχής μου και περιμένει μια κλωτσιά επιπλέον για να βγει στο φως. Γιατί όσοι έχουν υπάρξει καπνιστές ξέρουν ότι το τσιγάρο που ανάβεις τη στιγμή που είσαι παπί στον ιδρώτα από αγωνία, όταν έχεις ακούσει άσχημα/φριχτά/καταστροφικά νέα, όταν βράζεις μέσα στο ζουμί σου επειδή ξαφνικά η ζωή είναι σκληρότερη από ότι ήτανε, όταν τσαλακώνεσαι από ξαφνικό χτύπημα της μοίρας, θάνατο αγαπημένου ατόμου, αρρώστια, χωρισμό, απώλεια, απόλυση, ξαφνική απογοήτευση, ΑΑΔΕ, χαράτσι, σύγκρουση… το τσιγάρο που ανάβεις όταν είσαι σκατά, σου φέρνει το άτιμο μια μικρή ανακούφιση. Είναι αυταπάτη, απάτη, «it’s just an illusion» όπως λέει και το τραγούδι (των τριών Άγγλων «Imagination», 1982). Αλλά έτσι αισθάνεσαι, ότι αυτό ειδικά το τσιγάρο σού προσφέρει μια ελάχιστη, μικρή, πολύτιμη ηρεμία. Μια ανάπαυλα, «θα το καπνίσω μια στιγμούλα και  μετά θα το πάρω από την αρχή το θέμα».

Οι ίδιοι πρώην καπνιστές ξέρουν ότι η ανακούφιση/ανάπαυλα είναι στιγμιαία, ότι όταν σβήνεις το τσιγάρο και ξεροβήχεις επειδή το κάπνισες βιαστικά, είσαι ακριβώς στην ίδια σκατά κατάσταση που ήσουν πριν: η κακή είδηση δεν αναιρέθηκε, η καταστροφή δεν αποσοβήθηκε, το πρόβλημα δεν λύθηκε. Τίποτα δεν «πέρασε», ούτε «ξεχάστηκε», ούτε «σβήστηκε», απλώς εσύ έδωσες στον εαυτό σου τρία λεπτά διάλειμμα. Τρία λεπτά στοπ-καρέ – πάγωσες την εικόνα όσο κάπνιζες και ίσως, χάρη στο διάλειμμα, ίσως ήρθες λίγο στα ίσια σου. Ναι μεν τίποτα δεν λύθηκε, εσύ (δε) βρήκες τη χαμένη σου ψυχραιμία. Έστω και για λίγο.

Φυσικά είναι μια φριχτή συνήθεια το κάπνισμα, καταστροφή για την υγεία κ.λπ., καθόλου δεν θα ήθελα να κάπνιζα τώρα και είμαι περήφανη που κατάφερα να το ρημαδο-κόψω. Θυμάμαι πόσο άσχημα μύριζαν τα ρούχα, τα μαλλιά, το δέρμα, τα σπίτια, τα τσαντίρια, τα πάντα όλα. Πόσο τσαρούχι ήταν το στόμα μου κάθε πρωί, πόσο συχνά είχα βήχα, πόσα λεφτά έτρωγα στα περίπτερα, πόσο λαχάνιαζα στις σκάλες. Ο μέσος καπνιστής έχει τάδε τοις εκατό περισσότερες πιθανότητες να πεθάνει πρόωρα εξαιτίας κάποιας καλλιαρντής πάθησης, τα πνευμόνια του είναι ζαφρακιασμένα, λαχανιάζει όταν ανεβαίνει τις κυλιόμενες στο μετρό και βήχει στον ύπνο του, εκτός που βρωμάει το βρακί του τσιγαρίλα. Τα ξέρουμε όλα αυτά και είναι πολύ πολύ σοβαροί λόγοι να μην καπνίζει κανείς, ή να κόβει το τσιγάρο και να μην το ξαναρχίζει, ο κόσμος να χαλάσει.

Αλλά… η Μισέλ Φάιφερ (ηθοποιός, παλιά, μπορεί να μην την ξέρετε, και χάνετε) είχε πει κάποτε ότι οι πιο ενδιαφέροντες άνθρωποι στα πάρτι είναι οι καπνιστές – αυτό στα 90s, όταν οι άνθρωποι κάπνιζαν ακόμα στα πάρτι. Και οι εκμυστηρεύσεις που μοιράζονται μεταξύ τους οι καπνιστές όταν βγαίνουν έξω να καπνίσουν δύο-δύο, είναι οι πιο ενδιαφέρουσες, το ξέρω γιατί τις θυμάμαι πολύ καλά. Χθες ήμασταν για καφέ με φίλους σε κλιματιζόμενη αίθουσα και οι δύο μόνον που καπνίζουν σηκώθηκαν με τα πακέτα τους να βγούνε στην πόρτα να κάνουν τσιγάρο. Οι υπόλοιποι τρεις, που το έχουμε κόψει χρόνια, τους επιπλήξαμε μισό λεπτάκι που καπνίζουν ακόμα. Με την κάπως μουλωχτή ικανοποίηση του πρώην-χρήστη, πρώην-εθισμένου, που τα κατάφερε με χίλια ζόρια να κόψει έναν, έστω, πλην όμως πολύ ζόρικο εθισμό. Το άτιμο, το καταραμένο το παλιο-βρωμο-τσιγάρο.